Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμφύλιος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 31 Αυγούστου 2021

ΕΝΑ ΔΕΚΑΧΡΟΝΟ ΑΓΩΝΩΝ

 

Η 29η Αυγούστου, ημέρα που το 1949 με την οπισθοχώρηση των τμημάτων του Δημοκρατικού Στρατού Ελλάδας στη μάχη του Γράμμου έληξε ο εμφύλιος με νίκη για τον Εθνικό Στρατό και τους  Αμερικανούς συμμάχους του, για δεκαετίες γινόταν προσπάθεια, αναλόγως των πολιτικών εξελίξεων, να ενταχθεί στο εθνικό εορτολόγιο, με τη δικτατορία να δίνει ιδιαίτερη έμφαση στον εορτασμό, χωρίς ποτέ να αναδειχτεί σε εθνική εορτή. Και καθώς τα τελευταία χρόνια αναβιώνουν τελετές εορτασμού γι’ αυτή τη νίκη,   στις οποίες  η κυρίαρχη εξουσία όλο και περισσότερο κάνει πιο φανερή την παρουσία της,  που περισσότερο στοχεύουν να διατηρήσουν και να επιβάλουν την κυρίαρχη αφήγηση ενός εμφυλίου στον οποίο εξαιτίας των κομμουνιστών κινδύνεψε η χώρα και απειλήθηκαν οι κάτοικοί της με αφανισμό, τα συμπεράσματα και τα διδάγματα γι’ αυτόν τον ένοπλο αγώνα των κομμουνιστών από τους πρωταγωνιστές της νοηματοδοτούν διαφορετικά αυτήν την ημερομηνία.
       Σε άρθρα για την 3η συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, που πραγματοποιήθηκε στη Ρουμανία τον Οκτώβρη του 1950, ένα χρόνο περίπου μετά την ήττα της επανάστασης, κατά την οποία επιχειρήθηκε μια  συνολική εκτίμηση  της δράσης στη δεκαετία του 1940 «κατά την οποία το Κόμμα ηγήθηκε δύο ένοπλων αγώνων, του ΕΑΜ-ΕΛΑΣ (1941-1944) και του ΔΣΕ(1946-1949)» ο γ.γ. του κόμματος Ν. Ζαχαριάδης καταγράφει  «Συμπεράσματα και διδάγματα από ένα δεκάχρονο»
              «Ποια τα βασικά συμπεράσματα και διδάγματα απ’ την πολιτική δουλειά και δράση του ΚΚΕ στα 1940-1949, ένα σχεδόν δεκάχρονο που είναι γιομάτο από τους πιο ένδοξους αγώνες που διεξήγαγε  λαός μας για την κοινωνική απελευθέρωση, ένα δεκάχρονο που στο διάστημά του οι εργαζόμενες μάζες, με επικεφαλής το ΚΚΕ, δύο φορές πήρα τα όπλα ενάντια στους ντόπιους και ξένους εκμεταλλευτές; 
          Το ΚΚΕ, όταν στα 1931 με την άμεση επέμβαση και βοήθεια της ΚΔ ξεπέρασε τη μακρόχρονη κρίση του, βγήκε στην πλατιά λεωφόρο των κοινωνικών και πολιτικών αγώνων ηγέτης της εργατικής τάξης, οδηγός ολόκληρου του εργαζόμενου λαού. Απ’ τη φωτιά της μεταξικής δικτατορίας βγήκε πιο ατσαλωμένο. Στα χρόνια της χιτλερικής κατοχής το ΚΚΕ αναδείχτηκε στην πρώτη  πολιτική δύναμη της χώρας και το ακολούθησε η τεράστια πλειοψηφία του λαού. Και την θέση του αυτή την κρατά και την στεριώνει καθημερινά. Γι’ αυτό, το ΚΚΕ όχι μόνον εκφράζει τα βασικά συμφέροντα της εργατικής τάξης και ολόκληρου του εργαζόμενου λαού, μα και μέσα σε τριάντα και δύο χρόνια -που είναι γιομάτα από σκληρούς αγώνες, αφάνταστες στερήσεις, ολοκληρωτικό  δόσιμο και αφοσίωση στη λαϊκή υπόθεση και μεγάλες θυσίες- έπεισε την εργατική τάξη, έπεισε τις εργαζόμενες μάζες στις πόλεις και στα χωριά ότι άξια εκπροσωπεί τα συμφέροντά τους, ότι μόνο το ΚΚΕ επικεφαλής, μόνο με τους κουκουέδες σαν οδηγητές θα κατακτήσουν τη λευτεριά, την κοινωνική απολύτρωση, τη λαϊκή δημοκρατία και το σοσιαλισμό. Αυτό είναι το βασικό για το λαό δίδαγμα και συμπέρασμα απ’ τους σκληρούς επαναστατικούς αγώνες δέκα χρόνων. Με το αίμα δεκάδων μελών της ΚΕ και ανώτατων στελεχών του, εκατοντάδων στελεχών και πολλών χιλιάδων μελών και οπαδών που έπεσαν  στο πεδίο της μάχης είτε εκτελέστηκαν απ’ τον ταξικό εχθρό, το ΚΚΕ σφυρηλάτησε τους αδιάρρηκτους δεσμούς του με το λαό. 
