Τετάρτη 31 Αυγούστου 2011

ΕΝ ΠΕΡΙΛΗΨΕΙ


      Κοντά δεκάξι μήνες από το πρώτο μνημόνιο περάσαμε πια  από τις  ψευδώνυμες  ελπίδες στις πραγματικές απογοητεύσεις.  Τα οικονομικά μέτρα δεν αποδίδουν. Το σύνολο των οικονομικών μέτρων που εξαγγέλθηκαν και ήδη εφαρμόζονται από την κυβέρνηση, ενώ προστίθενται συνεχώς καινούργια,  διακρίνεται σε δυο κατηγορίες: συγκεκριμένα μέτρα άμεσης εφαρμογής, εισπρακτικού χαρακτήρα, και διακηρύξεις μέτρων που θα εφαρμοστούν στο μέλλον. Στη δεύτερη κατηγορία  εντάσσονται κυρίως οι διακηρύξεις που αφορούν στην καταστολή της φοροδιαφυγής και την εφαρμογή ενός  διαφημιζόμενου δίκαιου συστήματος φορολόγησης – αυτά σε αναμονή- και  στην αναδιάρθρωση του  εργασιακού τοπίου. Ο στόχος, ο ανομολόγητος,  η αποδόμηση των εργασιακών  δικαιωμάτων.
         Τα οικονομικά μέτρα θεωρούνται, τόσο από τους κυβερνώντες όσο και από μεγάλο μέρος των εργαζομένων, απαραίτητα για τη λήψη, η μάλλον  επιβολή,  δανείων,  αλλά δεν εξαντλούνται σ’  αυτόν τον στόχο. Περικλείουν, από τη στιγμή που εξαγγέλλονται και κυρίως με την εφαρμογή τους, και πολλές άλλες δυναμικές και δυνατότητες. Οι οικονομικές αναλύσεις μπορούν να καλύπτουν  όλες τις πτυχές των μέτρων. Οι πρακτικές τους όμως συνέπειες εξαρτώνται από την τροπή που θα πάρει το αμέσως επόμενο διάστημα η ταξική πάλη στη χώρα μας. Κι  είναι καιρός πια  οι ενέργειες των εργαζομένων να στρέψουν  τις  ολέθριες συνέπειές τους  προς τους … κυβερνώντες.
       Μέχρι τώρα το ίδιο το σύστημα ήταν  υποχρεωμένο τόσο  για λόγους  οικονομικούς, διεύρυνση της αγοράς, όσο και για λόγους ιδεολογικής ένταξης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού, να αναπαράγει για το ευρύ κοινό το καταναλωτικό  πρότυπο των ανώτερων εισοδηματικών τάξεων. Η αστικοποίησή μας έγινε δελεαστική με τη βελτίωση των όρων διαβίωσής μας  και μάλιστα με τη δυνατότητα που μας δίνονταν να μιμηθούμε τον τρόπο  ζωής των ανώτερων κοινωνικών στρωμάτων με προϊόντα χαμηλότερου κόστους, κατώτερης ποιότητας, που ενδεχομένως εξασφάλιζαν σ’  αυτούς και  μεγαλύτερο ποσοστό κέρδους, αλλά που μας έδιναν κι εμάς  την ψευδαίσθηση της κοινωνικής αναρρίχησης. Και κάπου εκεί χάθηκε η  ταξική μας συνείδηση, σε σημείο που πολλοί από μας να  ταυτιζόμαστε ακόμα και τώρα  με τις επιλογές της κυρίαρχης τάξης.
        Επαναλαμβάνουμε λοιπόν κι εμείς, μαζί με την  κυρίαρχη τάξη και τους παρατρεχάμενούς της,  ότι το κεντρικό  πρόβλημα της οικονομίας είναι  η έλλειψη  επενδύσεων, είτε για  την ανάπτυξη της υπάρχουσας παραγωγής είτε για την ανάπτυξη νέων προϊόντων και δραστηριοτήτων. Η έξοδος  επομένως από την οικονομική κρίση συνίσταται στη δημιουργία πιο ευνοϊκών, από τους υπάρχοντες,  όρων για το κεφάλαιο και δυσμενέστερων για την εργασία, για   να υπάρξουν κέρδη που προϋποθέτουν τα κεφάλαια τα οποία  απαιτούνται για τις επενδύσεις και   εκλιπαρεί σύσσωμο το κυρίαρχο πολιτικοοικονομικό  μας σύστημα.  Με άλλους όρους, ευνοϊκότερες συνθήκες για τις καπιταλιστικές και δυσμενέστερες για τις  υποτελείς  δυνάμεις.
