Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΕ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ

 

Σ’ αυτές τις εκλογές όλα τα κόμματα του διαφημιζόμενου δημοκρατικού τόξου μαζί με τους δημοσιογράφους τους απορούν και εξανίστανται για την είσοδο του κόμματος «Σπαρτιάτες» στη βουλή, χωρίς να ερευνούν ποιες υπόγειες διαδρομές και συγκοινωνούντα δοχεία αξιοποιήθηκαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Για  ένα κόμμα άγνωστο μέχρι πριν λίγες ημέρες που δεν είχε λάβει μέρος στις εκλογές του Μαίου, αν και σύμφωνα με το καταστατικό του υφίσταται από το 2017, χωρίς κομματικά γραφεία. Του οποίου  ο πρόεδρός του Β. Στίγκας, που πέρασε από Πολιτική Άνοιξη, ΛΑΟΣ Ένωση Κεντρώων, στις πρώτες δηλώσεις του, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, θρασύτατα ευχαρίστησε τον Η. Κασιδιάρη για τη  βοήθειά του χαρακτηρίζοντάς τον «καύσιμο που μας έδωσε την ώθηση για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα».
Επειδή όμως  ο εκφασισμός της πολιτικής και κοινωνικής ζωής δεν ξεκινά με την κοινοβουλευτική παρουσία αυτού του φασιστικού μορφώματος, τη στιγμή που η είσοδος στη Βουλή της Χρυσής Αυγής πριν πάνω από μια δεκαετία ήταν ήδη σύμπτωμα του εκφασισμού και στοιχείο επαναπροώθησης του φασισμού, αυτές οι αντιδράσεις μοιάζουν περισσότερο σαν προπέτασμα καπνού για να κρυφτεί το παιχνίδι φασισμού και ρατσισμού που χρόνια τώρα παίζεται από την κυρίαρχη εξουσία, μετατοπίζοντας την πολιτική ατζέντα  προς την ακροδεξιά.
 Έχει ξεχαστεί ότι έχει  ξεκινήσει η δειλή νομιμοποίησή του φασισμού, το Νοέμβριο του 2011, με το ακροδεξιό ΛΑΟΣ στη κυβέρνηση Παπαδήμου με την υποστήριξη των ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ, που άφησε κληρονομιά στη Ν.Δ τα τρία στελέχη της, τα οποία φρόντισε η τελευταία να αξιοποιήσει. Επιπλέον πριν από την είσοδο των φασιστών της Χ.Α στη Βουλή, το 2012, στελέχη της προβάλλονταν από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης κατά κόρον, ενώ κι αργότερα, και επί συγκυβέρνησης  ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροδεξιούς Ανεξάρτητους Έλληνες του Καμμένου,  καθυστερούσε χρόνια η διεξαγωγή της δίκης της για το φόνο του Π. Φύσσα. Και βέβαια δεν δόθηκε ποτέ επαρκής εξήγηση πώς  ο καταδικασμένος σε φυλάκιση Η. Κασιδιάρης μέσω τηλεφωνικών επικοινωνιών  έκανε  διαγγέλματα παρακάμπτοντας το σωφρονιστικό κώδικα, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση της Ν.Δ θέλοντας  να πείσει για την διαφοροποίησή της από φασιστικά μορφώματα, αλλά κυρίως να εξασφαλίσει και ψήφους από τα δεξιά,  κατέφευγε σε  νομικές διαδικασίες, εκ προοιμίου ανεπαρκείς και ύποπτες,  για  να αποκλειστούν από τη Βουλή  φασιστικά κόμματα.  
Βέβαια, τα νέα ακροδεξιά ή φασιστικά μορφώματα, εκτός από τους «Σπαρτιάτες» και η ΝΙΚΗ, μετά την καταδίκη της Χ.Α μοιάζει να διστάζουν τώρα να επιδείξουν την ωμή δύναμή τους αδιαφορώντας για τη νομιμότητά τους. Προβάλλοντας θρησκευτικά ή εθνικιστικά προτάγματα κρύβουν άτσαλα  το φασισμό τους, τόσο ώστε να χρησιμοποιούνται ως  άλλοθι στο πολιτικό σύστημα, που  καλλιεργώντας την ανασφάλεια και το φόβο, να καλύπτει τη μετατόπισή του προς όλο και αυταρχικότερες πρακτικές.