          Ποιο το βασικό όπλο που επέτρεψε στο ΚΚΕ να αναδειχτεί στην πρώτη πολιτική δύναμη στη χώρα, να κατακτήσει την εργατιά και τις εργαζόμενες μάζες και να τις οδηγήσει  δυο φορές στην ένοπλη πάλη για την εξουσία; Το βασικό και κύριο  αυτό όπλο μας είναι η θεωρία του μαρξισμού -λενισμού. Διδαγμένο και βαφτισμένο στη διδασκαλία των μεγάλων δασκάλων μας, Μαρξ-Ένγκελς-Λένιν-Στάλιν, στο φως και στην πείρα  που μας δίνει  το μεγάλο Κόμμα του Λένιν και του Στάλιν, το ΚΚΕ αναδείχτηκε σε πραγματικό επαναστατικό, προλεταριακό κόμμα, σε ηγέτη της εργατιάς και του εργαζόμενου λαού. Όταν ξεφύγαμε, έστω και προσωρινά, απ’ τη διδασκαλία αυτή, κάναμε θεμελιακά λάθη και χάσαμε την επανάσταση. Αυτό μας διδάσκει ότι το ακατανίκητο  αυτό όπλο μας πρέπει να το κρατάμε πάντα καθαρό, ανόθευτο, ακονισμένο, ετοιμοπόλεμο. 
          Και εδώ προβάλλει το ερώτημα: Χάσαμε δύο ένοπλους αγώνες, του 1941-1944 και του 1946-1949. Ποια διαφορά, βασική θεμελιακή διαφορά ανάμεσα σ’ αυτούς τους δυο αγώνες;
         Στα 1941-1944 στην ουσία δεν παλεύαμε για την εξουσία. Περιμέναμε να νικήσουν οι σύμμαχοι και να μας δώσουν την εξουσία. Ήρθαν όμως οι Άγγλοι-ή καλύτερα τους φέραμε- και αντί να μας δώσουν, μας πήραν την εξουσία. Δεν ήμασταν έτοιμοι να τους αντιμετωπίσουμε. 
         Στα 1946-1949 παλέψαμε για την εξουσία. Παρά τα μερικά λάθη μας, σημαντικά όμως και σοβαρά, και παρά τις ελλείψεις και αδυναμίες που παρουσιάσαμε στον πολιτικό και στρατιωτικό τομέα, η γραμμή μας ήταν βασικά σωστή. Μέσα στον αγώνα αυτόν ευθυγραμμίσαμε ιδεολογικά-πολιτικά-οργανωτικά-στρατιωτικοπολεμικά το ΚΚΕ προς τη μεγάλη αποστολή του, ξεπερνώντας κριτικά και δημιουργικά τα θεμελιακά λάθη της πρώτης Κατοχής. Μπροστά σε μια τεράστια υλική υπεροχή του εχθρού που είχε την ολόπλευρη αμερικανοαγγλική υποστήριξη και βοήθεια και που με την προδοσία του Τίτο πέτυχε σ’ αυτό που αφορά το κίνημά μας, μια αποφασιστική έστω και πρόσκαιρη πολιτική βαλκανική ανακατάταξη προς όφελός του, αναγκαστήκαμε να κάνουμε μια κανονική  προσωρινή υποχώρηση, με διαφύλαξη των κύριων δυνάμεών μας, υποχώρηση που πολιτικά φωτίστηκε σωστά και οργανωτικά σωστά πραγματοποιήθηκε. Και που σωστά την κατάλαβε και ΔΣΕ και ο λαός. 
        Αυτή είναι η βασική διαφορά σ’ αυτό που αφορά την πολιτική και δράση του Κόμματός μας ανάμεσα στις δυο περιόδους του ένοπλου αγώνα, την περίοδο του 1941-1944 και την περίοδο του  1946-1949.
       Χωρίς σωστά να δούμε και σωστά να καταλάβουμε τη διαφορά αυτή, δε θα μπορέσουμε να καταλήξουμε σε σωστά συμπεράσματα και διδάγματα: 
         Στην πρώτη περίοδο η γραμμή μας ήταν βασικά λαθεμένη. 
         Στη δεύτερη περίοδο η γραμμή μας ήταν βασικά σωστή. 
