Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές 2023. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εκλογές 2023. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 16 Μαΐου 2023

ΠΕΡΙ ΨΗΦΟΥ Ο ΛΟΓΟΣ

 

Δημοσκοπήσεις επί δημοσκοπήσεων προσπαθούν να προβλέψουν τα αποτελέσματα των εκλογών, ενώ μεγάλο ποσοστό των ψηφοφόρων δείχνει ευμετάβλητο. Τις τελευταίες δεκαετίες πολλοί αναποφάσιστοι πολίτες ταχυδακτυλουργικά αλλάζουν κομματικές πίστες, ψηφίζουν κάθε νεοεμφανιζόμενο κομματίδιο, ψηφίζουν για τιμωρία ακόμα και τους αντίπαλους  για να επιστρέψουν κάποια στιγμή στους παλιούς τους φίλους. Αυτή τη ρευστότητα  του εκλογικού σώματος δίνεται αφορμή στον κυρίαρχο λόγο να την ερμηνεύει ως ένδειξη ελευθερίας. Για τον κυρίαρχο λόγο η  εκλογική κινητικότητα σηματοδοτεί την έλευση ενός πιο ενημερωμένου και κυρίως ενός αυτόνομου ψηφοφόρου, που δεν δεσμεύεται  εφ’ όρου ζωής από κομματικά προγράμματα ή αρχές. Μόνο που στην πραγματικότητα αυτή  η κινητικότητα μπορεί μάλλον να εξηγηθεί από την ομοιογένεια των αστικών κομμάτων, την άνοδο της εξατομίκευσης, αλλά κυρίως  από την υπονόμευση, μέσω της χειραγώγησης,  της ταξικής ψήφου.
Στα καθ’ ημάς, η αναζήτηση διαφορών στα αστικά κόμματα μοιάζει επίπονη και μάλλον ατελέσφορη. Πριν από κάποια χρόνια σ’ ένα θεωρητικό επίπεδο οι εξέχουσες αξίες της δεξιάς ήταν η ελεύθερη επιχείρηση, η ατομική επιτυχία μέσω της εργασίας και του προσωπικού εμπλουτισμού, η ασφάλεια και τάξη, η παράδοση, το έθνος, οικογένεια, θρησκεία κλπ. Οι άνθρωποι της αριστεράς πάλι ήταν πιο ευαίσθητοι σε θέματα ανθρωπισμού, ρατσισμού και σεβασμού του ατόμου, περιβάλλοντος,  κοινωνικής δικαιοσύνης και αλληλεγγύης. Μόνο που τελευταία πέρα από τις «κοινωνικές αξίες» όπως ασφάλεια, ελευθερία ή δικαιοσύνη που διεκδικούνται και από τις δυο πλευρές, μέσα από την όσμωση  των άλλοτε διακριτών  αξιών  αριστεράς και δεξιάς, στα αστικά κόμματα δύσκολα μπαίνουν διαχωριστικές γραμμές. Κι έτσι, η πολιτική της συντηρητικής Ν.Δ ίσως να είναι η χειρότερη για τους εργαζομένους, με παράδειγμα το νόμο Χατζηδάκη που δυναμώνει την εκμετάλλευση των εργαζομένων με το ευέλικτο σύστημα διευθέτησης του χρόνου εργασίας που ουσιαστικά καταργεί το οκτάωρο και επιβάλλει ασφυκτικούς όρους και προϋποθέσεις στον συνδικαλισμό και την απεργία. Αλλά και η πολιτική της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ την συναγωνίζεται και τη συμπληρώνει, όπως με τους νόμους  της  Αχτσιόγλου με το χτύπημα στο απεργιακό δικαίωμα και τις διατάξεις για τον κατώτατο μισθό. Βρίσκονται κυβέρνηση και αντιπολίτευση δίπλα δίπλα στα αυθαίρετα έσοδα από τη μείωση των εργοδοτικών εισφορών, τη μείωση έως εξαφάνισης φόρου του μεγάλου κεφαλαίου, τις ιδιωτικοποιήσεις, τις συνταξιοδοτικές αλλαγές και καθώς υπάρχουν οι σιδερένιοι κανόνες του Συμφώνου Σταθερότητας και των μνημονιακών διατάξεων σε μας, αποδέχονται οι δημόσιες δαπάνες να είναι περιορισμένες, εις βάρος βέβαια των λαϊκών τάξεων, κατηγορώντας αλλήλους σχετικά με την κοστολόγηση των προεκλογικών προγραμμάτων τους.