Το ανησυχητικό είναι ότι ένας  αξιόλογος αριθμός εκλογέων, κοντά μισό εκατομμύριο, επιμένει χρόνια τώρα στην φασιστική επιλογή του. Ίσως είναι που όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η καλλιέργεια της ηττοπάθειας από τον κυρίαρχο λόγο  για τον μονόδρομο των μηχανισμών της Ευρωζώνης, συμπληρωμένη από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος βεβαίωνε την ανυπαρξία εναλλακτικής στην πολιτική της ΕΕ που επιβάλλεται στη χώρα εξαθλιώνοντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, απέκλειαν κάθε έξοδο διαφυγής. Έτσι αποδυναμωμένοι εργαζόμενοι χωρίς ταξική συνείδηση, με το φόβο της κοινωνικής τους υποβάθμισης, χωρίς να το ομολογούν, στοιχήθηκαν πίσω από τις σιδερένιες γροθιές των φασιστών, ενώ η   ενίσχυση της απαξίωσης της αριστεράς με την καπηλεία της από τον ΣΥΡΙΖΑ καθήλωσε τις λαϊκές αντιδράσεις.
 Το θετικό όμως  είναι ότι αυτός ο δισταγμός της απροκάλυπτης προβολής φασιστικών ιδεολογιών είναι η απόδειξη της ήττας που υπέστη την πρώτη φορά η κομματική εκπροσώπηση του φασισμού, είναι η απόδειξη της αδυναμίας τους να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να τους εμποδίζει κανένας, με την ανοχή της κυρίαρχης εξουσίας. Κι αυτό κατορθώθηκε με τους αγώνες του  αντιφασιστικού κινήματος που  βρίσκεται συνεχώς σε επαγρύπνηση.
Γι’ αυτό και οι πορείες  του ΚΚΕ που βγήκε με τα σφυροδρέπανα ανήμερα των αποτελεσμάτων των εκλογών στους δρόμους ήταν και η επίδειξη της δικής του δύναμης ενάντια στην είσοδο των φασιστών στη Βουλή.  Γιατί είναι το ΚΚΕ που εμπνέει και οργανώνει ταξικούς αγώνες, η πιο ισχυρή οργανωμένη δύναμη που αντιστέκεται στην ηττοπάθεια και τους φασίστες.
Συγχρόνως βέβαια,  η  άνοδος των ποσοστών του μετά από μια δεκαετία καθίζησης μπορεί να είναι ένας καλός λόγος για να γιορτάσουν οι κομμουνιστές, που χρόνια τώρα αγωνίζονται σε κάθε χώρο δουλειάς, που εμπράκτως εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στα θύματα της κυρίαρχης πολιτικής, που βρίσκονται πάντα μπροστά σε όλους τους λαϊκούς αγώνες, προωθώντας και αναπτύσσοντας την ταξική συνείδηση των μαζών, σ’ ένα περιβάλλον εχθρικό με απαξιωμένη την κομμουνιστική ιδεολογία.  Δεν είναι ότι η εργατική τάξη μπορεί να κερδίσει την εξουσία μέσω των εκλογών ή από τους εκπροσώπους του κόμματος που συμμετέχουν σε κοινοβούλια. Μπορεί όμως η αύξηση της εκλογικής δύναμης των κομμουνιστών να συμβάλλει στην προώθηση της ιδεολογίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, απελευθερώνοντας την εργατική τάξη από τη λαβή της αστικής ιδεολογίας, μπορεί ν’ αυξήσει την εμπιστοσύνη του λαού στον εαυτό του και εναντίον της αστικής κυβέρνησης.
