Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συγκεντρώσεις για τα Τέμπη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Συγκεντρώσεις για τα Τέμπη. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 4 Μαρτίου 2025

ΟΙ ΜΕΓΑΛΕΙΩΔΕΙΣ ΔΙΑΔΗΛΩΣΕΙΣ

 

Την προηγούμενη Παρασκευή, επέτειο των δυο χρόνων από το προδιαγεγραμμένο έγκλημα των Τεμπών, πλημμύρισαν οι δρόμοι και οι πλατείες όλης της Ελλάδας,  και σε πόλεις του εξωτερικού όπου υπήρχαν Έλληνες, από άπειρα πλήθη που διεκδικούσαν δικαιοσύνη. Οι δρόμοι των πόλεων και πάλι φαίνεται να παίζουν τον κεντρικό ρόλο  που χρόνια τώρα παίζουν στις ζωές και τις αναμνήσεις των κατοίκων τους. Οι δρόμοι, οι πιο θεμελιώδεις κοινόχρηστοι δημόσιοι χώροι αυτόν τον καιρό που ξεχύνονται οι άνθρωποι να διαμαρτυρηθούν για το έγκλημα των Τεμπών μοιάζει να ξαναποκτούν την πολιτική και κοινωνική τους σημασία, χώροι για εορτασμούς και εξεγέρσεις. Δεν είναι πια μόνο ο κύριος και σχεδόν αποκλειστικός τομέας αυτοκινήτων, αλλά  γίνονται τόποι για να εκφραστεί δημόσια η λαϊκή διαμαρτυρία, γίνονται τόποι όπου δημιουργούνται σχέσεις συναδέλφωσης και αλληλεγγύης. Είναι εκεί όπου η πόλη εκφράζει τη λειτουργία της ως συλλογικό πολιτικό σώμα, ξεπερνώντας τον κατακερματισμό του δημόσιου χώρου σε πολυκαταστήματα και καφέ, όπου ο καταναλωτισμός είναι το μόνο που συνδέει τους κατοίκους.
          Κι αυτή τη φορά δεν ήταν μόνο μεγάλο το πλήθος, αλλά και το πάθος συνδικάτων, μαζικών φορέων και οργανώσεων, με την απεργία να γίνεται αισθητή στους δρόμους των κλειστών καταστημάτων και η συγκέντρωση να εξελίσσεται σε μέγιστη πολιτική πράξη των εργαζομένων. Η συμπύκνωση στο έγκλημα των Τεμπών όλων των κακοδαιμονιών ενός καπιταλιστικού συστήματος που η αλαζονεία της πεποίθησης για ανυπαρξία απειλητικού αντιπάλου εκτοξεύει τον κυνισμό του και την εγκληματική του δράση για χάρη των συμφερόντων του, έκανε ορατή σχεδόν στο σύνολο των εργαζομένων την περιφρόνησή του γι’ αυτούς και τις ζωές τους. Και καθώς 15 χρόνια μετά την επιβολή των μνημονίων τα μέσα ζωής συνεχίζουν, παρά τις περί του αντιθέτου διαβεβαιώσεις, να γίνονται δύσκολα, οι δρόμοι των πόλεων  επιτέλους καταλαμβάνονται από τους κατοίκους τους αντιδρώντας και διαμαρτυρόμενοι «στα ψεύτικα τα λόγια τα μεγάλα» με μεγαλειώδεις συγκεντρώσεις, ίσως τις μεγαλύτερες από την μεταπολίτευση.