       Για να φτάσουμε στο δεύτερο ένοπλο αγώνα, έπρεπε να ευθυγραμμίσουμε τη βασική, τη γενική κομματική γραμμή, να διορθώσουμε και να ξεπεράσουμε τα θεμελιακά μας λάθη στην πρώτη Κατοχή, στην Καζέρτα, στο Δεκέμβρη και στη Βάρκιζα (…) 
      Κλείνοντας σήμερα ένα δεκάχρονο αγώνα, ύστερα από δυο ήττες, σε ποιο βασικό πολιτικό συμπέρασμα μπορούμε να καταλήξουμε;
         Ο ταξικός εχθρός, οι αντίπαλοί μας με τρόμο και λαχτάρα ύστερα από κάθε «νίκη» τους μιλάν για νέο γύρο του ΚΚΕ. Αυτό δείχνει πόσο λίγο πιστεύουν στη «νίκη» τους. Όταν νικήσουμε  εμείς θα ‘ναι ο τελευταίος γύρος, γιατί δε θα ‘χουν τα κότσια να φτιάσουν ένα δικό τους γύρο. 
        Εμείς όμως μπήκαμε σε νέο «γύρο», σε καινούργιο κύκλο αγώνων. Γιατί όσο υπάρχει πλουτοκρατική σκλαβιά και ξενική υποδούλωση, θα υπάρχει και λαϊκός αγώνας ενάντια στη κλαβιά και την υποδούλωση. Και ο λαϊκός αυτός αγώνας θα τελειώσει μόνον όταν θα γκρεμιστεί η σκλαβιά και η υποδούλωση και ο λαός θα γίνει αφέντης στον τόπο του.
          Ο αγώνας συνεχίζεται και θα συνεχίζεται ως τη νίκη. Αυτό είναι το συμπέρασμα για το λαό. Και δεν μπορεί να ‘ναι άλλο. 
       Μπήκαμε ύστερα απ’ την υποχώρηση μας στο Βίτσι-Γράμμο, σε νέα περίοδο ανασύνταξης και ανασυγκρότησης των δυνάμεων μας, σε νέα περίοδο πολιτικής και οργανωτικής αναδιάταξης σύμφωνα με τις καινούργιες συνθήκες του αγώνα.
        Η ανασύνταξη και η αναδιάταξη αυτή μπορεί σωστά να πραγματοποιηθεί μόνο μέσα στους καινούργιους αγώνες που φουντώνουν και ξεσπούν, που ωριμάζουν και επέρχονται ακόμα πιο μεγάλοι. Μόνο εφόσον παντού και πάντοτε θα στεκόμαστε επικεφαλής του εργαζόμενου λαού, διαφωτιστές του, εμψυχωτές, οργανωτές και καθοδηγητές στους αγώνες του, μικρούς και μεγάλους, πολιτικούς, οικονομικούς και ιδεολογικούς, κοινοβουλευτικούς και εξωκοινοβουλευτικούς. Μόνο εφόσον αντιμετωπίσουμε αποφασιστικά και αμείλιχτα κάθε προσπάθεια και απόπειρα να υπονομευθεί η μονολιθική ενότητα του ΚΚΕ, να διαστρεβλωθεί η πολιτική του, να νοθευτεί η θεωρία του.»

 

Η 3η Συνδιάσκεψη του ΚΚΕ, 10-14 Οκτώβρη 1950, Πρακτικά», εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2011, σελ. 619-622)

Τετάρτη 10 Οκτωβρίου 2018

ΕΚΤΟΣ ΕΠΙΚΑΙΡΟΤΗΤΑΣ;


Κι αν αυτό  που έχει γίνει φανερώνει το πραγματικό του μέγεθος, τη σημασία του και μπορεί να κατανοηθεί αν το δούμε μέσα σ’ ένα σύνολο καταστάσεων, στο οποίο παίρνει κάποια θέση ή χάνεται, αν και όχι  ποτέ εντελώς, τότε αυτή η συγκίνηση από τις αναμνήσεις συγκεκριμένων γεγονότων, μετά από 65 τόσα χρόνια, ποια σημασία  άραγε μπορεί να έχει; Η ανάμνηση ατομικών περιστατικών συγκροτούν μιαν εικόνα του πολιτικού κλίματος μιας εποχής ή μόνο κάποια  άποψη για τις προσδοκίες και τις ανησυχίες που καθόριζαν τις πράξεις;
Μετά από 65 τόσα χρόνια, μια  τουριστικής μορφής επίσκεψη σε μέρη εγκλεισμού και βασανισμού, και το Γεντί Κουλέ ήταν από τα πιο απάνθρωπα,  που η αλλαγή χρήσης τους δεν εξαφάνισε το παρελθόν τους, ανέσυρε αναμνήσεις της εφιαλτικής εποχής μετά την ήττα της επανάστασης στην Ελλάδα.
