Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές Ιουνίου 2023. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές Ιουνίου 2023. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 28 Ιουνίου 2023

ΠΑΙΧΝΙΔΙΑ ΜΕ ΤΟ ΦΑΣΙΣΜΟ

 

Σ’ αυτές τις εκλογές όλα τα κόμματα του διαφημιζόμενου δημοκρατικού τόξου μαζί με τους δημοσιογράφους τους απορούν και εξανίστανται για την είσοδο του κόμματος «Σπαρτιάτες» στη βουλή, χωρίς να ερευνούν ποιες υπόγειες διαδρομές και συγκοινωνούντα δοχεία αξιοποιήθηκαν σε τόσο μικρό χρονικό διάστημα. Για  ένα κόμμα άγνωστο μέχρι πριν λίγες ημέρες που δεν είχε λάβει μέρος στις εκλογές του Μαίου, αν και σύμφωνα με το καταστατικό του υφίσταται από το 2017, χωρίς κομματικά γραφεία. Του οποίου  ο πρόεδρός του Β. Στίγκας, που πέρασε από Πολιτική Άνοιξη, ΛΑΟΣ Ένωση Κεντρώων, στις πρώτες δηλώσεις του, μετά το αποτέλεσμα των εκλογών, θρασύτατα ευχαρίστησε τον Η. Κασιδιάρη για τη  βοήθειά του χαρακτηρίζοντάς τον «καύσιμο που μας έδωσε την ώθηση για να φτάσουμε σε αυτό το αποτέλεσμα».
Επειδή όμως  ο εκφασισμός της πολιτικής και κοινωνικής ζωής δεν ξεκινά με την κοινοβουλευτική παρουσία αυτού του φασιστικού μορφώματος, τη στιγμή που η είσοδος στη Βουλή της Χρυσής Αυγής πριν πάνω από μια δεκαετία ήταν ήδη σύμπτωμα του εκφασισμού και στοιχείο επαναπροώθησης του φασισμού, αυτές οι αντιδράσεις μοιάζουν περισσότερο σαν προπέτασμα καπνού για να κρυφτεί το παιχνίδι φασισμού και ρατσισμού που χρόνια τώρα παίζεται από την κυρίαρχη εξουσία, μετατοπίζοντας την πολιτική ατζέντα  προς την ακροδεξιά.
 Έχει ξεχαστεί ότι έχει  ξεκινήσει η δειλή νομιμοποίησή του φασισμού, το Νοέμβριο του 2011, με το ακροδεξιό ΛΑΟΣ στη κυβέρνηση Παπαδήμου με την υποστήριξη των ΠΑΣΟΚ, Ν.Δ, που άφησε κληρονομιά στη Ν.Δ τα τρία στελέχη της, τα οποία φρόντισε η τελευταία να αξιοποιήσει. Επιπλέον πριν από την είσοδο των φασιστών της Χ.Α στη Βουλή, το 2012, στελέχη της προβάλλονταν από τα συστημικά μέσα ενημέρωσης κατά κόρον, ενώ κι αργότερα, και επί συγκυβέρνησης  ΣΥΡΙΖΑ με τους ακροδεξιούς Ανεξάρτητους Έλληνες του Καμμένου,  καθυστερούσε χρόνια η διεξαγωγή της δίκης της για το φόνο του Π. Φύσσα. Και βέβαια δεν δόθηκε ποτέ επαρκής εξήγηση πώς  ο καταδικασμένος σε φυλάκιση Η. Κασιδιάρης μέσω τηλεφωνικών επικοινωνιών  έκανε  διαγγέλματα παρακάμπτοντας το σωφρονιστικό κώδικα, την ίδια στιγμή που η κυβέρνηση της Ν.Δ θέλοντας  να πείσει για την διαφοροποίησή της από φασιστικά μορφώματα, αλλά κυρίως να εξασφαλίσει και ψήφους από τα δεξιά,  κατέφευγε σε  νομικές διαδικασίες, εκ προοιμίου ανεπαρκείς και ύποπτες,  για  να αποκλειστούν από τη Βουλή  φασιστικά κόμματα.  
