Κυριακή 26 Ιουνίου 2022

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΔΙΚΑΙΩΜΑΤΩΝ

 Και στη χώρα μας την απόφαση  του Ανώτατου Δικαστηρίου των ΗΠΑ σχετικά με τις αμβλώσεις,  εκπρόσωποι της κυρίαρχης εξουσίας που ομνύουν στην ελευθερία του καπιταλισμού ή με σιωπή  την αντιμετωπίζουν ή με κριτική διάθεση  πασχίζουν να την ερμηνεύσουν. Όλη η έγνοια  τους εξαντλείται ν’ αντιμετωπιστεί ως μεμονωμένο γεγονός, ενώ συγχρόνως κι εδώ, και στη Δύση γενικότερα, τις τελευταίες δεκαετίες έχουν κινητοποιηθεί παρατρεχάμενοι και μηχανισμοί, αδήλως και τεθλασμένως συνδεόμενοι με την κυρίαρχη εξουσία, που διαμόρφωσαν και διαμορφώνουν το περιβάλλον για να λαμβάνονται τέτοιου είδους αποφάσεις. 
        Όλη αυτή η συζήτηση περί των αμβλώσεων, που παραδόξως τα τελευταία χρόνια άρχισε να παίρνει μεγάλη δημοσιότητα ο προβληματισμός για την ηθική διάσταση τους, δεν είναι παρά ένα μέρος μιας ευρύτερης ιδεολογικής πάλης που συνδέεται με την πολύπλοκη διαμόρφωση της αναπαραγωγικής πολιτικής των κυβερνήσεων και τη θέση της γυναίκας. Όλες οι κραυγές περί δικαιωμάτων του αγέννητου παιδιού ακούγονται στο πλαίσιο της υποκρισίας του καπιταλισμού, ο οποίος ασχολείται μόνο με τα δικά του προβλήματα προσφοράς και ζήτησης στην αγορά εργασίας και όχι με την ηθική ή την ανθρωπιά, κι ας τις  επικαλείται.  
       Από τη δεκαετία του ’60, στον εκσυγχρονισμό του καπιταλισμού, που ανταγωνιζόταν τον σοσιαλισμό της ΕΣΣΔ, η εισαγωγή του χαπιού και η νομιμοποίηση των εκτρώσεων πηγαίνουν χέρι-χέρι με την αμφισβήτηση του γάμου, τη μεγαλύτερη διαθεσιμότητα θέσεων εργασίας και την περαιτέρω εκπαίδευση για τις γυναίκες. Η ανάγκη του κεφαλαίου να ασκεί έλεγχο του πληθυσμού και να επιβλέπει την ανθρώπινη αναπαραγωγή, με τις αντιφάσεις που αυτό συνεπάγεται, αποκαλύπτεται  με τις κυρίαρχες πολιτικές σχετικά με τις αμβλώσεις, τον έλεγχο των γεννήσεων, τους νόμους περί κοινωνικής πρόνοιας.
        Στην πραγματικότητα η κυρίαρχη τάξη δεν ενδιαφέρεται για τη σεξουαλική συμπεριφορά ή την οικογένεια αυτή καθαυτή, παρά στο βαθμό που το συμφέρον του κεφαλαίου συνδέεται με την παραγωγή της ανθρώπινης εργατικής δύναμης ανάλογα με τις ανάγκες του. Για το κεφάλαιο, η οικογένεια είναι η οικονομική μονάδα που είναι επιφορτισμένη με την παραγωγή και την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης. Εν ολίγοις, η γυναικεία εργατική δύναμη και η αναπαραγωγική δύναμη, δηλ. η γέννηση και ανατροφή των παιδιών, έχουν οικονομική σημασία. Σήμερα, τα παιδιά, που κάποτε αποτελούσαν οικονομικό πλεονέκτημα, όπως στις αγροτικές κοινωνίες, αποτελούν οικονομική υποχρέωση για την εργατική τάξη. 
         Και αν η ιδανική πυρηνική οικογένεια είναι η προτιμώμενη μονάδα παραγωγής για τη νέα εργατική δύναμη, όμως το ίδιο το κεφάλαιο την υπονομεύει, δείχνοντας ότι δεν είναι απολύτως απαραίτητη για τον καπιταλισμό, μόνο χρήσιμη σε ορισμένου τομείς. Το αποδεικνύει η πολιτική με τους  μειωμένους μισθούς και τη χρόνια ανεργία που έχουν υπονομεύσει την πυρηνική οικογένεια στο αστικό προλεταριάτο της Δύσης. 