Γι’ αυτό και οι εκλογές, με τις οποίες η αναδιάταξη της τράπουλας τείνει να μην προκαλεί δραστικές ή ακόμα και αισθητές αλλαγές στη ζωή των περισσότερων ανθρώπων, ολοένα και απαξιώνονται. Κανένα από τα αστικά κόμματα δεν είναι σε θέση να ονομάσει την αιτιώδη βάση, τον καπιταλισμό,  για τις άθλιες συνθήκες που υπόσχονται οι πολιτικές τους να βελτιώσουν ούτε αρνείται το σύστημα κερδοφορίας που αφαιρεί όλο τον πλούτο από τους ανθρώπους που τον δημιουργούν, τους εργαζόμενους. Πώς όμως μπορεί να αντιμετωπιστεί η ενδημική ανεργία και η έλλειψη στέγης παρά μόνο ως απαραίτητη συνέπεια του καπιταλιστικού συστήματος; Πώς μπορεί να αντιμετωπιστεί ακόμα και η κλιματική κρίση για την οποία ο κυρίαρχος λόγος θέλει να φαίνεται ιδιαίτερα ευαίσθητος χωρίς να εντοπιστεί ιστορικά, ως κορύφωση του καπιταλισμού;
 Σ’ αυτές τις εκλογές, για πολλούς από το εκλογικό σώμα απογοητευμένους από την ανεξέλεγκτη διαφθορά και το διευρυνόμενο χάσμα μεταξύ πλούσιων και φτωχών οι κομμουνιστές αντιπροσωπεύουν τη μόνη αντικαπιταλιστική και αξιόπιστη δύναμη, σε αντίθεση με όλα τα αστικά  κόμματα που συμβάλλαν στην επιδείνωση των συνθηκών ζωής των εργαζομένων. Επειδή λοιπόν η  απόσταση μεταξύ του Κομμουνιστικού Κόμματος και της επόμενης πολιτικής επιλογής είναι χαώδης, η ψήφος στο ΚΚΕ μοιάζει μονόδρομος για τον εργαζόμενο.  
Γι’ αυτό και κόμματα όπως ο ΣΥΡΙΖΑ, που ενώ χρησιμοποιούν έναν, περισσότερο ή λιγότερο, καλυμμένο αντικομμουνιστικό λόγο ισχυρίζονται όμως πολιτική εγγύτητα με το κομμουνιστικό κόμμα, στην προπαγανδιστική του φαρέτρα έχει σαν όπλο και τη χρήσιμη ψήφο. Η χρήσιμη ψήφος είναι καρπός ενός στρατηγικού υπολογισμού που προωθεί την ψήφιση όχι ενός κόμματος με το οποίο συμφωνεί κάποιος, αλλά εκείνου που θεωρείται ότι είναι σε θέση να κερδίσει το άλλο κόμμα του οποίου τη νίκη φοβάται. Μ’ αυτό το σκεπτικό ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να καταλήξει στο συμπέρασμα ότι αφού οι κομμουνιστές δεν βοηθούν τον ίδιο να επικρατήσει, εμμέσως ενισχύουν τη Ν.Δ κι επομένως δικαίως χαρακτηρίζουν το ΚΚΕ δεκανίκι της δεξιάς.
Η χρήσιμη ψήφος καθιερώνει τη σημασία των δημοσκοπήσεων στη δόμηση της πολιτικής επιλογής και  μπορεί να λειτουργήσει ως αυτοεκπληρούμενη προφητεία. Στην  πραγματικότητα ενισχύει αυτό που έχει ήδη αναπτυχθεί και το οποίο δεν χρειάζεται καμιά ενίσχυση δηλ. τα συστημικά κόμματα με τις διάφορες μορφές τους, με απώτερο στόχο περιθωριοποίηση κάθε φωνής πραγματικά αντισυστημικής.  Είναι μια προεπιλεγμένη επιλογή, με βάση την οποία επιλέγεται το μικρότερο κακό, που κάθε φορά αποδεικνύεται μεγαλύτερο από το προηγούμενο. Κι έτσι γίνεται πραγματικότητα η συναίνεση και ο συμβιβασμός, η αδυναμία αντίδρασης των λαϊκών μαζών ακόμα κι όταν εξαθλιώνονται και η αποδοχή της ελεημοσύνης από το μικρότερο κακό που επιλέγεται.
Σε όλες τις διαφημιστικές εκστρατείες των αστικών κομμάτων στην ουσία ο καθημερινός εργαζόμενος άνθρωπος είναι απών. Στον μικρόκοσμο των πολιτικών εξουσίας οι ψηφοφόροι είναι μόνο μάζες αδιάφορες, στην υπηρεσία των πολιτικών τους φιλοδοξιών, καθώς παλεύουν να κατακτήσουν την εξουσία ή μερικά κομμάτια της. Το μακροπρόθεσμο σχέδιο αυτών των πολιτικών είναι να λυγίσουν ολόκληρη την κοινωνία των εργαζομένων με έναν συνεχή τρόπο στο νόμο του κέρδους και στις αποφάσεις των χρηματοπιστωτικών αγορών.
