Πέμπτη 31 Μαρτίου 2022

ΕΝΑΣ ΟΧΛΟΣ

   Σε τηλεόραση και μέσα κοινωνικής δικτύωσης επαναλαμβάνονται  εικόνες, έξω από το σπίτι της συλληφθείσας για ανθρωποκτονία από πρόθεση του παιδιού της, ενός πλήθους εξαγριωμένου, που απαιτεί τιμωρία. Μαζεύτηκαν γεμάτοι οργή, γυναίκες και άντρες, κάποιοι με τα παιδιά τους, και  χαρακτηρίστηκε μάλιστα αυτός ο ωρυόμενος όχλος από κάποια μέσα επικοινωνίας λαοθάλασσα οργής και ήταν όλο αυτό μια εικόνα απελπισίας. Σαν όλοι αυτοί οι γείτονες, οι συμπολίτες της κατηγορούμενης για παιδοκτονία να μη βλέπουν άλλη διέξοδο παρά μόνο στη δύναμη του όχλου που θέλει με την ισχύ του ν’ αντικαταστήσει θεσμούς και νομικές διαδικασίες. Όλοι αυτοί μαζεμένοι επικοινωνούν μέσω της κοινής τους οργής κι αισθάνονται δυνατοί, ενθαρρυμένοι από τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης και επικοινωνίας. Τα οποία ουσιαστικά έχουν φέρει το λιντσάρισμα τύπου Άγριας Δύσης και την απαίτηση για σκληρή δικαιοσύνη στην εποχή του κυβερνοχώρου.    
          Όλος αυτός ο όχλος εμφανίζεται ως μια ανοργάνωτη μάζα από ετερογενή άτομα, που μοιάζει να έχουν ακυρώσει τα διανοητικά τους στοιχεία, ενώ αυξάνονται τα συναισθηματικά και  δεν χρειάζονται παρά μια ασήμαντη αφορμή για να ενδώσουν σε ξεσπάσματα ανεξέλεγκτης σκληρότητας. Είναι που τα άτομα καθώς αισθάνονται καταπιεσμένα από περιορισμούς χάνουν την ισορροπία και αυτοέλεγχο και αφήνονται στο έλεος συναισθημάτων και ενστίκτων. Όταν σχηματίζονται όχλοι, δημιουργούν έναν ισχυρό παράγοντα επιρροής που διαμορφώνει την ταυτότητα ενός χαρακτήρα ή ενός ατόμου. Η νοοτροπία του όχλου περιγράφει τον τρόπο με τον οποίο οι άνθρωποι επηρεάζονται από τους άλλους για να υιοθετήσουν ορισμένες συμπεριφορές, να ακολουθήσουν τάσεις. Ο όχλος ορίζεται κυρίως από την αμοιβαία επιρροή των συναισθημάτων που στη συνέχεια επιβάλλονται σε κάθε ένα από τα μέλη του. 
         Γιατί ο όχλος δεν αντιστοιχεί σε απλό άθροισμα των μερών του. Αυτό που χαρακτηρίζει ιδιαίτερα τον άνθρωπο του όχλου είναι η συνολική απώλεια του προσωπικού του εαυτού. Σε ένα πυκνό πλήθος, όχι μόνο πιέζεται το σώμα μας, αλλά και το πνεύμα μας. Ο ατομικός εαυτός μας βυθίζεται λογικά μέσα στο πλήθος, εξαφανίζεται στο πνεύμα του πιθανού όχλου. Ο όχλος έχει έναν δικό του εαυτό, και αυτός ο εαυτός είναι τόσο ισχυρότερος όσο περισσότερο καταναλώνει τον κάθε ατομικό εαυτό.  Μέσα στον όχλο το άτομο νιώθει να απελευθερώνεται από κάθε δεσμό που το συγκρατεί.
        Η ενότητα του πλήθους εκδηλώνεται στο γεγονός ότι τα μέλη της στρέφουν το ενδιαφέρον τους στο ίδιο αντικείμενο, αναστέλλοντας τις παρορμήσεις και  τα μεμονωμένα ερεθίσματα και υποβάλλονται σε μια συναισθηματική αλληλεπίδραση.  Όταν ο άνθρωπος γίνεται μέρος ενός όχλου ενεργεί εντελώς διαφορετικά από ό,τι μπορεί να υποδηλώνει η τυπική προσωπικότητά του. Ο όχλος ασκεί επιρροή στον εαυτό του.