         Οι νέοι νόμοι, που μοιάζουν στην ονομαζόμενη φιλελεύθερη Δύση να μας γυρνούν στο παρελθόν, καθιστούν σαφές ότι δεν είναι επιθυμητό, από την άποψη του κεφαλαίου, οι γυναίκες να ελέγχουν το σώμα τους, δηλ. τα μέσα αναπαραγωγής. Η περιχαράκωση όμως των διεκδικήσεων στα όρια τα φύλου ή η αντιμετώπιση νομοθετημάτων που καταργούν κατακτήσεις δεκαετιών από την οπτική των δικαιωμάτων μόνο, αφήνει στο σκοτάδι τη σχέση μεταξύ της κοινωνικής τάξης, της καταπίεσης λόγω φύλου και των συμφερόντων της κυρίαρχης τάξης. Εάν θεωρείται ότι το φύλο λειτουργεί ως τάξη, τότε σημαίνει ότι έχει την ίδια θέση με την ταξική πάλη ενάντια στον καπιταλισμό, αποσπώντας την προσοχή από την υπεροχή της ταξικής αντίφασης στον πυρήνα της ταξικής πάλης. Τέτοιες  προσεγγίσεις για τη χειραφέτηση των γυναικών θεωρούν ως βασικό  συνδετικό ιστό τον  παραμερισμό τάξεων, εθνικοτήτων και φυλών και ένωση όλων των γυναικών γύρω από αυτό που είναι κοινό, δηλ. το φύλο, για να αντιπαλέψουν την αντρική υπεροχή. Και στην ουσία αυτό που υπόσχονται είναι η εξάλειψη, στο όνομα των δικαιωμάτων,  της διάκρισης της βασισμένης στο φύλο, στα πλαίσια πάντα του υπάρχοντος κοινωνικού συστήματος.
         Δεκαετίες όμως  τώρα πολιτικοί και ομάδες συμφερόντων,  ακόμα και χωρίς να χρειάζεται να λένε ψέματα, έχουν αναδιαμορφώσει τον τρόπο που σκεφτόμαστε  και μέχρις ενός βαθμού έχει συμβάλλει και το μαζικό μάρκετινγκ. Και έτσι οι διεκδικήσεις για την χειραφέτηση της γυναίκας κατευθύνθηκαν και χειραγωγήθηκαν για να εκδηλώνονται με ατομικιστικούς όρους και να εκφράζονται  στο πλαίσιο ατομικών δικαιωμάτων.
         Δεν ήταν λοιπόν δύσκολο και η άμβλωση να μετατραπεί σε ζήτημα προστασίας της ζωής και να απαιτηθεί η κατάργησή της στο όνομα μάλιστα των δικαιωμάτων. Στην πραγματικότητα η αναπαραγωγική αυτονομία γίνεται πλέον απρόσιτη για τους νέους και τους φτωχούς. Κι έτσι  ακτιβιστές προοδευτικοί για τα δικαιώματα των αμβλώσεων που ισχυρίζονταν ότι  επιθυμούσαν την κοινωνική αλλαγή, την ισότητα των γυναικών και την ευρύτερη πρόσβαση στην υγειονομική περίθαλψη, ενσωματώνοντας το μήνυμά τους σε μια θεωρία  ιδιωτικότητας και δικαιωμάτων κατέληξαν να ενισχύσουν τη ρητορική των συντηρητικών εναντίον των αμβλώσεων.  
         Γι’ αυτό είναι ιδιαίτερα σημαντικό να κατανοηθεί ο δεσμός μεταξύ των διακηρύξεων περί του ατομικού  δικαιώματος  για την ελεύθερη χρησιμοποίηση του σώματος χωρίς την κρατική επέμβαση, που επικαλούνταν όσοι αρνούνται την επιβολή των εμβολίων, και της ρητορικής για τα δικαιώματα του αγέννητου παιδιού, που ενεργοποιεί νομοθετικές επεμβάσεις  απαγόρευσης της έκτρωσης. Οι αντιφάσεις σχετικά με το δικαίωμα  αυτοδιάθεσης του σώματος αποσιωπώνται προς δόξαν της ταξικής πολιτικής της κυρίαρχης εξουσίας.