Βέβαια, τα νέα ακροδεξιά ή φασιστικά μορφώματα, εκτός από τους «Σπαρτιάτες» και η ΝΙΚΗ, μετά την καταδίκη της Χ.Α μοιάζει να διστάζουν τώρα να επιδείξουν την ωμή δύναμή τους αδιαφορώντας για τη νομιμότητά τους. Προβάλλοντας θρησκευτικά ή εθνικιστικά προτάγματα κρύβουν άτσαλα  το φασισμό τους, τόσο ώστε να χρησιμοποιούνται ως  άλλοθι στο πολιτικό σύστημα, που  καλλιεργώντας την ανασφάλεια και το φόβο, να καλύπτει τη μετατόπισή του προς όλο και αυταρχικότερες πρακτικές.
Το ανησυχητικό είναι ότι ένας  αξιόλογος αριθμός εκλογέων, κοντά μισό εκατομμύριο, επιμένει χρόνια τώρα στην φασιστική επιλογή του. Ίσως είναι που όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης, η καλλιέργεια της ηττοπάθειας από τον κυρίαρχο λόγο  για τον μονόδρομο των μηχανισμών της Ευρωζώνης, συμπληρωμένη από την πολιτική του ΣΥΡΙΖΑ ο οποίος βεβαίωνε την ανυπαρξία εναλλακτικής στην πολιτική της ΕΕ που επιβάλλεται στη χώρα εξαθλιώνοντας μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, απέκλειαν κάθε έξοδο διαφυγής. Έτσι αποδυναμωμένοι εργαζόμενοι χωρίς ταξική συνείδηση, με το φόβο της κοινωνικής τους υποβάθμισης, χωρίς να το ομολογούν, στοιχήθηκαν πίσω από τις σιδερένιες γροθιές των φασιστών, ενώ η   ενίσχυση της απαξίωσης της αριστεράς με την καπηλεία της από τον ΣΥΡΙΖΑ καθήλωσε τις λαϊκές αντιδράσεις.
 Το θετικό όμως  είναι ότι αυτός ο δισταγμός της απροκάλυπτης προβολής φασιστικών ιδεολογιών είναι η απόδειξη της ήττας που υπέστη την πρώτη φορά η κομματική εκπροσώπηση του φασισμού, είναι η απόδειξη της αδυναμίας τους να κάνουν ό,τι θέλουν χωρίς να τους εμποδίζει κανένας, με την ανοχή της κυρίαρχης εξουσίας. Κι αυτό κατορθώθηκε με τους αγώνες του  αντιφασιστικού κινήματος που  βρίσκεται συνεχώς σε επαγρύπνηση.
Γι’ αυτό και οι πορείες  του ΚΚΕ που βγήκε με τα σφυροδρέπανα ανήμερα των αποτελεσμάτων των εκλογών στους δρόμους ήταν και η επίδειξη της δικής του δύναμης ενάντια στην είσοδο των φασιστών στη Βουλή.  Γιατί είναι το ΚΚΕ που εμπνέει και οργανώνει ταξικούς αγώνες, η πιο ισχυρή οργανωμένη δύναμη που αντιστέκεται στην ηττοπάθεια και τους φασίστες.
Συγχρόνως βέβαια,  η  άνοδος των ποσοστών του μετά από μια δεκαετία καθίζησης μπορεί να είναι ένας καλός λόγος για να γιορτάσουν οι κομμουνιστές, που χρόνια τώρα αγωνίζονται σε κάθε χώρο δουλειάς, που εμπράκτως εκφράζουν την αλληλεγγύη τους στα θύματα της κυρίαρχης πολιτικής, που βρίσκονται πάντα μπροστά σε όλους τους λαϊκούς αγώνες, προωθώντας και αναπτύσσοντας την ταξική συνείδηση των μαζών, σ’ ένα περιβάλλον εχθρικό με απαξιωμένη την κομμουνιστική ιδεολογία.  Δεν είναι ότι η εργατική τάξη μπορεί να κερδίσει την εξουσία μέσω των εκλογών ή από τους εκπροσώπους του κόμματος που συμμετέχουν σε κοινοβούλια. Μπορεί όμως η αύξηση της εκλογικής δύναμης των κομμουνιστών να συμβάλλει στην προώθηση της ιδεολογίας του Κομμουνιστικού Κόμματος, απελευθερώνοντας την εργατική τάξη από τη λαβή της αστικής ιδεολογίας, μπορεί ν’ αυξήσει την εμπιστοσύνη του λαού στον εαυτό του και εναντίον της αστικής κυβέρνησης.