Και είναι η ψήφος στο Κομμουνιστικό Κόμμα που δίνει δύναμη στο αίτημα της πλειοψηφίας των εργαζομένων για μια άλλη πολιτική προς όφελός τους. Με την κομμουνιστική ψήφο στις 21 Μαΐου θ’ ακουστεί πιο ισχυρή η φωνή των εργαζομένων και μέσα στο κοινοβούλιο και με την οργάνωση στα ταξικά σωματεία θα γίνουν ισχυροί οι εργαζόμενοι ν’ αγωνίζονται και να διεκδικούν. Ψηφίζοντας το κομμουνιστικό κόμμα πρώτα απ’ όλα αυτή θα  είναι μια ψήφος υπέρ του πνεύματος της αντίστασης, αυτό το πνεύμα που τόσο λείπει και είναι τόσο αναγκαίο  στην εποχή μας. Ο εργαζόμενος ψηφίζοντας ΚΚΕ ψηφίζει το κόμμα που είναι δικό του, το κόμμα των εργατών, που  κουβαλά και ενσαρκώνει τις ελπίδες και την πίστη τους, τη θέλησή τους για έναν καλύτερο, πιο ανθρώπινο κόσμο, με περισσότερη αλληλεγγύη. Το να ψηφίζεις κομμουνιστές είναι να ψηφίζεις όλους αυτούς που παρά τις δυσκολίες και τη δυστυχία έδωσαν στο προλεταριάτο όλου του κόσμου την ελπίδα ενός δικαιότερου κόσμου, με τους αγώνες και τη θυσία τους.
              

Πέμπτη 11 Μαΐου 2023

ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΜΕ ΤΟ ΤΗΛΕΧΕΙΡΙΣΤΗΡΙΟ

Στην τηλεμαχία, μόνο κατ’ όνομα, των αρχηγών των έξι πολιτικών κομμάτων που εκπροσωπούνται στη βουλή, ακούστηκαν σε περίληψη οι γνωστές θέσεις των κομμάτων, με τους δημοσιογράφους στην πλειοψηφία τους να διαμορφώνουν ερωτήσεις για γνωστές απαντήσεις στα γενικά ζητήματα που είχαν αποφασιστεί. Κάποιες ελάχιστες ερωτήσεις ήταν στοχευμένες κι απαιτούσαν συγκεκριμένες απαντήσεις, (π.χ. για τις υποκλοπές στον Κ. Μητσοτάκη) ιδιαίτερα στους αρχηγούς των δυο πρώτων κομμάτων, ενώ και κάποιες άγγιζαν τα όρια της γραφικότητας (π.χ. ερώτηση για το ενεργειακό αποτύπωμα του Γ. Βαρουφάκη).
         Κι αυτή η τηλεμαχία δεν αποτελεί παρά ένα μικρό λιθαράκι σε μια δομή εξουσίας που έχει επενδύσει για την κυριαρχία της στη συναίνεση, χειραγωγώντας τις μάζες. Όσο με την ψυχολογική χειραγώγηση ελέγχεται η όποια λαϊκή δυσαρέσκεια, η κυρίαρχη εξουσία θα συνεχίζει να εμφανίζεται ως ήπια δύναμη με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς της βέβαια πάντα σε επιφυλακή ή σε επιλεκτικές δράσεις. Οι δε υποψήφιοι των εκλογών που θα προβάλλονται θα είναι όσοι εξαίρουν την ανωτερότητα της αστικής δημοκρατίας, δηλώνουν το σεβασμό τους για τις αγορές, εκφράζουν το θαυμασμό τους για τους επενδυτές, τονίζουν τη σημασία των εργοδοτών για τη δημιουργία του πλούτου. Η αστική τάξη πια δεν χρειάζεται να νοθεύει τις εκλογές, αρκεί να χρηματοδοτεί και να υποστηρίζει τους υποψηφίους της, που δεν βρίσκονται βέβαια μόνο σε ένα κόμμα. Με όλο το μηχανισμό των μέσων ενημέρωσης που ελέγχεται από την κυρίαρχη εξουσία έχει η τελευταία τη δυνατότητα να εμφανίζει σε ωραίες συσκευασίες κατασκευασμένους πολιτικούς, εκτελεστικά όργανα της άρχουσας τάξης. Κι αν όλα σχετικά με την πολιτική μας φαίνονται ψεύτικα, είναι επειδή είναι. Η εξουσία της κυρίαρχης τάξης διαποτίζει τα μέσα ενημέρωσης, τις διαδικτυακές υπηρεσίες μας, την τέχνη μας, κυριολεκτικά όλη την κυρίαρχη κουλτούρα, διαποτίζει τα πάντα σε τέτοιο βαθμό που να πείθει ότι αυτός ο κόσμος της αδικίας είναι ένας φυσικός και αποδεκτός κόσμος. 
            Γι’ αυτό και ο λόγος του ΚΚΕ για έναν άλλο κόσμο χωρίς εκμετάλλευση ανθρώπου από άνθρωπο, για έναν άλλο κόσμο που δεν στηρίζεται στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωση της παραγωγής απαξιώνεται σαν ουτοπικός και ανεφάρμοστος. Γιατί κοιτώντας και οι εκμεταλλευόμενες τάξεις με τα μάτια των εκμεταλλευτών τους θεωρούν απόλυτα φυσικό την επιδίωξη κέρδους ακόμα και από το νερό και το φαγητό των ανθρώπων. Κι έτσι αποδέχονται ως μεγάλη παραχώρηση αν και μόνο συζητείται η μείωσή κερδών από την εκμετάλλευση των βασικών αγαθών, όπως είναι το ηλεκτρικό ρεύμα. 
