Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητσοτάκης Κυριάκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μητσοτάκης Κυριάκος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 30 Μαΐου 2020

ΘΕΩΡΙΕΣ ΣΥΝΩΜΟΣΙΕΣ


Την έναρξη της περιόδου του εγκλεισμού και των περιοριστικών μέτρων λόγω της πανδημίας σηματοδότησε το πρώτο διάγγελμα του γεμάτου αγωνία πρωθυπουργού, όπως και τη λήξη της η θριαμβολογούσα συνέντευξη του στη Μ. Ζαχαρέα, σε ρόλο δημοσιογράφου που με τις  κατάλληλες ερωτήσεις της φρόντισε  να υποστηρίξει αυτόν τον θρίαμβο. Στα ενδιάμεσα προστέθηκαν κάποια ακόμα διαγγέλματα του Κ. Μητσοτάκη που έχτιζαν τον θρίαμβο της επιτυχίας του και οι καθημερινές ενημερώσεις του Υπουργείου Υγείας με επικεφαλής τον καθηγητή Σ. Τσιόδρα. Ενημερώσεις,  που πολλές φορές, ιδιαίτερα στην αρχή αυτής της περιόδου, με λόγο λυρικό και έντονα συναισθηματικό, όπως και στην τελευταία ενημέρωση, γινόταν προσπάθεια να υπερκεραστούν οι αντιφάσεις στην αντιμετώπιση της πανδημίας, με τους δημοσιογράφους σε ρόλο κομπάρσου και ερωτήσεις που  δεν ξεδιάλυναν καταστάσεις, μα περισσότερο βοηθούσαν στο χτίσιμο της ιστορίας για την επιτυχία της κυρίαρχης εξουσίας και των παρακλαδιών της. 
         Και σ’ αυτούς τους μήνες, κάτι οι λυρικές εξάρσεις στους δημόσιους λόγους των κυβερνώντων και επιστημόνων, κάτι οι επαναλαμβανόμενοι κατάλογοι αριθμημένων κρουσμάτων της πανδημίας και των νεκρών της, κάτι οι διαβεβαιώσεις κυβερνώντων για  ασφάλεια και νίκη χάθηκε η υλική πραγματικότητα πίσω από τις αναπαραστάσεις ενός τμήματός της. Η κυρίαρχη εξουσία αναπαρήγαγε την πραγματικότητα μετατρέποντάς τη  σε συμβολικές εικόνες που  συγχρόνως ήταν και ερμηνεία της σύμφωνα με τη δική της οπτική. Ο αποφασιστικός ηγέτης, ο ευαίσθητος επιστήμονας. ο ακούραστος γιατρός, ο πειθαρχημένος πολίτης αντικατέστησαν σαν εικόνες τον συγκεκριμένο πρωθυπουργό  με την  ταξική πολιτική, τους συγκεκριμένους επιστήμονες με τις ανεπάρκειές τους και τις ανταμοιβές τους, τους συγκεκριμένους γιατρούς με τις αντίξοες συνθήκες εργασίας, τους συγκεκριμένους πολίτες με τους φόβους και την επισφαλή διαβίωσή τους.
        Κι  ενώ είναι η υλική πραγματικότητα των καπιταλιστικών παραγωγικών σχέσεων που καθορίζει επιλογές, δράσεις και συμπεριφορές, κρυμμένη όμως πίσω από τις συμβολικές αναπαραγωγές της δεν μας επιτρέπει να τη διακρίνουμε και  ανοίγει το δρόμο για κάθε είδους θεωρία συνωμοσίας, για να προσφέρει εξηγήσεις σε καταστάσεις ακραίες και ανεξέλεγκτες, όπως τώρα με τη πανδημία.  Οι θεωρίες συνωμοσίας προέρχονται από την επιθυμία μας να κατανοήσουν έναν πολύπλοκο κόσμο με απλοϊκούς όρους, βρίσκοντας κάποιον που φταίει για τις προβληματικές του πτυχές, κάποιον αόρατο και ισχυρό εχθρό που κρύβεται ανάμεσά μας.