Θα μπορούσε να θεωρηθεί και τυπική, για εκείνη την εποχή, η περίπτωση του πατέρα πολυμελούς οικογένειας που καταδικάζεται σε θάνατο από στρατοδικείο του ελληνικού βασιλείου την εποχή του εμφυλίου, αφού υποστήριζε τους κομμουνιστές. Και ούτε το γεγονός πως βρέθηκαν ψευδομάρτυρες να υποστηρίξουν ψευδείς κατηγορίες αποτελούσε εξαίρεση εκείνα τα χρόνια των  λυσσαλέων συγκρούσεων, που οξύνθηκαν οι  αντιθέσεις,  όπου τα γεγονότα επέβαλλαν με άτεγκτη σκληρότητα σε όλους να πάρουν θέση  και δοκιμάστηκαν πεποιθήσεις και αξίες, με την ανθρώπινη ζωή να μην αποτιμάται πάντα ως ανώτερη αξία.  Είναι μια τυπική ιστορία που απεικονίζει ένα σύνολο αξιών και συμπεριφορών ως σταθερά στη δεδομένη χρονική στιγμή. Από τη μια  γενναιότητα, αγωνιστικότητα, ανιδιοτέλεια, αξιοπρέπεια κλπ. από την άλλη δειλία, ιδιοτέλεια, χαφιεδισμός, απληστία κλπ.
Οι κακόμοιροι, σε απόλυτη φτώχεια, εξαθλιωμένοι, αγράμματοι χωρικοί  εύκολα παρασύρονται, ακόμα και χωρίς ίχνος  προσωπικών αντιδικιών, για να μαρτυρήσουν ό,τι τους υπαγορεύουν οι αρχές, και αυτής της έσχατης τάξης του ελληνικού βασιλείου, στέλνοντας στο εκτελεστικό απόσπασμα συγχωριανούς τους. Οι άνθρωποι της στέρησης και της δυστυχίας, που τους περισσεύει ο πόνος και είναι απόκληροι της ζωής, με τη φτώχεια να τους απονεκρώνει την ψυχή,  χωρίς πίστη και όραμα φτάνουν στη τελειωτική εξαθλίωση σπιουνεύοντας και προδίδοντας.
Γυναίκες «αδύναμες» έμειναν πίσω, αγράμματες, που ήταν του πατρός τους και με το γάμο τους έγιναν του ανδρός τους, στις περισσότερες από τις οποίες η απόδειξη της ισότητάς τους  με τους άντρες στηρίχτηκε στον τιτάνιο αγώνα που έδωσαν να ορθοποδήσει η οικογένεια «χωρίς πατέρα στο σπίτι». Κι έμεινε για τα παιδιά που δεν είχαν πατέρα - χωρίς να έχει πεθάνει, χωρίς να τους έχει εγκαταλείψει- ο απέραντος θαυμασμός, πέρα από την αγάπη, για τη σιωπηλή κι ανέκφραστη μάνα, που σήκωνε στους ώμους της όλο το σπίτι των παρόντων κι απόντων.
Κι αν οι αναμνήσεις ως ιστορική πηγή σίγουρα δεν είναι οι πιο αξιόπιστες, αφού η διαπλοκή του γνωσιολογικού με το ψυχολογικό πεδίο, που επικρατεί, συνδέει το παρελθόν με το παρόν σε μια σχέση φορτισμένη  συναισθηματικά, όμως διαμορφώνοντας τις ατομικές ζωές στις πιο εσώτερες πτυχές τους  δημιουργούν τη συλλογική μνήμη. 
Κι επειδή  η δυνατότητα της μνήμης να συλλάβει σημασιολογικά το παρελθόν και να το συνδέσει με το παρόν αναδιοργανώνει και τις ατομικές ζωές, η επέμβαση της κυρίαρχης εξουσίας στη συλλογική μνήμη δεν είναι τυχαία. Προσαρμόζει τις κληρονομημένες παραδόσεις στις εκάστοτε συνθήκες του παρόντος, λειαίνοντας και οξύνοντας, προσθέτοντας και αφαιρώντας, καλλιεργεί  την ψευδαίσθηση πως το παρελθόν δικαιώνεται στο παρόν, προβάλλοντας την ανακατασκευασμένη εικόνα του σ’ ένα αμετάβλητο παρόν.
Κι επειδή για δεκαετίες μετά τον εμφύλιο έπρεπε ν’ αντιμετωπιστούν κοινωνικά προβλήματα που δημιουργούσαν στη χώρα η ιμπεριαλιστική εξάρτηση, η οικονομική καθυστέρηση, οι καπιταλιστικές σχέσεις, πρωταγωνιστές και μάρτυρες της εφιαλτικής εποχής σκόνταψαν  σε ό,τι η πάροδος του χρόνου, με την οικονομική  ανάπτυξη  που εδραίωσε το καθεστώς της καπιταλιστικής εκμετάλλευσης, ζήτησε να αναλώσει, να εξαγοράσει, να ανακατασκευάσει. Και επιπλέον, με την υπεσχημένη ευημερία, η προσπάθεια να διαλυθούν πίκρες που συσσωρεύτηκαν, ρωγμές αμφισβήτησης που ανοίχτηκαν, γινόταν αποτελεσματική.