 Στην τηλεμαχία, συγκεντρωμένα και τα τέσσερα αστικά κόμματα που εκπροσωπούνται στη βουλή προσπαθούν να αναδείξουν τις διαφορές τους και καταλήγουν να διαφοροποιούνται από τις προσωπικότητες των αρχηγών τους. Μεγάλη η ποικιλία: Ο αλαζονικός πλούσιος γόνος μικροπολιτικός, ο καιροσκόπος πολιτικάντης, ο άχρωμος διεκπεραιωτής πολιτικών υποθέσεων, ο φασίστας πολιτικός απατεώνας, ο νάρκισσος κενολόγος. Όλοι τους κόπτονται για τα λαϊκά συμφέροντα, μιλούν εξ ονόματος των μεγάλων μαζών, κολακεύουν τους εργαζόμενους. Εκμεταλλεύονται τα οφέλη της τεχνολογίας για να προωθούν απλοϊκές αφηγήσεις που ενισχύουν τη δημοτικότητά τους. Λίγο πολύ μοιράζονται παρόμοια χαρακτηριστικά όσον αφορά τον τρόπο προβολής τους και τις αφηγήσεις που διαδίδουν. Τέτοια είναι η προβολή του αρχηγού ως αποφασιστικού ηγέτη με ισχυρή θέληση ή η παρουσίαση του ως σωτήρα με την αξιοποίηση της απογοήτευσης των πολιτών από τη διαφθορά και την ανικανότητα για αντιμετώπιση της φτώχειας και ανισότητας, η έμφαση σε ένα πρόβλημα, συνήθως η εγκληματικότητα ή το μεταναστευτικό, για να αυξηθεί το αίσθημα ανασφάλειας που συσπειρώνει και δικαιολογεί την κρατική βία, ο ισχυρισμός για τη τεχνοκρατική διέξοδο στην πολιτική. 
          Στις εμφανίσεις των πολιτικών στα μέσα ενημέρωσης περισσότερο σημασία δίνεται στη διαχείριση της πολιτικής και προσωπικής εικόνας των πολιτικών και λιγότερο λαμβάνεται υπόψη η αντιπαράθεση ιδεών και προγραμμάτων. Αν θεωρήθηκε επιτυχημένη η εμφάνιση του Κ. Βελόπουλου είναι γιατί ως γνώστης του τηλεοπτικού μάρκετινγκ, χωρίς αναστολές (δεν δίσταζε να πουλήσει επιστολές του Ιησού) αμύνθηκε με επίθεση, χρησιμοποίησε ένα λόγο απλό με μικρές φράσεις που μοιάζανε διαφανείς και με ανάλογη θεατρικότητα φάνηκε απόλυτα σίγουρος, ενώ εσκεμμένα το περιεχόμενο του λόγου του ήταν συγκεχυμένο. Όσοι θεώρησαν πετυχημένη την εμφάνισή του την είδαν ως θεατές. Μόνο που όταν ο πολίτης μεταμορφώνεται, χωρίς να το συνειδητοποιεί, σε απλό θεατή μιας εξουσίας σε αναπαράσταση, καταλήγει παθητικός και χειραγωγημένος πολίτης. 
          Έχουμε προχωρήσει σε μια εμπορική και υπερμεσολαβημένη εκδοχή της πολιτικής και στις εκλογές αυτό διογκώνεται, με τους πολιτικούς αρχηγούς να προσπαθούν να δαμάσουν την εικόνα τους. Κι αυτές συνεχίζουν, αν και σε μικρότερο ποσοστό από παλιότερα, να θεωρούνται από την πλειονότητα των ανθρώπων σε κάθε χώρα ως μια ευκαιρία για να μιλήσουν και ενδεχομένως να αλλάξουν την πολιτική της χώρας τους, ακόμη και όταν είναι σοκαρισμένοι που οι εκλογές απλά δεν το επιτρέπουν. Μόνο όμως όταν υπάρχει η πίεση από ένα οργανωμένο λαϊκό κίνημα η άρχουσα τάξη με τα κόμματά της μπορεί να διαπραγματευτεί, να υποχωρήσει και πραγματικά να αλλάξουν οι πολιτικές. Γι’ αυτό η ψήφος στο ΚΚΕ δεν είναι χαμένη ψήφος, επειδή αρνείται κυβερνητική σύμπραξη με αστικά κόμματα. Η πραγματική λαϊκή δύναμη δεν εκφράζεται με την ψήφο σε κόμματα με το κριτήριο του λιγότερου κακού, αλλά με την υπερψήφιση του ΚΚΕ που οργανώνει και κατευθύνει το λαϊκό κίνημα. 