           Οι  θεωρίες συνωμοσίας βασίζονται στην ιδέα ενός μανιχαϊστικού αγώνα μεταξύ  των αγνών λαών και μιας  διεφθαρμένη ομάδας εξουσίας, που κάνει μυστικές ρυθμίσεις για την προώθηση των προσωπικών της συμφερόντων, προκαλώντας κατά συνέπεια βλάβη. Ως εκ τούτου, μια θεωρία συνωμοσίας είναι, πρώτα απ 'όλα, μια θεωρία για την εξουσία, αποκομμένη όμως από τους υλικούς όρους που την καθορίζουν.  Οι θεωρίες συνωμοσίας βασίζονται σε μια προκατειλημμένη ερμηνεία της πραγματικότητας, η οποία στηρίζεται στην επιλογή εκείνων των γεγονότων που  εκπληρώνουν μια συγκεκριμένη υπόθεση, ενώ η μυστικότητα είναι ο κύριος στόχος των σχεδίων που αποκαλύπτονται.  Ακόμα κι αν οι θεωρίες αυτές δεν είναι απόλυτα ψευδείς, απαιτείται όμως ένα άλμα πίστης για να γίνουν αποδεκτές, αφού δεν στηρίζονται σε αποδείξεις όσο στην ενεργοποίηση του συναισθήματος   και περιθωριοποίηση της ορθολογικής σκέψης.
           Οι θεωρίες συνωμοσίας σχετικά με τον κορωνοϊό εστιάζουν, όπως όλες, σε έναν εχθρό που ευθύνεται και μπορεί να είναι μια ξένη δύναμη, όπως η Κίνα, μια κακόβουλη μειονότητα, μια ομάδα, όπως αυτοί που έχουν συμφέροντα από την εγκατάσταση κεραιών  5G που καθιστούν ευάλωτα τα άτομα στον ιό. Και εφόσον η πανδημία είναι ένα παγκόσμιο γεγονός επομένως και οι ίδιες οι θεωρίες συνωμοσίες που σχετίζονται μ’ αυτήν διαχέονται σε διαφορετικές χώρες.
Η εντύπωση ότι τα πράγματα γύρω μας διαλύονται και η ανικανότητά μας να το σταματήσουμε αυτό μπορεί να μας κάνει να νιώσουμε ένα παράλυτο άγχος, ασυμβίβαστο με οποιαδήποτε δράση μας  που θα μπορούσε να επηρεάσει το μέλλον μας. Όσο κλονίζονται λοιπόν όλες οι βεβαιότητες που μας στηρίζουν είναι πιο εύκολο να νιώθουμε παντού εχθρικές δυνάμεις που απειλούν, να νιώσουμε θύματα μιας συνωμοσίας ή μηχανορραφίας. Οι θεωρίες συνωμοσίας διαιωνίζουν αυτήν την παράλογη αίσθηση δυσαρέσκειας και αδυναμίας, την αίσθηση πως κάποιες κακές δυνάμεις ενεργούν εναντίον κι εμείς έχουμε λίγη δύναμη να τις σταματήσουμε. Μας απομονώνουν και μας στερούν την αίσθηση ότι μπορούμε να διαμορφώσουμε τον δικό μας κόσμο, πόσο μάλλον να τον κάνουμε καλύτερο.
            Πολιτικές αντιλήψεις που προωθεί ο κυρίαρχος λόγος ευνοούν στη συντριπτική πλειοψηφία των ανθρώπων τη μονιμοποίηση της αίσθησης αδυναμίας να αντιδράσουν στον  κίνδυνο απώλειας των μέσων διαβίωσής τους,  ενώ καλλιεργούν την αποδοχή της ματαιότητας κάθε συλλογικής προσπάθειας. Δεν είναι λοιπόν δύσκολο υπό αυτές τις συνθήκες, εάν προκαλούνται μάλιστα από κυνικούς και αντιδραστικούς πολιτικούς να υποκύψουν σε κάθε παράνοια όπως είναι οι θεωρίες συνωμοσίας.  
         Σε ένα περιβάλλον που δοκιμάζεται η αξιοπιστία κάθε θεσμού, που ο ορθολογισμός της επιστήμης υποχωρεί σε σκοπιμότητες, που η υπαρξιακή απειλή γίνεται καθημερινότητα, η εμπιστοσύνη στο status quo κλονίζεται και καθίσταται ολοένα και πιο ξεκάθαρο ότι ο κόσμος, όπως γνωρίζουμε, γίνεται μέρος του παρελθόντος και πως ό, τι βρίσκεται μπροστά θα είναι εντελώς διαφορετικό και συγχρόνως απειλητικό.