         Ο όχλος βέβαια διαφέρει από οργανωμένα σύνολα ατόμων με στόχους και σκόπιμες δράσεις.   Σε ένα αστικό δημοκρατικό σύστημα, ένα οργανωμένο σύνολο είναι αυτό που καλείται γενικά λαός,  είναι η κοινότητα που σχηματίζεται από όλους τους πολίτες και στην πραγματικότητα  είναι μια αφαίρεση, ένα ιδανικό πάνω στο οποίο στηρίζεται  η συμβίωση μας στην οργανωμένη μας πολιτικά κοινωνία. Η επικράτηση του  κανόνα της πλειοψηφίας είναι μια προσέγγιση του τι «θέλει» ο λαός. Καθώς η δημοκρατία δεν εξαντλείται στην ψηφοφορία και η πλειοψηφία δεν μπορεί να επιβάλει τα πάντα, σε μια ιδεατή λειτουργία της,  οι πολίτες πρέπει να μπορούν να εκφραστούν μεταξύ δύο εκλογών, εφόσον η αστική δημοκρατία παραμένει σε μεγάλο βαθμό βασισμένη στην εκπροσώπηση. Σ’ αυτόν  το λαό, σ’ αυτό το σύνολο των ανθρώπων η συμπεριφορά τους είναι αποτέλεσμα συζητήσεων στις οποίες τα άτομα παίρνουν αντίθετες θέσεις, οι διαφορετικές θέσεις των ατόμων συγκρούονται μεταξύ τους και διαφωτίζουν η μια την άλλη,  καθορίζονται οι δράσεις τους μέσω συζητήσεων και διαβουλεύσεων. Οι σχέσεις του συνόλου και του μέρους αλληλεπιδρούν και καθοδηγούνται από λογικό προβληματισμό, χωρίς να εξαφανίζεται το αίσθημα ευθύνης. Όπως γίνεται και με όλες τις λαϊκές διεκδικήσεις, με όλα τα πλήθη που διεκδικούν και αγωνίζονται.
        Οι συγκεντρώσεις ανθρώπων όταν τα συναισθήματα και οι ιδέες όλων των ατόμων προσανατολίζονται προς την ίδια κατεύθυνση, δεν σημαίνει ότι μετατρέπονται σε όχλο. Σημείο εκκίνησης της διαδικασίας σχηματισμού του όχλου είναι η εξάρθρωση της συνειδητής προσωπικότητας, η κυριαρχία συναισθημάτων με ομοιομορφία στη συμπεριφορά που βασίζεται σε ένστικτα. Μπορεί οι άνθρωποι να είναι κατά κανόνα πλάσματα αβλαβή, καλοκάγαθα, αδιάφορα όχι μοχθηρά, όμως σαν όχλος τα χειρότερα ένστικτα παίρνουν φωτιά στη στιγμή και αυτή εξαπλώνεται σε όλους. Και το χειρότερο είναι ότι  μπορεί να προωθηθεί η δημιουργία ενός τέτοιου όχλου και  να χειραγωγηθεί, όπως στην περίπτωση της Πάτρας. Μήνες τώρα αλλεπάλληλες τηλεοπτικές εκπομπές με υπονοούμενα, που στηρίζονταν σε υποψίες και τα ονόμαζαν έρευνα, από δημοσιογράφους  (όπως τη Νικολούλη, που στο παρελθόν δεν δίστασε να κατηγορήσει για εκτελεστή της 17 Νοέμβρη τον Π. Κοροβέση, φωτογραφίζοντάς τον με ένα ενυπόγραφο άρθρο) ,  διόγκωναν και συντηρούσαν συναισθήματα οργής που εκφράστηκαν με τον όχλο έξω από το σπίτι της οικογένειας της κατηγορουμένης. 