Φυσικά,  η βίαιη καταστολή δεν είναι πια η πιο αποτελεσματική μορφή ταξικής κυριαρχίας και στις πιο ανεπτυγμένες χώρες οι δημοκρατικές διαδικασίες προκρίνονται, γιατί υποστηρίζουν την ψευδαίσθηση μεταξύ των εκμεταλλευομένων ότι πραγματικά έχουν λόγο στον τρόπο διακυβέρνησης. Αυτό δεν  σημαίνει ότι απορρίπτονται από το ταξικό κίνημα, όπως ακριβώς δεν απορρίπτεται, αλλά αντίθετα επιδιώκεται,  και η σύσταση συνδικαλιστικών οργανώσεων για την υπεράσπιση των συμφερόντων της εργατικής τάξης, η οποία και μ’ αυτόν τον τρόπο αναπτύσσει την ταξική της ταυτότητα. Ο αγώνας γίνεται έξω στους δρόμους, το κοινοβούλιο όμως χρησιμοποιείται ως μορφή βοηθητική  για την έκθεση του εκμεταλλευτικού καθεστώτος και των εκμεταλλευτικών τάξεων, συνδυάζοντας κοινοβουλευτικές δραστηριότητες πάντα με εξωκοινοβουλευτικές και επιδιώκοντας και άμεσα  βελτιώσεις στη ζωή της εργατικής τάξης.
Και είναι το κομμουνιστικό κόμμα που δεν χάνει τους μακροπρόθεσμους στόχους για μετασχηματισμό της κοινωνίας, για να αποφευχθεί ο κίνδυνος οργανώσεις και συνδικάτα να γίνουν απλώς ένα λειτουργικό κομμάτι της αστικής κοινωνίας, όπως συνέβη με τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα που ενσωματώθηκαν στον καπιταλισμό και συνεχίζουν να καταφέρονται εναντίον των κομμουνιστικών κομμάτων, σαν τον ΣΥΡΙΖΑ στα καθ’ ημάς.
Σε έναν κόσμο που αντιμετωπίζει οικονομική κρίση, πόλεμο και βαρβαρότητα από όλες τις πλευρές, οι εθνικές λύσεις και μεταρρυθμίσεις που υπόσχονται στις αστικές εκλογές είναι πιο απατηλές από ποτέ. Η  εργατική όμως τάξη εξακολουθεί να είναι η τάξη που δημιουργεί τον πλούτο σε αυτό το σύστημα, εξακολουθεί να είναι η εκμεταλλευόμενη τάξη και επομένως εξακολουθεί να είναι η μόνη δύναμη που μπορεί να αλλάξει την κοινωνία.

Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΑΛΠΗ

 

Στην πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης οι εκλογές έπαιρναν τη μορφή πανηγυριού, με τα πλαστικά σημαιάκια και τα τραγούδια, με τους δρόμους πλημμυρισμένους από ανθρώπους με  πεποίθηση για τις δυνατότητες που έχουν οι μάζες να εισβάλλουν στον κλειστό κύκλο των εξουσιαστών τους. Είναι που, μετά από μια δικτατορία, πιστεύαμε σε μεγάλο βαθμό ότι οι εκλογές και η ανάληψη εξουσίας από κόμματα, ψευδεπίγραφα όπως αποδείχτηκε,  σοσιαλιστικά ή αριστερά θα έδιναν ανθρώπινο πρόσωπο στον καπιταλισμό.  Κι επειδή δεν φαινόταν πια δυνατός ο αποκλεισμός των μαζών από την πολιτική, καθώς  όλοι μιλούσαν για δημοκρατία και τον αυξανόμενο ρόλο του καθημερινού  ανθρώπου στις κρατικές υποθέσεις, η χειραγώγησή τους ήταν αναγκαία, εφόσον η αστική τάξη είχε ζωτική σημασία να ηγεμονεύει την εργατική τάξη. Γι’ αυτό και επιδιώκει τη λαϊκή υποστήριξη παραπλανώντας με μια φιλολαϊκή ρητορική.  Σαν τον Μπ. Ομπάμα που στην ομιλία του στο Ίδρυμα Στ. Νιάρχος αναφέρθηκε  στο γεγονός του πνιγμού στα ανοιχτά της Πύλου 700 ανθρώπων ως απαράδεκτο, όταν ήταν αυτός που ως πρόεδρος δημιούργησε τις συνθήκες με τις επεμβάσεις του σε Συρία, Λιβύη, κλπ. δημιουργίας των προσφυγικών ροών.