      Η επικοινωνιακή πολιτική της κυβέρνησης ακόμα καταφέρνει να  συντηρεί  την παθητική  υποστήριξη πολλών εργαζομένων σ’  αυτή. Οι λεκτικοί εξωραϊσμοί του Βενιζέλου, που τα ΜΜΕ προβάλλουν υπέρμετρα αφήνοντας στο ημίφως τον Παπανδρέου, με τους ρητορικούς πομφόλυγες του προσπαθούν να καλύψουν το αδιέξοδο και την αναποτελεσματικότητα των ενεργειών τους, δικών του και της τρόικας. Το περίφημο «νέο σχέδιο Μάρσαλ» είναι στον αέρα, η «επιτυχής συμφωνία» με τη Φιλανδία   πυροδοτεί αντίστοιχες απαιτήσεις και από άλλες χώρες και ο ίδιος ο υπουργός Οικονομικών παραδέχεται τον παράλογο χαρακτήρα  πολλών μέτρων δικαιολογώντας τα ότι τα πήραν «με το πιστόλι στο κρόταφο». Από κοντά τα μέσα ενημέρωσης  αποδίδουν  την άθλια οικονομική κατάσταση της χώρας, παρά τα μνημόνια, περισσότερο στην ελλιπή εφαρμογή των μέτρων που απαιτούνται από την τρόικα και λιγότερο  στο είδος  των μέτρων που επιβάλλονται.
       Ωστόσο, το σύνολο σχεδόν των εργαζομένων αρνούμαστε να πιστέψουμε στην «αθέτηση» των υποσχέσεων του κράτους πρόνοιας και γι’  αυτό  αυτοεμπλεκόμαστε σε ακροβατισμούς ιδεολογικούς - αμηχανία σύνδεσης  του σοσιαλιστικού  ΠΑΣΟΚ με τα ολέθρια  μέτρα για τους  εργαζομένους,  της εξουσίας της τρόικας με  το  κύρος της  ευρωπαϊκής ένωσης κλπ – και δεν συγκεντρώνουμε όλες μας τις προσπάθειες στο αληθινό  μας πρόβλημα: συνειδητοποίηση της  ταξικής μας ταυτότητάς μας,  απόρριψη των όρων με τους οποίους τίθεται η κρίση και αντίδραση σ’  αυτήν  με τρόπους που προϋποθέτουν την αμφισβήτηση της λογικής του καπιταλισμού. Για να γίνουμε ικανοί να συγκρουστούμε με τις δυνάμεις του καπιταλισμού στη χώρα μας θα πρέπει και  οι προσπάθειες απεμπλοκής του μαζικού κινήματος από τη σημερινή πολύμορφη χειραγώγησή του να μη οδηγήσουν στην αποστράτευση μας, αλλά στη συνάρθρωση όλων των αριστερών  κινημάτων  σε μια δύναμη αντίστασης και γρήγορα.
   Το κρίσιμο ερώτημα παραμένει : Υπάρχουν προλετάριοι;

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2011

«ΣΟΛΟ ΥΠΕΡΠΡΟΣΠΑΘΕΙΑ»

  H ex officio κριτική  δεν σημαίνει τίποτε. Αποτελεί σκέτο κόμπλεξ. Το ίδιο και η ερμηνεία των καταστάσεων με μόνιμα αρνητικό πρόσημο μπροστά. Το ίδιο και όλοι αυτοί που ξεκινάνε  τις φράσεις τους με το εγώ. Συλλογική διάθεση, αλλά σόλο υπερπροσπάθεια, ίσως αυτό να είναι  το μονοπάτι της διαχωριστικής  γραμμής που πρέπει να πατήσουμε. Ερωτηματικό.
  Ευτυχώς, η κυματοειδής απεικόνιση  της Ιστορίας διδάσκει ότι μετά το κάτω πάντα έρχεται το πάνω. Μες στα κόλπα λοιπόν, αλλά έξω από το κουτί."
      Στο   editorial του  BHMAdonna  συμπυκνώνεται η κυρίαρχη θέση που επιδιώκεται από τον κυρίαρχο λόγο να εσωτερικευτεί  από τη μεγάλη μάζα των εργαζομένων που πλήττονται από τις επιλογές των κυβερνώντων.
     Διακηρύσσεται, με καθησυχαστικό μάλιστα ύφος, πως  μπορεί  μεν να υπάρχει πολιτική, οικονομική, και κυρίως πνευματική  κρίση, αλλά αυτό δεν πρέπει να εμποδίζει την αναζήτηση των μικροχαρών. Βεβαίως δεν παραλείπεται να τονιστεί  ότι,  αφού η ευμάρεια και η  ευτυχία που υποσχόταν το σύστημα  αποδεικνύεται  ψευδαίσθηση,  το καλύτερο φάρμακο θα είναι ν’  απαλλαγούμε από τη βασική ψευδαίσθηση ότι  μπορούμε να κυριαρχήσουμε στα γεγονότα. Και δεν είναι μόνο στο συγκεκριμένο κείμενο  στο οποίο  γίνεται λόγος για αλλαγή προσήμου  στις ερμηνείες για την τρέχουσα κατάσταση αλλά και σε όσα μέχρι τώρα διαφημίζονταν  ως μέσα ευτυχίας – επαγγελματική  επιτυχία, κατανάλωση κλπ. Σχεδόν το σύνολο του κυρίαρχου λόγου  θέλει  να επιβληθεί μια εξ αποκαλύψεως αισιόδοξη αντιμετώπιση της υπάρχουσας κατάστασης, χωρίς όμως να επιτρέπεται η ιδεολογική και πολιτική ανάλυσή της.