         Και η κυρίαρχη εξουσία, ακόμα και στα καθ’ ημάς,  προσπαθώντας να πείσει για τις προοπτικές αυτού του κόσμου κολακεύει, εκβιάζει, συμβουλεύει. Και η αποθέωση του Κ. Μητσοτάκη που παρομοιάζεται με Μωϋσή ή Ηρακλή μ’ έναν απλοϊκό τρόπο που αγγίζει την παρωδία,  δεν κάνει άλλο παρά να προσπαθεί υποτιμώντας μας να μας πείσει για τις δυνατότητες αυτού του παραπαίοντος συστήματος να στηθεί στα πόδια του χάρη στις αρχηγικές του ικανότητες. Στην πραγματικότητα, η κυρίαρχη προπαγάνδα κινείται στα ίδια πλαίσια με τις θεωρίες συνωμοσίες, ενισχύει κάθε ανορθολογικό στοιχείο, επιμένει  στην αδυναμία αντίδρασης, χειραγωγώντας μας.

Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου 2019

ΕΝΔΕΙΚΤΙΚΕΣ ΠΕΡΙΠΤΩΣΕΙΣ



Σ’ αυτούς τους δυο μήνες μετά τις εκλογές, με την κυβέρνηση να ψηφίζει σε ρυθμούς επείγουσας ανάγκης νόμους που οι συνέπειές τους δε γίνονται άμεσα αισθητές σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού και την αξιωματική αντιπολίτευση να δίνει την εντύπωση πως απρόθυμα υποχρεώνεται σε άσκηση …γενικής κριτικής προς την κυβέρνηση, μοιάζει να σταθεροποιείται και με την νέα κυβέρνηση η αποδοχή της κατάστασης που προέκυψε από την εφαρμογή των μνημονίων εδώ και πάνω από εννέα χρόνια.
Η προηγούμενη κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ κινητοποίησε όλο τον ιδεολογικό της εξοπλισμό για να πείσει για την επιστροφή στην γνώριμή μας καπιταλιστική κανονικότητα, δηλ. επιστροφή  στις χρηματοπιστωτικές αγορές  και έξοδο από τα μνημόνια, αφού έχουν επιβληθεί πια οι όροι τους, που υπόσχεται βελτίωση όρων διαβίωσης με προσωπική προσπάθεια και ευθύνη. Η  κυβέρνηση Μητσοτάκη στη συνέχεια, συμπληρώνει το έργο της με στήριγμα αυτή την παραδοχή.
Μοιάζει να έχουμε πειστεί πως στη χώρα μας έχει ξεπεραστεί η αβεβαιότητα και επισφάλεια με τη  δημοσιονομική προσαρμογή να  είναι θέμα χρόνου να οδηγήσει την οικονομία σε τροχιά ανάπτυξης, ενώ έχει γίνει κατορθωτό ο αντίκτυπος της κρίσης να μην έχει εξαπλωθεί από την οικονομία στο πολιτικό επίπεδο εις βάρος της κυρίαρχης τάξης. Οι συζητήσεις επικεντρώνονται στην οικονομική ανάπτυξη και επενδύσεις, ενώ αποφεύγεται η εξέταση βασικών κοινωνικών παραγόντων όπως η υγεία, φτώχεια, αποκλεισμός. Οι συνέπειες  που προκάλεσαν οι  μεταρρυθμίσεις της αγοράς εργασίας, οι οποίες παρουσιάζονται  συνεπείς με την κυρίαρχη άποψη  για την  έλλειψη ανταγωνιστικότητας της οικονομίας  συνεχίζεται να δικαιολογούνται με τις δυσκαμψίες στην αγορά εργασίας εξαιτίας της αυστηρής νομοθεσίας για την προστασία της.
                Σε αγαστή συμφωνία με την  πολιτική εξουσία τα μέσα μαζικής επικοινωνίας, στην πλειοψηφία τους, σχεδόν παρακάμπτουν ή δικαιολογούν τις σοβαρές περικοπές στις δημόσιες δαπάνες, συμπεριλαμβανομένου του προϋπολογισμού για την υγεία και την εκπαίδευση,   τις ιδιωτικοποιήσεις δημόσιων επιχειρήσεων (προετοιμάζεται μεθοδευμένα η απαξίωση της ΔΕΗ για ιδιωτικοποίησης της με πρόσχημα τη διάσωσή της)  την εκμετάλλευση της γης (ενδεικτικές οι τροποποιήσεις που προτείνονται στη νομοθεσία για τον αιγιαλό και την παραλία για διευκόλυνση της επιχειρηματικής δραστηριότητας) τις αντιδραστικές μεταρρυθμίσεις της εργατικής νομοθεσίας (η καθιέρωση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας για λήψη απόφασης για  διεξαγωγή απεργίας διαφημίζεται ως μέσον εκδημοκρατισμού των συνδικάτων) με αποτέλεσμα τη σημαντική μείωση της συνδικαλιστικής δύναμης και τη μεγάλη αύξηση της ευελιξίας της εργασίας, της φτώχειας και των ανισοτήτων.