            Αυτή  τη φορά όμως ο πρωθυπουργός δεν έσκυψε το κεφάλι, όπως μετά την προηγούμενη μεγάλη διαμαρτυρία στις 26 Ιανουαρίου, δεν προσπάθησε μέσα από μια συνέντευξη απολογούμενος να δικαιολογηθεί, αποδίδοντας τα πάντα στην άγνοιά του, μη συνειδητοποιώντας ή και αδιαφορώντας για την υπονόμευση του  όποιου κύρους του εξασφάλιζε ο θεσμικός του ρόλος. Αυτή τη φορά αρκέστηκε, για να ελέγχει πλήρως το λόγο του, σε διαδικτυακή ανακοίνωση, παραποιώντας και αντιστρέφοντας πλήρως το μήνυμα του ατελείωτου πλήθους που διαδήλωνε. Με θρασύτητα ερμήνευσε αυτήν τη μεγαλειώδη διαμαρτυρία σαν αίτημα για να συνεχίσει και να επιταχύνει  η κυβέρνηση το αναπτυξιακό της έργο, φτάνοντας μάλιστα τον κυνισμό του στα άκρα με την υιοθέτηση και του συνθήματος που κυριαρχεί στη χώρα για να μην υπάρξουν άλλα Τέμπη, όταν  στο κείμενό του καταλήγει «Για να μην ξεχάσουμε τα Τέμπη. Αλλά και να μην τα ξαναζήσουμε ποτέ». Εκχυδαΐζοντας κάθε πολιτική σκέψη,   αναφέρθηκε στη δύναμη που απέδειξε ότι έχει η «Δημοκρατία μας» μ’ αυτές τις διαδηλώσεις, όταν  ο ίδιος και η διακυβέρνησή του έξι χρόνια τώρα την έχει προδώσει με τις αδιαφανείς διαδικασίες ανάθεσης έργων, τις υποκλοπές, την ασύστολη χειραγώγηση της ενημέρωσης, τις επεμβάσεις στη Δικαιοσύνη κλπ. Με όλες της τις πράξεις αυτά τα χρόνια η κυβέρνηση της Ν.Δ ξέσκισε, συμπληρώνοντας το έργο των προηγούμενων, το ψέμα ενός πολιτεύματος που καμάρωνε για την φιλελευθεροποίησή του, όσο βέβαια οι καταχρήσεις του μπορούσαν να πραγματοποιούνται ελεύθερα. Όποτε όμως χρειαζόταν η κρατική δύναμη για να τις εξασφαλίσει, τότε ο φιλελευθερισμός μετατρέπονταν σε φασιστικές πρακτικές, όπως οι υποκλοπές ή η χειραγώγηση της δικαιοσύνης.
             Όλα αυτά τα χρόνια της οικονομικής κρίσης όλα τα αστικά κόμματα ξεντύθηκαν, άλλο νωρίτερα άλλο αργότερα, από το πολιτικό σχήμα με το οποίο διαφήμιζαν τη διαφορετική τους δήθεν πολιτική πρόταση, αφού όλα εξυπηρέτησαν τα συμφέροντα της άρχουσας τάξης. Το ΠΑΣΟΚ προσχώρησε στο ΣΥΡΙΖΑ, ο ΣΥΡΙΖΑ αντικατέστησε το ΠΑΣΟΚ, η Ν.Δ επεκτάθηκε στο ΠΑΣΟΚ, η Ελληνική Λύση αγκαλιάζεται με τη Ν.Δ   Κάθε ένα από τα  κόμματα εξουσίας όταν εκπλήρωναν το ρόλο τους φρόντιζαν να αποζημιωθούν για ό,τι άφησαν με το να φιλοξενηθούν στο διπλανό μαγαζί και να υπηρετούν τα αντίπαλα πάθη, προβάλλοντας το απολιτικό και την ελεύθερη, ατομικιστική σκέψη, εξασφαλίζοντας έτσι τη διαιώνιση μιας εύρυθμης κοινοβουλευτικής δημοκρατίας με διαφορετικές πολιτικές προτάσεις.  