Οι περισσότερες όμως από  τις ψευδαισθήσεις των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων για τη δημοκρατία και τη λειτουργία της, με την οικονομική κατάρρευση διαλύθηκαν. Οι κυρίαρχοι θεσμοί της δημοκρατίας απαξιώθηκαν, ενώ εδραιώθηκε η εξουσία σε υπερεθνικά χέρια σε μια δράκα ανθρώπων. Που νομιμοποιεί μαζικές οικονομικές ανισότητες και δεινά, ιδιωτικοποιεί τα δημόσια αγαθά, διαλύει βασικούς κρατικούς φορείς και εξατομικεύει όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Πάντα υποστηρίζοντας το αναπότρεπτο χαρακτήρα αυτών των επιλογών και  κρύβοντας πίσω από υποσχέσεις για το μακροπρόθεσμο όφελος  την εξυπηρέτηση του μεγάλου κεφαλαίου.
Και σε εθνικό επίπεδο, η Ν.Δ του Κ. Μητσοτάκη με ταμπέλες, όπως μεταρρύθμιση ή εκσυγχρονισμό, κρύβει κάθε φορά και μια νέα  φουρνιά από πανομοιότυπα μέτρα που μεταστρέφονται  στα πια αντιδραστικά. Το πάλαι ποτέ σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ με ευελιξία και εξυπνάδα έχοντας αναγνωρίσει την οργάνωση και δραστηριότητες του λαϊκού κινήματος, το διεμβόλισε για να καταφέρει να το δαμάσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σφετεριζόμενος τους αγώνες της αριστεράς, στα χρόνια της κρίσης προσπάθησε να κάνει το ίδιο, αλλά πια ήταν πολύ στενά τα περιθώρια και η παραπλάνηση αποκαλύφτηκε σε πολύ λίγο χρόνο. Ακολουθώντας και τα τρία κόμματα την ίδια πολιτική βάζουν στο στόχαστρο τα λαϊκά στρώματα που δεν τηρούν παθητική στάση, οργανώνονται κυρίως γύρω από το ΚΚΕ και  δεν είναι  πρόθυμα να υπακούσουν στα κελεύσματα των προνομιούχων πολιτικών, οι οποίοι εξυπηρετούν συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Και οι οποίοι προσπαθούν να αποσυνδέσουν τις υψηλές υποσχέσεις ενός οικονομικοπολιτικού συστήματος που υποκρίνεται ενδιαφέρον για τις μεγάλες μάζες με τις πραγματικές, φρικιαστικές πραγματικότητές του που βιώνουν τα λαϊκά στρώματα.