          Στην ιδέα ότι οι εκλογές είναι η έκφραση της λαϊκής θέλησης, συμπυκνώνονται οι ευσεβείς πόθοι των λαϊκών μαζών, διαπαιδαγωγημένοι από την αστική προπαγάνδα ότι οι αστικές εκλογές επιτρέπουν στο μεγαλύτερο τουλάχιστον μέρος του πληθυσμού να εκφραστεί. Μόνο που δίνουν φωνή σε ψεύτικους φίλους, τί ήταν η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ, και αληθινούς εχθρούς, όπως ή κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη. Κι αν δεν αλλάζουν την κοινωνία οι εκλογές, όμως δίνουν την ευκαιρία για συσπείρωση των λαϊκών μαζών μέσα από το κομμουνιστικό κόμμα, για να δοθούν οι αγώνες σε όλα τα πεδία, στο δρόμο και στη βουλή.

Πέμπτη 27 Απριλίου 2023

ΣΟΣΙΑΛΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑΣ ΛΟΓΟΣ

 

Καθώς πλησιάζει ο χρόνος των εκλογών, το κυρίαρχο σύστημα επιτακτικά επιστρατεύει όλα τα θεσμικά μέσα που του παρέχει το κοινοβουλευτικό καθεστώς, και κυρίως τα μέσα μαζικής ενημέρωσης και κοινωνικής δικτύωσης, για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Γιατί η με τέτοιον τρόπο διαμορφωμένη  κοινή γνώμη δεν αντανακλά  παρά την πολιτική βούληση που προληπτικά υποβάλλει και επιβάλλει η κυρίαρχη τάξη, όταν είναι υποχρεωμένη να υπαχθεί στον εκλογικό έλεγχο. Επομένως  η ιδεολογική χειραγώγηση της κοινής γνώμης υπονομεύει τη σημασία των εκλογικών μαχών και το σύστημα των εκλογών γίνεται  ένα εργαλείο ιδεολογικής και πολιτικής διεύθυνσης, το οποίο χρησιμοποιείται για να ενισχυθεί και να νομιμοποιηθεί η ηγεμονία της άρχουσας τάξης. Παρόλο όμως που οι εκλογές μπορεί να επικυρώνουν έναν συσχετισμό δυνάμεων που έχει ήδη επικρατήσει, όμως αυτό δεν σημαίνει ότι δεν προσφέρονται, σε ένα βαθμό, ως πεδίο πάλης για τις υποτελείς τάξεις και ότι δεν μπορούν επομένως να παίξουν το διπλό ρόλο, της πολιτικής αγωγής και διαπαιδαγώγησης αφενός και της πάλης κατά της παθητικότητας των μαζών αφετέρου.    
             Και σ’ αυτές τις εκλογές ο λόγος των κομμάτων και κυρίως τα επιχειρήματα που επικαλούνται για να δικαιολογήσουν επιλογές και δράσεις τους είναι αποκαλυπτικός για το ρόλο τους στο πολιτικό κατεστημένο.  Και μπορεί να  εντάσσεται στις κοινοτυπίες των εκλογών η κολακεία προς τα λαϊκά στρώματα και οι υποσχέσεις βελτίωσης της ζωής τους, όμως γι’ αυτό δεν είναι λιγότερο σημαντικές αυτές οι συμπεριφορές, που δείχνουν την έγνοια της κυρίαρχης εξουσίας να αποσπάσει τη συναίνεσή τους. Η Ν.Δ, δια του αρχηγού της Κ. Μητσοτάκη υποκρινόμενου σωφροσύνη και μιλώντας περισπούδαστα περί δημοσιονομικού χώρου, μοιράζει υποσχέσεις για αυξήσεις μισθών, μειώσεις φορολογίας και άλλα μικροδωράκια της …γαλαντόμας εξουσίας του. Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλι και σ’ αυτές τις εκλογές αναπαράγει όλες τις αυταπάτες με τις οποίες παραπλάνησε  το εκλογικό σώμα πριν οκτώ χρόνια. Συνεχίζει να μιλά για συμμαχία προοδευτικών δυνάμεων, δεν φαίνεται να τολμά να επαναλάβει το σύνθημα για να φύγει η Δεξιά, αρκούμενος στην καταψήφιση του Κ. Μητσοτάκη, αναπαράγοντας τη μεταφυσική αντίληψη της αστικής δημοκρατίας σαν μιας αφηρημένης αιώνιας αρχής, που θα πρέπει οι δημοκρατικές δυνάμεις να βοηθήσουν να διατηρήσει την καθαρότητά της. Κεντρικό σημείο του πολιτικού του λόγου είναι από τη μια η ανεπάρκεια του Κ. Μητσοτάκη και από την άλλη, και κυρίως, η απαξίωση του ΚΚΕ που αρνείται την προτεινόμενη συμμαχία, η οποία υποτίθεται ότι  έχει σκοπό να εμποδίσει να πάρουν τα πολιτικά πράγματα αντιδραστική κατεύθυνση. Μόνο που επειδή σαν κυβέρνηση, με το τρίτο μνημόνιο που αποδέχτηκε και τη  νομοθέτηση των αντιλαϊκών πολιτικών που επέβαλε η ΕΕ, αλλά και σαν αντιπολίτευση που συνέπραξε με τη Ν.Δ ψηφίζοντας τα μισά από τα νομοσχέδια που έφερε στη Βουλή, η αξιοπιστία του ΣΥΡΙΖΑ αποδεικνύεται το λιγότερο προβληματική.