         Κι όσο χειροτερεύουν οι συνθήκες διαβίωσης και όσο  η οργή και ο θυμός θα γιγαντώνεται τόσο τηλεοπτικές εκπομπές, βουλευτές και δημοσιογράφοι θα την εκτρέπουν μακριά από αυτούς που καθορίζουν την κοινωνικοπολιτική ζωή και ελέγχουν την οικονομία. Ένας δολοφόνος εδώ, ένας διαφορετικός εκεί, μια μειοψηφία παραπέρα θα βρίσκεται κάθε φορά να απορροφά τη γιγαντωμένη οργή, με παρατρεχάμενους της εξουσίας να υπόσχονται αυστηρότερες ποινές, μέχρι και επαναφορά της θανατικής καταδίκης, για να χειραγωγηθεί αυτός ο όχλος που οδηγείται μεθοδικά στον κανιβαλισμό των συνανθρώπων του. Το μίσος που εκδηλώνεται με την απαίτηση τιμωρίας πέρα από θεσμούς στα όρια της αυτοδικίας, η αναζήτηση ενόχων για την επιδείνωση των κοινωνικών συνθηκών εκεί όπου παρατρεχάμενοι της εξουσίας υποδεικνύουν, η αξίωση για μεγαλύτερη σκληρότητα είναι ενδείξεις του εκφασισμού μιας κοινωνίας που βλέπει τη σωτηρία της όχι στην αγωνιστική διεκδίκηση των δικαιωμάτων της, αλλά στην ευκαιρία να εκφράζει το μίσος της.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2022

ΟΨΕΙΣ ΙΔΙΟΥ ΝΟΜΙΣΜΑΤΟΣ

Η ρωσική εισβολή στην Ουκρανία έχει προκαλέσει μια ταχεία καταδίκη από το σύνολο των δυτικών δημοκρατιών, με άμεσες κυρώσεις που στοχεύουν ρωσικές τράπεζες και  στρατιωτικές εξαγωγές, χωρίς να υπολείπεται και ο αποκλεισμός της Ρωσίας από πολιτιστικές  και αθλητικές εκδηλώσεις. Η ταχύτητα μιας τέτοιας διεθνούς,  που σημαίνει δυτικής αμερικανοκαθοδηγούμενης,  ανταπόκρισης δεν μπορεί παρά να προβληματίσει σχετικά με την έλλειψη μιας τέτοιας αντίδρασης  σε άλλες συγκρούσεις σε όλον τον κόσμο. Γι’ αυτό και μοιάζει αυτονόητο ειδήμονες των μέσων ενημέρωσης, δημοσιογράφοι και πολιτικές προσωπικότητες, να κατηγορούνται για διπλά κριτήρια, καθώς χρησιμοποιούν τα μέσα ενημέρωσης για να εγκωμιάζουν την ένοπλή αντίσταση της Ουκρανία στα ρωσικά στρατεύματα, αλλά και να  καλλιεργούν τον αποτροπιασμό για το πώς μια τέτοια σύγκρουση είναι δυνατό να συμβεί σε ένα πολιτισμένο έθνος. Είναι που η ευαισθησία μας δεν ενεργοποιείται για χώρες όπως το Ιράκ, το Αφγανιστάν ή η Συρία, όπου οι πόλεμοι, που τους  εξάγει η Δύση,  μαίνονται για δεκαετίες. Γιατί αυτοί  δεν αφορούν ούτε επηρεάζουν άμεσα τις δυτικές δημοκρατίες του καπιταλισμού και τους λευκούς Ευρωπαίους, προς δόξαν του ρατσισμού που η Δύση αποκηρύσσει λεκτικά. Η Ουκρανία όμως θεωρείται μια σχετικά πολιτισμένη, σχετικά ευρωπαϊκή χώρα, ακριβώς γιατί θα πρέπει να διαχωριστεί από τη Ρωσία, που θεωρείται πια το διαφορετικό και ξένο. Οι αντίπαλοι συνασπισμοί πρέπει να οριοθετηθούν για να στοιχηθούν και οι λαοί από πίσω τους δίνοντας το αίμα και τις σάρκες τους. 
