Τετάρτη 27 Ιουλίου 2011

ΓΙΑ ΤΟ ΜΑΚΕΛΕΙΟ ΣΤΗ ΝΟΡΒΗΓΙΑ

     Η τραγωδία στη Νορβηγία, μια χώρα που εκθειάζεται ποικιλοτρόπως για το πολιτικό της  σύστημα και τον τρόπο οργάνωσης της κοινωνικής ζωής, είναι μια ισχυρή ένδειξη ότι κάτι  απατηλό υπάρχει στη χώρα αυτή - ή μήπως σ' ολόκληρη την Ευρώπη;
   Σύμφωνα με την ομολογία του κατηγορουμένου τα κίνητρά του ήταν  πολιτικά και  η στοχευσή  του ήταν πολιτική στις  αιματηρές πράξεις του.
     Συνήθως όταν αναφερόμαστε στην έννοια της βίας την έχουμε συνδεδεμένη με την  έννοια της άσκησης  της βίας, κι ετσι αυτή δεν είναι εύκολο να νοηθεί χωριστά από την εικόνα ενός ορατού υποκειμένου που θα είναι η άμεση πηγή των βίαιων ενεργειών. Κατά κανόνα κάνουμε διάκριση μεταξύ άμεσης εξατομικευμένης βίας και έμμεσης βίας των δομών της εξουσίας.Σ΄ ένα πολιτικό σύστημα, στο οποίο η εξουσία δεν είναι τόσο προσωποκεντρική και  μπορεί  να μην ασκείται άμεσα και ανεξέλεγκτα, αλλά να συνδέεται  με τις θέσεις των προσώπων και όχι τα ίδια τα πρόσωπα, το αναγκαίο στοιχείο του είναι η δυνατότητα επιβολής κυρώσεων, που μπορεί να χρησιμοποιηθούν σε περίπτωση σύγκρουσης για συγκεκριμένες αποφάσεις, και δεν αποκλείεται τότε, αν και νομιμοποιημένα, η χρήση βίας. Μ'  αυτόν το τρόπο παραβλέπουμε πολλές φορές την πλευρά εκείνων που υφίστανται τη βία, όταν μ' αυτή δεν εξοντώνεται άμεσα ή ίδια η ύπαρξη ανθρώπων. Κι έτσι ενώ η εξουσία έχει αναγκη από τη βία, είτε  ασκώντας τη είτε προκαλώντας τη, ως κεντρικό χαρακτηριστικό της πολιτικής  μένει στο ημίφως και θεωρείται σαν φαινόμενο διαφορετικό από την εξουσία  και την  άσκησή της.
     Σ΄ ολόκληρη την Ευρώπη καθαργιάζεται η συναίνεση, η άμβλυνση των διαχωριστικών   γραμμών, που εξασφαλίζουν τη "συμφιλίωση" και αποτρέπουν τη σύγκρουση κι επομένως την άσκηση βιας και απορρίπτεται κάθε προσπάθεια για συγκρότηση μιας άλλης πρότασης ενάντια στην ισχύουσα ηγεμονικη τάξη. Και ενώ η ίδια η αστικη δημοκρατία διακηρύττει  την αναγκαιότητα της αντιπαράθεσης στην κοινωνική ζωή, στην πραγματικότητα είτε την καταπνίγει στο όνομα της δημοκρατίας, όταν ουσιαστικά της αντιτίθεται η την ενσωματώνει και την αποδέχεται όταν την εξυπηρετεί. Επειδή όμως  το επιθυμεί η κυρίαρχη τάξη αυτό δεν σημαίνει ότι οι ανταγωνισμοί παύουν να υπάρχουν  μέσα στην κοινωνία. Απαξιώνοντας την πολιτική αντιπαράθεση, ακόμα και μέσα στα όρια της αστικής δημοκρατίας,  τη διοχετεύει να εκδηλωθεί μέσα από άλλες ατραπούς. Αρνείται τις παλιές αντιπαραθέσεις (Δεξιά/ Αριστερά, ταξικές αντιθέσεις) κι αναχαιτίζει  τη δυναμική της πολιτικής, αποδεχόμενη όμως την εκδήλωση των ανταγωνισμών με μορφές που θεωρεί ότι δεν υπονομεύουν την εξουσία της και γι' αυτό ανέχεται, αν δεν καλλιεργεί,  την ανάπτυξη άλλων τύπων συλλογικής ταυτότητας, γύρω από θρησκευτικές ή εθνικιστικές μορφές.
