«Όλοι μαζί μπορούμε»,
«νοιάζομαι-μοιράζομαι», είναι κάποιες
από τις φιλανθρωπικές δραστηριότητες που
οργανωμένες από τηλεοπτικούς σταθμούς
(ΣΚΑΙ, MEGA κλπ) και μαζί με μύριες
άλλες οργανωμένες από εκκλησία, ΜΚΟ, κλπ. μας έπνιξαν τις μέρες των φετινών γιορτών, όπως και των περσινών. Κι
έτσι διαμορφώνεται μια ενιαία αντίληψη, όπου η αρετή να αντιστέκεσαι και αγωνίζεσαι
ξεπέφτει σε σπάνιο είδος και απομένει μόνο η ελεημοσύνη και η καλή θέληση κάποιων
ατόμων και πολύ περισσότερο η ύποπτη και
σκόπιμη κάποιων οργανισμών, για να αναχαιτιστεί
κάθε ταξική ενότητα μέσω μορφών
αλληλεγγύης, συσπείρωσης και στράτευσης.
Όταν
περιχαρείς τα τελευταία χρόνια ανακαλύψαμε την υπερκατανάλωση που μας οδήγησε
στην αναδίπλωση στο εαυτό μας και στη υιοθέτηση ενός ληθαργικού τρόπου ζωής,
δεν συνειδητοποιούσαμε τη νέα δόλια επινόηση ενός συστήματος που αποσκοπούσε,
μέσα από τη βελτίωση των υλικών όρων ζωής μας, να μας περισπάσει από την ταξική πάλη,
υποστηρίζοντας εκείνες τις αξίες που προωθούσαν την έλλειψη μαχητικότητας.
Γίναμε δεκτικοί και παθητικοί, δηλ. αποκτήσαμε τη δυνατότητα να βλέπουμε τα
πράγματα από την πλευρά των κυρίαρχων τάξεων, πιστεύοντας ότι μοιραζόμαστε τα
ίδια συμφέροντα και ότι ο καπιταλισμός μπορεί να χειρίζεται τα πάντα. Εγκαταλείψαμε
λοιπόν την επικίνδυνη επιθυμία για μετασχηματισμό της κοινωνίας. Άλλωστε το
σύστημα δεν μπορεί να χτυπηθεί με
κανένα όπλο, ίσα ίσα φαίνεται όλο και πιο ακλόνητο και πανταχού παρόν, ούτε
λόγος βέβαια πια για επανάσταση, και στο
κάτω κάτω δεν περνάγαμε, η πλειοψηφία, και άσχημα. Αφοσιωθήκαμε λοιπόν, οι πιο
… προοδευτικοί, στα ανθρώπινα δικαιώματα
και τις ηθικές αρχές.
Και ξαφνικά
προέκυψε η περιβόητη κρίση. Και από τους προλετάριους μέχρι μεσοαστούς νιώσαμε
να αλλάζουν τη ζωή μας εντολές αποικιοκρατών αφεντάδων, εγχώριων
και διεθνών, που η δράση τους υπαγορεύεται από το κέρδος και μόνο, που και
εμείς είχαμε λατρέψει όταν φανταζόμαστε ότι κερδίζαμε. Η απάνθρωπη βιαιότητα
αυτής της πολιτικής είναι απαίσια και
τρομακτική στο σύνολο της ζωής μας. Η κατάρρευση της αγροτικής οικονομίας, η
αλματώδης αύξηση της ανεργίας, τα άδεια ταμεία των δήμων και κοινοτήτων, οι επενδύσεις
που τόσο συχνά έχουν υποσχεθεί και που
τόσο πεισματικά δεν λένε να λειτουργήσουν, η μετανάστευση νέων, το
προβλεπόμενο οικονομικό και κοινωνικό
χάος δημιουργεί μια έρημη χώρα. Ο
κυρίαρχος λόγος όμως συνεχίζει να επιβάλλεται.