Κι έτσι το φράγμα της μεταπολίτευσης έκοψε στα δυο τη ροή του ιστορικού χρόνου που σύνδεσε τον μετεμφυλιακό εφιάλτη με το πολιτικό καθεστώς της εποχής πριν από τη μεταπολίτευση, για να παρουσιαστεί μεταπολιτευτικά η αστική μας δημοκρατία αμόλυντη κι επιθυμητή. Και ποιος μπορεί να γίνει τιμητής όλων αυτών,  που, αν και πέρασαν από το σίδερο και τη φωτιά, ξαπόστασαν στον κίβδηλο κόσμο που το ΠΑΣΟΚ πρότεινε, τόσο να μοιάζει όμως με τα οράματα και τους ιδεολογικούς προσανατολισμούς της επαναστατικής δεκαετίας; Τελικά βέβαια το τίμημα της ευημερίας και των αθετημένων, εκ των υστέρων, υποσχέσεων,  ήταν ακριβό ̇ η εμπέδωση των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής και των αστικών κοινωνικών σχέσεων.
Και κάπως έτσι, εβδομήντα τόσα χρόνια μετά, η ατροφική πίστη στην κομμουνιστική προοπτική γιγαντώνει την κυριαρχία του καπιταλισμού.
M
T
G
Y
Η λειτουργία ομιλίας περιορίζεται σε 200 χαρακτήρες

Παρασκευή 27 Ιανουαρίου 2012

«ΓΙΑΤΙ ΓΥΡΙΣΕΣ;»

       Πιστεύαμε πως οι εποχές που ζούμε τις τελευταίες δεκαετίες είναι ολότελα διαφορετικές, σχεδόν σε όλα τα επίπεδα και πεδία,  από εκείνες  των πρώτων μεταπολεμικών δεκαετιών. Μας φαίνονταν οι αποστάσεις τόσο μεγάλες, και χαιρόμασταν γι’  αυτό, γιατί  δεν ήταν  εκείνα τα χρόνια τα καλύτερα δυνατά για τον τόπο μας, με αποτέλεσμα  και οι περιγραφές  για κείνες τις εποχές να μας δίνουν την εντύπωση  ότι γίνονται  σε άλλη γλώσσα και οι έννοιες  να παρουσιάζονται διαφορετικές και σχεδόν  ξένες  από τις αντίστοιχες τους σημερινές.
         Η αναφορά γίνεται για τις πρώτες μεταπολεμικές δεκαετίες που τις στοίχειωναν τα χρόνια του εμφυλίου. Ο εμφύλιος μέχρι την μεταπολίτευση  ενώ ήταν  πανταχού παρών, κυριαρχούσε το αποτέλεσμά του χωρίς να φαίνεται η αιτία του. Σαν ένα μυστικό που όταν, μετά την μεταπολίτευση, έπαψε να είναι απαγορευμένο έγινε με τέτοιο τρόπο, που, συσσωρευμένα λαϊκά αιτήματα, αλλά και θολές διεκδικήσεις μιας, για χρόνια, απορρυθμισμένης κοινωνίας κατέληξαν να  θεωρηθούν  ότι βρήκαν την εκπροσώπησή τους σε αστικά κόμματα όπως το ΠΑΣΟΚ.
          Το ΠΑΣΟΚ υιοθέτησε οράματα και φρασεολογία της Αριστεράς,  όχι όμως και τον στόχο της, και έδωσε την εντύπωση ότι βοήθησε στην αποκατάσταση του παρελθόντος, όπου η αριστερή ιδεολογία αναζητούσε την δικαίωσή της. Σχεδόν μέχρι και το μνημόνιο συνέχιζε το ΠΑΣΟΚ να θεωρείται προνομιακός σύμμαχος των αριστερών δυνάμεων, του ΚΚΕ εξαιρουμένου μετά το 1989.
          Ολη αυτή η γιγαντιαία επιχείρηση παραπλάνησης του λαϊκού κινήματος που ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ για τρεις δεκαετίες λειτούργησε αποτελεσματικά περιλαμβάνοντας  στην κοινωνική του βάση λαϊκά στρώματα, εργατικά, αγροτικά, μικροαστικά , μεσοαστικά. Και βέβαια αφού  και η Αριστερά στις ίδιες κοινωνικές δυνάμεις απευθύνεται η όποια συμπόρευση της κατά καιρούς με το ΠΑΣΟΚ δεν θεωρούνταν παρα φύση συμμαχία.
       Μόνο που ποτέ το κύριο στοιχείο για την αναγνώριση ενός κομμουνιστικού ή σοσιαλιστικού  κόμματος δεν περιορίζεται στην κοινωνική προέλευση της εκλογικής πελατείας, γιατί και ο φασισμός  καταμετρούσε στην κοινωνική του βάση λαϊκότατα στοιχεία που συνηθίζουμε να κατατάσσουμε στις λαϊκές, τις καταπιεζόμενες, και υφιστάμενες την εκμετάλλευση, τάξεις.
        Το πρόβλημα  όμως δεν είναι μόνο  η  κοινωνική σύνθεση της εκλογικής πελατείας  ενός κόμματος, αλλά το είδος της ταξικής πολιτικής που το κόμμα αυτό προωθεί, το είδος της ταξικής πάλης με το οποίο πολιτεύεται, το είδος των σχέσεων που εγκαθιδρύει με τις μάζες. Το ΠΑΣΟΚ όλα αυτά τα χρόνια εμπόδιζε τον ιδεολογικό μετασχηματισμό των λαϊκών μαζών, νέκρωνε τις λαϊκές ευαισθησίες που τις μετέτρεπε σε εκλογικά ποσοστά, ενισχύοντας τη δίψα των ανερχόμενων, παλαιών και νέων, κοινωνικών στρωμάτων, τρέφοντας την κυρίαρχη οικονομία με το συντεχνιακό πνεύμα και το βόλεμα της παραοικονομίας.
         Το ΠΑΣΟΚ τριάντα σχεδόν χρόνια μετά το τέλος των  εμφύλιων συγκρούσεων  κατάφερε να λειτουργήσει ενοποιητικά, να κατασκευάσει νέες κοινωνικές ισορροπίες  και λειτουργικές συλλογικότητες που με απόλυτη επιτυχία  σταθεροποιήθηκαν ως την εποχή του μνημονίου. Μόνο που ποτέ η πολιτική του δεν αντιμαχόταν, πέρα από τη φρασεολογία, την καπιταλιστική ολοκλήρωση, την εκσυγχρονισμένη καπιταλιστική ενσωμάτωσή μας. Κι εμείς βολευόμασταν… μέχρι το μνημόνιο.
         Και πάλι όμως το ΠΑΣΟΚ, και  η αριστερή φρασεολογία του,  επιστρατεύτηκε για να γίνει αποδεκτό το μνημόνιο χωρίς ιδιαίτερες εντάσεις. Δεν είναι όμως  που το ΠΑΣΟΚ είναι τόσο αποτελεσματικό στην ιδεολογικοπολιτική παραπλάνησή μας, όσο η δική μας ενδοτικότητα και αδυναμία που ο τρόπος ζωής μας τα έκαναν εγγενή γνωρίσματά μας.
         Τριάντα χρόνια αποδοχής και εσωτερίκευσης της κυρίαρχης ιδεολογίας καταλήγουν στην δική μας ηττοπάθεια. Ισως στην πραγματικότητα  το απώτερο αποτέλεσμα των συγκρούσεων  που οι νικητές του εμφυλίου ήθελαν να κατοχυρώσουν  τώρα να επιτεύχθηκε. Τριάντα χρόνια τώρα, ένας γενικός επαναπροσανατολισμός στόχων και επιδιώξεων που μας  χάριζαν και μας, εργάτες και μικρομεσαίους,  κάποια ψήγματα από τα προνόμια  της άρχουσας τάξης, που γινόταν κάτω από την διακριτική κηδεμονία, όρα ΕΟΚ και μετασχηματισμούς της, πέρα από ΗΠΑ,  έδινε στη χώρα  κοσμοπολίτικα χαρακτηριστικά που θαυμάζαμε και επιδιώκαμε.
       Στα εθνικιστικά  μας όμως  παραληρήματα μιλάμε για DNA του έλληνα που περιλαμβάνει την αντίσταση και τον αγώνα, ξεχνώντας βέβαια  να συμπληρώσουμε, δι’  αντιπροσώπου. Φοβόμαστε να διακινδυνεύσουμε.
           Σαν να έχει περάσει στο συλλογικό υποσυνείδητο  όχι ο φανατισμός, η πίστη και η γενναιότητα των ανταρτών, αλλά μόνο οι καταστροφές και ο θάνατος που προκάλεσε η σύγκρουση και γι΄ αυτό τη φοβόμαστε.
         Σαν το χωρικό στο «Ταξίδι στα Κύθηρα» που φώναζε στον επαναπατρισθέντα πρώην αντάρτη ότι δεν μπορεί να ξανανάψει φωτιά στο χωριό,  κι εμείς όχι μόνο το πιστεύουμε, αλλά στην πραγματικότητα δεν το θέλουμε. Απαξιώναμε κάθε αγωνιστή αμφισβητώντας τις πράξεις του. Κι ακόμα και τώρα τον φοβόμαστε, τους φοβόμαστε. Οπως στο ίδιο έργο η κόρη του επαναπατρισθέντα  τον ρωτά γιατί γύρισε και τι ήρθε να κάνει στο χωριό, κι εμείς το αναρωτιόμαστε όταν μαθαίνουμε γι’ αυτούς που αγωνίζονται.  Ο παλιός αντάρτης περίσσευε… Ο αγώνας σε μας  είναι περιττός…. πρέπει να δράσουμε… και αν χάσουμε;
     Υιοθετώντας χρόνια τώρα τα αποδεκτά καπιταλιστικά πρότυπα απαξιώναμε, η πλειοψηφία,  κάθε αγώνα χωρίς υλικό κέρδος, κάθε αγωνιστή χωρίς νίκη
     Και συνεχίζουμε να  αναρωτιόμαστε γιατί δεν εξεγειρόμαστε …. όχι οι ίδιοι βέβαια

Δευτέρα 2 Ιανουαρίου 2012

ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΑΝΑΛΟΓΙΩΝ …. ΣΥΝΕΧΕΙΑ

       Δυο χρόνια τώρα προσδοκούμε τη δημιουργία από την πλειοψηφία του λαού ενός ισχυρού στρατοπέδου  αντίστασης   στην πολιτική του μνημονίου,  που θα μπορούσε να  φθάσει  στην ακύρωσή του, στην καλύτερη περίπτωση, ή τουλάχιστον να αποφύγει τις δύσκολες και επικίνδυνες  διαδρομές, επιλέγοντας και επιβάλλοντας στους ταξικούς μας αντιπάλους μια διαφορετική επιλογή.