          Μετά όμως από τόσες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και μάταιες προσδοκίες, αρχίζει να γίνεται αποδεκτό ότι η ανισότητα στον τρόπο ζωής δεν είναι θέμα τύχης αλλά σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα. Βέβαια η υπερψήφιση από το 41%  της  Ν. Δ μοιάζει με ένδειξη ότι οι επικοινωνιακές πιρουέτες των εξουσιαστών συνεχίζουν να πείθουν, όσο με επιδόματα περιορίζεται η εμφάνιση των αληθινών εντάσεων και των πραγματικών κρίσεων που όμως καιροφυλακτούν. Από τη Ν.Δ που με τη σιγουριά του νικητή απαιτεί εν ονόματι της σταθερότητας και ασφάλειας μια ισχυρή αυτοδυναμία και το ΣΥΡΙΖΑ με  ΠΑΣΟΚ, σαν την άλλη πλευρά του νομίσματος,  μέχρι τα νέα  κομματίδια, Πλεύση Ελευθερίας και ΝΙΚΗ,  που σ’ αυτήν τη φάση έχουν αναλάβει το ρόλο να απορροφήσουν τους κραδασμούς από την δυσαρέσκεια μέρους του εκλογικού σώματος αποτρέποντας τον όποιο ριζοσπαστισμό του, οι διαφορές προγραμμάτων και λόγων εξαφανίζονται και μόνο τα ρητορικά σχήματα ποικίλλουν. Και βέβαια η κυνική εκμετάλλευση μιας ρητορικής που χαϊδεύει τ’ αυτιά, είτε  εστιασμένης  σε έννοιες όπως η σταθερότητα ή δικαιοσύνη είτε εθνικιστικής ή θρησκευτικής έχει σκοπό την εξυπηρέτηση του status quo.
      Γενικά, η  αστική μας δημοκρατία φαίνεται να μην έχει πρόβλημα στην απελευθέρωση δηλητηριωδών αξιών και ρατσιστικών κοινωνικών σχέσεων που έχουν επικυρωθεί  και παράγονται υπό το φασισμό. Η εκμετάλλευση του ακραίου εθνικισμού και του ρατσισμού από την κυρίαρχη εξουσία γίνεται επί του μεταναστευτικού πεδίου, τρομοκρατώντας και επιβάλλοντας καταστολή της ελευθερίας, προωθώντας το ψέμα, το θέαμα, τη δαιμονοποίηση του άλλου, τη βία και τελικά την κρατική βία σε διαφορετικές μορφές. Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως απειλητική, και επειδή είναι μουσουλμανική. Και μ’ αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για τη χρήση του φόβου και τρόμου για τον εκφασισμό της κοινωνίας. Η λογική και η συμπόνια δίνουν τη θέση τους σε μια ρητορική μισαλλοδοξίας που διαποτίζει  την πολιτική και προκαλεί ταπείνωση, δυστυχία και ταλαιπωρία σε διαφορετικές ομάδες που θεωρούνται εκφυλισμένες και αποκρουστικές σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Ο ρατσιστικός λόγος έχει γίνει καθοριστικό δημόσιο χαρακτηριστικό της λευκής υπεροχής και της πολιτικής της αναλωσιμότητας, από την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία,  που πέρα από τους βερμπαλισμούς και τις συμβολικές κινήσεις τους, στοχοποιούν τους κατατρεγμένους ως επικίνδυνους εχθρούς και επαίρονται για τους φράχτες που χτίζουν.
Κι έτσι ανεπαισθήτως  επήλθε η απενοχοποίηση της ακροδεξιάς, η απαλλαγή της από την ιδεολογική και ηθική περιθωριοποίηση που της είχε επιβάλλει  η μεταπολίτευση και η στροφή ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας σε ρατσιστικές κι εθνικιστικές αντιλήψεις. Κι αυτό  ήταν μια μακροχρόνια διαδικασία, με ισχυρές βέβαια  ιστορικές καταβολές και κοινωνικές ρίζες σε τμήματα και των λαϊκών στρωμάτων, που επιταχύνθηκε στα χρόνια της κρίσης. Και έδειξε ότι, παρά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, υπάρχει σημαντικό δυναμικό ακόμα και περαιτέρω ανάπτυξης, καθώς η Ν.Δ και η Ακροδεξιά είναι συγκοινωνούντα δοχεία, ενώ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα παρουσιάζονται επικινδύνως ανεκτικά.