          Και τώρα φάνηκε το αδιέξοδο και  αναρωτιούνται για όλο αυτό το πλήθος που διαδηλώνει και προσπαθούν να χειραγωγήσουν αυτήν την οργή που εκφράστηκε για  το έγκλημα των Τεμπών. Είναι που δεκαετίες τώρα ένας ολόκληρος λαός όλα όσα είχε πιστέψει έχουν συντριφτεί. Κάθε πίστη σε κάτι σταθερό και δίκαιο τα ίδια τα αστικά κόμματα την αποκρούσανε και αποκάλυψαν ότι ήταν ένα χυδαίο ψέμα για παραπλάνηση. Και είναι σαν όλο αυτό το πλήθος χρόνια τώρα να είχε κλειστεί στους τοίχους μιας σκοτεινής φυλακής γυμνής από ελπίδες. Και τα Τέμπη σαν να ελευθέρωσαν την οργή εναντίον αυτών που του έκλεισαν σε  τοίχοι που τους έπνιγαν, εναντίον αυτής της  ανόητης ηρεμίας, της τάξης, της ασφάλειας που τους υπόσχονταν, ενώ τους αφαίμασσαν τη ζωή. Κι ο κόσμος που είχε κυρτωμένη τη ράχη του κάτω από το βάρος μιας προνομιούχας τάξης και υπέμενε την αλλαγή καβαλάρη ελπίζοντας μάταια σε βελτίωση των συνθηκών ζωής του φαίνεται σαν να σηκώνει κεφάλι, ν’ αποκτά τη χαμένη αξιοπρέπεια που χάθηκε κάπου ανάμεσα στο φόβο για το μέλλον και την μέριμνα για το παρόν.
         Κι αν ο προβληματισμός παραμένει για την εξέλιξη αυτών των κινητοποιήσεων, για τα αιτήματα που θα πρέπει να προβληθούν, για τις επόμενες δράσεις που θα οργανωθούν είναι περισσότερο γιατί η μεγάλη μάζα του κόσμου εναγωνίως αναζητεί τη δικαιοσύνη στους θεσμούς εκείνους που κατασκευάστηκαν έτσι που να μην αγγίζουν τα ιερά του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της παραγωγής, τα κέρδη και την εκμετάλλευση των εργαζομένων, απαιτώντας τη σωστή λειτουργία τους. Γι’ αυτό και η κυβέρνηση με τα αδελφά κόμματα εξουσίας ή αντιπολίτευσης μπορεί υποκριτικά μετά την έκφραση της  λαϊκής οργής να συναινεί σε διερεύνηση ενεργειών κυβερνητικών προσώπων, πιστεύοντας στην εκτόνωση και χειραγώγηση των λαϊκών διεκδικήσεων.
        Γιατί η κυρίαρχη προπαγάνδα επιμένει να δείχνει τον τοίχο στον οποίο δεν μπορούν παρά να σταματήσουν οι λαϊκές κινητοποιήσεις, δηλ. στους θεσμούς του κοινοβουλίου και της δικαιοσύνης. Γι’ αυτήν, η Δημοκρατία είναι ένα αξίωμα. Οι καταχτήσεις της έχουν το αυταπόδειχτο ενός θεωρήματος και  είναι πέρα από τη λογική να μην το αποδεχτεί κανείς. Και οι ατασθαλίες, ακόμα και ο πόλεμος, είναι μέρος της απόδειξης. Τελεία. Δεν υπάρχει τίποτε πέρα από την αστική δημοκρατία.
          Γι’ αυτό και εκτός από τους κομμουνιστές κανείς πια δεν μιλά για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας και γι’ αυτό και ο λόγος τους δεν βρίσκει παρά ελάχιστες δημόσιες διαδρομές για ν’ ακουστεί. Κι επειδή είναι οι κομμουνιστές που κάνουν την επίπονη δουλειά του μυρμηγκιού, οργανώνοντας και περιφρουρώντας απεργίες, γι’ αυτό από το δημόσιο λόγο που θέλει να χειραγωγεί έχουν αποκλειστεί. Γιατί είναι το κομμουνιστικό όραμα που δείχνει το χτίσιμο ενός καινούργιου κόσμου και αναδεικνύει και την προοπτική των αγωνιστικών κινητοποιήσεων. Ενώ η κυρίαρχη προπαγάνδα πρέπει να πείσει και πάλι ή να εκφοβίσει για τη διάρκεια ενός κόσμου στηριγμένου πάνω στις συμβάσεις μικρών και μεγάλων εγκλημάτων για τα κέρδη και σε μια ηλιθιότητα που περνιέται για εξυπνάδα, επειδή κατέχει την εξουσία.