     Εξάλλου,  δεν σταματά ο κυρίαρχος λόγος  να μιλά για ξεπέρασμα του «εγώ», την ίδια στιγμή που τρομάζει μήπως και επικρατήσουν συνολικές ερμηνείες για την υπάρχουσα πολιτικοκοινωνική κατάσταση, οι οποίες  θα πυροδοτήσουν μαζικές κινητοποιήσεις και θα συμβάλλουν στην επιστροφή της πίστης στην  αποτελεσματικότητα της ένταξης σε  κινήματα διεκδίκησης από τη μεγάλη μάζα των εργαζομένων. Γι΄ αυτό τονίζεται η σημασία των συμβολικών κινητοποιήσεων ή αναφορών ενώ δεν υποχωρεί η επιμονή για τη σημασία της   ατομικής προσπάθεια που θα συντελέσει στην έξοδο από την κρίση.
        Θεωρείται εξωπραγματικό να καθιστούμε την πολιτικοκοινωνική  κατάσταση  υπεύθυνη για τα δικά μας βάσανα, αφού υπάρχουν χιλιάδες τρόποι να βρούμε την ευτυχία στην αναζήτηση έντονων αλλά απρόβλεπτων στιγμών, όπως μια μαγευτική βραδιά, μια καταπληκτική βόλτα, ένα αξέχαστο σαββατοκύριακο με φίλους και συναισθήματα αγάπης και κατανόησης για τους δικούς μας.
       Ενώ μέχρι τώρα επιδιωκόταν το πάντρεμα των αιτημάτων για επιτυχία και ευτυχία με έναν ξεκάθαρο κερδοσκοπισμό, της ρητορικής για ανθρώπινα δικαιώματα με την  κοινωνική αδιαφορία χωρίς αναστολές, τώρα απαιτείται απλώς η προσαρμογή, και μάλιστα άμεση και χωρίς αντιρρήσεις, στην πραγματικότητα της νέας φτώχειας.
     Γίνεται αποδεκτό ότι ο κόσμος έχει γίνει δύσκολος, αλλά αυτό δεν μας εμποδίζει να ζήσουμε. Όλες οι  παροτρύνσεις  κινούνται μεταξύ κατανόησης και συμπόνιας για τα αποτελέσματα της κυρίαρχης πολιτικής. Γίνεται προσπάθεια να συμβιβαστεί  η  αδιαλλαξία για την  αναγκαιότητα της αποδοχής της υπάρχουσας κατάστασης  με την αναδίπλωση  του καθενός στη σφαίρα των ιδιωτικών του προβλημάτων.
    Στο  συγκεκριμένο  μάλιστα  editorial υπάρχει άρνηση για καθολικό μέτρο κριτικής, κάθε μάλιστα κριτική θεωρείται «κόμπλεξ», ενώ κάθε επιλογή, παρόλο που γίνεται στα πλαίσια του συστήματος, θεωρείται απλό θέμα προσωπικής γνώμης.
      Γενικά, δεν αποκλείονται ακόμα και οι σποραδικές κινητοποιήσεις, χωρίς βέβαια να γίνεται προσχώρηση σε κάποιο πολιτικό πρόγραμμα,  αλλά συγχρόνως  υπάρχει μια υπερευαισθησία σε οτιδήποτε φαίνεται να υποσκελίζει  δικαιώματα ατομικά ή καταπιέζει ατομικές επιθυμίες και παρακωλύει την εφαρμογή  κανόνων που θεσπίστηκαν για την απρόσκοπτη λειτουργία αυτών που ονομάζονται «αγορές». Η καταφυγή σε συλλογικές δράσεις, όπως απεργίες, στα πλαίσια αυτά είναι φυσικό να απαξιώνονται. Οι απεργίες διατυμπανίζεται συνέχεια από τον κυρίαρχο λόγο ότι  βλάπτουν, ατομικά και κοινωνικά – πότε τον τουρισμό, πότε την εικόνα της Ελλάδας στο εξωτερικό, πότε τους εμπόρους στο κέντρο κλπ. Το πολύ πολύ αυτό που πρέπει να κάνουν οι εργαζόμενοι  είναι να  αρκούνται σε συμβολικές και ανώδυνες , για το σύστημα, ενέργειες. Καμιά παραλλαγή του κυρίαρχου λόγου δεν συναινεί  στην επιστροφή του συλλογικού,  των αξιών της αλληλεγγύης και το τέλος του ατομικισμού. Δεν θέλει να δημιουργηθούν συλλογικά  υποκείμενα,  που θα πάρουν άμεσα στα χέρια τους τη μοίρα τους, από φόβο μήπως  τερματιστεί   η απάθεια και η αναδίπλωση στον εαυτό μας που μέχρι τώρα ήταν οι καλύτεροι εγγυητές της ανοχής σε ό,τι αποφάσιζε η κυρίαρχη τάξη. Τον  ενδιαφέρει να διατηρηθεί μια δημοκρατία που είναι  αποδεκτή μέσω μιας αδιάφορης συναίνεσης των μεγάλων λαϊκών μαζών.