Τετάρτη 15 Ιουνίου 2022

ΕΘΝΙΚΑ ΚΑΙ ΤΑΞΙΚΑ

 Σε συνέντευξή του στο Αθηναϊκό -Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο γενικός Γραμματέας του ΝΑΤΟ Γενς Στόλτενμπεργκ, αφού τονίζει τον ιδιαίτερα θετικό ρόλο της Ελλάδας στις σημερινές συνθήκες με τον πόλεμο της Ουκρανίας, σχετικά με τις ελληνοτουρκικές διαφορές συστήνει διάλογο και προτρέπει τις δυο χώρες να δείξουν αυτοσυγκράτηση, απέχοντας από προκλητικές δηλώσεις ενώ στο πρόβλημα με την ένταξη στο ΝΑΤΟ της Φινλανδίας και Σουηδίας κατανοεί και τις ανησυχίες των Τούρκων περί τρομοκρατίας. Η κυβέρνησή μας λαλίστατη με εθνικοπατριωτικές κορώνες για εσωτερική κατανάλωση, αντέδρασε με κατανόηση σ’ αυτές τις δηλώσεις, με τον κυβερνητικό εκπρόσωπο Γ. Οικονόμου να παραδέχεται ότι «είναι γνωστή η στάση του ΝΑΤΟ και του γενικού γραμματέα του». Συγχρόνως τα ΜΜΕ με εμπρηστικό λόγο αναφέρονται στις ασκήσεις των τουρκικών Ενόπλων Δυνάμεων, στο οποίο σενάριο της άσκησης περιλαμβάνονται αποβατικές ενέργειες σε νησιά, παραλείποντας όμως  να αναφέρουν  τη συμμετοχή σ’ αυτές 37 χωρών, ανάμεσά τους και η αμερικανική.
        Εξάλλου και η κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να αμβλύνει τις αντιφάσεις στη ρητορική της, που από τη μια θεωρεί ότι η Τουρκία απειλεί την εδαφική ακεραιότητα της χώρας  και από την άλλη δεν αμφισβητεί το ΝΑΤΟ και την ένταξη της Ελλάδας σ’ αυτό, με το σκεπτικό της ενίσχυσης της ασφάλειάς μας. Και η λεκτική ένταση αυξάνεται ανάμεσα στις δυο χώρες, σχετικά  με  μια σειρά ζητημάτων που αφορούν εδαφικές διεκδικήσεις και  δικαιώματα ενεργειακής εξερεύνησης στο Αιγαίο Πέλαγος. Η τουρκική κυβέρνηση απειλεί να αμφισβητήσει  την ελληνική κυριαρχία σε πολλά από τα ανατολικά νησιά του Αιγαίου εάν δεν αποστρατικοποιηθούν, με την ελληνική κυβέρνηση να επικεντρώνεται περισσότερο στην χρησιμοποίηση των απειλών  για να συσπειρώσει γύρω από την πολιτική της τους πολίτες παρά για να τις αντιμετωπίσει αποτελεσματικά.  
        Κι έτσι ξανά το έθνος χρησιμοποιείται ως ενοποιητικός παράγοντας που υπερνικά τους ταξικούς διαχωρισμούς.  