Στη μεταπολίτευση, ο πολιτικός λόγος κατασκεύασε το νέο ιστορικό κοσμοείδωλο που συναρμολόγησε τα πρόσφατα αλλά και τα παλαιότερα γεγονότα του ελληνικού κινήματος με μια επιλεκτική ανάγνωση της ιστορίας. Έτσι τονίστηκε από τη δεκαετία ΄40-΄50 η μεγάλη λαϊκή συστράτευση με το ΕΑΜ, ενώ οι ταξικές συγκρούσεις, που οδήγησαν στον εμφύλιο, αποδόθηκαν απλώς στην κακοδαιμονία μας και τον ξένο παράγοντα. Αναδείχτηκε ο ανένδοτος για την υπεράσπιση της αστικής δημοκρατίας κι όχι οι ήττες της πολιτικής έκφρασης της αριστεράς, της ΕΔΑ, η αντίσταση κι όχι η απουσία της επί δικτατορίας. Μιλάγαμε γενικά για τον αντάρτη κι όχι για τον οργανωμένο στο κόμμα, για τον καπετάνιο κι όχι για το κομμουνιστικό κόμμα που τους οργάνωνε, τον λαό κι όχι τις συγκεκριμένες λαϊκές οργανώσεις. Χρησιμοποιώντας αναλυτικές κατηγορίες λαό/ εξουσία ισοπεδώναμε συγκεκριμένες τάξεις και στρώματα της ελληνικής κοινωνίας, εξαφανίζοντας την πάλη τους και την ιστορικότητά τους. Σ΄ όλη τη μεταπολίτευση έγινε προσπάθεια να οικοδομηθεί η πίστη στη διαχρονικότητα του κοσμοειδώλου ενός λαού, του ελληνικού, πέρα από ταξικούς διαχωρισμούς, που αφουγκράζεται, που παλεύει, που αντιστέκεται παντού και πάντα.
Κι είναι αυτή η εικόνα μας που ακόμα πιστεύουμε, πέρα από ταξικές συγκρούσεις ή κοινωνικοοικονομικά συμφέροντα. Γι’ αυτό και σ’ αυτή την κρίση τείνει να χρησιμοποιηθεί ως βασικό εργαλείο κατανόησής της η κατηγορία του εθνικού, που τείνει να πάρει τη μορφή σύγκρουσης Γερμανίας – Ελλάδας. Οι συγκεκριμένες αντιφάσεις των ετερόκλητων ταξικά στοιχείων που θίγονται από το μνημόνιο παρακάμπτονται. Και ούτε λόγος να γίνεται για τις αστικές πολιτικές δυνάμεις, σ’ όλη την Ευρώπη, που θεωρώντας πως κάθε πολιτική εξουσία δυνάμει αντιστρατεύεται την ελευθερία δράσης του κεφαλαίου επεδίωξαν και πέτυχαν μια ενοποίηση στα μέτρα των κυρίαρχων οικονομικών κέντρων τα οποία υπηρετούν, δηλαδή μια οικονομική ενοποίηση στο επίπεδο της αγοράς με ανύπαρκτη ταυτόχρονα την πολιτική εξουσία που θα μπορούσε να ελέγξει ακόμα και στα πλαίσια ενός αστικού καθεστώτος.
Συγχρόνως όμως αυτή η απελευθερωμένη άγρια, ανταγωνιστική αστική κοινωνία παράγει αυτές τις αντιθέσεις με τέτοια οξύτητα, που μπορεί να επανατροφοδοτήσουν τον αγώνα της Αριστεράς και μάλιστα της κομμουνιστικής. Στις στιγμές που οι κοινωνικές συγκρούσεις τείνουν προς την οξύτερη έκφρασή τους η συσπείρωση μεγάλων λαϊκών στρωμάτων με την Αριστερά έρχεται να οπλίσει και να δώσει το ιδεολογικό πρότυπο και το ιστορικό υπόβαθρο του πολιτικού τους αγώνα. Κι είναι αυτό που φοβίζει την κυρίαρχη εξουσία.
Μια εικοσαετία τώρα επιστρατεύτηκαν διανόηση και πολιτική για να υποστηρίξουν το τέλος των ιδεολογιών και για να αναδείξουν το καπιταλιστικό σύστημα ως το καλύτερο δυνατό που θα μπορούσε να υπάρξει. Και συνεχίζουν να το υποστηρίζουν, έχοντας την απαίτηση να το πιστεύουμε ακόμα και τώρα.