     Πρόθεση του κυρίαρχου λόγου με κάθε ευκαιρία έκφρασής του είναι  η αποϊδελογικοποίηση, η εξύμνηση των ατόμων με αφηρημένα δικαιώματα η αποδοχή του ανέφικτου να κυριαρχήσουμε στα γεγονότα και η παραδοχή της επικράτησης της μοίρας  ενάντια στην οποία δεν μπορούμε να κάνουμε τίποτε… το πολύ πολύ να περιμένουμε  γιατί «η κυματοειδής απεικόνιση  της Ιστορίας διδάσκει ότι μετά το κάτω πάντα έρχεται το πάνω» Πιθανόν εκ θεού…

Παρασκευή 26 Αυγούστου 2011

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ ΑΓΩΝΙΣΜΑ

     Και πάλι νέα θριαμβολογία  της κυβέρνησης, και προσωπικά της υπουργού Παιδείας  Α. Διαμαντοπούλου, αυτή τη φορά  για τη συναίνεση, στην ψήφιση του νόμου για την τριτοβάθμια εκπαίδευση. 
         Για ένα αστικό δημοκρατικό καθεστώς είναι πάρα πολύ  σημαντικό να διαθέτει ένα αποτελεσματικό σύστημα καθοδήγησης και ελέγχου της κοινωνίας, για να εξασφαλιστεί η υπακοή. Πρέπει λοιπόν να κατασκευαστεί η συναίνεση, το ζητούμενο εδώ και μήνες  από την κυβέρνηση. Συνετά δρώσα η Νέα Δημοκρατία, φροντίζοντας και για την επομένη μέρα, παριστάνει την αντιπολίτευση σ’  όλους αυτούς τους δύσκολους μήνες για το λαό. Οι θριαμβολογίες για τη συναίνεση που επιτεύχθηκε στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο πιθανώς να είναι η αρχή για μια ομαλή και βαθμιαία σύμπραξη με το ΠΑΣΟΚ, χωρίς οι οπαδοί των δυο κομμάτων να νιώσουν περιθωριοποιημένοι
       Με την ψήφιση του νόμου  και πάλι ένας υπουργός, της παιδείας αυτή τη φορά, μιλά για  στοιχήματα αναφερόμενη στη εφαρμογή τον νόμου για την Ανώτατη Παιδεία.  Έχει κανείς  την εντύπωση ότι οι πολιτικοί μας αντιμετωπίζουν σαν τζόγο την κοινωνικοπολιτική κατάσταση της χώρας, που έχει  κατατμηθεί σε μικρότερα κομμάτια, ώστε να μη μπορούμε  αυτά τα αποσπάσματα της πραγματικότητας να τα ταξινομήσουμε. 
        Ωστόσο, δεν φαίνεται,  στο προσκήνιο τουλάχιστον,  καμιά διάθεση, από ευρύτερα σύνολα της κοινωνίας,  αμφισβήτησης  του τρόπου οργάνωσης  της πανεπιστημιακής εξουσίας που να την ταυτίζει με τη  συνολική  αμφισβήτηση του συστήματος.  Προς το παρόν, ελάχιστες φωνές στην κριτική τους για το νόμο που ψηφίστηκε  παρεμβαίνουν  κύρια και στο πεδίο του εποικοδομήματος,  σαν κριτική όλων των θεσμών εξουσίας του καπιταλιστικού συστήματος.
       Το φοιτητικό κίνημα έχει χάσει εδώ και πολλά χρόνια την ισχύ του και έχει αφομοιωθεί, σε ένα μεγάλο βαθμό, από τις κυρίαρχες τάξεις,  που    με επιτυχία  έχουν ολοκληρώσει την  προσπάθειά τους  για έλεγχο σε ένα μεγάλο τμήμα των νέων διανοούμενων.    Οι φοιτητικές παρατάξεις,  που αναδείχτηκαν  μέσα από  το φοιτητικό κίνημα μετά την μεταπολίτευση,  έχουν μετατραπεί,  εδώ και χρόνια, σε όργανα  ρύθμισης του συστήματος,  σχεδόν σε ατομική ιδιοκτησία των ηγετών τους και των κομμάτων για τα οποία  χρησιμοποιούνται,  οι οποίοι μέσω αυτών δουλεύουν και  για την προσωπική  τους χειραφέτηση και αναρρίχηση. Απόδειξη, η ανάδειξη  της πλειονότητας του κοινοβουλίου μέσα από τις  φοιτητικές παρατάξεις, της υπουργού παιδείας μη εξαιρουμένης.   Οι κυρίαρχες τάξεις μάλιστα   εφαρμόζουν    μια πολιτική  προώθησης, ως μελλοντικά στελέχη τους, εκείνων των φοιτητών που θα ήθελαν να κάνουν πολιτική και καριέρα, κυρίως μέσα από τα εναλλασσόμενα στην εξουσία  κόμματα και τις νεολαίες τους.