Όσο βαθαίνει το ταξικό χάσμα τόσο η αστική τάξη θα απευθύνεται στο λαό και θα εξυψώνει το αστικό της συμφέρον, το συμφέρον του αποκλειστικού της κέρδους, σε εθνικό συμφέρον, προσπαθώντας να παρασύρει όλους τους εργαζόμενους και ο εθνικός αγώνας να πάρει τη μορφή αγώνα όλου του λαού. Γιατί αν ο εθνικισμός στην αυγή της εδραίωσης του καπιταλισμού πήρε τη μορφή πολιτικού κινήματος που οδήγησε στην ίδρυση εθνικών κρατών, ως μέρος της διαδικασίας της αστικής επανάστασης που σάρωνε τις προκαπιταλιστικές μορφές και ευνοούσε τις συνθήκες για τη δημιουργία της εργατικής τάξης, στα χρόνια μας  εστιάζοντας  στην εθνική ενότητα υπονοείται ότι αυτό που μας  ενώνει είναι πιο σημαντικό από αυτό που μας χωρίζει, εξαφανίζοντας έτσι τις ταξικές διαιρέσεις. 
      Μόνο που αυτές τις ημέρες, ενώ οι  τουρκικές προκλήσεις, για τις οποίες η πολιτική μας ηγεσία μάλλον αναλώνεται σε ερμηνεία τους σχεδόν ψυχολογικού χαρακτήρα,  γίνονται αφορμή για να ανεβαίνουν οι εθνικιστικοί τόνοι και να επαναλαμβάνει η κυβέρνησή μας την ικανότητά της να μας προστατέψει χειραγωγώντας μας, συγχρόνως δεν ξεχνά την κύρια αποστολή της. Την εξασφάλιση του συμφέροντος της κυρίαρχης τάξης, την οποία κατά βάση εξυπηρετεί. Απόδειξη κραυγαλέα, η ψήφιση της τροπολογίας στη βουλή σχετικά με τη ΛΑΡΚΟ που απολύει, επί της ουσίας, τους 1060 εργαζόμενους της. Στα πλαίσια της μετατόπισης της διαχείρισης σε κάθε επιχείρηση και υπηρεσία από το κράτος στο ιδιωτικό κεφάλαιο,  και στη ΛΑΡΚΟ οι μεθοδεύσεις για την εκποίησή της κατέληξαν στην τροπολογία που η κυβέρνηση παρουσιάζει σαν την καλύτερη δυνατή εξέλιξη, που μάλιστα εξασφαλίζει το εργασιακό μέλλον  στους εργαζόμενους και ενδυναμώνει τη ΛΑΡΚΟ.
       Κι αν το σύνολο των αστικών κομμάτων της αντιπολίτευσης καταψήφισαν την τροπολογία κατηγορώντας τις νεοφιλελεύθερες πολιτικές της κυβέρνησης ή την ανάλγητη και ανίκανη ηγεσία, με βολές κατά του Κ. Χατζηδάκη και Χ. Σταϊκούρα, το ΚΚΕ αντιμετώπιζε την πολιτική της κυβέρνησης και  στη ΛΑΡΚΟ ως μέρος της στρατηγικής επιλογής στης αστικής τάξης της χώρας που ταυτίζεται με τις αποφάσεις της ΕΕ.  Ο αγώνας στη ΛΑΡΚΟ, πάνω από δυο χρόνια τώρα,  με τις δυνάμεις του ΚΚΕ να μπαίνουν μπροστά, δείχνει ότι, με όλες τις οπισθοχωρήσεις και απογοητεύσεις,  μπορεί η εργατική τάξη να γίνει οδηγός της κοινωνικής χειραφέτησης. Η ύπαρξη του ΚΚΕ είναι καθοριστική για να αντιδρούν οι εργαζόμενοι  ως συνειδητή πολιτική δύναμη, ξαναβρίσκοντας την κοινωνική και πολιτική τους συνοχή, δρώντας ως τάξη. 
       Οι επισημάνσεις του Π. Πολίτη, μέλος της ΚΕ του ΚΚΕ και πρόεδρο του Σωματείου Εργαζομένων ΛΑΡΚΟ στη Λάρυμνα είναι διαφωτιστικές.