          Αυτό μέχρι σήμερα δεν έγινε, εξαιτίας μιας σειράς λόγων, που κυρίως θεωρείται ότι έχουν να κάνουν με την  ποιότητα των ηγεσιών των συλλογικών  οργάνων που εκπροσωπούν τη λαϊκή βούληση, είτε στην κεντρική πολιτική σκηνή είτε σε επίπεδο συνδικαλιστικών οργάνων ή πολιτικών κομμάτων.
            Αυτές οι ηγεσίες, επικρατεί η άποψη,  είτε έχουν φανεί πολιτικά υποδεέστερες των γεγονότων (κριτική για την αριστερά), είτε λειτουργούν ως πειθήνια όργανα  άλλων συμφερόντων, τελείως ξένων με αυτά των εργαζομένων, (πολιτικά κόμματα  που ασκούν εξουσία ή με αδιαφανείς συνεργασίες προσπαθούν  να ασκήσουν) είτε ενεργούν ως περίτρομη ή υποτελής ομάδα αγνοώντας τη δυναμική των εργαζομένων που θα μπορούσε να αναπτυχθεί ( σχεδόν η πλειοψηφία των  συνδικαλιστικών οργανώσεων).
           Σίγουρα όμως  είναι πολύ πιο  σύνθετοι οι μηχανισμοί, σχέσεις, συσχετισμοί και διεργασίες που επηρεάζουν τα εποικοδόμημα των πολιτικών αποφάσεων, για να εξαρτώνται μόνο από πρόσωπα,  τις οποίες όμως μόνο μέσα από ενδείξεις η πλειοψηφία μπορεί να υποψιαστεί.
        Κάποιες ενδείξεις  για τις σκοπιμότητες των κυβερνώντων, τα συμφέροντά τους και την ιδεολογία τους μεταφέρουν σε όλους μας  οι δημόσιες διακηρύξεις τους, ακόμα κι αν έχουν την τυπική μορφή ενός πρωτοχρονιάτικου μηνύματος.
        Καταλήγει ει  ο Πρόεδρος της Δημοκρατίας στο πρωτοχρονιάτικο μήνυμά του  με τη βεβαιότητα  «για τις δημιουργικές δυνάμεις του ελληνικού λαού και για τη δυνατότητά του να αντιμετωπίζει αντιξοότητες και δυσκολίες. Αποτελεί πια κοινή συνείδηση ότι ήρθε η ώρα αποφασιστικών αλλαγών στη λειτουργία του ελληνικού κράτους και σε συλλογικές νοοτροπίες και αντιλήψεις. Στην ιστορία του ο ελληνισμός έχει δείξει ότι τα καταφέρνει στα μεγάλα περισσότερο από ό,τι στα μικρά. Στις μέρες μας κρίνονται τα μεγάλα». ενώ με την ευκαιρία της  τελετής των ευχών για τον νέο χρόνο, τόνισε πως αισθάνεται ότι "με τον Λ. Παπαδήμο έχει κατακάτσει ο κουρνιαχτός, παρόλο που του γίνεται πόλεμος»
       Με τη σειρά του  στο δικό του μήνυμα ο πρωθυπουργός Λουκάς Παπαδήμος τονίζει:
"Οι επόμενοι τρεις μήνες θα είναι ιδιαίτερα κρίσιμοι. Τα εισοδήματα μειώθηκαν και η ανεργία αυξήθηκε. Χιλιάδες οικογένειες, ιδιαίτερα τούτες τις μέρες, υφίστανται τις συνέπειες της κρίσης. Πρέπει να σταθούμε δίπλα τους, όπως αρμόζει σε μια κοινωνία ανθρωπιάς και αλληλεγγύης. Κανένας μόνος του. Είμαστε ένας λαός, ένα έθνος, σε κοινή δοκιμασία» για να  καταλήξει  «Ενωμένοι θα βγούμε από την κρίση. Υπερήφανοι θα κοιτάξουμε το μέλλον με αυτοπεποίθηση. Και ο κόσμος θα κοιτάξει ξανά την Ελλάδα με εμπιστοσύνη» Και για να ολοκληρώσει την εικόνα του κυβερνήτη που βρίσκεται κοντα στο λαό , ανήμερα της πρωτοχρονιάς  βρέθηκε  με άστεγους και απόρους στο γεύμα ανθρωπιάς που οργάνωσε ο Δήμος Αθηναίων στο Ρουφ.