Κι αν η κατάρρευση του εισοδήματος από την εργασία και τις συντάξεις και  ο αυξημένος κίνδυνος ανεργίας και η αβεβαιότητα για το μέλλον έχουν μειώσει σημαντικά την ικανοποίηση που οι όροι διαβίωσης εξασφαλίζουν, όμως η κυρίαρχη ιδεολογία μοιάζει, ελέγχοντας την θεωρητική επεξεργασία και διαχείριση του μέλλοντος, να προσφέρει ξαναζεσταμένη την υπόσχεση πραγμάτωσης του αμερικανικού ονείρου σε …οικονομική συσκευασία. Και το οδυνηρό είναι πως βρίσκει ανταπόκριση, αν και η  καθημερινή ζωή έχει γίνει σκληρή για την πλειοψηφία των ανθρώπων και όλοι οι κρίσιμοι κοινωνικοί παράγοντες έχουν επιδεινωθεί σοβαρά όπως η φτώχεια και η ανισότητα εισοδήματος.
Η νέα κυβέρνηση Μητσοτάκη μ’ ένα λόγο προς το παρόν προσποιητά φιλολαϊκό, στην προσπάθειά της να καθησυχάζει με δικαιολογίες που αποκοιμίζουν ανησυχίες, μοιάζει επί του πρακτέου να μην ορρωδεί προ ουδενός. Οι δυο περιπτώσεις, της πρόσληψης του διοικητή της ΕΥΠ και της νέας κυβερνητικής απόφασης για απόσπαση των αρχαιοτήτων από το σταθμό Βενιζέλου του μετρό Θεσσαλονίκης, είναι ενδεικτικές του τρόπου διακυβέρνησης της, γιατί και οι δυο αποφάσεις μοιάζει να έχουν κίνητρα ιδεοληπτικά χωρίς άμεσες επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων. Και ακριβώς επειδή δεν μπορεί να αποδειχτούν τα πολύ υλικά τους κίνητρα (οικονομικά, πολιτικά)που τις επιβάλλουν, θα πρέπει να ανιχνευτούν αυτά στις επιπτώσεις τους από την εφαρμογή τους, μένοντας προς  το παρόν αναπάντητα ερωτήματα.  Στην περίπτωση του διοικητή της ΕΥΠ, γιατί υποχρεώθηκε, επιμένοντας,  η κυβέρνηση να αλλάξει εκ των υστέρων το νόμο για να νομιμοποιήσει την πρόσληψη του Π. Κοντολέοντα, ενώ ο πρωθυπουργός δεν δίστασε να εκτεθεί μιλώντας για «τυπικό ζήτημα»; Στην περίπτωση του μετρό Θεσσαλονίκης γιατί με πρωτοβουλία  του ίδιου του πρωθυπουργού  διαγράφονται  όλες οι αποφάσεις από το 2017  με τη δικαιολογία πως θα λειτουργήσει και ο σταθμός Βενιζέλου και προκρίνεται η λύση απόσπασης των αρχαιοτήτων αναβάλλοντας τη λειτουργία του για το 2023;  
Οι μικροπολιτικές σκοπιμότητες, οι προσωπικές φιλοδοξίες,  τα οικονομικά συμφέροντα, οι αντιλαϊκές αποφάσεις της κυβέρνησης δεν είναι παρά μια επανάληψη του παρελθόντος της διακυβέρνησης της κυρίαρχης τάξης.   Όσο αυτές οι επιλογές όχι μόνο δεν ανατρέπουν κρίσιμες πολιτικές επιλογές της άρχουσας τάξης (ενδεικτική η αφωνία του πρωθυπουργού για την συμφωνία των Πρεσπών που προεκλογικά κατά κόρον κατέκρινε όλη η ΝΔ) αλλά και δεν προκαλούν αντιδράσεις και ρήξεις στη συναίνεση με τον λαϊκό παράγοντα θα απεκδύονται ακόμα και τις νομιμοφανείς διαδικασίες για την εφαρμογή τους –γι’ αυτό οι δυο περιπτώσεις μπορεί να θεωρηθούν ενδεικτικές.