Κι εμείς, η πλειοψηφία των υποτελών τάξεων, παραπλανημένοι και οργισμένοι ψάχνουμε να δώσουμε μορφή στις κραυγές μας αναζητώντας ηγεσία και πολιτική έκφραση. Ακόμα συνεχίζουμε να δεχόμαστε το κοσμοείδωλο που μας προσφέρουν από πάνω για να δούμε τον εαυτό μας, στην καλύτερη περίπτωση καμωμένο από λαϊκές προσδοκίες …παλιάς κοπής και αιτήματα για συγκρούσεις άλλων εποχών, φιλοτεχνημένο όμως με βάση τις πολιτικές και κοινωνικές ανάγκες ηγετικών ομάδων που τα συμφέροντά τους ταυτίζονται μ’ αυτών των κυρίαρχων οικονομικών τάξεων και τους υπηρετούν. Τριάντα χρόνια με κραυγές και συνθήματα, με επείσακτες ιδεολογίες που αντιπροσώπευαν τα πνεύμα της ευκολίας, που βιώνονταν ως βασική αρετή, ...ξεχαστήκαμε και μοιάσαμε στο παραφθαρμένο είδωλό μας. Παρασυρθήκαμε από ένα χείμαρρο βουλιμίας προς πάσα κατεύθυνση. Τα μεγάλα και τα μικρά συμφέροντα καταβρόχθιζαν και καταβροχθίζουν τον τόπο και τους ανθρώπους και συνεχίζουν να το κάνουν, ενώ η διανόηση και η πολιτική με το λόγο τους συνεχίζουν ακόμα να σπάνε τα ρεκόρ της ασημαντολογίας.
Σ΄ αυτό το κοσμοείδωλο βρίσκει τη θέση του και ο εκατομμυριούχος βουλευτής που σύσσωμο το πολιτικό σώμα αναζητεί, θέλοντας να αντιμετωπίσει την περίπτωσή του σχεδόν σαν εξαίρεση, σαν κάτι το απροσδόκητο στην … άγια τάξη των πολιτικών πραγμάτων. Με κάτι τέτοιες ανάλογες περιπτώσεις θέλουν να αναπαραστήσουν έναν κόσμο δήθεν σε αταξία, που οι αντιθέσεις του οφείλονται σε ατομικές επιλογές και δράσεις, τις οποίες το κυρίαρχο σύστημα μπορεί να τιθασεύσει. Η περιπτωσιολογία παραμένει ασημαντότητα όταν δεν συνδέεται με τα γενεσιουργά αίτιά της, που είναι το ίδιο το πολιτικοοικονομικό σύστημα, το οποίο μένει στο απυρόβλητο.
Σ΄ αυτό το κοσμοείδωλο βρίσκουν τη θέση τους και οι δυο περιπτώσεις που το ΒΗΜΑ της Κυριακής ανέδειξε σε ένα δισέλιδο, η επιστολή του Αλ. Χαλβατζή, για τις εσωτερικές λειτουργίες του ΚΚΕ, και η επίσκεψη της Χρυσής Αυγής στη χαλυβουργία. Εδώ έχουμε το αντίστροφο σκεπτικό. Δυο περιπτώσεις που χρησιμοποιούνται για να απαξιωθούν εμμέσως πλην σαφώς ένα κόμμα κι ένας αγώνας απεργιακός. Από το μέρος στο όλον με λογικά άλματα και χάσματα.
Ο φόβος έχει εισβάλλει και στις τάξεις των ντόπιων κυρίαρχων τάξεων, μήπως και η αντίπαλη θεωρία, ιδεολογία και πράξη, που ανοίγει προοπτικές ανατροπής των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, οργανώσει λαϊκές τάξεις και στρώματα και διαμορφώσει ταξικές συνειδήσεις και ένα πολιτικό υποκείμενο ισοδύναμα αντίπαλό τους. Κι αν περισσότερο φαίνεται να στρέφονται τα πυρά ενάντια στο ΚΚΕ ίσως να συμβαίνει γιατί είναι αυτό που με την οργάνωσή του μπορεί να καταστήσει τις ιδέες του υλική δύναμη και να γίνει το αντίπαλο δέος του αστικού μπλοκ εξουσίας.