            Ο ΣΥΡΙΖΑ , παραπλανώντας με στομφώδεις υποσχέσεις, εκτίναξε το εκλογικό του αποτέλεσμα το 2012, στην αρχή της κρίσης, για να φτάσει να κυβερνήσει το 2015, οδηγώντας ουσιαστικά τους εργαζόμενους στην αποδοχή του status quo με την επιχειρηματολογία της ανυπαρξίας εναλλακτικής λύσης. Προσπάθησε να περιορίσει το εργατικό κίνημα σε μικροπρεπή κοινοβουλευτισμό, να ικετεύει ψίχουλα ενώ λιμοκτονεί, αποδυναμώνοντάς το και αποπροσανατολίζοντάς το. Κι αν στρέφεται, άλλοτε υπογείως και πλαγίως κι άλλοτε, ιδιαίτερα στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ευθύβολα εναντίον του ΚΚΕ είναι γιατί πραγματικά θεωρεί το ΚΚΕ αντίπαλό του, αφού εμπνέει και οργανώνει την εργατική τάξη.  Ο ΣΥΡΙΖΑ κάτω από μια υποτιθέμενη ριζοσπαστική μεταμφίεση αντιφρονούντα, με την πολιτική του που απαξίωσε την έννοια της αριστεράς και ευτέλισε κάθε αντισυστημικό λόγο, αποδείχτηκε φερέφωνο της άρχουσας τάξης.
Ο ρόλος της σοσιαλδημοκρατίας, δεκαετίες τώρα, έχει αποκαλυφτεί ότι, με πολιτική και λόγο που μεταμφιέζονται σε φιλεργατικούς, δεν είναι άλλος παρά να φέρει τη μάζα των εργαζομένων σε μια κατάσταση απάθειας και ανικανότητας να αντιδράσουν. Κι αυτό είναι απόλυτα εμφανές με τον ΣΥΡΙΖΑ, όπου κάθε κοινωνική και δημοκρατική του υπόσχεση και ευσεβής πόθος έγινε ανοιχτή προδοσία στα χρόνια διακυβέρνησής του. Κι αποδείχτηκε ανίκανος και τελείως απρόθυμος για την επίτευξη των συμφερόντων της εργατικής τάξης.  Όχι μόνο δεν οδηγεί, αλλά  εκτρέπει και παρεμποδίζει εργατικούς αγώνες και κινητοποιήσεις  για λογαριασμό του κεφαλαίου. Κι αν υπήρξε ένα θετικό από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ, δεν ήταν η ψευδεπίγραφη έξοδος από τα μνημόνια για την οποία επαίρεται, είναι το γεγονός ότι ανοιχτά πια διακηρύσσοντας την οπορτουνιστική του γραμμή, δεν μπορεί πλέον να τοποθετείται ως συνεχιστής του κομμουνιστικού κινήματος.   Γι’ αυτό τώρα  υπάρχει διάχυτη η αντίληψη ότι  είναι μόνο οι κομμουνιστές που με συνέπεια, αν και λοιδορούμενοι και συκοφαντημένοι, δεν σταμάτησαν να αγωνίζονται για τα συμφέροντα της εργατικής τάξης.
Σε κάθε εκλογική αναμέτρηση οι μετασχηματισμοί του πολιτικού και επικοινωνιακού λόγου συμπίπτουν με τις εσωτερικές ανακατατάξεις και αποφάσεις της κυρίαρχης τάξης που δεν εκφράζονται μόνο από ένα κόμμα, όπως είναι η Ν.Δ, αλλά και από όλα τα άλλα που είναι παραλλαγές της ίδιας ιδεολογίας και πολιτικής. Από τη σοσιαλδημοκρατία του ΣΥΡΙΖΑ και του ΠΑΣΟΚ που με το φιλεργατικό τους προσωπείο εγκλώβισαν το εργατικό κίνημα στην αστική ιδεολογία της ηττοπάθειας, μέχρι τα νεοπαγή κόμματα όπως το ΜΕΡΑ25 που τις σοσιαλδημοκρατικές αερολογίες καρυκεύει με ολίγον από οικονομία και τεχνολογίες με ψηφιακά ευρώ και τα ακροδεξιά, όπως η ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΥΣΗ που μέλη της μαλλιοτραβιούνται για λόγους που αυτοί ξέρουν, που συνεχίζουν τη δοκιμασμένη συνταγή της  πατριδοκαπηλείας, ΄στο εκλογικό σώμα  δίνεται η ψευδαίσθηση της επιλογής. Στην πραγματικότητα όμως υπάρχει μια επιλογή για να είναι «μόνοι τους και όλοι μας» στην υποστήριξη των εργατικών συμφερόντων. Για να υποστηριχτούν τα συμφέροντα των εργαζομένων, θα πρέπει να υπερψηφιστεί το ΚΚΕ, το κόμμα των εργαζομένων, η οργανωτική και καθοδηγητική δύναμη τους.