Και μένει μόνο το ΚΚΕ, που δεν παραπλανά ούτε υπόσχεται μαγική λύση των προβλημάτων. Και είναι ανόητο το επιχείρημα για την απροθυμία του ΚΚΕ να κυβερνήσει, υπονοώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή τόλμησε να αναλάβει την διακυβέρνηση του τόπου αναγκάστηκε δήθεν σε υποχωρήσεις. Γιατί το ΚΚΕ είναι τα μέλη του, οι συνοδοιπόροι του και οι αγώνες τους με την καθοδήγησή του. Κι αν ένα μεγάλο ποσοστό συμπορευθεί μαζί του, τότε ανοίγει ο δρόμος πραγματικά για ανατροπή ενός συστήματος που απομυζά τη ζωή από αυτούς που παράγουν στην πραγματικότητα τον πλούτο αυτού του κόσμου. Και τότε αλλάζουν οι ταξικοί συσχετισμοί και οι νέες επιλογές δεν έχουν να κάνουν με αναθέσεις σε κυβερνήσεις, αλλά με αγώνες για την οικοδόμηση ενός νέου κόσμου.
Γιατί  βέβαια οι εκλογές δεν αλλάζουν πολιτικά συστήματα, αλλάζουν όμως συσχετισμούς δυνάμεων σε συνδυασμό με ένα αυξανόμενο λαϊκό κίνημα. Γι’ αυτό και σ’ αυτές τις εκλογές η υπερψήφιση του ΚΚΕ είναι μονόδρομος. Δεν είναι μόνο η εκατοντάχρονη ιστορία του, που παρά τις ιστορικές ανατροπές, πολλές φορές αιματηρές και καταστροφικές, είναι ότι  πάντα έχει αντιδράσει στη βάση της  ιδέας της αλληλεγγύης, σύμφωνα με μια γενναιόδωρη ιδέα του ανθρώπου, χωρίς όμως ν’ απαρνείται ποτέ την υλική βάση πάνω στην οποία αυτή στηρίζεται, την ταξική.  Είναι που στάθηκε όρθιο και όλα αυτά τα χρόνια της συκοφάντησής του, είναι που  έχει δώσει  στον εργαζόμενο την περηφάνεια γι’ αυτό που είναι,  που συνεχίζει, μέσα από λάθη κάποιες φορές, να βρίσκεται πάντα κοντά σε εκείνους που υποφέρουν, τους εργάτες και τους φτωχούς με το μόνο τρόπο που ξέρει: να οργανώνει αγώνες και να βρίσκεται πάντα στην πρωτοπορία κάθε αγωνιστικής διεκδίκησης, για την αξιοπρέπεια και τη βελτίωση της ζωής μας.
 

Τρίτη 13 Ιουνίου 2023

ΠΡΟΕΚΛΟΓΙΚΕΣ ΠΟΜΦΟΛΥΓΕΣ

 

Κι είναι λέει οι εκλογές η πεμπτουσία του δημοκρατικού πολιτεύματος και δυο μήνες τώρα, σ’ αυτές τις δυο εκλογικές αναμετρήσεις, για πολλοστή φορά αυτή η δημοκρατία προδίδεται από μόνη της. Ξεσκίζει μονάχη της τα ψέματα ενός πολιτεύματος που καμαρώνει για ελευθερία και ισότητα όσο οι καταχρήσεις του μπορούν να πραγματοποιούνται ελεύθερα και ο …θεός των πλουσίων μπορεί να ρίχνει στο λαό με το σφιγμένο ζωνάρι το μάνα της ειρήνης και της πατρίδας, της ευημερίας και του ιδεαλισμού. Και τα κόμματα της αστικής μας δημοκρατίας επιφορτίζονται με το καθήκον να πείσουν τον κόσμο για τις κορυφαίες αλήθειες, που γι’ αυτές οφείλει ακόμα και να υποφέρει.
