Παρασκευή 29 Δεκεμβρίου 2023

ΟΙ ΦΙΛΑΝΘΡΩΠΙΕΣ ΣΤΟΝ ΚΑΠΙΤΑΛΙΣΜΟ

 

Μέρες γιορτών και η ρητορική της φιλανθρωπίας και της συμπαράστασης στους οικονομικά ευάλωτους συνανθρώπους κυριαρχεί. Κι αν η φιλανθρωπία εμφανιζόταν ως μια από τις παλαιότερες μορφές κοινωνικής αρωγής, κληρονομιά της θρησκείας, μια χειρονομία  που δημιουργεί το σύνδεσμο μεταξύ του ανθρώπου και του πλησίον μέσω του θεού, σε υλιστική ανάλυση όμως αυτές οι πεποιθήσεις ήταν μόνο μια προσπάθεια απόδρασης από τα κοινωνικά ζητήματα. Η χριστιανική φιλανθρωπία ήταν  μια μορφή αιώνιας διαιώνισης της τρέχουσας κοινωνικής τάξης, η οποία συνεχίζεται στις μέρες μας με νέες μορφές που έχουν γίνει αποδεκτές, για να διατηρούν την υπάρχουσα κοινωνικοοικονομική κατάσταση και δημοσιοποιούνται βεβαίως ευρέως.   
         Τον προηγούμενο μήνα, ανάμεσα στις ειδήσεις ξεχώριζε εκείνη για την  ηλικιωμένη συνταξιούχο αγρότισσα, Α. Παπαχρήστου, και τη  δωρεά της  από τις οικονομίες της,  ενός ασθενοφόρου στο ΕΚΑΒ Μεσολογγίου. Η ταλαιπωρία του άντρα της που με εγκεφαλικό δεν έβρισκε ασθενοφόρο για τη μεταφορά του στο νοσοκομείο ήταν η αιτία για την απόφαση της. Συγκινητικός και ένας όρος που έβαλε, ενδεικτικός για το είδος της αναγνώρισης που ήθελε, να κορνάρει το ασθενοφόρο κάθε φορά που περνά μπροστά από το σπίτι της. Και φυσικά ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης, που η πολιτική του έχει οδηγήσει στην κατάρρευση του συστήματος υγείας, δεν παρέλειψε να επικοινωνήσει μαζί της για να την ευχαριστήσει για την προσφορά της. Μια αντίστοιχη είδηση τις επόμενες μέρες αφορούσε στην ανακοίνωση για την έναρξη των κατασκευαστικών εργασιών τον ερχόμενο Ιανουάριο του Πανεπιστημιακού Παιδιατρικού Νοσοκομείου Θεσσαλονίκη δωρεά του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος που θα παραδοθεί στο δημόσιο σε τρία χρόνια.
           Κι αυτές οι δυο δωρεές είναι ενδεικτικές για τις διαφορές τους, όχι γιατί είναι διαφορετικής οικονομικής κλίμακας, αλλά γιατί εκπορεύονται από διαφορετικές αιτίες και τα υποκείμενα αυτών των δωρεών δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους.  
            Η αγρότισσα που πρόσφερε το ασθενοφόρο ενήργησε ως   μέλος της κοινότητας  και είναι ο πόνος για την ταλαιπωρία του άντρα της από την έλλειψη ασθενοφόρων που την κινητοποίησε γι’ αυτή τη δωρεά, επιδεικνύοντας έμπρακτα την αλληλεγγύη της στους συντοπίτες της. Η ενέργειά της αυτή μοιάζει να αναβιώνει μια παλιά κληρονομιά των αγροτικών κοινωνιών που στηρίζονταν στην αλληλεγγύη για να επιβιώνουν στους δύσκολους καιρούς και στην περηφάνεια που ένιωθαν όταν αναγνωρίζονταν η προσφορά τους στην κοινότητα. Δεν θα μπορούσε η προσφορά της να χαρακτηριστεί φιλανθρωπία, γιατί η φιλανθρωπική δωρεά είναι η δράση του να προσφέρει κανείς σ’ αυτόν που δεν έχει και προϋποθέτει  δυο πράγματα που δεν παρατηρούνται στην περίπτωση της ηλικιωμένης, την ιδιωτική κατοχή πλούτου και την κοινωνική  ανισότητα.  
            Η δωρεά όμως του Ιδρύματος Νιάρχου είναι μια καθαρή φιλανθρωπική πράξη, ενδεικτική των φιλανθρωπικών δραστηριοτήτων των  επιχειρήσεων και εταιρειών,  γιατί  φέρει μέσα της την πλήρη άρνηση της ισότητας, διαιωνίζοντας την αντίληψη να παρουσιάζεται η φιλανθρωπία ως ένας πιθανός λυτρωτικός δρόμος για αυτούς που υφίστανται την καπιταλιστική εκμετάλλευση. Και είναι εντυπωσιακό που συνεχίζει ακόμα και στον 21ο αι. η φιλανθρωπία με νέες μορφές, όπως δωρεές ή χορηγίες, απ’ αυτούς που εκμεταλλεύονται την εργατική δύναμη να εμφανίζεται σαν ένας τρόπος για την απελευθέρωση από την κοινωνική φτώχεια.