Φυσικά,  η βίαιη καταστολή δεν είναι πια η πιο αποτελεσματική μορφή ταξικής κυριαρχίας και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες οι δημοκρατικές διαδικασίες προκρίνονται, γιατί υποστηρίζουν την ψευδαίσθηση μεταξύ των εκμεταλλευομένων ότι πραγματικά έχουν λόγο στον τρόπο διακυβέρνησης. Αυτό δεν  σημαίνει ότι απορρίπτονται από το ταξικό κίνημα, όπως ακριβώς δεν απορρίπτεται, αλλά αντίθετα επιδιώκεται,  και η σύσταση συνδικαλιστικών οργανώσεων για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, η οποία και μ’ αυτόν τον τρόπο αναπτύσσει την ταξική της ταυτότητα. Ο αγώνας γίνεται έξω στους δρόμους, το κοινοβούλιο όμως χρησιμοποιείται ως μορφή βοηθητική  για την έκθεση του εκμεταλλευτικού καθεστώτος και των εκμεταλλευτικών τάξεων, συνδυάζοντας κοινοβουλευτικές δραστηριότητες πάντα με εξωκοινοβουλευτικές και επιδιώκοντας και άμεσα  βελτιώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης.
Και είναι το κομμουνιστικό κόμμα που δεν χάνει τους μακροπρόθεσμους στόχους για μετασχηματισμό της κοινωνίας, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος οργανώσεις και συνδικάτα να γίνουν απλώς ένα λειτουργικό κομμάτι της αστικής κοινωνίας, όπως συνέβη με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που ενσωματώθηκαν στον καπιταλισμό και συνεχίζουν να καταφέρονται εναντίον των κομμουνιστικών κομμάτων, σαν τον ΣΥΡΙΖΑ στα καθ’ ημάς.
Σε έναν κόσμο που αντιμετωπίζει οικονομική κρίση, πόλεμο και βαρβαρότητα από όλες τις πλευρές, οι εθνικές λύσεις και μεταρρυθμίσεις που υπόσχονται στις αστικές εκλογές είναι πιο απατηλές από ποτέ. Η  εργατική όμως τάξη εξακολουθεί να είναι η τάξη που δημιουργεί τον πλούτο σε αυτό το σύστημα, εξακολουθεί να είναι η εκμεταλλευόμενη τάξη και επομένως εξακολουθεί να είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αλλάξει την κοινωνία.

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΑΛΠΗ

 

Στην πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης οι εκλογές έπαιρναν τη μορφή πανηγυριού, με τα πλαστικά σημαιάκια και τα τραγούδια, με τους δρόμους πλημμυρισμένους από ανθρώπους με  πεποίθηση για τις δυνατότητες που έχουν οι μάζες να εισβάλλουν στον κλειστό κύκλο των εξουσιαστών τους. Είναι που, μετά από μια δικτατορία, πιστεύαμε σε μεγάλο βαθμό ότι οι εκλογές και η ανάληψη εξουσίας από κόμματα, ψευδεπίγραφα όπως αποδείχτηκε,  σοσιαλιστικά ή αριστερά θα έδιναν ανθρώπινο πρόσωπο στον καπιταλισμό.  Κι επειδή δεν φαινόταν πια δυνατός ο αποκλεισμός των μαζών από την πολιτική, καθώς  όλοι μιλούσαν για δημοκρατία και τον αυξανόμενο ρόλο του καθημερινού  ανθρώπου στις κρατικές υποθέσεις, η χειραγώγησή τους ήταν αναγκαία, εφόσον η αστική τάξη είχε ζωτική σημασία να ηγεμονεύει την εργατική τάξη. Γι’ αυτό και επιδιώκει τη λαϊκή υποστήριξη παραπλανώντας με μια φιλολαϊκή ρητορική.  Σαν τον Μπ. Ομπάμα που στην ομιλία του στο Ίδρυμα Στ. Νιάρχος αναφέρθηκε  στο γεγονός του πνιγμού στα ανοιχτά της Πύλου 700 ανθρώπων ως απαράδεκτο, όταν ήταν αυτός που ως πρόεδρος δημιούργησε τις συνθήκες με τις επεμβάσεις του σε Συρία, Λιβύη, κλπ. δημιουργίας των προσφυγικών ροών.