        Και καθώς οι πόλεμοι, οι τρομοκρατικές επιθέσεις, οι εξεγέρσεις και οι αντιλήψεις μας για όλα τα μεγάλα παγκόσμια γεγονότα επηρεάζονται έντονα από τις εικόνες που βλέπουμε γι’ αυτά, η επιρροή των μέσων ενημέρωσης είναι καθοριστική για τη διαμόρφωση της κοινής γνώμης. Ο πρώτος παγκόσμιος πόλεμος ήταν η πρώτη μεγάλη σύγκρουση που φωτογραφήθηκε και παρουσιάστηκε σε εφημερίδες, ενώ το φωτορεπορτάζ και η κινηματογράφηση διαδόθηκαν ευρέως κατά τη διάρκεια του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Μερικές δεκαετίες αργότερα ο πόλεμος του Κόλπου ήταν ο πρώτος που μεταδόθηκε ζωντανά από την τηλεόραση,  εστιάζοντας μόνο στο τεχνικό μέρος της διεξαγωγής του, σαν ένα βιντεοπαιχνίδι, όπου οι απώλειες και η οδύνη των ανθρώπων  στον πόλεμο διαγράφονται σαν να μην υπάρχουν. Και μετά από μια δεκαετία στη συλλογική μνήμη καταγράφηκαν ζωντανά τα πλάνα του αεροπλάνου που χτυπά τον πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου. Οι εικόνες λοιπόν δεν μας πληροφορούν  απλώς για παγκόσμια γεγονότα που δεν μπορούμε να δούμε άμεσα, αλλά διαμορφώνουν επίσης την κατανόηση και την εμπλοκή μας με τον ανθρώπινο πόνο που απεικονίζουν.                                                                                  Γι’ αυτό και σ’ αυτόν τον πόλεμο της Ουκρανίας έχει οργανωθεί μια τεράστια επιχείρηση των μέσων ενημέρωσης για να κατασκευαστεί η πραγματικότητα που θα μας πείσει για το δίκιο της πολιτικής των ΗΠΑ και της ΕΕ. Κι επειδή τις τελευταίες δεκαετίες η πλειοψηφία των μέσων ενημέρωσης ξανοίγονται σε μεγάλες δουλειές στα χέρια ολιγαρχών επενδυτών, η εξουσία πια δεν χρειάζεται να εισβάλει στα περισσότερα δημοσιογραφικά γραφεία, αφού τα τελευταία ταυτίζονται με  τα γραφεία της κυρίαρχης εξουσίας των καπιταλιστών που κατέχουν τα μέσα ενημέρωσης. Και οι πιο πολλοί δημοσιογράφοι χωρίς καν ηθικό έρεισμα, έχοντας αναγνωρίσει ό,τι αξίζει να πουληθεί, συμπεριφέρονται σαν υπάλληλοι που ακολουθούν οδηγίες των εργοδοτών τους, καταρρίπτοντας τον μύθο για την ανεξαρτησία της τέταρτης εξουσίας που ελέγχει την εκτελεστική. Κι επειδή η κοινή γνώμη αποδεικνύεται εξαιρετικά ασταθής, η χειραγώγησή της μπορεί να είναι αποτελεσματική ιδιαίτερα όταν χρησιμοποιείται από κυβερνώντες που ενσωματώνουν την ισχύ της κυρίαρχης τάξης στη δράση τους.  Με τον ουκρανικό λοιπόν πόλεμο αποκαλύπτεται  πως τα μέσα ενημέρωσης λιγότερο ενημερώνουν για τις εξελίξεις και περισσότερο ανακυκλώνουν εικόνες και πληροφορίες που αντιστοιχούν σε προπαγανδιστικές επιχειρήσεις και αντανακλούν πολύ αμυδρά την πραγματικότητα.