         Γίνεται λοιπόν κεντρικό προεκλογικό θέμα η μουσουλμανική μειονότητα για να επιδείξει η Ν.Δ το ενδιαφέρον της για το έθνος προς άγραν μερικών ψήφων, με κατηγορίες εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ που επέτρεψε την εμπλοκή του τουρκικού προξενείου στην εκλογή των βουλευτών του από τη μειονότητα, παρόλο που, κατά τον Κ. Μητσοτάκη, ο ίδιος ο Α. Τσίπρας είχε ενημερωθεί για την εργαλειοποίηση της μειονότητας από την Τουρκία. Από την άλλη, δίνεται και η ευκαιρία στο ΣΥΡΙΖΑ να αντεπιτεθεί στη Ν.Δ για εκβιαστικές πρακτικές που εφαρμόζει, με το βίντεο που κυκλοφορεί, στο οποίο η Ντ. Μπακογιάννη στην επίσκεψή της στη Θράκη, μαζί με τον Ε. Στυλιανίδη φαίνεται να επιδίδεται σ’ ένα ανομολόγητο παζάρι με τους κατοίκους των μειονοτικών κοινοτήτων εκβιάζοντας με αλαζονεία  την υπερψήφιση της Ν. Δ για να προωθηθούν ζητήματα της περιοχής. Και τα δυο κόμματα κάνουν παιχνίδια μικροπολιτικής με τη μειονότητα στη Θράκη,  ενώ  « κυοφορούνται σοβαρές αρνητικές διευθετήσεις στις ελληνοτουρκικές σχέσεις, με την άμεση παρέμβαση του αμερικανοΝΑΤΟϊκού παράγοντα, που έχει εδραιώσει την παρουσία του στη Θράκη με ευθύνη και των δύο κυβερνήσεων».
Κι αν   όλα τα εξουσιάζει η οικονομία, είναι όμως η κυρίαρχη πολιτική που κρατά τη ζυγαριά. Διστάζει, ταλαντεύεται, δείχνει να  ποντάρει και από τις δυο πλευρές, της κυρίαρχης τάξης  και του λαού, παραμονεύει μήπως γίνει αυτός πιο δυνατός, για να τον χειραγωγήσει και να τον εγκλωβίσει στους δικούς της στόχους. Όταν λοιπόν ο υποψήφιος βουλευτής με τη Ν.Δ καθηγητής ιατρικής Σπ. Πνευματικός, για να μειωθεί το κόστος στα νοσοκομεία και το ΕΣΥ πρότεινε την διαλογή των ασθενών, συγκεκριμενοποιώντας στους καρκινοπαθείς στο τελευταίο στάδιο, στη λογική της αναλογίας κόστους-οφέλους, οι αντιδράσεις και από το κόμμα του ήταν έντονες, σε μια προσπάθεια καθησυχασμού της μεγάλης πλειοψηφίας από την οποία ζητείται να υπερψηφίσει τη Ν.Δ. Μ’ αυτή τη δήλωση, της κοστολόγησης της ανθρώπινης ζωής που στρέφεται εναντίον των λαϊκών τάξεων, ο Σ. Πνευματικός αφαιρεί  μια από τις  φιλολαϊκές μάσκες ενός από τα αστικά κόμματα, αλλά συγχρόνως εξοικειώνει τις μεγάλες μάζες μ’ αυτή τη λογική. Η πολιτική υπηρετεί τη οικονομία του μεγάλου κεφαλαίου, αλλά δεν παραλείπει με κούφια πομπώδη λόγια να δείχνει ότι ενδιαφέρεται για τις μάζες, απλά για να τις παραπλανήσει. Το ίδιο γίνεται  με τον  αντιρατσισμό, τον φεμινισμό, τα δικαιώματα ΛΟΑΤΚΙ, η καπιταλιστική τάξη προσποιείται κυνικά  ότι νοιάζεται, όμως όλα τα εργαλειοποιεί για να προωθήσει αντιδραστικές πολιτικές. Οι πολιτικοί της κυρίαρχης εξουσίας μακιγιάρουν τις πολιτικές επιλογές τους με αηδιαστικούς ιδεαλισμούς για να παραπλανήσουν και να παρασύρουν τις λαϊκές τάξεις στις δικές τους κατευθύνσεις.  