Οι περισσότερες όμως από  τις ψευδαισθήσεις των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων για τη δημοκρατία και τη λειτουργία της, με την οικονομική κατάρρευση διαλύθηκαν. Οι κυρίαρχοι θεσμοί της δημοκρατίας απαξιώθηκαν, ενώ εδραιώθηκε η εξουσία σε υπερεθνικά χέρια σε μια δράκα ανθρώπων. Που νομιμοποιεί μαζικές οικονομικές ανισότητες και δεινά, ιδιωτικοποιεί τα δημόσια αγαθά, διαλύει βασικούς κρατικούς φορείς και εξατομικεύει όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Πάντα υποστηρίζοντας το αναπότρεπτο χαρακτήρα αυτών των επιλογών και  κρύβοντας πίσω από υποσχέσεις για το μακροπρόθεσμο όφελος  την εξυπηρέτηση του μεγάλου κεφαλαίου.
Και σε εθνικό επίπεδο, η Ν.Δ του Κ. Μητσοτάκη με ταμπέλες, όπως μεταρρύθμιση ή εκσυγχρονισμό, κρύβει κάθε φορά και μια νέα  φουρνιά από πανομοιότυπα μέτρα που μεταστρέφονται  στα πια αντιδραστικά. Το πάλαι ποτέ σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ με ευελιξία και εξυπνάδα έχοντας αναγνωρίσει την οργάνωση και δραστηριότητες του λαϊκού κινήματος, το διεμβόλισε για να καταφέρει να το δαμάσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σφετεριζόμενος τους αγώνες της αριστεράς, στα χρόνια της κρίσης προσπάθησε να κάνει το ίδιο, αλλά πια ήταν πολύ στενά τα περιθώρια και η παραπλάνηση αποκαλύφτηκε σε πολύ λίγο χρόνο. Ακολουθώντας και τα τρία κόμματα την ίδια πολιτική βάζουν στο στόχαστρο τα λαϊκά στρώματα που δεν τηρούν παθητική στάση, οργανώνονται κυρίως γύρω από το ΚΚΕ και  δεν είναι  πρόθυμα να υπακούσουν στα κελεύσματα των προνομιούχων πολιτικών, οι οποίοι εξυπηρετούν συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Και οι οποίοι προσπαθούν να αποσυνδέσουν τις υψηλές υποσχέσεις ενός οικονομικοπολιτικού συστήματος που υποκρίνεται ενδιαφέρον για τις μεγάλες μάζες με τις πραγματικές, φρικιαστικές πραγματικότητές του που βιώνουν τα λαϊκά στρώματα.
          Μετά όμως από τόσες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και μάταιες προσδοκίες, αρχίζει να γίνεται αποδεκτό ότι η ανισότητα στον τρόπο ζωής δεν είναι θέμα τύχης αλλά σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα. Βέβαια η υπερψήφιση από το 41%  της  Ν. Δ μοιάζει με ένδειξη ότι οι επικοινωνιακές πιρουέτες των εξουσιαστών συνεχίζουν να πείθουν, όσο με επιδόματα περιορίζεται η εμφάνιση των αληθινών εντάσεων και των πραγματικών κρίσεων που όμως καιροφυλακτούν. Από τη Ν.Δ που με τη σιγουριά του νικητή απαιτεί εν ονόματι της σταθερότητας και ασφάλειας μια ισχυρή αυτοδυναμία και το ΣΥΡΙΖΑ με  ΠΑΣΟΚ, σαν την άλλη πλευρά του νομίσματος,  μέχρι τα νέα  κομματίδια, Πλεύση Ελευθερίας και ΝΙΚΗ,  που σ’ αυτήν τη φάση έχουν αναλάβει το ρόλο να απορροφήσουν τους κραδασμούς από την δυσαρέσκεια μέρους του εκλογικού σώματος αποτρέποντας τον όποιο ριζοσπαστισμό του, οι διαφορές προγραμμάτων και λόγων εξαφανίζονται και μόνο τα ρητορικά σχήματα ποικίλλουν. Και βέβαια η κυνική εκμετάλλευση μιας ρητορικής που χαϊδεύει τ’ αυτιά, είτε  εστιασμένης  σε έννοιες όπως η σταθερότητα ή δικαιοσύνη είτε εθνικιστικής ή θρησκευτικής έχει σκοπό την εξυπηρέτηση του status quo.
      Γενικά, η  αστική μας δημοκρατία φαίνεται να μην έχει πρόβλημα στην απελευθέρωση δηλητηριωδών αξιών και ρατσιστικών κοινωνικών σχέσεων που έχουν επικυρωθεί  και παράγονται υπό το φασισμό. Η εκμετάλλευση του ακραίου εθνικισμού και του ρατσισμού από την κυρίαρχη εξουσία γίνεται επί του μεταναστευτικού πεδίου, τρομοκρατώντας και επιβάλλοντας καταστολή της ελευθερίας, προωθώντας το ψέμα, το θέαμα, τη δαιμονοποίηση του άλλου, τη βία και τελικά την κρατική βία σε διαφορετικές μορφές. Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως απειλητική, και επειδή είναι μουσουλμανική. Και μ’ αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για τη χρήση του φόβου και τρόμου για τον εκφασισμό της κοινωνίας. Η λογική και η συμπόνια δίνουν τη θέση τους σε μια ρητορική μισαλλοδοξίας που διαποτίζει  την πολιτική και προκαλεί ταπείνωση, δυστυχία και ταλαιπωρία σε διαφορετικές ομάδες που θεωρούνται εκφυλισμένες και αποκρουστικές σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Ο ρατσιστικός λόγος έχει γίνει καθοριστικό δημόσιο χαρακτηριστικό της λευκής υπεροχής και της πολιτικής της αναλωσιμότητας, από την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία,  που πέρα από τους βερμπαλισμούς και τις συμβολικές κινήσεις τους, στοχοποιούν τους κατατρεγμένους ως επικίνδυνους εχθρούς και επαίρονται για τους φράχτες που χτίζουν.
Κι έτσι ανεπαισθήτως  επήλθε η απενοχοποίηση της ακροδεξιάς, η απαλλαγή της από την ιδεολογική και ηθική περιθωριοποίηση που της είχε επιβάλλει  η μεταπολίτευση και η στροφή ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας σε ρατσιστικές κι εθνικιστικές αντιλήψεις. Κι αυτό  ήταν μια μακροχρόνια διαδικασία, με ισχυρές βέβαια  ιστορικές καταβολές και κοινωνικές ρίζες σε τμήματα και των λαϊκών στρωμάτων, που επιταχύνθηκε στα χρόνια της κρίσης. Και έδειξε ότι, παρά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, υπάρχει σημαντικό δυναμικό ακόμα και περαιτέρω ανάπτυξης, καθώς η Ν.Δ και η Ακροδεξιά είναι συγκοινωνούντα δοχεία, ενώ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα παρουσιάζονται επικινδύνως ανεκτικά.
Και μένει μόνο το ΚΚΕ, που δεν παραπλανά ούτε υπόσχεται μαγική λύση των προβλημάτων. Και είναι ανόητο το επιχείρημα για την απροθυμία του ΚΚΕ να κυβερνήσει, υπονοώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή τόλμησε να αναλάβει την διακυβέρνηση του τόπου αναγκάστηκε δήθεν σε υποχωρήσεις. Γιατί το ΚΚΕ είναι τα μέλη του, οι συνοδοιπόροι του και οι αγώνες τους με την καθοδήγησή του. Κι αν ένα μεγάλο ποσοστό συμπορευθεί μαζί του, τότε ανοίγει ο δρόμος πραγματικά για ανατροπή ενός συστήματος που απομυζά τη ζωή από αυτούς που παράγουν στην πραγματικότητα τον πλούτο αυτού του κόσμου. Και τότε αλλάζουν οι ταξικοί συσχετισμοί και οι νέες επιλογές δεν έχουν να κάνουν με αναθέσεις σε κυβερνήσεις, αλλά με αγώνες για την οικοδόμηση ενός νέου κόσμου.
Γιατί  βέβαια οι εκλογές δεν αλλάζουν πολιτικά συστήματα, αλλάζουν όμως συσχετισμούς δυνάμεων σε συνδυασμό με ένα αυξανόμενο λαϊκό κίνημα. Γι’ αυτό και σ’ αυτές τις εκλογές η υπερψήφιση του ΚΚΕ είναι μονόδρομος. Δεν είναι μόνο η εκατοντάχρονη ιστορία του, που παρά τις ιστορικές ανατροπές, πολλές φορές αιματηρές και καταστροφικές, είναι ότι  πάντα έχει αντιδράσει στη βάση της  ιδέας της αλληλεγγύης, σύμφωνα με μια γενναιόδωρη ιδέα του ανθρώπου, χωρίς όμως ν’ απαρνείται ποτέ την υλική βάση πάνω στην οποία αυτή στηρίζεται, την ταξική.  Είναι που στάθηκε όρθιο και όλα αυτά τα χρόνια της συκοφάντησής του, είναι που  έχει δώσει  στον εργαζόμενο την περηφάνεια γι’ αυτό που είναι,  που συνεχίζει, μέσα από λάθη κάποιες φορές, να βρίσκεται πάντα κοντά σε εκείνους που υποφέρουν, τους εργάτες και τους φτωχούς με το μόνο τρόπο που ξέρει: να οργανώνει αγώνες και να βρίσκεται πάντα στην πρωτοπορία κάθε αγωνιστικής διεκδίκησης, για την αξιοπρέπεια και τη βελτίωση της ζωής μας.
 

Σάββατο 17 Ιουνίου 2023

Η ΦΡΙΚΗ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΗΣ ΕΥΡΩΠΗΣ

 

Δεκαετίες τώρα η φιλοξενία της πολιτισμένης Ευρώπης, του διαφωτισμού και της δημοκρατίας, επιφυλάσσει μόνο φριχτούς εξευτελισμούς, αντιμετωπίζοντας σαν κοπάδια τους μετανάστες και πρόσφυγες, τους  σπρώχνει στο βάραθρο, τους εκμεταλλεύεται και ύστερα τους εγκαταλείπει, μετατρέποντάς τους σε απλούς αριθμούς. 78 νεκροί, 105 ζωντανοί, εκατοντάδες στο βυθό της θάλασσας.
Δεν είναι πρόβλημα των τελευταίων χρόνων ο ξεπεσμός της ζωής, η απάνθρωπη μεταχείριση που η μεταναστευτική πολιτική της πολιτισμένης Ευρώπης επιβάλλει σε όλους τους απελπισμένους που χτυπούν την πόρτα της. Μοιάζει να έχουν ξεχαστεί οι εικόνες από τους ανθρώπους που κρέμονταν σαν τσαμπιά στο πλοίο Βλόρα, όταν τον Αύγουστο του 1991 οι ιταλικές αρχές  προσπαθούσαν να εμποδίσουν, χτυπώντας «στο ψαχνό», τους χιλιάδες Αλβανούς να εισέλθουν στο Μπάρι. Και ούτε αναφέρεται πια η τραγωδία του Οτράντο, όταν το 1997 το αλβανικό πλοίο με 120 μετανάστες εμβολίστηκε από ιταλικό πολεμικό σκάφος με αποτέλεσμα 83 άτομα να χάσουν τη ζωή τους, απ’ αυτά 61 ήταν γυναικόπαιδα. Και εκ των υστέρων  πάντα ένα  Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων ψάχνει τον υπεύθυνο, όπως σ’ αυτήν την περίπτωση  έκρινε υπεύθυνη την Ιταλία. Τελικά βέβαια το ιταλικό δικαστήριο καταδίκασε μόνο τους καπετάνιους και των δυο σκαφών. Κι έμειναν στο απυρόβλητο η διοίκηση του ιταλικού ναυτικού και ιδιαιτέρα οι πρακτικές διαχείρισης των μεταναστευτικών ροών για να συνεχίζεται η ίδια πολιτική  να επαναλαμβάνεται.