       Σ’ αυτήν την πραγματικότητα, η προοπτική ενός εξαιρετικά επικίνδυνου και καταστροφικού πολέμου για όλους τους λαούς της περιοχής είναι εξαιρετικά υψηλή και ανησυχητική. Η επιθυμία  των ΗΠΑ και του ΝΑΤΟ, που ήταν εχθρικά σε διεκδικήσεις των ανθρώπων για βελτίωση της ζωής τους για περισσότερο από εβδομήντα χρόνια και πρωταγωνιστούσαν στη διάλυση χωρών  και στην καταστροφή τους, για να περικυκλώσουν τη Ρωσία, άνοιξαν το δρόμο για τις σημερινές συγκρούσεις. Από την άλλη, ως ένα βαθμό, ο λόγος του Πούτιν  συναντά ευκαιριακά τις ανησυχίες που βιώνουν οι δυτικές κοινωνίες. Ανησυχίες που ξεπηδούν από το φόβο, που δεν βλέπει τις αιτίες στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής, τον οποίο ενεργοποιεί η παγκοσμιοποίηση για τυποποίηση  και έλεγχο της κοινωνίας, ομογενοποίηση  και φτωχοποίηση του τρόπου ζωής. Και αναζητείται  η αιτία στη  λήθη των παραδόσεων και στον κίνδυνο για  την εύρυθμη λειτουργία της δημοκρατίας. Τα λαϊκιστικά κόμματα, που αλληθωρίζουν προς το φασισμό, και όλο και περισσότεροι διανοούμενοι επικρίνουν την αδυναμία ή τη διαφθορά των ηγετών, την ανοχή που έχει γίνει εφησυχασμός απέναντι στις μειονότητες, τη λήθη των χριστιανικών ριζών της ηπείρου, την πτώση του πατριωτικού πνεύματος, την αποσύνθεση της εθνικής ταυτότητας. Ο λόγος λοιπόν του Πούτιν, όπως και αυτός του Τραμπ, παρουσιάζεται ως αυτός που αντιτίθεται στην πολιτική ορθότητα, ως  αυτός που εκφράζει τον άνθρωπο του λαού που «λέει τα πράγματα με το όνομά τους». Παρουσιάζει τη Ρωσία ως το προπύργιο ενάντια στην αμερικανικού τύπου τυποποίηση του κόσμου.
        Μόνο που  η πολιτική του ΝΑΤΟ κι εκείνη της Ρωσίας είναι οι δυο όψεις του ίδιου νομίσματος, που δεν ξεπερνά τις καπιταλιστικές αντιθέσεις και τους ιμπεριαλιστικούς ανταγωνισμούς.  Για το σκοπό αυτό ενεργοποιείται ξανά η ευρωπαϊκή ενότητα ενάντια στη ρωσική ετερότητα. Η Ρωσία του Β. Πούτιν προσφέρει μια εναλλακτική στον άγριο καπιταλιστικό φιλελευθερισμό  εν μέσω κρίσης, χωρίς αυτός να απειλείται.  Και η Δύση τον ονοματίζει εχθρό της και οι ελεύθεροι αστοί πλειοδοτούν σε χαρακτηρισμούς εναντίον του, απαιτώντας από όλους δηλώσεις νομιμοφροσύνης, ότι καταδικάζουν την εισβολή,  για να έχουν το δικαίωμα εκφοράς γνώμης για τον Ουκρανικό πόλεμο. Κι έτσι η σύγκρουση μετατοπίζεται στο πεδίο που επιθυμούν οι ιμπεριαλιστές, με τους λαούς να βρίσκονται με την πλάτη στον τοίχο, καθώς σταδιακά μορφοποιείται  ο εχθρός και καλλιεργείται το μίσος που θα κάνει πρόθυμους τους λαούς να σκοτωθούν για τα συμφέροντα των ιμπεριαλιστών, αλλά εν ονόματι της δημοκρατίας και της ελευθερίας.