 (…)Πάντα με πρωτοβουλία και εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη

Οι δυνάμεις του ΚΚΕ μπήκαν μπροστά στο ξεκίνημα του αγώνα σε όλες τις καμπές του, με πρωτοβουλία και εμπιστοσύνη στην εργατική τάξη. Γιατί απ' τη μακρόχρονη πείρα του γνωρίζει ότι κανένας αγώνας δεν μπορεί να αναπτυχθεί αν δεν γίνει υπόθεση πλατιών τμημάτων των εργαζομένων.

Δεν εγκατέλειψε τις θέσεις του. Ούτε υπέκυψε σε ηττοπαθείς απόψεις που καλλιεργούνταν από διάφορες πλευρές.

Οι δυνάμεις του Κόμματος στον χώρο δεν υποτάχθηκαν στον αρνητικό συσχετισμό. Με υπομονή και σκληρή δουλειά, με πειθώ αλλά και με οξυμένη διαπάλη όταν χρειάστηκε, έπαιξαν καθοριστικό ρόλο στη συσπείρωση άλλων τίμιων αγωνιστών εργαζομένων, που είχαν και έχουν και αυτοί τη δική τους σημαντική συμβολή, να παίρνονται οι αποφάσεις για τις κινητοποιήσεις απ' τους ίδιους τους εργαζόμενους.

Κλειδί αποτέλεσαν η καλή επεξεργασία των αιτημάτων, η παρακολούθηση των εξελίξεων, η έγκαιρη ενημέρωση των εργαζομένων, η διαμόρφωση της πειστικής επιχειρηματολογίας, η αποκάλυψη της υπονομευτικής δουλειάς της κυβέρνησης και των άλλων δυνάμεων. Οι κατάλληλες μορφές αγώνα, με αποφάσεις των ίδιων των εργαζομένων.

Σημαντικό ρόλο έπαιξε και παίζει το Συντονιστικό των σωματείων της ΛΑΡΚΟ και η εξασφάλιση της ενιαίας στάσης απέναντι σε υπονομευτικές προσπάθειες, σε διασπαστικές κινήσεις. (…)

Αντικειμενικά σ' αυτήν τη φάση του αγώνα συνυπάρχουν τόσο η θέληση να μην υπάρξει υποχώρηση όσο όμως και η κούραση. Υπάρχουν οι μηχανισμοί της κυβέρνησης που παραπληροφορούν, τρομοκρατούν, αλλά και καθησυχάζουν, λέγοντας ότι «αν παραιτηθείτε θα έρθουν οι επενδυτές και θα ξεκινήσει η κανονικότητα».

Εύκολα μπορεί να πει ο εργαζόμενος «να παραιτηθούμε, να τελειώνουμε και ό,τι θέλει ας γίνει».

Από την άλλη, η πρωτοπορία έχει διευρυνθεί κι έχει πλέον τη δική της πείρα.

Η κυβέρνηση και οι επενδυτές θα εξαντλήσουν όλα τα περιθώρια μήπως και αποσπάσουν τη συναίνεση των εργαζομένων και αν δεν τα καταφέρουν θα προχωρήσουν μονομερώς.

Αν προχωρήσουν στα σχέδιά τους αποσπώντας τη συναίνεση των εργαζομένων οι εργαζόμενοι θα το βρουν μπροστά τους για τις επόμενες δεκαετίες.

Αν περπατήσουν μονομερώς, ο αγώνας θα συνεχιστεί, θα μπορούσε να πει κανείς ότι τώρα θα ξεκινήσει. (…)

Η συνολική πείρα που βγαίνει από τον 29 μηνών αγώνα των εργαζομένων της ΛΑΡΚΟ είναι κατάκτηση για κάθε εργάτη, για να μην το βάλει ποτέ κάτω, για να βλέπει διέξοδο και να συμμετέχει ο ίδιος στην κατεύθυνση ανατροπής του σάπιου συστήματος που ζούμε.»