Δεν απομένει πια παρά η ανασύνταξη των εργαζομένων μαζί με το Κομμουνιστικό Κόμμα, ώστε το επίπεδο της πολιτικής οργάνωσης και της ταξικής συνείδησης να ενισχυθεί, για να μπορέσουν να αντιπαρατεθούν με την κυρίαρχη εξουσία της άρχουσας τάξης που χρησιμοποιεί κάθε μέσο ακόμα και για να εξουδετερώσει  την παραμικρή κινητοποίηση των εργαζομένων.  

Δευτέρα 13 Μαΐου 2019

ΤΟ ΚΑΤΑΛΛΗΛΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ


Ο αρχηγός της αντιπολίτευσης και επίδοξος πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης σε διακαναλική συνέντευξη, σε μια προσπάθεια να υπερκεράσει το ΣΥΡΙΖΑ σε διευκολύνσεις στην άρχουσα τάξη, αποκάλυψε την πρόθεσή του για επέκταση των εργάσιμων ημερών, εξωραΐζοντας την πρότασή του με υποσχέσεις για εξασφάλιση καλύτερων αμοιβών και διασφάλιση των  δικαιωμάτων στους εργαζόμενους. Κι αν η κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ  περιχαρής βρήκε λαμπρό πεδίο να αναδείξει τις κοινωνικές της ευαισθησίες σε αντίθεση με την αντιπολίτευση, όμως στην πραγματικότητα η πολιτική που αυτή συνεχίζει και εφαρμόζει έχει ήδη αποδυναμώσει πλήρως τη συλλογική προστασία των εργαζομένων με την υποχώρηση έως εξαφανίσεως των συλλογικών συμβάσεων εργασίας, την απορρύθμιση των εργασιακών σχέσεων, την επικράτηση της εργοδοτικής ευελιξίας και της επισφάλειας της εργασίας, με εργαζομένους με ευλύγιστα ωράρια χωρίς δικαιώματα.
Η μόνη έγνοια, εκτός από την  εξασφάλιση της πολιτικής εξουσίας, για κυβέρνηση κι αντιπολίτευση είναι να επιμένουν, δημαγωγώντας, απειλώντας, παραπλανώντας κλπ. με  αδιαφορία  για την κοινωνική πραγματικότητα, να πείσουν τους εργαζόμενους για την  ταυτότητα των συμφερόντων των εκμεταλλευομένων τάξεων μ’ εκείνα της κυρίαρχης τάξης  υποκλινόμενοι πάντα στην υπεροχή του κεφαλαίου.
 Τα αστικά κόμματα συμπολίτευσης και αντιπολίτευσης έχοντας επιδοθεί, ενόψει και των προσεχών εκλογών,  σε αγώνα δρόμου για να αποδείξουν στα  κέντρα εξουσίας, εγχώρια, ευρωπαϊκά και αμερικανικά, την ικανότητά τους για αποτελεσματικότερη εξυπηρέτηση των συμφερόντων τους, εκδηλώνουν πολλές φορές με  τις κυνικές δηλώσεις τους την  ταξική τους  έπαρση και περιφρόνηση προς  τις υποτελείς τάξεις.