             Αν ο καπιταλισμός του 19ου αι. στάθηκε αλαζονικά ακάλυπτος μπροστά στα θύματά του,  με τα εγκλήματά του σε δημόσια προβολή, την ανελέητη εκμετάλλευση, τη μαζική πείνα, την εξόντωση αυτόχθονων λαών, τον πόλεμο και πολλαπλασιασμό των φιλανθρωπικών ενώσεων με ψίχουλα προσφοράς, ο καπιταλισμός του 20ου και πολύ περισσότερο του 21ου ως σοφότερος από τα παθήματά του προσπάθησε με ποικίλους τρόπους να πείσει τα θύματά του να υποταχθούν. Είναι γιατί οι καταπιεσμένοι και εκμεταλλευόμενοι επαναστάτησαν εναντίον του κι έδειξαν ότι η βία δεν είναι πάντα αποτελεσματική για να υποταχθεί η πλειοψηφία.  
         Πέρα λοιπόν από τη βία, η κυρίαρχη τάξη των καπιταλιστών αντιλήφθηκε ότι θα έπρεπε να πείσει τα θύματά της για την κυριαρχία της ή να προκαλέσει σύγχυση για να τα εξουδετερώσει. Ένας τρόπος γι’ αυτό είναι να παρουσιάζεται η καπιταλιστική τάξη ως ο ευεργέτης, ακόμα και σωτήρας των εργαζομένων.
          Η φιλανθρωπία με πολλές  μορφές χρησιμοποιήθηκε ως το κλειδί γι’ αυτόν τον μετασχηματισμό. Οι δωρεές σε αξιόλογους σκοπούς από ομίλους, εταιρείες ή μεμονωμένους καπιταλιστές χρησιμοποιούνται για να υπονομεύουν την κοινωνική διαμαρτυρία. Μπορεί από καπιταλιστές εργοδότες να απορρίπτονται τα αιτήματα για αυξήσεις μισθών και βελτίωση του βιοτικού επιπέδου, όμως δημιουργούντα ιδρύματα, χρηματοδοτούμενα με ελάχιστα ποσά από τεράστια κέρδη,  που διαφημίζονται ότι δίνουν ευκαιρίες στους ανθρώπους να βελτιώσουν τη ζωή τους, που φυσικά βέβαια θα είναι και κερδοφόρα. Εκατοντάδες φιλανθρωπικά ιδρύματα ιδρύουν οι πλούσιοι για να διαμορφώνουν μια κοινωνία πιο φιλική προς τις επιχειρήσεις. Κατά κόρον στις μέρες μας χρησιμοποιούνται οι λεγόμενες χορηγίες για να εξασφαλίσουν ότι ιδρύματα εκπαίδευσης, επιστήμης, ιατρικής θα υποστηρίζουν τον καπιταλισμό. Φιλανθρωπικά ιδρύματα και χορηγίες προσπαθούν να μας παρασύρουν να πιστέψουμε ότι τα επιχειρηματικά συμφέροντα είναι συμφέροντά μας, ενώ στην πραγματικότητα  οι δωρεές και οι φιλανθρωπίες δεν είναι παρά επιχειρηματικές υποθέσεις για να παγιδεύσουν τους φτωχούς. Προωθούν την πεποίθηση ότι οι άνθρωποι είναι φτωχοί επειδή δεν εκμεταλλεύονται ή δεν έχουν τις ευκαιρίες και κοινωνική υποστήριξη και όχι επειδή η καπιταλιστική τάξη συσσωρεύει το πλεόνασμα κι εκμεταλλεύεται την εργατική τους δύναμη.    
            Η φιλανθρωπική δωρεά δεν τροποποιεί θεμελιωδώς τις σχέσεις κυριαρχίας που παραμένουν, αλλά συμβάλλει στο μετασχηματισμό της εικόνας του ίδιου του συστήματος. Όταν όλη η οικονομική δύναμη βρίσκεται στα χέρια της αστικής τάξης, το να ισχυριζόμαστε ότι με τις δωρεές η αστική τάξη προσφέρει στους εργαζόμενους ξεχνάμε ότι αντλεί προστιθέμενη αξία από την εργασία τους. Γιατί ο καπιταλιστής δεν προσφέρει, δεν δίνει, συσσωρεύει. Οι δωρεές και χορηγίες δεν είναι παρά ένα τρόπος συγκάλυψης της σχέσης εκμετάλλευσης με την οποία συσσωρεύει τον πλούτο και χωρίς την οποία δεν θα υπήρχε η ίδια η δυνατότητα της προσφοράς. Είναι στην πραγματικότητα μια πράξη κοινωνικής βίας που καταδεικνύει την κυριαρχία ενός ατόμου πάνω στο άλλο και στην κλίμακα μιας κοινωνίας δείχνει την υπεροχή μιας κοινωνικής τάξης πάνω σε μια άλλη, της αστικής τάξης πάνω στο προλεταριάτο. Είναι εντελώς αντίθετη στην κοινωνική δικαιοσύνη, γιατί στην πραγματικότητα κατοχυρώνει το βασικό που είναι και πυλώνας όλων των αστικών δικαιωμάτων, το δικαίωμα στην εκμετάλλευση. 
           Η φιλανθρωπία είναι το αποτέλεσμα όλων των αντιφάσεων στο καπιταλισμό που την καθιστούν παράδοξα χρήσιμη για την ίδια την κυρίαρχη τάξη και δεν έχει καμιά ελπίδα μέσω αυτής να επιτευχθούν οι μετασχηματισμοί που είναι απαραίτητοι για την επίλυση των αντιφάσεων από τις οποίες πηγάζει. Γι’ αυτό είναι τραγικό που θεωρείται ότι προσφέρει ανακούφιση, ενώ  η ύπαρξή της εγγυάται την επιβίωση της αθλιότητας και μερικές φορές μάλιστα την επιτρέπει και να αυξάνεται. Το αστικό κράτος χρησιμοποιεί τη φιλανθρωπία για να δικαιολογήσει και να ενισχύσει τις ανισότητες, διαιωνίζοντας την επικρατούσα κοινωνική τάξη.