Κυριακή 12 Ιουνίου 2022

ΠΑΙΔΙΚΗ ΕΡΓΑΣΙΑ

 Πριν από δέκα περίπου μήνες ανακοινώθηκε η  συνεργασία του Υπουργείου Εργασίας με το Ξενοδοχειακό Επιμελητήριο της Ελλάδος που επιτρέπει την απασχόληση σε ξενοδοχειακές μονάδες 16χρονων  που διαβιούν σε δομές φροντίδας ανηλίκων και την απασχόληση ατόμων με αναπηρία σε ξενοδοχειακές μονάδες, με κάλυψη του κόστους εργασίας τους από τρέχοντα προγράμματα του ΟΑΕΔ. Η υφυπουργός Εργασίας Δ. Μιχαηλίδου χρησιμοποίησε με δημαγωγικό τρόπο εκφράσεις περί ενίσχυσης της κοινωνικής προστασίας και ομαλής αποϊδρυματοποίησης, για να αποκρύψει την σκοπιμότητα αυτής της απόφασης που δεν είναι άλλη από την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας για τα κέρδη του κεφαλαίου. Και στον αναπτυγμένο λοιπόν καπιταλιστικό κόσμο, αν δεν παρατηρούνται μορφές παιδικής εργασίας που προκαλούν τι μας με την απανθρωπιά τους, περισσότερο λεκτικές,  υπάρχουν όμως  μορφές εκμετάλλευσης παιδιών που μπορεί να είναι  λιγότερο ορατές και ως εκ τούτου λιγότερο θεαματικές, ίσως γιατί κρύβονται πίσω από εύσχημες δικαιολογίες.  
      Πριν από κανένα μήνα σφοδρή αντιπαράθεση ξέσπασε ανάμεσα στην ίδια υφυπουργό και τον πρόεδρο και ιδρυτή του «Χαμόγελο του παιδιού», Κ. Γιαννόπουλο, με αφορμή ρυθμιστικές διατάξεις με τις οποίες απαιτείται  να προσαρμοστεί σε λιγότερο από χρόνο η οργάνωση για να συνεχίσει να λειτουργεί νομίμως. Ο πρόεδρος της οργάνωσης άφησε  αιχμές εναντίον της υφυπουργού για εύνοια προς διεθνή φορέα, ενώ η ίδια η υφυπουργός επιμένει με μελιστάλαχτο τρόπο για τις καλές της προθέσεις.  
        Αυτές οι αντιπαραθέσεις με «Το Χαμόγελο του Παιδιού» δείχνουν τους στόχους των δράσεων της κυρίαρχης εξουσίας. Αφού συρρικνώθηκαν οι κοινωνικές παροχές, αντικαταστάθηκαν, μόνο κατ’ όνομα,  από Μη Κυβερνητικές Οργανώσεις με ανθρωπιστικούς στόχους, σε μια οργανωμένη προέκταση της φιλανθρωπίας  που βοηθούν στη διαχείριση της δυσαρέσκειας, υποκαθιστώντας κρατικούς θεσμούς.  Η αποτελεσματικότητά τους εξαρτάται από τον ανταγωνισμό των διαφόρων ιδιωτικών συμφερόντων, ενώ η όψιμη παρέμβαση του κράτους για όρους λειτουργίας τους περισσότερο υποκριτική μοιάζει, αφού επιδίωξή του είναι με τέτοιες αποφάσεις, κρύβοντας  την ελαχιστοποίηση ή και ανυπαρξία κρατικών δομών κοινωνικής πρόνοιας, να επιδείξει ενδιαφέρον.  