                

 

Πέμπτη 17 Μαρτίου 2022

ΑΠΗΧΗΣΕΙΣ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ


Από την Ουκρανία, τρεις εβδομάδες μετά τη ρωσική εισβολή  συγκεχυμένες είναι  οι  πληροφορίες για τα τεκταινόμενα στο μέτωπο του πολέμου και συνεχείς οι αλληλοκατηγορίες μεταξύ Ρώσων και Ουκρανών για επιθέσεις σε αμάχους, των οποίων η δραματική κατάσταση κορυφώνεται. Στην πολιορκούμενη Μαριούπολη το δημοτικό συμβούλιο ανακοίνωσε βομβαρδισμό του θεάτρου, όπου είχαν βρει καταφύγιο άμαχοι, ενώ η Ρωσία με ανακοίνωσή της διέψευσε πως βομβάρδισε το κτίριο. Ο Πρόεδρος Μπάιντεν ανακοίνωσε επιπλέον 800 εκατομμύρια δολάρια σε βοήθεια για την ασφάλεια, για να βοηθήσει την Ουκρανία να αμυνθεί κατά της εισβολής της Ρωσίας, λίγες ώρες αφότου ο Πρόεδρος Β. Ζαλέσκι έκανε μια ακόμα έκκληση για βοήθεια στο Κογκρέσο των ΗΠΑ, μια από τις δεκάδες παθιασμένες που επαναλαμβάνει τακτικά. Παρόμοια μίλησε την επόμενη μέρα  και στη Γερμανική Βουλή, κατηγορώντας τους Γερμανούς για τις οικονομικές σχέσεις με το Ρώσο πρόεδρο και απαιτώντας στρατιωτική υποστήριξη, εν μέσω χειροκροτημάτων. Συμβολικά γεγονότα που αξιοποιούνται  ως αφηγήσεις πάνω στις οποίες οικοδομείται η κυρίαρχη  ιδεολογία.
          Εν τω μεταξύ οι εχθροπραξίες συνεχίζονται, οι κυρώσεις εις βάρος της Ρωσίας χρεώνονται όλα τα προβλήματα που προκύπτουν από την ενεργειακή κρίση, η οποία είχε ξεκινήσει πολύ πριν τις  ρωσικές στρατιωτικές επιχειρήσεις, και οι φωνές της προπαγάνδας αυξάνουν την ένταση τους σε βαθμό κώφωσης. Η ρητορική περί του διεθνούς δικαίου χρησιμοποιείται από τη Δύση ως ένα βολικό ιδεολογικό όργανο δικαίωσης της δικής της πολιτικής και καταδίκης των αντιπάλων της. Οι κατηγορίες για την περιφρόνηση της Ρωσίας προς τη διεθνή τάξη βασίζεται εν πολλοίς στην επιλεκτική ανάγνωση των διεθνών κανόνων από τη Δύση. Η επίκληση του δικαίου προσπαθεί να κρύψει επιμελώς ότι οι ίδιες οι ΗΠΑ έχουν φτωχό ιστορικό στην τήρηση ακριβώς αυτής της διεθνούς τάξης, που μετά τον πόλεμο βοήθησαν κι αυτές  να δημιουργηθεί. Η προώθηση της δυτικής δημοκρατίας, στα πλαίσια πάντα του διεθνούς δικαίου,  έχει χρησιμοποιηθεί πολύ επιλεκτικά σε Μ. Ανατολή ή Β. Αφρική, απλά ακολουθώντας ένα ρεαλιστικό σενάριο, με φιλελεύθερη γλώσσα, υποστήριξης των δυτικών συμφερόντων, που επιδιώκει την αλλαγή καθεστώτος προς το φιλικότερο στις δυτικές δημοκρατίες. Εξάλλου το έχουμε διαπιστώσει πως τα κράτη, ιδιαίτερα τα ισχυρά, σπάνια τηρούν τις περιοριστικές έννοιες του διεθνούς δικαίου, επειδή ακριβώς έχουν τη δύναμη να το παραβιάζουν, ιδίως όταν αντιμετωπίζουν εμπόδια στην  γεωπολιτική σφαίρα συμφερόντων τους. Η Ρωσία λοιπόν, ένα ισχυρό καπιταλιστικό κράτος, έχει παραβιάσει για άλλη μια φορά την καθιερωμένη αρχή της εδαφικής κυριαρχίας, ακριβώς λόγο των άμεσων συμφερόντων στην γειτονιά της.