Μέσα σ’
αυτό το άνυδρο τοπίο συνεχίζεται να προβάλλεται η λατρεία της ατομικής
προσπάθειας, ενώ οι σύγχρονοι ηθικολόγοι κινούνται μεταξύ φρίκης και οίκτου, δηλώνοντας ότι ο κόσμος είναι βέβαια φρικτός και απαράδεκτος, αλλά θα πρέπει να προσπαθήσουμε
να ζήσουμε. Ό,τι σχετίζεται λοιπόν με τη
φιλανθρωπία αποκτά τρομερή σημασία, η
αγαθοεργία επανέρχεται στο προσκήνιο, ενώ οι ιδεολογικές συζητήσεις θα πρέπει
να καταλαγιάσουν, γιατί δεν προσφέρουν καμιά λύση. Η κρίση μοιάζει ξεκάθαρα να προσεγγίζει, στην
υπεράσπιση του συστήματος, παλιούς αντιδραστικούς και προοδευτικούς, μέσα από
τις πανομοιότυπες πράξεις τους και τον ηθικό τους λόγο, που αποδοκιμάζει τις δογματικές και ιδεολογικές μορφές λόγου και προτιμά τον
ενεργό πραγματισμό. Γίνεται ένας επιτυχημένος συνδυασμός της ανεκτικής και
συντροφικής ηθικής - μεταποιημένη προίκα της αριστεράς - και ενός μέρους της κληρονομιάς
της δεξιάς - η παραδοχή των κανόνων της
καπιταλιστικής κοινωνίας και των
θεσμών της. Έτσι καλύπτεται η δικαίωση ενός σκληρού καπιταλιστικού πνεύματος, το
όνειρο με κάθε τίμημα της οικονομικής επιτυχίας, με την επιθυμία κατευνασμού των συνεπειών της κρίσης μέσα από φιλανθρωπικές δράσεις. Γιατί αυτή η οργανωμένη φιλανθρωπία δεν σημαίνει επιστροφή στην αλληλεγγύη, ούτε λόγος βέβαια για ταξική, ούτε στην επανανακάλυψη της συλλογικής δράσης
στην υπηρεσία των αρχών της ισότητας. Αντίθετα,
αποδέχεται τον πιο άγριο καπιταλισμό, σχεδόν σαν να είναι φυσικό
φαινόμενο. Έχει κανείς το δικαίωμα να είναι πλούσιος αλλά και καθήκον να βοηθά τους φτωχούς, πολύ περισσότερο ο
λιγότερο φτωχός να βοηθά τον εξαθλιωμένο.
Αναδιανομή
οίκτου και μιζέριας στις υποτελείς τάξεις, για να επιδίδονται απερίσπαστοι στη
διάσωση του καπιταλισμού οι κυρίαρχες. Η επιστράτευση της χριστιανικής ηθικής
θα πρέπει να υπερκαλύψει κάθε λόγο για ταξική αλληλεγγύη που μπορεί να οδηγήσει
σε διεκδίκηση και αγώνα. Το πάντρεμα του ηθικού
αιτήματος – βοήθεια στους φτωχούς- μ΄ έναν έμπρακτο καιροσκοπισμό και της ρητορικής για τα ανθρώπινα δικαιώματα και
την αλληλοβοήθεια με τον κοινωνικό κυνισμό, που προσαρμόζεται χωρίς ιδιαίτερη
δυσκολία στην πραγματικότητα της νέας φτώχειας, φανερώνει την άνοδο ενός νέου
πραγματισμού χωρίς αναστολές, που συνδέει στενά την προσωπική πρωτοβουλία με την κοινωνική μοιρολατρία. Η
φιλανθρωπία εύκολα μετατρέπεται σε μπίζνες και πολιτική. Δήμαρχοι που διαθέτουν
στέγη για άστεγους, επιδοτούμενες ΜΚΟ που μοιράζουν συσσίτια, ηθοποιοί που προτρέπουν για συμμετοχή σε φιλανθρωπίες
κλπ. Αυτό όμως δεν έχει σημασία, αφού συμβάλλει σε μια κάποια ανακούφιση και
αναδεικνύει τον ανθρωπισμό μας. Η ελεημοσύνη θα βοηθήσει να επιβιώσουν και οι αδύναμοι, σ’ έναν κόσμο που ο πλούτος συσσωρεύεται
στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας με
φυσική σχεδόν νομοτέλεια. Οι υπόλοιποι πρέπει να φροντίσουμε για το εδώ και
τώρα των εξαθλιωμένων και άλλος τρόπος από τη φιλανθρωπία δεν υπάρχει. Επικροτείται λοιπόν μια ιδιωτικού τύπου
πρωτοβουλία που θυμίζει εράνους εκκλησίας από τα παλιά και στηρίζεται στην καλή θέληση, που έρχεται
σε αντικατάσταση του κράτους πρόνοιας που φυλλορροεί, και δρα, υποτίθεται, έξω από κάθε ιδεολογική
θεώρηση, αφού ο στόχος είναι να επιτευχθούν συγκεκριμένα αποτελέσματα, εδώ και τώρα, μια
που είναι και μέρες γιορτών.
Κάπως έτσι, με τον οίκτο και την ελεημοσύνη,
αποφεύγονται πολιτικοκοινωνικά γεγονότα να εντάσσονται σε μια σφαιρική
προοπτική, σ’ ένα σύστημα ερμηνείας, για να παραμένουν ακατανόητα και ως εκ
τούτου αξεπέραστα.