         Και για άλλη μια φορά σ’ αυτές τις αντιπαραθέσεις ή και διακηρύξεις για προστασία των παιδιών και γενικά των ευάλωτων, με τους νόμους που προωθούνται αποκαλύπτεται στην ουσία η ταξική διάσταση του κράτους που επιδιώκει την εξασφάλιση της απρόσκοπτης κερδοφορίας του κεφαλαίου.  Σαν να γυρνάμε δυο αιώνες πίσω, όταν τα παιδιά ήταν ουσιαστικό μέρος της αγοράς εργασίας, όχι μόνο στη γεωργία αλλά κυρίως στις νέες βιομηχανίες. Και τότε η πρώιμη βιομηχανία έκανε χρήση των παιδιών που ανήκαν σε ορφανοτροφεία. Ήταν κοινός τόπος ότι τα παιδιά των φτωχών θα πρέπει να συνηθίσουν τη σκληρή δουλειά, γιατί δεν ήταν μόνο που θα έπρεπε να αποτραπεί η αδράνεια των άνεργων παιδιών, αλλά κυρίως ήταν που η οικονομική βιωσιμότητα πολλών βιομηχανιών θεωρήθηκε ότι εξαρτάται από τη φθηνή εργασία που παρέχουν τα παιδιά. Εξάλλου για ένα  μεγάλο αριθμό παιδιών χωρίς οικογένειες ή με οικογένειες που κρίθηκαν ανεπαρκείς τα μέτρα προστασίας που λαμβάνονταν  φαίνονταν από μόνα τους σαν μια μορφή δουλείας. Ακόμα και η μεταφορά παιδιών, ως δήθεν μέτρο προστασίας,  από τη Βρετανία στον Καναδά και την Αυστραλία, όπου τους περίμενε σκληρή δουλειά δεν ήταν σπάνια.
     Ιστορικά βέβαια, πάντα υπήρχαν παιδιά στη δουλειά, αλλά όχι «παιδική εργασία». Μέχρι τον 19ο αιώνα, η έκφραση δεν μπορούσε να έχει νόημα, καθώς ήταν προφανές ότι τα παιδιά συμμετείχαν, όπως όλοι οι άλλοι, στην οικονομική ζωή. Θα μπορούσε να υπάρξει κατάχρηση, αλλά κανείς δεν σκέφτηκε να προσβληθεί από ένα παιδί που συμμετείχε στην εργασία, αντίθετα. Η εργασία ενός παιδιού συνδεόταν με την εκπαίδευσή του, τη διαδικασία κοινωνικοποίησής του και την αναμενόμενη οικονομική δραστηριότητα από όλα τα μέλη της κοινότητας.
       Από τη βιομηχανική επανάσταση μέχρι τον πρώτο παγκόσμιο πόλεμο τίθεται το ζήτημα της παιδικής εργασίας, καθώς  το ενδιαφέρον για την κερδοφορία είχε προτεραιότητα και η καπιταλιστική εκμετάλλευση, και των παιδιών, πήρε ακραίες μορφές και γίνεται κεντρικό χαρακτηριστικό της λειτουργίας του καπιταλισμού. Στα εργοστάσια και ιδιαίτερα τα ορυχεία η εργασία των παιδιών σε μεγάλο αριθμό αξιοποιήθηκε κάτω από  απάνθρωπες συνθήκες. Σταδιακά, και όχι χωρίς μεγάλους αγώνες, το θέμα έρχεται στο προσκήνιο στις βιομηχανικές χώρες, καθώς η υποχρεωτική εκπαίδευση καταφέρνει να κερδίσει έδαφος,  και υιοθετούνται κοινωνικοί νόμοι για την προστασία των ανηλίκων εργαζομένων.
       Η σύγχρονη περίοδος βλέπει το ζήτημα να αναζωπυρώνεται και να εμφανίζεται ως ένα από τα σημαντικά προβλήματα. Δεδομένου ότι η υποχρεωτική εκπαίδευση έχει εξαλείψει, τουλάχιστον σε μεγάλο ποσοστό,  την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας στις αναπτυγμένες χώρες, ο υπόλοιπος κόσμος δεν μπορεί παρά να ακολουθήσει τον ίδιο δρόμο. Μόνο που αυτό δεν συμβαίνει και η μετανάστευση και προσφυγιά αναβιώνει με διάφορους εύσχημους τρόπους την εκμετάλλευση της παιδικής εργασίας, όπως ουσιαστικά επιχειρεί να κάνει η υφυπουργός με τη συνεργασία που ανακοίνωσε.