     Στον καιρό της ευμάρειας, η αστική τάξη διέθετε ακόμα κομμάτια της εξουσίας για διανομή στα μικροαστικά στρώματα και είχε γενικευτεί η    χρησιμοποίηση πτυχιούχων για αυτοτροφοδότηση του τεράστιου τομέα της ανώτατης εκπαίδευσης. Η χρησιμοποίησή τους σε διάφορα επίπεδα ευνοήθηκε από όλα τα κόμματα, των αριστερών μη εξαιρουμένων. Ετσι,  έδωσε σε   πολλούς που δεν ανήκαν στις κυρίαρχες ελίτ σταθερότητα δουλειάς και ασφάλεια, αλλά προπάντων κοινωνική θέση. Από την άλλη, συν τω χρόνω, η θέση των καθηγητών, με  τη  μεγάλη  ανάπτυξη του αριθμού τους και με  τις αγωνιώδεις προσπάθειες τους  να αποκομίσουν προνόμια και επιβραβεύσεις, και ιδιαίτερα για όσους δε τους τα εξασφάλιζε η  κοινωνική τους τάξη, βοηθούσης και της κατάλληλης προπαγάνδας, άρχισε να υποβιβάζεται  κοινωνικά αλλά και … ηθικά.
    Ταυτόχρονα,   στον καιρό των μνημονίων, η μεγάλη πλειοψηφία  των φοιτητών δεν μπορεί  πια  να έχει καμιά αυταπάτη για κάποια θέση στην κατανομή της εξουσίας, δεδομένου του μεγάλου  τους αριθμού, της περιθωριοποίησης και του φτωχέματος τους, που βρίσκεται στην εντελώς αντίθετη  κατεύθυνση από το μικροαστικό όνειρο της κατάκτησης ενός μέρους της εξουσίας. Η συνειδητοποίηση τους ότι δεν υπάρχει καμιά προοπτική αποκατάστασης μπορεί να μεταβάλει τις μάζες των φοιτητών σε ένα  υποκείμενο ανταγωνιστικό για την αστική τάξη.
       Ο νόμος  που ψηφίστηκε μπορεί  να προσφέρει  στους φοιτητικούς αγώνες ένα καινούργιο έδαφος ανάπτυξης. Αυτός ο στενός έλεγχος  των πανεπιστημιακών πραγμάτων από πολιτικοοικονομικά κέντρα  ίσως  βοηθήσει για να πέσει  στα μάτια των φοιτητών το πρώτο  προσωπείο, εκείνο του φιλελευθερισμού, μέσα  στον οποίο έχουν διαπαιδαγωγηθεί, το προσωπείο της αυτονομίας ενός πανεπιστήμιου στο οποίο είχαν  με αφέλεια πιστέψει ότι ασκούσαν εξουσία. Το πανεπιστήμιο εμφανίζεται πια  ξεκάθαρα σαν ένα θεμελιακό στοιχείο της  αναπαραγωγής του συστήματος και των κατασταλτικών  μορφών του,  και  είναι βέβαιο ότι όσο οι συγκρούσεις θα αναπτύσσονται, η ακαδημαϊκή  κοινότητα χάνοντας ολοσχερώς το φωτοστέφανο της ανεξαρτησίας και της ουδετερότητάς της  η θα  εμφανιστεί σαν ένα ακόμα από τα όργανά του  συστήματος η θα μεταβληθεί στο σημαντικότερο αναγκαίο σύμμαχο  των σε προλεταριοποίηση κοινωνικών στρωμάτων.
      Ο αγώνας για ριζοσπαστική κριτική και μεταρρύθμιση του πανεπιστημίου δεν μπορεί παρά να συνδέεται με τους πολιτικούς αγώνες.

Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΙ ΨΙΘΥΡΟΙ

      Ο νόμος 1268/82  για τα πανεπιστήμια ψηφίστηκε λίγο μετά την άνοδο στην εξουσία του ΠΑΣΟΚ, που, βλέποντας με την οπτική του σήμερα,  προσπαθούσε τότε να εκσυγχρονίσει  τον εγχώριο καπιταλισμό. Τριάντα χρόνια μετά  το ίδιο κόμμα, εξυπηρετώντας το ίδιο πολιτικοκοινωνικό σύστημα, που φαίνεται να παραπαίει, ψηφίζει νέο νόμο για τα πανεπιστήμια, αποδεικνύοντας τη σημασία των πολιτικών επιλογών  που γίνονται μεν σε επίπεδο πανεπιστημιακών δομών  αλλά τοποθετούνται σε μια στρατηγική υποστήριξης των δομών του καπιταλιστικού  συστήματος.
       Στη συζήτηση  για το νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση η  υπουργός Α. Διαμαντοπούλου, αναφέρθηκε απαξιωτικά  στο προηγούμενο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης  των ΑΕΙ λέγοντας  ότι τώρα «χάνεται το μοντέλο συνδιοίκησης που είχε εξαιρετικά δραματικά αποτελέσματα και έκανε κυρίαρχες ακραίες μειοψηφίες που λειτουργούσαν με απειλητικό τρόπο και οδηγούσε σε φαινόμενα αναξιοκρατίας και ανομίας στα πανεπιστήμια» ενώ συγχρονως  στράφηκε εναντίον  όσων αντιδρούν στις προωθούμενες αλλαγές λέγοντας ότι «Κατανοώ τη σύγκρουση γιατί το νομοσχέδιο είναι ανατρεπτικό. Ομως δεν μπορούμε να πάμε άλλο με μικρά βήματα. Οφείλουμε να απελευθερώσουμε τις μεγάλες υγιείς δυνάμεις του ελληνικού πανεπιστημίου. Και οφείλουμε να πάρουμε το κόστος. Πρέπει να συγκρουσθούμε με τις γενεσιουργές αιτίες του προβλήματος»
        Παρουσιάζει ενδιαφέρον η εμμονή των κυβερνητικών   από τη μια στη χρήση ιατρικών μεταφορών, που συνειρμικά μας συνδέει με μετεμφυλιοπολεμικές πολιτικές - οι υγιείς δυνάμεις του έθνους τότε, του πανεπιστημίου  τώρα- οι οποίες  επιστρατεύονται, για να δικαιολογήσουν  πολιτικές επιλογές και από την άλλη στην επίκληση της έννοιας  αξιοκρατία  για να δοθεί κύρος στις πολιτικές επιλογές τους.
      Συγχρόνως, είναι άξιο απορίας οι ουσιαστικά αναιμικές αντιδράσεις των πανεπιστημιακών, που αποφεύγουν να  δώσουν πολιτικό χαρακτήρα στις αντιδράσεις τους  και να αναδείξουν τον πυρήνα της φιλοσοφίας του νομοσχεδίου, συνδέοντάς το  μάλιστα  με τη οικονομικοκοινωνική  πραγματικότητα που φέρνουν  οι μεγάλες αλλαγές  των πολλαπλών μνημονίων. Δεν συνδέουν με ένταση την αμφισβήτηση για την ορθότητα του νομοσχεδίου  με την αμφισβήτηση της συνολικής πολιτικής της κυβέρνησης. Να παίζει ρόλο σ’  αυτό το γεγονός ότι το πανεπιστήμιο έχει γίνει εκτροφείο πολιτικών  που τροφοδοτεί χρόνια τώρα με νέο αίμα το πολιτικό σύστημα, προσδίδοντάς του κύρος;
      Η κυβέρνηση   δείχνοντας να μη  φοβάται ιδιαίτερα τις αντιδράσεις  από τους φοιτητές η γενικά από την πανεπιστημιακή κοινότητα, που ζώντας μέχρι τώρα σε συνθήκες ευμάρειας και με πολιτική δράση φορτωμένη περισσότερο με ρητορική και φορμαλισμό δεν αισθάνθηκε ποτέ  την ανάγκη να υπερασπιστεί έμπρακτα κάποιες ουσιαστικές αξίες, αλλάζει τον νόμο επιβάλλοντας νέους  κανόνες  λειτουργίας του πανεπιστημίου.  Ο νόμος Διαμαντοπούλου έρχεται να το  βάλει  σε μια νέα τάξη, να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται, για να το κάνει ένα απολύτως ελεγχόμενο πιόνι στην σκακιέρα του συστήματος. Οι αντιδράσεις των πανεπιστημιακών εστιάζονται περισσότερο στον τρόπο εκλογής των πρυτάνεων, δίνοντας την εντύπωση ότι ενδιαφέρονται  μυωπικά για τα άμεσα συμφέροντά τους και ότι αρνούνται να συνταχτούν με τη μεγάλη πλειοψηφία ενός λαού που ψάχνει, σχεδόν τυφλός,  οδό διαφυγής από τη φυλακή των μνημονίων.
