Στα πλαίσια της κρίσης του καπιταλισμού με τα εγγενή
προβλήματα του χρηματοπιστωτικού συστήματός του και τη διάσωση των τραπεζιτών
που οδηγούν τους εργαζόμενους σε εξαθλίωση, ενώ επιβάλλουν τη λιτότητα στο
δημόσιο εκπαιδευτικό και υγειονομικό σύστημα, οι ειδήσεις όλα αυτά τα χρόνια
μοιάζει να επαναλαμβάνονται.
Στο
απυρόβλητο η κυρίαρχη τάξη που εμφανίζεται και μεγάθυμη με τις προσφορές της
στο φτωχό λαό. Ίσως γι’ αυτό ο πρωθυπουργός ευχαριστεί τους εκπροσώπους της
ένωσης ελλήνων εφοπλιστών για την ανταπόκρισή τους στο αίτημα της κυβέρνησης να
θεσπιστεί συμφωνία εθελοντικού χαρακτήρα για συνεισφορά τους 10% επί των
ετησίων κερδών τους από τα μερίσματα τους σε ελληνόκτητα πλοία. Από την άλλη η εκτελεστική εξουσία στην προσπάθειά της να
δείξει ότι εκπροσωπεί τη μεγάλη πλειοψηφία του λαού δείχνει πως παλεύει για τα
συμφέροντά του. Όπως κάνουν οι εκπρόσωποι της κυβέρνησης που καταλήγουν σε
συμφωνία με τους εκπροσώπους της Ένωσης ελληνικών Τραπεζών για το πλαίσιο της
νέας ρύθμισης για την προστασία της
πρώτης κατοικίας.
Κι επειδή
δεν υπάρχει αυτόματη μηχανιστική και ντετερμινιστική σχέση ανάμεσα σε μια
οικονομική δομή, όπως η καπιταλιστική, και στις προκύπτουσες κοινωνικές σχέσεις,
παρόλο που υπάρχει αναμφισβήτητη σχέση,
η κυρίαρχη υπεράσπιση του διαχωρισμού των θεσμών και ιδεολογιών του αστικού
κράτους από τις οικονομικές δομές γίνεται αποδεκτή προωθώντας και αυξάνοντας το
κύρος τους. Και γι’ αυτό όποτε καταπατείται κάθε έννοια δικαίου, όπως στην
καταδίκη της καθαρίστριας για την πλαστογράφηση απολυτήριου δημοτικού ή στην
ελαφρά ποινή του Ν. Γεωργιάδη για ασέλγεια σε ανηλίκους, νιώθουμε προδομένοι για τις αποφάσεις της δικαιοσύνης,
εφόσον επιμένουμε να αποσυνδέουμε τους νόμους από τα ταξικά συμφέροντα.
Όλα αυτά τα χρόνια, οι πολιτικές λιτότητας με μεγαλύτερη ένταση
συνεχίζουν να εγείρουν ερωτήματα τόσο σχετικά με τη
φύση της αστικής καπιταλιστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας όσο και σχετικά με
τη φύση και τις σκληρές επιπτώσεις της καπιταλιστικής οικονομίας στη ζωή των
εργαζομένων, με τον προβληματισμό σχετικά με την κοινωνική και οικονομική
ανισότητα να επεκτείνεται σε κάθε πεδίο της κοινωνικοοικονομικής ζωής.
Μπορεί λοιπόν η πολυδιαφημιζόμενη δημοκρατία να είναι δυνατή
σε μια καπιταλιστική χώρα, ελεγχόμενη από ιδιοκτήτες επιχειρήσεων και τραπεζών,
που είναι καταπιεστικοί για τους εργαζόμενους, που επιβάλλουν περικοπές σε
μισθούς, σε συνταξιοδοτικά και συνδικαλιστικά
δικαιώματα, σε κοινωνικές παροχές και παροχές κοινωνικής πρόνοιας; Μπορεί ο
καπιταλισμός και η δημοκρατία να συνυπάρχουν, με το βασικό βέβαια ερώτημα να παραμένει,
ποια η σημασία του όρου δημοκρατία; Είναι η ικανότητα να ψηφίζει κανείς κάθε
τέσσερα ή πέντε χρόνια για υποψηφίους που πρέπει να περάσουν από πολιτικούς μηχανισμούς για να
επιλεγούν; Γι’ αυτό και δεν είναι απλώς αποτέλεσμα
συμπτώσεων όλος αυτός ο συρφετός των
πολιτικών που εκδηλώνεται με όλες τις αποχρώσεις του γελοίου κι εκφράζεται με
όλα τα γλωσσικά σχήματα που παραπλανούν, από τη Θ. Μεγαλοοικονόμου και τον Π. Καμμένο μέχρι τη Μ. Σπυράκη και τον Ε.