Τετάρτη 29 Μαρτίου 2023

ΕΝ ΟΨΕΙ ΤΩΝ ΕΚΛΟΓΩΝ

 

Στη Γερμανία παραλύει η χώρα από την απεργία για τις συλλογικές συμβάσεις εργασίας στις υπεραστικές συγκοινωνίες και μεταφορές, στη Γαλλία καλούν για δέκατη φορά από την αρχή των κινητοποιήσεων τα εργατικά συνδικάτα σε πανεθνική απεργία και διαδηλώσεις κατά της δυσμενούς για τους εργαζομένους μεταρρύθμισης του συνταξιοδοτικού. Στη χώρα μας, με την πλειοψηφία να διαδηλώνει γεμάτη οργή και θυμό για το εγκληματικό δυστύχημα στα Τέμπη, η πολιτική ηγεσία προσπαθεί να την χειραγωγήσει με υποκριτικές συγγνώμες και υποσχέσεις για αναζήτηση ευθυνών σε σταθμάρχες και σταθμαρχεία, συγκαλύπτοντας τις δικές της. Και γενικά, οι πολιτικοί και οι θεσμοί συνεχίζουν να  ισχυρίζονται ότι ενεργούν για λογαριασμό του λαού, ενώ δεν ακούν τα αιτήματά του και αδιαφορούν για τις ανάγκες του.
Με τον πόλεμο στην Ουκρανία να μαίνεται, τον ανταγωνισμό Κίνας και ΗΠΑ να καθορίζει τις παγκόσμιες εξελίξεις και με τις νέες αναταράξεις στο τραπεζικό σύστημα, την πτώχευση των δυο αμερικανικών τραπεζών και την έκτακτη συμφωνία διάσωσης της  προβληματικής Credit Suisse που αγοράστηκε από τη μεγαλύτερη τράπεζα της Ελβετίας τη UBS, φαίνεται ότι  η καπιταλιστική κρίση  είναι διαρκής και βαθιά, με τους εργαζόμενους να ζουν σε ένα κόσμο τεράστιας αβεβαιότητας. Το «ένστικτο» αναζήτησης κέρδους του κεφαλαίου πυροδοτεί χρηματοοικονομικούς κινδύνους και φούσκες περιουσιακών στοιχείων. Οι συγκρούσεις μεταξύ κεφαλαίου και εργασίας έχουν ενταθεί και έχουν αναδειχθεί ως η κύρια σύγκρουση στις καπιταλιστικές κοινωνίες, καθώς οι ιδιοκτήτες κεφαλαίων και νέων τεχνολογιών διατηρούν το μεγαλύτερο μέρος των πόρων υπό τον έλεγχό τους. Η μόνιμη κρίση που εξαθλιώνει  τους εργαζόμενους έχει αποδυναμώσει και στις μεγάλες δυτικές χώρες την ικανότητα της πολιτικής ηγεσίας να παραπλανά πετυχαίνοντας την απαραίτητη συναίνεση.   
Υπάρχει κάτι εκρηκτικό τα τελευταία χρόνια, στα οποία το ενδιαφέρον για την πολιτική από μεγάλα τμήματα του πληθυσμού φαίνεται να επανέρχεται, ενώ η πίστη σ’ αυτό το  πολιτικό σύστημα συνεχώς μειώνεται. Η περίφημη αστική μας δημοκρατία που προβάλλεται ως το καλύτερο δυνατό πολίτευμα έχει καταλήξει συνώνυμη με τις εκλογές, που αντιμετωπίζονται ως μια διαδικασία ιερή, η θεμελιώδης προϋπόθεσή της, που δεν θεωρείται απλώς ένα μέσο συμμετοχής σ’ αυτήν, αλλά έχει γίνει αυτοσκοπός. Οι ελεύθερες και δίκαιες εκλογές είναι το άπαν των διεκδικήσεων που επιτρέπεται στις λαϊκές διεκδικήσεις. Κάθε πρόβλημα, εθνικές εντάσεις, εγκληματικότητα, διαφθορά, οικονομικές ανισότητες κλπ. μπορεί να βρει τη λύση του με τις εκλογές που ανανεώνουν το προσωπικό της πολιτικής ηγεσίας. Το διαπιστώνουμε και στη χώρα μας, ιδιαίτερα στη ρητορική του ΣΥΡΙΖΑ, που και πάλι προπαγανδίζει τη νίκη του σε εκλογές ως τη μόνη  προϋπόθεση για να βελτιωθούν οι συνθήκες ζωής, όταν αποδείχτηκε ότι η πρώτη του εκλογική νίκη, παρά τις επαναστατικές του κορώνες, δεν διαφοροποίησε την μέχρι τότε εφαρμοζόμενη πολιτική.