         Καθώς εκτυλίσσεται ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής και στις δυο πλευρές σπεύδουν να κατηγορήσουν την άλλη πλευρά ότι είχε υποθάλψει την επιθετικότητα. Η Δύση ενεργεί σαν η προστασία της κρατικής κυριαρχίας να ήταν πάντα η μόνη πιο σημαντική κινητήρια δύναμη των δυτικών πολιτικών, υποβαθμίζοντας τη σημασία της εμφάνισης νεοφασιστών στην Ουκρανία, ενώ η Ρωσία αντιμετωπίζοντας τη νατοϊκή εξάπλωση ως άμεση απειλή  εφάρμοζε εκβιαστικές πολιτικές έναντι της Ουκρανίας. Από τη Δύση η ώθηση  προς μια μεγαλύτερη στρατιωτική παρουσία του ΝΑΤΟ στις πρώην σοβιετικές δημοκρατίες παρουσιάζεται ως ένδειξη ενότητας του ΝΑΤΟ απέναντι σε μια εξωτερική απειλή, που δεν κατανομάζεται.  Από κοντά και οι δυτικοί διαμορφωτές κοινής γνώμης και πολιτικοί επικροτούν την επέκταση ενός καθεστώτος κυρώσεων στη Ρωσία που σε συνδυασμό με την προώθηση της ενότητας του στρατιωτικού μπλοκ του ΝΑΤΟ τροφοδοτεί την απομόνωση της Ρωσίας ως ξένου.   
        Στις διεθνείς σχέσεις  το παιχνίδι ευθυνών βασίζεται σε επιλεκτικές ερμηνείες του σωστού και του λάθος που αδυνατεί να διακρίνει μακροπρόθεσμα αποτελέσματα αυτών των στρατηγικών. Εξάλλου τα μέσα ενημέρωσης και στις δυο πλευρές αυξάνουν τις εχθρικές συμπεριφορές μεταξύ των πληθυσμών της Δύση και Ρωσίας, με τους δυτικούς μάλιστα να στενεύουν τη βάση των συζητήσεων συγκρίνοντας Πούτιν και Χίτλερ. Όσο για το Διεθνές Δίκαιο, είναι ένα ιδιαίτερα χρήσιμο ιδεολογικό όργανο ιμπεριαλιστικής επέκτασης, που της δίνει ηθική κάλυψη.   
        Στην Ουκρανία οι ΗΠΑ, αλλά και η Ρωσία, έχουν υποστηρίξει σιωπηρά ομάδες και άτομα με αμφισβητούμενο υπόβαθρο κι αυτή η  αδιαφανής υποστήριξη προς διχαστικές  πολιτικές δυνάμεις μπορεί να οδηγήσει  σε απώλεια ελέγχου. Γίνονται αναφορές για βοήθεια της Ρωσίας σε αντάρτες στην Ανατολική Ουκρανία, ενώ η Δύση δεν δίστασε να προσφέρει  υποστήριξη σε προσωπικότητες και δίκτυα που κάθε άλλο παρά μοιράζονται τις περιβόητες αξίες των δυτικών θεσμών και κατηγορούνται για φασιστικό πραξικόπημα το 2014. Παρέχοντας υποστήριξη και υποθάλποντας διχαστικές πολιτικές στην Ουκρανία, ιδίως υπερεθνικιστές και από τις δυο πλευρές, τόσο η Ρωσία όσο και η Δύση κλιμάκωσαν αντί να περιορίσουν τη σύγκρουση.
         Το τελικό ερώτημα είναι τι θα συμβεί στην παγκόσμια τάξη πραγμάτων εάν ο πόλεμος λήξει με τη νίκη της Ρωσίας και πόσο μεγάλος είναι ο κίνδυνος οι κυρώσεις που επιβλήθηκαν σε αυτήν από τον δυτικό κόσμο να αυξήσουν απότομα τον παγκόσμιο  οικονομικό κίνδυνο. Γιατί οι αντιδράσεις σε κρίσεις πρέπει να λαμβάνουν υπόψη τις πιθανές μακροπρόθεσμες επιπτώσεις και τους συγκεκριμένους στόχους σχετικά με την κατάσταση μετά την κρίση. Κι αν φαίνεται αυτό να μην ενδιαφέρει τους άμεσα ή έμμεσα εμπλεκομένους, είναι γιατί αυτό για το οποίο αδιαφορούν είναι η τύχη των λαών, οι οποίοι μοιάζουν να άγονται και να φέρονται κατά τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Τα γεγονότα έχουν παρουσιαστεί με υπεραπλουστευμένο τρόπο από τη δυτική προπαγάνδα, ξανά το μανιχαϊστικό σχήμα της πάλης του καλού με το κακό,  που πασχίζει να αναδείξει τον Ζελένσκι σε ήρωα και τον Πούτιν σε τύραννο. Και φυσικά οι ανθρωπιστικές αξίες και το διεθνές δίκαιο χρησιμοποιούνται κατά κόρον ως ρητορικά εργαλεία, συμβάλλοντας στην αύξηση παρά στη μείωση των εντάσεων, καθώς η υποκρισία είναι διάχυτη από όλες τις πλευρές, χωρίς να γίνεται λόγος για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα που κατευθύνουν τις επιλογές των κυβερνώντων.   