           Οι απελπισμένοι μετανάστες και οι αιτούντες άσυλο συνεχίζουν να διακινδυνεύουν τη ζωή τους για να προσπαθήσουν να φτάσουν στην Ευρώπη της ευμάρειας, παρά τους κινδύνους που τους απειλούν από τους ίδιους τους ανθρωπιστές Ευρωπαίους. Οι οποίοι κατέβαλλαν  μεγάλες προσπάθειες για να μην φτάνουν  στην Ευρώπη και έχουν συνάψει  συμφωνίες με τις χώρες προέλευσης για την απώθηση μεταναστών και αιτούντων άσυλο, χωρίς να ληφθούν υπόψη οι ανθρωπιστικές συνέπειες που προκύπτουν από τέτοιες συμφωνίες. Βάζοντας συνεχώς νέα εμπόδια στις αφίξεις από τις χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής, την ίδια στιγμή που έχουν γίνει δεκτοί  κοντά στα έξι εκατομμύρια Ουκρανοί πρόσφυγες, αναγκάζουν τους κατατρεγμένους για να τα παρακάμψουν να βρίσκουν πιο επικίνδυνες διόδους εξόδου από τον τρόμο της χώρας τους. Κι έτσι να μπορούν να κατηγορούν τους διακινητές ως αίτιους για αυτά τα εγκλήματα, όπως έκανε ο πρώην πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης που τους χαρακτήρισε καθάρματα,  προσπαθώντας να διατηρήσει μια επίφαση ανθρωπισμού και αθωώνοντας τον εαυτό του και την πολιτική του που σκοτώνει, που περιλαμβάνει και ανομολόγητες επαναπροωθήσεις, και για την οποία είναι υπερήφανος.
Ο αριθμός μεταναστών και προσφύγων είναι  σε μεγάλο βαθμό συνάρτηση του αριθμού των πολέμων, των δικτατοριών, της  κατάχρησης ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Μια σειρά από εσωτερικές και περιφερειακές ένοπλες συγκρούσεις σε διάφορες περιοχές,  που οι περισσότερες βρίσκονται στην Αφρική και Ασία, έχουν προκληθεί από τις επεμβάσεις της Δύσης, όπως στη Συρία ή τη Λιβύη, το Ιράκ και Αφγανιστάν. Η Δύση υποκρίνεται την αθώα για την καταστροφή τόσων χωρών και πλαισιώνει τη ρατσιστική της συμπεριφορά προς τους ξυπόλυτους που καταδιώκει με διακηρύξεις για σεβασμό των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Γι’ αυτό η τραγωδία στην Πύλο, δεν είναι ένα απλό δυστύχημα. Είναι το αποτέλεσμα των πολιτικών που εφαρμόζει η Ε.Ε  του ανθρωπισμού στο μεταναστευτικό που αναγκάζουν τους μετανάστες να ακολουθούν όλο και πιο επικίνδυνες διαδρομές ή εκθέτοντάς τους σε αυξανόμενα επίπεδα βίας κατά τη διάρκεια του ταξιδιού τους. Αυτές οι πολιτικές αποφέρουν τα σωστά αποτελέσματα από την άποψη της Ε.Ε, το ​​μειωμένο αριθμό διελεύσεων μεταναστών, όπως επαίρονται και οι δικές μας κυβερνήσεις με αποκορύφωμα τους κομπασμούς του Κ. Μητσοτάκη για την απόκρουση της …εισβολής από τους ρακένδυτους στον Έβρο πριν τρία χρόνια.
Τρεις μέρες τώρα οι ελληνικές αρχές αντιφάσκουν σχετικά με τις ενέργειές τους και τη βοήθεια προς το αλιευτικό των μεταναστών.  Από τη μια   αρνείται το Λιμενικό κάθε επαφή με το πλοιάριο και διαψεύδει τη πρόσδεση σχοινιού στο αλιευτικό από την άλλη  μετά από μερικές ώρες το παραδέχεται. Κι αυτές οι αντιφάσεις μοιάζει να κρύβουν αρκετά άτσαλα μια ενοχή, για ένα καθήκον που φαίνεται δεν εκπληρώθηκε. Και  το καθήκον παροχής βοήθειας σε περιπτώσεις κινδύνου στη θάλασσα είναι μία από τις καλύτερα καθιερωμένες αρχές στο διεθνές δίκαιο της θάλασσας, στο ναυτικό δίκαιο και στο διεθνές ανθρωπιστικό δίκαιο και κατοχυρώνεται σε πολλές διεθνείς συμβάσεις.