Σίγουρα οι εκλογές λειτούργησαν αρκετά καλά τους δυο τελευταίους αιώνες και κατέστησαν δυνατή τη  διεύρυνση της αστικής δημοκρατίας. Μετά μάλιστα το 2ο παγκόσμιο πόλεμο, οι δυτικές δημοκρατίες κυριαρχούνταν από μεγάλα μαζικά κόμματα και ισχυρά λαϊκά κινήματα και στήριξαν αποτελεσματικά  τις  δομές του αστικού κράτους καθιστώντας τε έως και φιλικές σε λαϊκά αιτήματα. Συνδικάτα και κόμματα κατάφεραν να είναι κοντά στις ζωές των πολιτών, με αποτέλεσμα ένα εξαιρετικά σταθερό σύστημα, μεγάλη εμπιστοσύνη στα κόμματα και προβλέψιμη συμπεριφορά ψήφου. Κι ύστερα το αντίπαλο δέος της αστικής δημοκρατίας, τα σοσιαλιστικά κράτη, διαλύθηκε, το εργατικό κίνημα αποδυναμώθηκε, οι καπιταλιστικές κρίσεις έγιναν συνεχείς,  τα εμπορικά μέσα ενημέρωσης ανέλαβαν την κατασκευή της κοινωνικής συναίνεσης και οι ψηφοφόροι έγιναν καταναλωτές ιδεών και πληροφοριών. Και η δημοκρατία σταθεροποιήθηκε συρρικνωμένη στην επιλογή εκπροσώπων απ’ αυτούς που το πολιτικό σύστημα προωθεί και η ψηφοφορία κατέληξε να λειτουργεί  παραπλανητικά,  για να αποδέχονται οι πληθυσμοί  το παθητικό, ήρεμο ρόλο τους να  ανταποκρίνονται μόνο σ’ εκείνα τα σήματα που το κυρίαρχο σύστημα τους δίνει. Κι έτσι, με τα μέσα μαζικής ενημέρωσης, τη δυνατότητα χειραγώγησης της κοινής γνώμης, την ποικιλία κομμάτων κλώνων της κυρίαρχης εξουσίας, οι ψηφοφορίες σε εκλογές και δημοψηφίσματα καταλήγουν πολύ λίγα πράγματα να αλλάζουν στο πολιτικό σύστημα. Το αστικό κράτος με τις εκλογές αποκτά ειρηνικά τον έλεγχο των αστικών αντιπροσωπευτικών θεσμών.
Το εργατικό κίνημα ξέρει πια ότι η σύγχρονη αντιπροσωπευτική κυβέρνηση δεν  προσφέρει στην εργατική τάξη τη δυνατότητα να επιτύχει όχι τον σοσιαλισμό, αλλά έστω και ελάχιστη βελτίωση της ζωής της, και ούτε οι εκστρατείες γύρω από τις εκλογές είναι η σημαντικότερη πτυχή της δραστηριότητας των μαζών. Οι αστικές εκλογές με κανένα τρόπο δεν μεταβάλλουν ζητήματα εξουσίας και ανακατανομής πλούτου, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι δεν έχουν καμιά πολιτική σημασία. Η  συμμετοχή σ’ αυτές συμβάλλει στην ωριμότητα της εργατικής τάξης  και μπορεί οι εκλογές να γίνουν το βαρόμετρο της πολιτικής κίνησης των τάξεων και να αποκαλύψουν ρωγμές για να γίνουν ορατοί οι τρόποι που  η αστική τάξη βλέπει τις δικές της αντιφάσεις και φόβους και τον τρόπο αντιμετώπισής τους.
Και στη χώρα μας από χθες, με την ανακοίνωση του  καθορισμού της ημερομηνίας διεξαγωγής των εκλογών από τον πρωθυπουργό η εκλογική ρητορική των  αστικών κομμάτων θα αποκαλύψει, και ερήμην τους, τους κοινούς φόβους και  βαθύτερους σχεδιασμούς τους. Συγχρόνως, θα ενταθεί η δημαγωγική επιχειρηματολογία που θα θέλει να πείσει για τις αβυσσαλέες διαφορές ανάμεσα στα αστικά κόμματα. Μόνο που ιδιαίτερα μετά την οικονομική κρίση αποκαλύφτηκε ότι είναι συγκοινωνούντα δοχεία τα οποία εξυπηρετούν την ίδια πολιτική, ίσως με κάποια διαφορά ύφους ή συμπεριφοράς. Και απομένει μόνο το ΚΚΕ με τη διαφορετική πολιτική, γι’ αυτό σ’ αυτές τις εκλογές «όσο πιο ψηλά βρίσκεται το ΚΚΕ, τόσο πιο δυνατός γίνεται ο λαός για να διαμορφώσει πραγματικές θετικές εξελίξεις προς όφελός του».