Οι διακηρύξεις για έναν κόσμο χωρίς παιδική εργασία ή η καθιέρωση ημέρας, η 12η Ιουνίου, κατά της παιδικής εργασίας δεν διασφαλίζουν καθόλου την εξάλειψή της. Το παιδί  δεν αντιμετωπίζεται  με τον ίδιο τρόπο παντού και από όλους,  αλλά εξαρτάται από την κοινωνική καταγωγή, τον τόπο που βρίσκεται, τη δραστηριότητα που  ασκεί. Στην Αφρική που ο αποικιοκρατικός καπιταλιστικός κόσμος της Δύσης εκμεταλλεύτηκε  και εκμεταλλεύεται τον πλούτο της εκατομμύρια παιδιά δουλεύουν σε επικίνδυνες συνθήκες εργασίας. Όπως στο Κογκό, όπου σε απάνθρωπες συνθήκες εργάζονται παιδάκια 4 ετών για την εξόρυξη κοβαλτίου. Η εργασία λοιπόν που κάνουν τα παιδιά  μπορεί να φαίνεται σκανδαλωδώς βάναυση ή, αντίθετα, αποδεκτή στη βάση αυτού του πλέγματος ανάγνωσης. Γι’ αυτό επαναστατούμε για το  παιδί που κατεβαίνει στο ορυχείο, με δημαγωγικές πομφόλυγες, όπως των εταιρειών κινητής τηλεφωνίας, χωρίς να περιορίζεται όμως η παιδική εκμετάλλευση, ενώ και οι καθημερινοί άνθρωποι καταλήγουμε να χρησιμοποιούμε  για εργασίες στο σπίτι ή το χωράφι ή για σεξουαλική εκμετάλλευση ανήλικους μετανάστες ή πρόσφυγες.   
Οι αναλύσεις και συζητήσεις γι’ αυτό το ζήτημα, όπως και για τα περισσότερα προβλήματα, εξαντλούνται σε πληθώρα εικόνων που εστιάζουν στο συγκλονιστικό και εξαιρετικό, αντιμετωπίζοντάς το ως μεμονωμένο. Κι έτσι κινούμαστε ανάμεσα σ’ ένα εφιαλτικό κόσμο παιδικής ηλικίας, μ’ εκμετάλλευση, ακόμα και στις αναπτυγμένες χώρες, της εργασίας ανηλίκων προσφύγων και μεταναστών και σ’ έναν αγγελικό που δήθεν μπορεί να δημιουργηθεί από καλές προθέσεις και συναισθήματα, τα οποία εκδηλώνονται με τη φιλανθρωπία. Μόνο που ο ισχυρισμός ότι ένας κόσμος χωρίς την εκμετάλλευση των παιδιών είναι στο χέρι μας δεν είναι καν μια ουτοπία κινητοποίησης, αλλά  μια μάσκα που τίθεται στην πραγματικότητα του καπιταλιστικού κόσμου εξωραΐζοντάς τον.  Γιατί η καταπολέμηση των αδικιών εξαρτάται όχι μόνο από συγκεκριμένα προγράμματα δράσης, αλλά κυρίως από την εξάλειψη των αιτίων αυτών των μορφών εκμετάλλευσης. Δηλαδή από την εξάλειψη της φτώχειας και τη δημιουργία ενός οικονομικού και κοινωνικού συστήματος που με  τον πλούτο που παράγεται δεν αφήνει κανέναν να αφεθεί στις πιο ακραίες λύσεις που υποτιμούν τον ίδιο τον άνθρωπο.