Τσακαλώτο.
Εξάλλου, ο καπιταλισμός όλο και
περισσότερο αποκαλύπτεται πόσο αντιδημοκρατικές επιλογές μπορεί να προκρίνει
για τα συμφέροντά του. Ουσιαστικά περισσότερο πρόκειται για την παραπλάνηση,
την εξαπάτηση των λαϊκών στρωμάτων, ώστε
να διασφαλιστεί ότι η πλουτοκρατία, η καπιταλιστική τάξη, διατηρεί και αυξάνει
τον πλούτο της, τη δύναμη της και τον έλεγχό των λαϊκών μαζών με τη συναίνεσή
τους. Και κάνει καλή δουλειά με αυτό το
σύστημα της «αστικής δημοκρατίας» και το ιδεολογικό οπλοστάσιο της.
Ο καπιταλισμός στην
πραγματικότητα αυτοχαρακτηρίζεται, με
τους απλούστερους όρους που μπορεί να
οριστεί, ως το σύστημα όπου οι άνθρωποι
που θέλουν να προοδεύουν και να ξεχωρίζουν,
υπερβαίνοντας καταγωγή και οικονομική θέση, θα υπερέχουν και θα προοδεύουν, και μόνο όσοι δεν το επιθυμούν δεν το πετυχαίνουν. Και
είναι το όνειρο της ελευθερίας, της ευτυχίας και των ευκαιριών που δελεάζει ακόμα
και τους κατατρεγμένους στον κύκλο του
καπιταλισμού. Μόνο που η κοινωνική
κινητικότητα σε μια καπιταλιστική κοινωνία περιορίζεται σ’ ένα ελάχιστο ποσοστό
της εργατικής τάξης, αρκετό βέβαια για να χρησιμοποιείται ως απόδειξη του
εξισωτικού, ως προς τις ευκαιρίες, χαρακτήρα του καπιταλισμού.
Συγχρόνως,
δεν παραλείπεται να προωθείται ο κατακερματισμός της εργατικής τάξης με δυο βασικούς
τρόπους. Από τη μια εμφανίζεται στρωματοποιημένη κάθετα από διαφορετικές
κοινωνικές ομάδες, όπως ανειδίκευτοι εργάτες κι εξειδικευμένοι εργαζόμενοι, που
χαρακτηρίζονται από διαφορετικά επίπεδα ανταμοιβής, αυτονομίας, οικονομικής
δύναμης κλπ. Από την άλλη είναι στρωματοποιημένη και οριζοντίως, π.χ διαχωρίζεται
ανάλογα με το φύλο ή την φυλή. Και όλο και περισσότερο αναγνωρίζεται η ύπαρξη
διαφορετικών στρωμάτων μέσα στην εργατική τάξη για να πάψει να αναγνωρίζει το
σύνολο της εργατικής τάξης την ταυτότητα
των συμφερόντων της, στην βάση των οποίων να οργανωθεί και παλέψει. Για ν’ απομένει
ο θαυμασμός για κινήσεις θεάματος, όπου το μόνο αποτέλεσμα που επιδιώκεται
είναι η ενίσχυση της εικόνας κάποιων ομάδων ως δίκαιων τιμωρών. Στην παρούσα
συγκυρία σ’ αυτόν τον ρόλο φιλοδοξούν να
εμφανίζονται τα μέλη της ομάδας Ρουβίκωνα. Αυτά αναλαμβάνουν με τρικάκια κι απειλές σε γραφεία
να εκδικηθούν, ως αυτόκλητοι πληρεξούσιοι, για τις αδικίες που υφίστανται οι …ανίκανοι,
και κυρίως το κόμμα της εργατικής τάξης, ν’ αντιδράσουν εργαζόμενοι.
Κι επειδή
λοιπόν οι πολιτικές των αστικών κυβερνήσεων άλλη προτεραιότητα δεν έχουν παρά
την εξυπηρέτηση των καπιταλιστικών συμφερόντων, γι’ αυτό και στο σχεδιασμό
προγραμμάτων, στα σχέδια δράσης, στην
κυβερνητική νομοθεσία, τις εκπαιδευτικές πολιτικές, τις φορολογικές,
οικονομικές και πολιτικές απασχόλησης θα πρέπει ν’ αναζητείται η ταξική
προοπτική τους, ο προβληματισμός για ωφέλειες και απώλειες των εργαζομένων για
να υπάρξει αντίσταση σ’ αυτές τις πολιτικές και τα σχέδια.