 

G
M
T
Y
Η λειτουργία ομιλίας περιορίζεται σε 200 χαρακτήρες

Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2025

ΥΠΟΝΟΜΕΥΟΝΤΑΣ ΑΓΩΝΙΣΤΙΚΕΣ ΚΙΝΗΤΟΠΟΙΗΣΕΙΣ

 

Δυο χρόνια από το έγκλημα των Τεμπών, η  ολιγωρία, η απροθυμία, το λιγότερο, και η ενοχή, το πιο πιθανό,   της εκτελεστικής εξουσίας στην αναζήτηση των αιτίων οδήγησε σε συνεχείς παλινδρομήσεις διακηρύξεων και συμπεριφορών της. Η  επίμονη έρευνα όμως των συγγενών των θυμάτων για την αποκάλυψη του ρόλου κυβέρνησης και  σιδηροδρομικής επιχείρησης, της Hellenic train, σ’ αυτό το έγκλημα τροφοδότησε  την  καχυποψία, τουλάχιστον,  της μεγάλης πλειοψηφίας για τις προθέσεις και τις σκοπιμότητες της κυβέρνησης και ενίσχυσε τη βεβαιότητα της συγκάλυψης. Η οργή και η κρίση εμπιστοσύνης προς την κυβέρνηση οδήγησε στην παλλαϊκή συγκέντρωση του προηγούμενου μήνα, που φοβίζοντας την κυβέρνηση και τους παρατρεχάμενους της την ωθεί τώρα εσκεμμένα, και με ποικίλους τρόπους, να υπονομεύσει για να αποτρέψει τις απεργιακές συγκεντρώσεις στην επέτειο των δυο χρόνων από  το τραγικό έγκλημα.
          Κατ’ αρχάς, χρησιμοποιώντας κλασικά  την τρομοκράτηση για συμμετοχή στην απεργία, όπως με την επίδοση απόλυσης σε  εργαζομένη στο εργοστάσιο τροφίμων «Καλλιμάνη» και τη σύλληψη από την αστυνομία μελών του Εργατικού Κέντρου Πάτρας που την υπερασπίστηκαν. Επιπλέον, επιστρατεύοντας διανοούμενους, δημοσιογράφους και πολιτικούς, που παντοιοτρόπως έχουν προσδεθεί εμφανώς ή και διακριτικά αν όχι στο άρμα της κυβέρνησης Μητσοτάκη αλλά στην υπάρχουσα τάξη πραγμάτων μιας αστικής εξουσίας που πρωτίστως την ενδιαφέρει η απρόσκοπτη εξυπηρέτηση ταξικών της συμφερόντων, για να γίνει κύριο μέλημα τους τις τελευταίες ημέρες η απαξίωση και αποτροπή οργανωμένων διαμαρτυριών και συμμετοχών στις συγκεντρώσεις της Παρασκευής με σωματεία, πολιτικές οργανώσεις και κόμματα. Οι αναφορές στις πλατείες των αγανακτισμένων είναι ενδεικτικές των στόχων όλων αυτών που προσπαθούν να αποτρέψουν τις διαδηλώσεις,  επισείοντας κινδύνους αυτών των κινητοποιήσεων, προβάλλοντας το δίλημμα Μητσοτάκη ή χάος,   με την υπενθύμιση της κατάληξης των πλατειών στην κυβέρνηση Τσίπρα και στο τρίτο μνημόνιο. Συγχρόνως όμως απαξιώνουν και κάθε κινητοποίηση και διαμαρτυρία υποκρινόμενοι άγνοια των λόγων που τις προκαλούν, εκθειάζοντας την αστική μας δημοκρατία και υπεραμυνόμενοι μιας δικαιοσύνης, της οποίας την ανεξαρτησία από την εκτελεστική εξουσία δυσκολεύονται και οι ίδιοι να αποδείξουν.  