               Γι’ αυτό είναι τουλάχιστον υποκριτική η κριτική που ασκείται από πολιτικούς αστικών κομμάτων και ΜΜΕ, πως  αναπαράγει κοινωνικά στερεότυπα το παράδειγμα με τον ψυκτικό από το Περιστέρι που ανέφερε  ο Κ. Μητσοτάκης στην ίδια συνέντευξη μιλώντας για το εκπαιδευτικό σύστημα  και την αναβάθμιση της τεχνικής εκπαίδευσης. Γιατί  στην πραγματικότητα με το παράδειγμά του δεν διαφοροποιείται από την  κυρίαρχη ιδεολογία που  υπόσχεται ευκαιρίες στον καθένα ανάλογα με τις ικανότητες του και τα επιτεύγματά του στο …αγαπημένο ανταγωνιστικό καπιταλιστικό σύστημα και την ενστερνίζονται με καμάρι οι αστοί του ΣΥΡΙΖΑ και της Ν. Δημοκρατίας, θεωρώντας δευτερεύον ζήτημα τη μείωση των κοινωνικών διαφορών στις συνθήκες διαβίωσης και εργασίας. Είναι  αυτή η ιδεολογία που  σχετίζεται με την ιδέα της αξιοκρατίας, η οποία  βασίζεται στην εκπαίδευση, και αν  δηλώνει πως η διεύρυνση της πρόσβασης στην εκπαίδευση  αποδυναμώνει τη σχέση ανάμεσα στην ταξική καταγωγή των ατόμων και τους ταξικούς περιορισμούς, αυτό δεν σημαίνει πως αναιρείται στην πραγματικότητα ο κανόνας ότι όσο υψηλότερη είναι η ταξική καταγωγή  ή η προέλευση ενός ατόμου, τόσο πιο πιθανό είναι να αποκτήσει κορυφαία προσόντα και κορυφαία δουλειά. Η εκπαίδευση νομιμοποιεί το μύθο της αξιοκρατίας, ότι  δηλ. κάθε άτομο στη ζωή έχει ίσες ευκαιρίες να φτάσει στην κορυφή. Έτσι δικαιώνεται η  πεποίθηση ότι όσοι άνθρωποι  έχουν φτάσει στην «κορυφή» αξίζουν τις ανταμοιβές τους επειδή τις πέτυχαν από τη δική τους εργασία, παραβλέποντας βέβαια το ταξικό  τους υπόβαθρο. Και μ’ αυτόν τον τρόπο αντικαθίσταται η ταξική προσέγγιση των κοινωνικών προβλημάτων από εκείνη της ατομικής αξίας και  ευθύνης.
               Στην καπιταλιστική κοινωνία ο ανταγωνισμός και το κίνητρο κέρδους ενθαρρύνουν έναν όλο και πιο εξειδικευμένο επαγγελματικό καταμερισμό εργασίας στην παραγωγή αγαθών και υπηρεσιών. Οι χειρωνακτικές και πνευματικές λοιπόν δεξιότητες που απαιτούνται για αυτά τα ποικίλα επαγγέλματα δημιουργούν μια έντονα διαφοροποιημένη ιεραρχία εξουσίας και εισοδήματος. Η  αντίθεση  μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας ακόμα κι αν αλλάζει μορφή διαιωνίζεται και καθώς εξελίσσονται οι παραγωγικές δυνάμεις η ανάπτυξή τους χρειάζεται  ανθρώπους μορφωμένους και καλλιεργημένους.
               Σήμερα η  διαχωριστική γραμμή μεταξύ των εκμεταλλευόμενων και εκμεταλλευτριών τάξεων δεν συμπίπτει με τη διαίρεση μεταξύ σωματικής και διανοητικής εργασία, γιατί  κάτω από τον καπιταλισμό πολλοί από εκείνους που ασχολούνται με πνευματική εργασία είναι επίσης αντικείμενο εκμετάλλευσης, ιδίως οι ιεραρχικά κατώτεροι.  Κι ενώ το σημερινό επίπεδο των παραγωγικών δυνάμεων, που χαρακτηρίζεται από τη μηχανοποίηση και την αυτοματοποίηση της παραγωγής, αντικειμενικά απαιτεί την συγχώνευση της χειρωνακτικής  και πνευματικής  εργασίας και δημιουργεί προϋποθέσεις για την εξάλειψη της αντίθεσής τους, ωστόσο οι σχέσεις της καπιταλιστικής παραγωγής εμποδίζουν την κατάργηση αυτής της αντίθεσης, επειδή τείνουν να ενισχύσουν την υπάρχουσα ανταγωνιστική ταξική δομή και να ενδυναμώνουν την κυρίαρχη τάξη.  
               Ενώ λοιπόν  η επιστημονική και τεχνολογική ανάπτυξη επιταχύνουν με την αύξηση της παραγωγικότητας και της ευημερίας τις διαδικασίες για τη μείωση των κοινωνικών ανισοτήτων ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής καταδικάζει ανθρώπους της εργατικής τάξης στην εξαθλίωση.
         Με το σοσιαλιστικό όμως μετασχηματισμό της κοινωνίας μπορούν να καταργηθούν οι κοινωνικοοικονομικές διαφορές μεταξύ χειρωνακτικής και πνευματικής εργασίας και το επίπεδο της εκπαίδευσης που θα λαμβάνουν οι εργαζόμενοι να είναι για όλους υψηλό τερματίζοντας την μονομερή εξειδίκευση σε χειρωνακτική ή πνευματική εργασία και τις απορρέουσες απ’ αυτόν τον καταμερισμό  ανισότητες.