    Ηθικοποιώντας όλα τα πολιτικοκοινωνικά προβλήματα η κυρίαρχη τάξη μας εφιστά την προσοχή  εναντια σε κινδύνους, όπως τον εκφασισμό του κράτους η το ρατσισμο, που τοποθετεί στη σφαίρα της ηθικης  και όχι της πολιτικής, χρησιμοποιώντας τα ως φόβητρα σε κάθε προσπάθειά μας να αντιδράσουμε στην υπάρχουσα πολιτικοκοινωνική κατάσταση. Διακηρύττει ότι η πολιτική ηθική μάχεται το διεφθαρμένο, την κατάχρηση εξουσίας κλπ, αλλά ποτέ δεν επιτρέπει την αμφισβήτηση των θεμελίων της κοινωνικής τάξης. Κι ενώ μπορεί να αναλύει, να απεικονίζει την ιδιωτική, απολίτικη βία, δεν έχει καμια ανεκτικότητα  στη βία που έχει οποιαδήποτε  πολιτική απόχρωση.
     Ολόκληρη η Ευρώπη σοκαρισμένη από την τραγωδία στη Νορβηγία καταβάλλει προσπάθειες να εξατομικεύσει αυτό το έγκλημα, να το δεί σαν μια υπόθεση ενός παρόφρονα, προσπαθώντας να μη το εντάξει  σε μια σφαιρική προοπτική, που θα μπορούσε να εγείρει υποψίες για χρεωκοπία του κοινωνικοοικονομικού συστήματος. Συγχρόνως, επειδή κανείς δεν θα τολμούσε ποτέ να υποστηρίξει ανοικτά τέτοιες φρικαλεότητες, αυτό το ίδιο το κακό της βίας, το καθολικά αποδοκιμαζόμενο μας καλεί στο καθήκον της επαγρύπνησης. Ετσι κυριαρχεί ο φόβος που συσπειρώνει στη  νομιμότητα της υπάρχουσας τάξης. 
     Η ιδιωτική, εξατομικευμένη βία μπορεί να γίνει αποδεκτή σαν ένα αναπόφευκτο φαινόμενο, ακόμα και σαν το τίμημα να ζούμε σε μια κοινωνία ελεύθερη. Είναι πιο βολικό να αιτιολογούνται τέτοιες αιματηρές πράξεις με την παραφροσύνη του δράστη ή να χαρακτηρίζονται ακραίες εξαιρέσεις παρά να ομολογείται ότι έχουμε να κάνουμε  με πολιτικά πάθη, με κοινωνικές επιλογές, που είναι ακραια εφαρμογή της κυρίαρχης πολιτικής ρητορικής (ισλαμισμός,μεταναστευτικό κλπ)
    Η συντριβή  και ο οίκτος, που εκφράζεται για τα θύματα της βίας από την κυρίαρχη τάξη, δημιουργεί  την απορία  αν πραγματικά υποδηλώνουν έναν ειλικρινή οίκτο για τα θύματα ή μήπως πρόκειται περισσότερο για φόβο μπροστά στα ανεξέλεγκτα πάθη που μπορεί  να γίνουν συλλογικά, να κατευθυνθούν ακόμα και εναντίον της και να  δοθεί η ευκαιρία να αρχίσει  η κοινωνία να σκέφτεται πολιτικά.
  

1 σχόλιο:

Ανώνυμος είπε...

Εκπληκτικη αναλυση. "[ήταν απλώς] ακραία εφαρμογή της κυρίαρχης πολιτικής ρητορικής"