         Κυβερνητικοί και παρατρεχάμενοι εκφράζουν κατ’ επανάληψη την εμπιστοσύνη τους προς την δικαιοσύνη διαβεβαιώνοντας την ανεξαρτησία της από την εκτελεστική εξουσία, ενώ διαψεύδονται από τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκης.  Ο οποίος για το θέμα των Τεμπών με την επιστολή του στον εισαγγελέα του Αρείου Πάγου Ι. Ντογιάκο πριν δυο χρόνια, προτρέπει να αναθέσει την υπόθεση «στο υψηλότερο δυνατό ανακριτικό επίπεδο» και «το πόρισμα τη επιτροπής  (για) να καταστεί μέρος της δικογραφίας», μιας επιτροπής εμπειρογνωμόνων για τα αίτια του δυστυχήματος που ο ίδιος διόρισε, επεμβαίνοντας έτσι απροκαλύπτως στο έργο της δικαιοσύνης.
          Με το εγκληματικό δυστύχημα  στα Τέμπη η αστική μας δημοκρατία αποκάλυψε την υποκρισία της. Η διάκριση των εξουσιών που αποτελούσε κατάκτηση της εποχής του διαφωτισμού για αποφυγή του κινδύνου υπερσυγκέντρωσης ισχύος στα χέρια του ηγέτη, θεωρούνταν για κάθε κράτος που αυτοχαρακτηρίζονταν ως κράτος δικαίου  εγγύηση ότι η εξουσία ελέγχεται και δεν αυθαιρετεί. Με το έγκλημα στα Τέμπη αποδεικνύεται ότι η επίκληση στη διάκριση των εξουσιών δεν γίνεται για την προστασία  από την ανεξέλεγκτη κρατική επιβολή, αλλά χρησιμοποιείται για  βασικό επιχείρημα υπέρ της διατήρησης της κρατικής εξουσίας ως ανεξέλεγκτης, με χειραγώγηση της λαϊκής δυσαρέσκειας. Για όλες τις κυβερνητικές αυθαιρεσίες κάθε φορά λέγεται ότι  θα αποφανθεί η δικαιοσύνη, το δικαστικό σώμα της οποίας ελέγχεται από την εκτελεστική. Γι' αυτό και οι παραλείψεις και ολιγωρίες των δικαστών στο εγκληματικό δυστύχημα  των Τεμπών  είναι δύσκολο να θεωρηθούν τυχαίες.
            Η διασταύρωση ή και σύγχυση των εξουσιών επώδυνα διαπιστώθηκε από τη μεγάλη πλειοψηφία των λαϊκών στρωμάτων την εποχή των μνημονίων,  επειδή είχαν και άμεση επίπτωση στην εξαθλίωση ενός ολόκληρου λαού. Τότε που  κυβερνιόταν η χώρα με πράξεις νομοθετικού περιεχομένου, που τα ανώτατα δικαστήρια επικύρωναν ως συνταγματικές, δικαιώνοντας σχεδόν πάντα τις κυβερνητικές αποφάσεις. Η ισχυρή εκτελεστική εξουσία υλοποιούσε τους στόχους της κυρίαρχης τάξης και το δικαστικό σύστημα εξασφάλιζε την ισχύ  της με τη συναίνεση των εκμεταλλευομένων τάξεων που συνέχιζαν να έχουν εμπιστοσύνη στην αστική δημοκρατία.
           Αυτό λοιπόν που τώρα φοβίζει την κυρίαρχη εξουσία είναι όχι μόνο το πλήθος αυτών που διαδηλώνουν, και το οποίο θα μπορούσε και να τιθασεύσει όπως ακριβώς έγινε με τους απολιτικούς αγανακτισμένους των πλατειών μέσω της σοσιαλδημοκρατίας του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά η μετατροπή των φωνών οργής και διαμαρτυρίας σε πολιτικό λόγο. Η προκήρυξη απεργίας από τα ταξικά σωματεία την ίδια ημέρα της επετείου δείχνει μια διαφορετική κατεύθυνση από την απλή εκδήλωση και έκφραση μιας διάθεσης ή ψυχολογικής κατάστασης. Σε όλο αυτό το πλήθος με τις συγκεντρώσεις, απεργίες και κάθε είδους συλλογικές κινητοποιήσεις γίνονται διεργασίες που το κατευθύνουν σε ένα συνειδητό, οργανωμένο, πολιτικό ρόλο. Ο φόβος λοιπόν όλο αυτό το πλήθος να μετατραπεί από αντικείμενο πολιτικής χειραγώγησης με μαζική ψεύτικη συνείδηση, σε υποκείμενο πολιτικών συμβάντων ενεργοποιεί κυβερνητικά στελέχη με χυδαίο, φασιστικής κοπής, λόγο, όπως ο Α. Γεωργιάδης ή Μ. Βορίδης ή πανεπιστημιακούς, όπως ο Σ. Καλύβας,  με τον καμουφλαρισμένο ανορθολογισμό του  ειδήμονα, για να κινδυνολογούν, στην προσπάθειά τους να  υπερασπιστούν τις πασιφανώς ύποπτες αντιδράσεις  της κυβέρνησης και φυσικά όλου του συστήματος εξουσίας.