Παράλληλα, πρώην αξιωματούχοι ή υποψήφιοι βουλευτές της Ν.Δ μαζί με δημοσιογράφους σε ρόλο κομματικών εκπροσώπων δεν παραλείπουν είτε συγκαλυμμένα είτε απροκάλυπτα  να επισημαίνουν τους κινδύνους από τη μαζική είσοδο μεταναστών στη χώρα, υποστηρίζοντας πάντα ότι δεν είναι ρατσιστές. Στις γραμμές όμως του κόμματος της Ν.Δ, εκτός των άλλων,  σε ηγετικές θέσεις βρίσκονται δηλωμένοι φασίστες, οι Βορίδης, Γεωργιάδης, Πλεύρης, που με τις κατά καιρούς απροκάλυπτες ρατσιστικές δηλώσεις τους, ενισχύουν τους απόηχους από τους φασίστες δικτάτορες της δεκαετίας του 1930. Εκμεταλλεύονται την τεράστια οικονομική ταλαιπωρία και εξαθλίωση που  έχει προκαλέσει  η σκληρότητα του καπιταλισμού και αξιοποιώντας έναν συνδυασμό φόβου και αναλγησίας, ενθαρρύνουν μιαν άγρια ανομία που κατευθύνεται σε όσους θεωρούνται αναλώσιμοι, όπως οι μετανάστες, χωρίς έτσι να στοχοποιείται ο καπιταλισμός.
 Και η κεντροαριστερά του ΣΥΡΙΖΑ και ΠΑΣΟΚ με πιρουέτες προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στην αποδοχή της ρατσιστικής αντιμεταναστευτικής ευρωπαϊκής πολιτικής και του αποτροπιασμού για τις εγκληματικές συνέπειές της. Μόνο που τελικά  η αντιρατσιστική ρητορική τους  δεν τους απαλλάσσει από την ευθύνη του ρατσισμού που τροφοδοτείται από την πολιτική που εφαρμόζουν.
 Και όλο και πιο ξεκάθαρο γίνεται πως η δημοκρατική μας Ευρώπη ξεπερνά το όριο που μπήκε το 1945 με τις θηριωδίες των ναζί. Η θηριωδία του Χίτλερ με την τελική λύση είναι που στέρησε το ρατσισμό από κάθε δικαιολογία μέσα στην καπιταλιστική παγκόσμια οικονομία. Ο στόχος του ρατσισμού  δεν είναι πια να εξοντώνει απροκάλυπτα ανθρώπους,  αλλά να τους κρατά μέσα στο σύστημα ως υπανθρώπους, κοπάδια για να υφίστανται οικονομική εκμετάλλευση και να χρησιμοποιούνται  πολιτικά ως αποδιοπομπαίοι τράγοι. Και δεκαετίες τώρα προλειαίνεται το έδαφος για να γίνει αποδεκτός αυτός ο ρατσισμός χωρίς τη τελική λύση της εξόντωσης, όπως έκαναν οι ναζί οργανωμένα και μεθοδικά. Οι μετανάστες λοιπόν όταν αυξήθηκε η ανεργία έγιναν ένας βολικός αποδιοπομπαίος τράγος και οι ακροδεξιές δυνάμεις που είχαν χάσει τη νομιμότητά τους μετά το 1945 άρχισαν να επανεμφανίζονται, είτε ως χωριστά κόμματα είτε ενσωματωμένες στα μεγάλα συντηρητικά κόμματα. 
Καιρός επομένως να απορρίψουμε την ιδέα ότι καπιταλισμός και δημοκρατία είναι το ίδιο πράγμα, καιρός να σταματήσουμε το φασιστικό σενάριο να ξετυλίγεται με ακόμα μεγαλύτερη φρίκη, καιρός να ανανεωθεί η πίστη στις υποσχέσεις ενός σοσιαλισμού, καιρός να δημιουργηθεί ένα ισχυρό κίνημα γύρω από το κομμουνιστικό κόμμα, για να διεκδικήσουμε την αξιοπρέπειά μας και για κάθε άνθρωπο,  για να μην κανονικοποιηθούν τα στοιχεία βαρβαρότητας και ξαναζήσουμε  ανανεωμένη με ανθρωπιστική ρητορική τη φρίκη του παρελθόντος του φασισμού.
Ξεπερνιέται η φρίκη αν τα εκατοντάδες πτώματα του πλοιαρίου από τον πάτο  ανέβουν μετά από λίγο καιρό στην επιφάνεια μιας θάλασσας γεμάτης με λουόμενους που κάνουν τις διακοπές τους;