       Αν κάτι αποκαλύπτει η ουκρανική κρίση είναι  ότι θεμελιώδεις μηχανισμοί στις διεθνείς κρίσεις παραμένουν όπως ήταν πριν από εκατό χρόνια. Η τρέχουσα μάλιστα έκτακτη ανάγκη στην Ουκρανία είναι πλούσια σε ιστορικές απηχήσεις. Αν ψάχνουμε λοιπόν  για χρήσιμες ιστορικές αναλογίες που μπορεί να βοηθήσουν στην κατανόηση της παρούσας κρίσης, ίσως ο μήνας που ακολούθησε τη δολοφονία του διαδόχου του θρόνου της Αυστροουγγρικής Αυτοκρατορίας, Αρχιδούκα Φραντς Φερδινάνδου, στο Σεράγεβο, τον Ιούνιο του 1914, να προσφέρεται για ιστορικές συγκρίσεις, με το κουβάρι των συμμαχιών που προέκυψαν και την αδυναμία των πολιτικών της εποχής να επικεντρωθούν στον αυξανόμενο κίνδυνο από τις απαιτήσεις των συμφερόντων, τις δεσμεύσεις των  συμμαχιών και  τις απειλές που οδήγησαν την Ευρώπη στο γκρεμό.
        Η κρίσιμη διαφορά με τώρα δεν είναι τόσο ότι  δεν υπάρχουν δύο ανταγωνιστικές συμμαχίες, κι ας στοιχήθηκε όλη η Δύση πίσω από το ΝΑΤΟ, αλλά κυρίως η χρήση πυρηνικών όπλων και από τις δυο πλευρές  που καθιστά  απίθανη μια άμεση σύγκρουση μεταξύ των Ηνωμένων Πολιτειών και της Ρωσίας,  ενώ συγχρόνως σε καμιά περίπτωση δεν φαίνεται να υπάρχει  προθυμία μεταξύ των δυτικών πολιτών να πεθάνουν για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας. 
     Όσον αφορά και  στις συγκρίσεις με το β΄ παγκόσμιο πόλεμο, όπως με τη συμφωνία του Μονάχου το 1938, που Αγγλία και Γαλλία πρόσφεραν στον Χίτλερ το τμήμα της Τσεχοσλοβακίας στη Σουδητία, μάλλον αποβλέπουν να ενισχύσουν την ταύτιση Πούτιν με Χίτλερ, που η δυτική προπαγάνδα καλλιεργεί. Γιατί η τραγωδία των δημοκρατιών της πρώην Σοβιετικής Ένωσης ξεκίνησε αμέσως μετά τη διάλυσή της και καμιά δυτική δημοκρατία δεν δίστασε να τις λεηλατήσει με κάθε τρόπο. Το όψιμο ενδιαφέρον της για την ανεξαρτησία της Ουκρανίας, στην οποία η αναβίωση του  φασιστικού  κινδύνου έγινε με τις ευλογίες της Δύσης,  συμπίπτει με την προώθηση των συμφερόντων της, με την ενσωμάτωση της Ουκρανίας περαιτέρω  στις δομές της Δυτικής Ευρώπης, με όλες τις συνέπειες, που η Ρωσία θεωρεί επικίνδυνη για τη δική της ύπαρξη.  
       Κι αν η σύγκριση  γίνεται  χρήσιμη είναι  όχι μόνο ως υπενθύμιση του πόσο τρομερό μπορεί να είναι το κόστος όταν η πολιτική αποτυγχάνει, η συζήτηση σταματά και ο συμβιβασμός γίνεται αδύνατος για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, αλλά και για να ξυπνήσει η συλλογική μνήμη για τη δύναμη του λαϊκού παράγοντα, που στα χρόνια του β΄ παγκοσμίου πολέμου ήταν τόσο καθοριστικός.