         Το γεγονός ότι οι οργανωμένες κομμουνιστικές δυνάμεις στους χώρους δουλειάς  με τα ταξικά σωματεία έχουν πάρει  επάνω τους την επιτυχία της απεργίας, με ενημέρωση, συμπαράσταση, οργάνωση των εργαζομένων αναπτερώνει τις ελπίδες ότι δεν θα  παραμείνει αυτή η κινητοποίηση σαν η έξοδος ενός αλυσοδεμένου φυλακισμένου που δεν μπορεί να σπάσει τα δεσμά του και ξαναγυρνά στη φυλακή.
          Το εγκληματικό δυστύχημα  των Τεμπών φαίνεται να λειτουργεί καταλυτικά στη διάρρηξη της εμπιστοσύνης μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού προς το σύστημα, που μπορεί να γίνει αφετηρία για ταξικούς αγώνες. Επειδή όμως η κυρίαρχη εξουσία, οργανωμένη και ισχυρή,  καραδοκεί κάθε φορά για να χειραγωγήσει και να ελέγξει προς το συμφέρον της, ο κίνδυνος να κατευθυνθεί η δυσαρέσκεια και η οργή  προς κάθε είδους μεταμφιεσμένου φασισμού είναι υπαρκτός. Γι’ αυτό οι προτροπές για διαμαρτυρίες και συγκεντρώσεις έξω από κόμματα και συνδικάτα είναι εκ του πονηρού. Επειδή στην πολιτική σκηνή υπάρχουν από τη μια όλα τα παρακλάδια των αστικών κομμάτων που διαφοροποιούνται στα πρόσωπα και σύρονται στις διαμαρτυρίες για να πέσει ο Κ. Μητσοτάκης και από την άλλη το Κομμουνιστικό Κόμμα, που καταγγέλλει τον καπιταλισμό και το κέρδος που ρημάζουν τις ζωές των εργαζομένων, κυρίως όταν δεν συναντούν οργανωμένη ταξική αντίσταση, ενώ στους χώρους δουλειάς  από τη μια  οι εργοδότες και από την άλλη τα ταξικά σωματεία, γι’ αυτό οι αναφορές σε ακηδεμόνευτες κινητοποιήσεις και ατομικές διαμαρτυρίες γίνονται για αποδυνάμωση των κομμουνιστών που οργανώνονται σε κόμμα και συνδικάτα.  
            Κανένας όμως  άνθρωπος δεν «είναι νησί ακέραιο», κανείς δεν διαμαρτύρεται για κοινωνικά προβλήματα ως άτομο, αλλά ως μέλος μιας κοινότητας. Όλοι οι εργαζόμενοι έχουν κοινά συμφέροντα και μόνο οργανωμένοι μέσα από ταξικά συνδικάτα μπορούν ν’ αγωνιστούν  και να διεκδικήσουν,  όπως οργανωμένα αντιμετωπίζει τους εργαζόμενους η κυρίαρχη εξουσία. Το έγκλημα στα Τέμπη είναι έγκλημα του καπιταλισμού όπως και η εξαθλίωση των εργαζομένων. Σε θέση μάχης είναι από τη μια τα συμφέροντα των καπιταλιστών από την άλλη οι ζωές των εργαζομένων. Τα κέρδη τα δικά τους και οι ζωές οι δικές μας.