Ξαφνικά όλα τα αστικά κόμματα αποκηρύσσουν την εφαρμογή  κόστους οφέλους, όταν κάθε πολιτική τους απόφαση σε όλα τα ζητήματα, εργασία, υγεία, στέγαση, περιβάλλον κλπ. λαμβάνει υπόψη την ανάλυση κόστους -οφέλους, αν δηλ. αξίζουν τα παρεχόμενά οφέλη το κόστος με το οποίο πραγματοποιήθηκαν. Από τη στιγμή που αναγνωρίζουν όλα τα αστικά κόμματα ότι οι πόροι που διατίθενται για τις ανάγκες των εργαζομένων είναι περιορισμένοι, αλλά βέβαια απεριόριστοι για το κεφάλαιο, επόμενο είναι η ανάλυση κόστους -οφέλους να εφαρμόζεται πάντα σε όλα τα ζητήματα που τους αφορούν, ανεξάρτητα αν αυτό ομολογείται. Η επικέντρωση  μάλιστα στο κόστος και τα όφελος είναι μια πολύτιμη προσπάθεια για την κυρίαρχη τάξη για να ξεπεράσει τη βασική ερώτηση, ποιον ωφελεί η ασκούμενη πολιτική της, υποκρινόμενη αντικειμενικότητα στη λήψη των αποφάσεών της. Μ’ αυτή τη λογική επιβάλλει την ποσοτικοποίηση της ζωής του ατόμου, της κατάστασης της υγείας του προκειμένου να συγκριθεί το κόστος μιας θεραπείας με το όφελος όσον αφορά τη υγεία, τη θεραπεία ή την αποφυγή θανάτου. Και  αποκρύπτεται ότι οι αναφορές σε κόστη και οφέλη γίνονται πάνω στον πλούτο που οι ίδιοι οι εργαζόμενοι παράγουν, αλλά δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ακόμα κι αν είναι για την ίδια τους τη ζωή.
Η έννοια της κοινωνικής πρόνοιας που αναπτύχθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες ως απάντησης στις αυξανόμενες ανισότητες, κάτω από την πίεση των λαϊκών κινημάτων, έχει πια αντικατασταθεί από την ατομική ευθύνη και τον παραμερισμό της αλληλεγγύης.  Οι υποσχέσεις  της Ν.Δ για το σύστημα υγείας που η ίδια ως κυβέρνηση το άφησε να καταρρεύσει, είναι προεκλογικά τεχνάσματα να ελκύσει νέους ψηφοφόρους, αποκρύπτοντας ότι οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς που με θράσος θεωρεί απαραβίαστους και στα θέματα υγείας ή εκπαίδευσης στην πραγματικότητα είναι ασυμβίβαστοι με την ποιότητα και την  καθολική προσβασιμότητα σ’ αυτά τα συστήματα.
Ο προεκλογικός αγώνας των αστικών κομμάτων δεν κάνει άλλο με τις αντιφάσεις τους, τις αλληλοκατηγορίες, την καφενόβια επιχειρηματολογία να  αποκαλύπτει την γύμνια τους. Η Ν.Δ εκφοβίζει με ακυβερνησία αν δεν πετύχει αυτοδυναμία, ο ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατώντας να προβάλλει κάποια φιλολαϊκή πολιτική του από τα χρόνια διακυβέρνησής του, εκφοβίζει κι αυτός επαναφέροντας το δίλημμα περί της χρήσιμης ψήφου. Το δε ΠΑΣΟΚ, αναθαρρημένο από την αύξηση των ποσοστών του, προσπαθεί να στριμωχτεί ανάμεσα  στη Ν.Δ και το ΣΥΡΙΖΑ διευρύνοντας τη χαραμάδα που τους χωρίζει. Το αποτέλεσμα είναι μάλλον να ομογενοποιούνται και τα τρία, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο. Γι’ αυτό και κόμματα όπως η Πλεύση Ελευθερίας με τις φραστικές μπουμπουλήθρες περί αγάπης ή το κόμμα της ΝΙΚΗΣ που στην πραγματικότητα υποστηρίζει τις ακρότατες συνέπειες στις οποίες τείνει η κυρίαρχη πολιτική, μοιάζουν διαφορετικά και αλιεύουν ψήφους από δυσαρεστημένους, ανίκανους να ερμηνεύσουν την πραγματικότητα που βιώνουν.
          Η υπερψήφιση λοιπόν του ΚΚΕ μοιάζει μονόδρομος. Γιατί η διέξοδος για τους εργαζόμενους  δεν θα δοθεί με τις εκλογές και το σχηματισμό κυβέρνησης, αλλά με την οργάνωση τους και τους αγώνες τους, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές.