Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποδοσφαιρική μετανάστευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ποδοσφαιρική μετανάστευση. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 15 Ιουλίου 2018

ΑΝΤΙΦΑΣΕΙΣ ΤΟΥ ΜΟΥΝΤΙΑΛ



Ένα ακόμα Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου ολοκληρώνεται  με πολλές εκπλήξεις. Αναμφισβήτητα,  σε όλες αυτές τις  διοργανώσεις που δίνουν την ευκαιρία για  συναρπαστικό, πολλές φορές, θέαμα, 22 αντρών που αγωνίζονται για 90 λεπτά, υπάρχει κάτι περισσότερο από αυτό που βλέπει το μάτι μας.
                Είναι προβληματισμοί για διαφθορές στη διαιτησία, για στημένα παιχνίδια, για τον τρόπο λειτουργίας της FIFA, για την κρυμμένη, για το συνηθισμένο ανυποψίαστο παρατηρητή,  πολιτική στο Παγκόσμιο Κύπελλο, για την επιλογή αυτών που το φιλοξενούν  και πολλά άλλα που είναι δύσκολο να ν’ απαντηθούν τεκμηριωμένα. Το βέβαιο πάντως είναι πως πρόκειται για μια πολλών δισεκατομμυρίων επιχείρηση  μ’ όλες τις αντιφάσεις της και τα παράδοξα.
Το επαγγελματικό ποδόσφαιρο έχει επηρεαστεί σημαντικά από  την παγκοσμιοποίηση και  εμπορευματοποίηση, ιδιαίτερα στην πλούσια Δυτική Ευρώπη, όπου οι επενδύσεις σ’ αυτό ανοίγουν μεγάλες πολιτικές και οικονομικές προοπτικές. Μόνο που χώρες φτωχές αποτυχαίνουν να επενδύσουν οικονομικούς και ανθρώπινους πόρους στον αθλητισμό και γι’ αυτό βλέπουμε στο Μουντιάλ  την Αφρική να καταποντίζεται. Κι ενώ οι καλύτερες ομάδες του κόσμου προσελκύουν παίκτες από την Αφρική, οι αφρικανικές χώρες δεν μπορούν να αντέξουν οικονομικά να δημιουργήσουν τις δικές τους εθνικές ομάδες.
Δυσθεώρητο είναι το ποσό των χρημάτων που εμπλέκεται στη βιομηχανία του ποδοσφαίρου που λειτουργεί με τους νόμους του καπιταλισμού. Μικρές ομάδες καταβροχθίζονται από μεγάλες, οι καλύτεροι παίκτες παγκοσμίως αλιεύονται από μεγάλες ομάδες με τον καλύτερο πλειοδότη να κερδίζει.
Γι’ αυτό και η μετανάστευση των ποδοσφαιριστών είναι θεμελιώδους σημασίας για το σύγχρονο παιχνίδι, με τους καλύτερους αθλητές από τα φτωχότερα περιφερειακά πρωταθλήματα να κατευθύνονται στον πλούσιο πυρήνα του ποδοσφαίρου στην Ευρώπη, κάτι αντίστοιχο με τη δυτική οικονομία που χρησιμοποιεί τη μετανάστευση για να εκμεταλλευτεί φτωχότερες χώρες και τους ανθρώπινους και φυσικούς τους πόρους. Οι οικονομικές ανισότητες μεταξύ απασχόλησης σε ευρωπαϊκά πρωταθλήματα και σε αφρικανικά συμβάλλουν στη μετανάστευση του επαγγελματία της Αφρικής προς τις ευρωπαϊκές ομάδες. Στις φτωχές αφρικανικές χώρες υπάρχει η αντίληψη ότι παίζοντας επαγγελματικό ποδόσφαιρο στο εξωτερικό είναι ένας ρεαλιστικός τρόπος για τους νέους να ξεφύγουν από τη φτώχεια. Οι μετανάστες ποδοσφαιριστές, όπως και οι υπόλοιποι μετανάστες, ακολουθούν τις περισσότερες φορές καθιερωμένα μονοπάτια μετανάστευσης που έχουν χαράξει οι αποικιακές σχέσεις των αφρικανικών χωρών με αντίστοιχες ευρωπαϊκές. Κι αυτά τα μονοπάτια κατασκευάζονται και συντηρούνται από έναν ολόκληρο κόσμο  που εκμεταλλεύεται την «μεταναστευτική βιομηχανία» και  αποκομίζει υψηλά οικονομικά οφέλη. Η διεθνής ποδοσφαιρική μετανάστευση χρησιμεύει για τη διαιώνιση της υπανάπτυξης στο εσωτερικό αφρικανικό ποδόσφαιρο, την αποδυνάμωση του εργατικού δυναμικού του αφρικανικού ποδοσφαίρου με παίκτες που εξαρτώνται από τη χρηματοδότηση και την κατάρτιση από το εξωτερικό, μια μικρογραφία των σχέσεων της οικονομικοπολιτικής ζωής, όπου ο ποδοσφαιρικός μετανάστης αντιμετωπίζεται ως ένα οικονομικό εμπόρευμα.
Ένα αποτέλεσμα της  παγκοσμιοποίησης του αθλητισμού και εμπορευματοποίησης των αθλητικών ταλέντων είναι η άρση των εμποδίων για τους εξειδικευμένους μετανάστες  με ταλέντα και η δυνατότητα αναζήτησης υψηλότερων μισθών και βιοτικού επιπέδου στο εξωτερικό. Βέβαια, στην παγκόσμια ποδοσφαιρική οικονομία αυτοί οι αθλητές δεν είναι παρά το αντίστοιχο των φυσικών πόρων που εξάγονται και πωλούνται με κέρδος, όπως οι κόκκοι καφέ ή τα διαμάντια, μόνο που οι αφρικανοί παίκτες έχουν επαναληπτική αξία, αξιολογούνται ως περιουσιακό στοιχείο για την επίτευξη του μέγιστου κέρδους, ένα εμπόρευμα από το οποίο αναπτύσσονται αλυσίδες προστιθέμενης αξίας. 
Στο Μουντιάλ βλέπουμε πολύ συγκεκριμένα τα αποτελέσματα της παγκοσμιοποίησης που τις προηγούμενες δεκαετίες οι ιδεολόγοι της ήθελαν να μας πείσουν για τις προοπτικές που έδινε και στις φτωχότερες χώρες δίνοντάς τους πρόσβαση σε πόρους. Μόνο που στην πραγματικότητα, τελικά υπερίσχυσαν τα μητροπολιτικά κέντρα του καπιταλισμού υφαρπάζοντας ανθρώπινους και φυσικούς πόρους. Το ίδιο συμβαίνει  και στο ποδόσφαιρο, και το παγκόσμιο Κύπελλο αντικατοπτρίζει ακριβώς τις αντιφάσεις στην παγκόσμια οικονομία. Οι εισοδηματικές ανισότητες ανάμεσα στις  χώρες από τις οποίες αναδύονται οι ομάδες  τείνουν να αντανακλώνται στην κατάταξή τους στο παγκόσμιο κύπελλο.
Ένα παράδειγμα για τις συνέπειες της ροής ανθρώπινου δυναμικού προς την Ευρώπη που απογύμνωσε ομάδες της Αφρικής είναι και η Σενεγάλη, που το 2002 αποκλείει την κάτοχο κυπέλλου(1998) Γαλλία, η οποία ενσωματώνοντας στην ομάδα της παίκτες από τις αποικίες ή και αλλού φτάνει στον τελικό τώρα.
Την ίδια στιγμή, ενώ θεωρείται πως στο Μουντιάλ γιορτάζεται και ανταγωνίζεται η διαφορετικότητα των διαφόρων  εθνικών σχολών ποδοσφαίρου με τους θεατές ν’ αναζητούν τον μικρόσωμο Δαυίδ που θα κατατροπώσει ισχυρούς Γολιάθ, η αντίφαση είναι πως η ποδοσφαιρική μετανάστευση και η υπερίσχυση χρυσοφόρων επαγγελματικών συλλόγων της Δύσης  ομογενοποίησε το ποδόσφαιρο και κάνει αδύνατη την ύπαρξη ιδιαιτερότητας στο παιχνίδια. Π.χ. η Βραζιλία πια δεν παίζει σαν Βραζιλία. Επικρατώντας η  ευρωπαϊκή αντίληψη, αυτό που κυρίως ενδιαφέρει είναι η νίκη με όλες τις συνέπειες στο οικονομικό επίπεδο, παρά η διαδικασία του παιχνιδιού. Και ίσως αναζητώντας τη διαφορετικότητα που μπορεί να συναρπάσει  εστιάζεται περισσότερο το ενδιαφέρον στην ανάδειξη συγκεκριμένων παικτών, αφού οι ομάδες και το παιχνίδι τους τείνουν να είναι ίδιες. Κι έτσι αμφισβητείται πως οι καλύτερες ποδοσφαιρικές ομάδες έχουν σοσιαλιστικά χαρακτηριστικά, παίζουν μεταξύ τους και η προσωπική λάμψη του κάθε παίκτη υποτάσσεται στο κοινό καλό της ομάδας.
Κι αν θεωρείται το Μουντιάλ ένα κάλεσμα  για ενότητα και συναδέλφωση,  κι αν το παγκόσμιο κύπελλο στις οθόνες όλου του κόσμου θέλει να θυμίζει ότι είμαστε ένας λαός, μια φυλή είναι η επιχειρηματική λογική  που αποβλέπει στο κέρδος  που το ελέγχει, συντηρεί και προωθεί.

Σάββατο 14 Ιουλίου 2018

ΤΟ ΠΟΔΟΣΦΑΙΡΟ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ



Ένα ακόμα Παγκόσμιο Κύπελλο ποδοσφαίρου ολοκληρώνεται  με πολλές εκπλήξεις. Αναμφισβήτητα,  σε όλες αυτές τις  διοργανώσεις που δίνουν την ευκαιρία για  συναρπαστικό, πολλές φορές, θέαμα, 22 αντρών που αγωνίζονται για 90 λεπτά, υπάρχει κάτι περισσότερο από αυτό που βλέπει το μάτι μας.
                Το ποδόσφαιρο μοιάζει να  έχει απομείνει η  μόνη παγκόσμια κοσμική πίστη.  Είναι θέαμα, αλλά παράλληλα προκαλεί την έντονη συναισθηματική συμμετοχή των θεατών. Κι αν οι επιχειρηματίες έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον για το ίδιο το  άθλημα,  και όχι μόνο ως εμπόρευμα,    συγχρόνως  όμως θα πρέπει,  για να είναι συναρπαστικό και να αξίζει η εμπορευματοποίησή του, να φαίνεται πως διασώζεται και μια σφαίρα αυτονομίας του ποδοσφαίρου ως ποδόσφαιρο, όπου επιβιώνει το αθλητικό ήθος ως θεμέλιο του αθλητισμού, και  είναι αυτό που προβάλλεται  στα μέσα ενημέρωσης και πουλούν τα επιχειρηματικά συμφέροντα. Γι’ αυτό εκτός από τους κανόνες που διέπουν την ομαλή λειτουργία του ποδοσφαίρου, εξαίρονται  κάποιες αξίες και κανόνες που όσοι επιθυμούν να υπερέχουν στο ποδόσφαιρο πρέπει να έχουν, όπως οργανωτικότητα, ενθουσιασμό, θάρρος, ανθεκτικότητα, συνεργασία κλπ
                Στη σημερινή κατάσταση του ποδοσφαίρου διακρίνονται  χαρακτηριστικά του πολιτικοοικονομικού συστήματος. Κι αν ο καπιταλισμός μπορεί σχηματικά να περιγραφεί σαν το σύστημα που ο πλουσιότερος πάντα κερδίζει, το ποδόσφαιρο έχει μετατρέψει αυτή τη μεταφορά σε κυριολεκτική πραγματικότητα. Πέρα από τη φυσική ανισότητα που ενσωματώνεται στο παιχνίδι  π.χ ο ένας παίκτης είναι γρηγορότερος, ο άλλος πιο δυνατός κλπ.  το είδος της οικονομικής ανισότητας  είναι καθοριστικό για την νίκη μιας ομάδας,  αφού  ένας πλούσιος σύλλογος μπορεί να αγοράσει όλους τους καλύτερους παίκτες και να κερδίζει κάθε φορά  κι έτσι να μετατρέπεται στην ουσία σ’ ένα παιχνίδι  που καθορίζεται από το ποιος έχει τα περισσότερα χρήματα.  Την ίδια στιγμή όμως, για να είναι ελκυστικοί για τους μεγιστάνες του χρήματος οι ποδοσφαιρικοί σύλλογοι, τα παιχνίδια των ομάδων πρέπει  να είναι συναρπαστικά, διαφορετικά θεωρώντας πως το αποτέλεσμα είναι προκαθορισμένο ακυρώνεται η κερδοφορία τους.
                Αυτή λοιπόν την …κοσμική πίστη από τη στιγμή που την ανέλαβαν οι μεγιστάνες του χρήματος,  για να γίνεται αναλώσιμη ομοιόμορφα σε ανθρώπους πέρα από τις ηπείρους,  θέλησαν να την απολυμάνουν και να στερήσουν τη σημασία του  σε κάθε τι που εμποδίζει από το θέαμα του ίδιου του παιχνιδιού. Ο χώρος του γηπέδου πρέπει να φαίνεται, ανεξάρτητα  αν αυτό δεν ανταποκρίνεται στην πραγματικότητα,  ουδέτερος και να προστατεύεται από κάθε εξωτερικό στοιχείο που μπορεί να δώσει στο παιχνίδι ένα νόημα που ξεπερνά τα γεγονότα στο γήπεδο, όπως φασιστικές υπομνήσεις, αντανακλάσεις ταξικής πάλης  ή κληρονομιές αποικιοκρατίας.
                Το να παραδεχόμαστε πως το ποδόσφαιρο είναι ένα παγκόσμιο φαινόμενο με τεράστιες πολιτικές και οικονομικές δυνατότητες, και εκείνοι που επενδύουν μαζικά σε αυτό θα αποκομίσουν μεγάλα οικονομικά, κοινωνικά, πολιτικά και πολιτιστικά οφέλη, πως είναι περισσότερο μια επιχείρηση  παρά ένα άθλημα είναι μια προφανής δήλωση. Το ζήτημα όμως είναι πως έχει μετατραπεί σε μια τέλεια μεταφορά για τον ίδιο τον καπιταλισμό. Καθώς το ποδόσφαιρο γίνεται όλο και περισσότερο εταιρικό, με το πλούτο και κύρος  να συγκεντρώνεται σε ορισμένες ομάδες του δυτικού κόσμου αντίστοιχες των οικονομικών μονοπωλίων,  ορισμένα φαινόμενα στο παιχνίδι αρχίζουν να αντικατοπτρίζουν ορισμένες από τις θεμελιώδεις λειτουργίες και θεωρίες του κυρίαρχου οικονομικού συστήματος του πλανήτη μας.
                Ενδιαφέρουσες είναι οι απόψεις  για το ποδόσφαιρο που αναγνωρίζουν το ισοδύναμο της διαρκούς ανάπτυξης που θεωρείται στον καπιταλισμό  ως μόνη αποδεκτή κατάσταση, στα προκριματικά των διοργανώσεων των πρωταθλημάτων,  όπως το Tσάμπιον Λιγκ. Το πρωτάθλημα των πρωταθλητών  κάνει τους πλούσιους πλουσιότερους και εξαφανίζει άλλους συλλόγους,  εξουδετερώνοντας έτσι τον αγωνιστικό αθλητισμό από το βασικό του σκεπτικό: τον ανταγωνισμό. Χωρίς τα χρήματα  και το κύρος για να προσελκύσουν κορυφαία ταλέντα, καταλήγουν ομάδες να μη μπορούν να προχωρήσουν μετά τους πρώτους αγώνες. Κι είναι κι αυτός κι ένας λόγος που στο Μουντιάλ όλο και λιγότερες ομάδες  από αφρικανικές χώρες προχωρούν στη φάση των νοκ-άουτ, αφού οι καλύτεροι παίκτες από τις χώρες αυτές παίζουν σε μεγάλες ευρωπαϊκές ομάδες. Η Σενεγάλη είναι ένα ενδεικτικό παράδειγμα που επιβεβαιώνει αυτήν την εκτίμηση.
Εν ολίγοις, χάρη στην ελεύθερη αγορά, το ποδόσφαιρο είναι μίμηση των ανισοτήτων που βλέπουμε σε παγκόσμια κλίμακα. Λίγες πλούσιες ομάδες είναι στην κορυφή και απολαμβάνουν  το μεγάλο μερίδιο των πόρων (και είναι πάντα σε θέση να δικαιολογήσουν γιατί θα πρέπει να έχουν ακόμα περισσότερους), μια σημαντική κατηγορία έχει καθηλωθεί σε μια μέση κατάσταση, με τις ελπίδες της για μια άνοδο να  συνοδεύεται από τους φόβους της να εξαφανιστεί, και οι  υπόλοιπες  ομάδες να βρίσκονται στη βάση της πυραμίδας,  κάτι αντίστοιχο με τα υποανάπνυκτα κράτη.
Το ποδόσφαιρο έχει παραδοσιακά θεωρηθεί ως το άθλημα των εργατικών τάξεων σε όλο τον κόσμο, όμως αν και οι παίκτες του εξακολουθούν να προέρχονται από τη βάση της εργατικής τάξης οι περισσότεροι απομακρύνονται άνετα από τις ρίζες τους με τους  μεγάλους μισθούς και τη συνοδευτική, μέσα σε μια φούσκα, ζωή τους.
Και με κάθε νέα ποδοσφαιρική περίοδο γίνεται όλο και πιο σαφές ότι ο πλούτος και η δύναμη στο παιχνίδι επικεντρώνονται στα χέρια μερικών επιχειρηματιών που έχουν ελάχιστο ενδιαφέρον για το ίδιο το άθλημα. Τα μονοπώλια εξαπλώνονται σε όλες τις δραστηριότητες και εκφάνσεις της ζωής που είναι δυνατή η εμπορευματοποίησή τους. Και το ποδόσφαιρο δεν ξεφεύγει απ’ αυτό.  
Το ποδόσφαιρο γεμάτο με παράδοξα και αντιφάσεις, ενσωματωμένο στο παγκόσμιο καπιταλιστικό σύστημα λειτουργεί με τους όρους του. Αν όμως  ο αγώνας μέσα στο γήπεδο πρέπει να συντηρεί τη φαντασίωση της ζωής ως ένα παιχνίδι, τότε πάνω απ’ όλα πρέπει να συνεχίσει να ενσαρκώνει την υπόσχεση για τη δυνατότητα των ευκαιριών που κάνει τους έσχατους να έρχονται πρώτοι, ώστε  κι αν στην πραγματική ζωή δεν υπάρχει πια δίχτυ ασφαλείας και η κοινωνία των ευκαιριών έχει αποσυρθεί ακόμα και σαν υπόσχεση σ’ ένα μακρινό μέλλον το ποδόσφαιρο να συνεχίζει να αποτελεί εγγύηση πως όλα είναι δυνατά και συναρπαστικά.