        Επίκληση λοιπόν  πάλι στην εθνική ομοψυχία και  νεφελώδης αναφορά στην ιστορία του ελληνισμού, ενώ η εξαθλίωση μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού υπογραμμίζεται πως θεραπεύεται με την επίδειξη ανθρωπιάς και αλληλεγγύης, υποθέτουμε του τύπου γευμάτων σε ένα από τα οποία παραβρέθηκε και ο πρωθυπουργός.
        Δεν μπορεί κανείς παρά να απορήσει  όχι  τόσο με την έλλειψη πρωτοτυπίας στα πρωτοχρονιάτικα μηνύματα, όσο αδυναμίας  προσαρμογής της ιδεολογικής πλατφόρμας  της άρχουσας τάξης στα συγχρονα δεδομένα.
        Οι  διακηρύξεις  και τα μηνύματα  πολιτικών και πολιτειακών παραγόντων της  περιόδου 1945-49,   του εμφυλίου,  πόσο, εκτός από τη χρήση της γλώσσας,  απέχουν από τα σημερινά των αντίστοιχων οργάνων εξουσίας;
      Από ανακοίνωση των Σοφούλη και Τσαλδάρη στις   5ης Ιανουαρίου 1948 : «…Περισσότεραι θυσίαι παρ’ όλων των καλών ελληνων θα χρειασθούν. Αγωνιζόμεθα  να προφυλάξωμεν αυτήν ταύτην  την ζωήν και ανεξαρτησίαν του ελληνικού λαού…Εις την εποχήν αυτήν της κρίσεως, ο σκοπός πρέπει να είναι ενιαίος εις τον αγώνα αυτόν, όπως μας επεβλήθη. Καλούμεν όλους τους τιμίους έλληνας να βοηθήσουν εις τον κοινόν  αυτόν σκοπόν και να ριφθούν εις τον εθνικόν αγώνα …»
     Από λόγο του βασιλιά Παύλου, στη ΒΡΑΔΥΝΗ,  14 Φεβρουαρίου 1949,  σε συγκέντρωση του εργατικού κέντρου Θεσσαλονίκης «… είμαστε όλοι μια οικογένεια. Ένα πράγμα θέλομεν όλοι. Την ευημερία του τόπου μας. Και να τα βγάλουμε πέρα με ό,τι  μπορούμε να διαθέσουμε, γιατί  χρειάζεται  ολοκληρωτικός  πόλεμος και γενικός συναγερμός. ….δεν θα ξεχάσω ποτέ  τον αύγουστον του 1947 που οι έλληνες εργάται  εδούλευσαν  μια  Κυριακή και εθυσίασαν ένα μεροκάματο τους δια την  έρανον ύπέρ των μαχουμένων…»  (η εθελοντική προσφορά μισθών των εργαζομένων που στην αρχή της πρωθυπουργικής θητείας του ανέφερε ο Παπανδρέου δεν  είναι … σύγχρονη αποκλειστικότητα)
        Και βέβαια  η παρουσία του Παπαδήμου στα συσσίτια για αστέγους, που η πολιτική  την οποία ο ίδιος ακολουθεί πολλαπλασιάζει,  πόσο διαφοροποιείται από την λεζάντα φωτογραφίας  της  ίδιας εποχής που μας πληροφορεί ότι «Η αεικίνητος Βασίλισσα Φρειδερίκη, ως επίτιμος πρόεδρος της «Φανέλλας του Στρατιώτου», επεσκέφθη χθες τους εις τον 3ον  στρατιωτικόν  νοσοκομείον  νοσηλευομένους τραυματίας και τους προσέφερε δέματα»;
       Η ιδεολογική συνάφεια των μηνυμάτων κυβερνώντων που απέχουν εβδομήντα χρόνια τι άλλο δείχνει παρά την ιδεολογική ένδεια των κυρίαρχων τάξεων, που πάλι καταφεύγουν σε ιδεολογήματα στα  οποία πίστευαν πως δεν  είχαν πια ανάγκη να στηρίζονται; (εθνική  ομοψυχία, ελληνισμός και εμμέσως με το είδος αλληλεγγύης που προβάλλουν, «αποκατάσταση» και του ρόλου της εκκλησίας).
      Και τότε και τώρα  ο ίδιος στόχος: Διατήρηση και ενδυνάμωση  μιας κοινωνίας άνισης και ιεραρχικά δομημένης, ταξινομημένης με βάση κριτήρια που οι κυρίαρχες οικονομικές λειτουργίες, εσωτερικές και εξωτερικές, υπαγορεύουν.