       Η υπουργός πάλι, εκμεταλλεύεται  τη βασική αιχμή της κριτικής,  που  αφορά την επιλογή  των λιγότερο ικανών, το επαπειλούμενο  ρουσφετολογικό όργιο από το θανάσιμο εναγκαλισμό του πανεπιστημίου  από τα κόμματα, για να υπερασπιστεί το νομοσχέδιό της.
     Η αξιοκρατία, που είναι   ένα από τα στηρίγματα της αστικής ιδεολογίας, επιτρέπει την ρητορική για εξορία της πολιτικής ακόμα κι από πεδία αμιγώς πολιτικά και προμηθεύει τα πιο πειστικά επιχειρήματα,  για να καλύπτεται η αυθαιρεσία σε καθαρά πολιτικές επιλογές. Στην περίπτωση μάλιστα του συγκεκριμένου νομοσχεδίου η αξιοκρατία σχεδόν ταυτίζεται με την άκριτη αποδοχή της έξωθεν καλής μαρτυρίας. Αφού προηγήθηκε η  διόγκωση της όποιας παθογένειας των πανεπιστήμιων, ακολούθησε η απαξίωση τους, με λογικό επακόλουθο την αναμονή  και πάλι από την Εσπερία της σωτηρία μας, και μάλιστα με νόμο.
      Και  στον καιρό της δικτατορίας και  στα χρόνια του μνημονίου οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, στην πλειοψηφία τους, αποκαλύπτεται ότι δεν αποδέχονται μόνο  να είναι  οι υπερασπιστές  του συστήματος, αλλά κάποιες φορές και υπηρέτες του, υποτάσσοντας άμεσα  κι απροκάλυπτα κι αυτόν τον τομέα της κοινωνικής ζωής, που καμαρώνουν για  την δήθεν αυτονομία του,  στις ανάγκες του συστήματος. Συνεχώς γίνεται αναφορά στην ακαδημαϊκή ελευθερία, αλλά  στις δύσκολες περιστάσεις το πανεπιστήμιο αποκαλύπτει το ρόλο του, σαν ένας μηχανισμός ιδεολογικής και πολιτικής χειραγώγησης, που θέλει να εμπνέει την εξάρτηση και την υποταγή στην εξουσία, τις ανταγωνιστικές σχέσεις, το σπάσιμο κάθε συλλογικότητας.
       Είναι επιλογή  της πανεπιστημιακής κοινότητας, σε συλλογικό επίπεδο πάντα,  να μην ορθώσει έναν αυτόνομο λόγο, να μη συγκρουστεί  με την άρχουσα τάξη, να μη προτείνει τις δικές της λύσεις στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, να μη πρωτοστατήσει στη δημιουργία ενός υποκειμένου ικανού να συγκρουστεί πολιτικά με τις δυνάμεις του καπιταλισμού, να μη συμπορευτεί με τις λαϊκές δυνάμεις , γιατί πιστεύει   ότι αποτελεί… την άρχουσα τάξη
      Θα πρέπει  βέβαια να αναγνωριστεί ότι   η θέση εκείνων  των πανεπιστημιακών και όχι μόνο,  που θα δείξουν μια ικανότητα πραγματικής αντίστασης θα είναι δύσκολη και θα μπουν σε αποφασιστική δοκιμασία στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Δευτέρα 22 Αυγούστου 2011

ΚΑΙ ΜΟΝΑΞΙΑ ΚΑΙ ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΜΟΣ


   Στην ΕΤ3, στην εκπομπή «Ατέλειωτο Κονσέρτο» την Κυριακή το  βράδυ μεταδόθηκε το «Πάρτυ στη Βουλιαγμένη» του Λ. Κηλαηδόνη του σωτηρίου έτους 1983. Εκείνο το πάρτι σηματοδότησε στα πολιτιστικά δρώμενα της εποχής την υποχώρηση της πολιτικοποίησης, που σημάδεψε την πρώτη μεταπολιτευτική δεκαετία. Παρακολουθώντας το σχεδόν τριάντα χρόνια μετά, μπορεί να  αναγνωρίσει   κανείς  κάποια δείγματα αυτού που βιώνουμε σήμερα. Φαίνεται σαν  η μακαριότητα, που κυριάρχησε  την τελευταία εικοσαετία  στον ισοπεδωτικό καταναλωτικό προοδευτισμό μας, να εμφανίζεται για πρώτη φορά έτσι απενοχοποιημένα    σ’  εκείνο το πάρτι.
      Δυο χρόνια μετά την άνοδο στην εξουσία του ΠΑΣΟΚ, μια κοινωνία αισιόδοξη, με την πλειονότητα των πολιτών να πιστεύει στις εξαγγελίες της νέας κυβέρνησης,  που ετοιμάζεται για την  αναρρίχησή της  στη  μεσαία τάξη και  δυναμικά  καταλαμβάνει πρώτο τραπέζι πίστα στην κοινωνική ανέλιξη, δείχνει, τριάντα χρόνια μετά ,  μέσα από τις οθόνες μας ανέμελα να διασκεδάζει με «εναλλακτικούς» τρόπους,  εκείνο το βραδινό με την πανσέληνο.
       Με την άνοδο  του ΠΑΣΟΚ η μισή Ελλάδα του πολιτικού περιθωρίου αισθάνεται πως  κυριαρχεί και  οι αριστερές ιδέες, που με τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης είχαν αποκτήσει μια ασυναγώνιστη ηθική νομιμοποίηση και μια πνευματική επιρροή «κατακτούν» την εξουσία.  Αντιμέτωπη με την καθεστηκυία τάξη πραγμάτων της εποχής η λέξη Αλλαγή του ΠΑΣΟΚ γίνεται μια θετική μεθυστική έννοια. Βιώναμε καθυστερημένα αιτήματα του  Μάη του 68. Ταυτίζαμε την κριτική  στο σύστημα με την επανάσταση και την προσωπική απελευθέρωση σαν τρεις διαφορετικούς τρόπους να κάνει κανείς το ίδιο πράγμα, περνώντας από τη θεωρία  στην πράξη και αντιστρόφως. Αφού χρησιμοποιήθηκε ο εμφύλιος και ο αγώνας της αριστεράς για την αξιοπιστία του εκλογικού αγώνα του ΠΑΣΟΚ, μετά ήλθε και η ώρα της «συμφιλίωσης» και της … απόστασης. Το ΠΑΣΟΚ αρνείται πια την αναγκαιότητα της φάσης του επαναστατικού αλληλοσπαραγμού,  ευαγγελίζεται την ευτυχία που θα πραγματοποιηθεί  προοδευτικά υπό την αιγίδα του, με τη βοήθεια  μιας προωθημένης φιλελεύθερης διανόησης και τέχνης.
      Αρχίζει να διαμορφώνεται η ιδεολογία από τα ξεφτίδια της αριστεράς, με επιδέξια συναρμολόγηση είναι αλήθεια,  που θα κυριαρχήσει όλα τα χρόνια μέχρι το μνημόνιο. Αλλη μαγική λέξη και η απελευθέρωση η… ατομική. Ενάντια στην αστική ηθική, ενάντια στο κεφάλαιο, ενάντια στον ιμπεριαλισμό… όλα εξυπηρετούν το ίδιο σύστημα, είναι μια ενότητα. Το κακό είναι ένα. Έτσι είναι εύκολο να γίνεται χρήση μεταφορών: παλεύοντας κανείς ενάντια στην  υποκριτική αστική ηθική συγχρόνως συμμαχεί και  με όσους αγωνίζονται ενάντια  στον ιμπεριαλισμό. Η αναστρεψιμότητα   αξιών και προσπαθειών  είναι κινητήρια αρχή για την ιδεολογία της απελευθέρωσης, γιατί επιτρέπει τη συμμετοχή σε μεγάλους αγώνες  χωρίς σημαντική διακινδύνευση. Ο ασκητισμός του επαναστάτη στην εποχή της χούντας δίνει τώρα τη θέση του στη βούληση για απρόσκοπτες απολαύσεις. Ο μικροαστικός ηδονισμός κρύβεται πίσω από την επιθυμία  για ριζική αλλαγή. Η συμμετοχή σε ένα πάρτι σαν αυτό της Βουλιαγμένης επιδιώκει να αποκαλύψει την  αυθεντικότητα, τον  αυθορμητισμό της έκφρασης που ανάγονται σε κριτήρια.  Αυτό που έχει σημασία είναι να καλείται ο καθένας να ανακαλύπτει τον εαυτό του και  να τον κάνει γνωστό στους άλλους.  Σ΄ αυτό το πάρτυ άλλοι παρακολουθούν ντυμένοι, άλλοι χορεύουν, άλλοι κολυμπούν στη θάλασσα. Συμβολίζει την ελευθερία που πρέπει να αναχθεί σε θέαμα.
     Ετσι κάπως ξεκινά η εμφάνιση ομάδων,  με εφήμερες  κοινωνικές  μορφές,  που καθορίζονται περισσότερο από τα κοινωνικά στυλ και τις μόδες παρά από συμπεριφορές συνδεδεμένες με την κοινωνική τάξη,  και η  αυξανόμενη  μέριμνα για την ιδιωτική σφαίρα… εφόσον  εκτός από τον ιμπεριαλισμό υπάρχει και η μοναξιά. Με το ΠΑΣΟΚ στην εξουσία ένα μεγάλο τμήμα του λαού  πίστεψε ότι δίνεται καίριο πλήγμα(!) στον ιμπεριαλισμό,  άρα το μόνο που μένει να καταπολεμήσουμε είναι η  μοναξιά. Μια καλή αρχή γι’ αυτό ήταν το πάρτι στη Βουλιαγμένη …
    Και ακολούθησαν πολλά πάρτι… και ο ιμπεριαλισμός ανίκητος....