Τρίτη 26 Δεκεμβρίου 2023

ΔΙΑΛΥΣΗ ΤΗΣ ΕΣΣΔ

Στις 26 Δεκεμβρίου 1991, το Ανώτατο Σοβιέτ της Σοβιετικής Ένωσης εξέδωσε τη Διακήρυξη 142-Ν, που αναγνωρίζει την ανεξαρτησία των πρώην Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών και ως εκ τούτου τη διάλυση ή εξάρθρωση της Ένωσης Σοβιετικών Σοσιαλιστικών Δημοκρατιών (ΕΣΣΔ), που δημιουργήθηκαν στα τέλη του 1922, και σηματοδότησε τη δημιουργία της Κοινοπολιτείας Ανεξάρτητων Κρατών (ΚΑΚ). Την προηγούμενη  ημέρα ο σοβιετικός πρόεδρος Μ. Γκορμπατσώφ σε μια δωδεκάλεπτη τηλεοπτική ομιλία του ανακοίνωνε την παραίτησή του ως προέδρου της ΕΣΣΔ. Και από τότε η κόκκινη σημαία με το σφυροδρέπανο έπαψε να κυματίζει στο Κρεμλίνο.
        Και χίμηξαν όλοι όσοι παρίσταναν τους κομμουνιστές στη δημόσια περιουσία των σοσιαλιστικών δημοκρατιών. Η βιασύνη τους να μονοπωλήσουν τον πλούτο δεν είχε όρια. Κατέλαβαν εργοστάσια, ορυχεία, μεταφορικά μέσα, οι εργαζόμενοι ανακάλυψαν την ανεργία, τους απλήρωτους μισθούς και συντάξεις για μήνες, τον πληθωρισμό που έφτασε το 2.000%, την υγειονομική περίθαλψη και την εκπαίδευση για τις οποίες  έπρεπε να πληρώνουν πλέον χρήματα. Η δεκαετία του 1990 ήταν περίοδος  μιας οικονομικής, κοινωνικής και πολιτιστικής κατάρρευσης που κανένα κράτος δεν είχε βιώσει σε καιρό ειρήνης, με την ανάπτυξη μαφίας, ένοπλων συγκρούσεων μεταξύ κυρίαρχων φυλών, με πληθυσμούς που διαλύθηκαν οι δομές οργάνωσής τους ξαφνικά, με πολέμους στον Καύκασο και στην Κεντρική Ασία. Οι νεόπλουτοι, οι ολιγάρχες επιχειρηματίες σε μια νύχτα,  και οι νονοί τους στην εξουσία επιδείκνυαν την περιουσία τους, που συσσωρεύτηκε από τα λάφυρα της σοβιετικής οικονομίας. Και ο τελευταίος ηγέτης της απαξιώθηκε να διαφημίζει πίτσες και να του αναγνωρίζεται ότι χάρη σ’ αυτόν οι Ρώσοι έχουν την ευκαιρία να τρώνε την πίτσα Κατάντησε να μοιάζει εύλογο η αντεπανάσταση να διαλύσει το πρώτο εργατικό κράτος στον κόσμο για μια πίτσα και ό,τι αυτή αντιπροσωπεύει κι ο τελευταίος ηγέτης της να τη διαφημίζει… 
          Με την διάλυση της Σοβιετικής Ένωσης, μαζί με την επικράτηση της αμερικανικής ηγεμονίας στον κόσμο, επικράτησε και επεκτάθηκε ο αντικομμουνισμός και η συνεχής συκοφάντηση της οκτωβριανής επανάστασης. Η επανάσταση του Οκτώβρη 1917 όλο και πιο συχνά χαρακτηρίζεται ως ένα απλό πραξικόπημα που επιβλήθηκε με τη βία, που σχεδιάστηκε από μια φούχτα πειθαρχημένων Μπολσεβίκων οι οποίοι δεν είχαν καμιά πραγματική βάση στη ρωσική κοινωνία. Ο συλλογισμός απλός. Αν ο Οκτώβρης του 1917 δεν ήταν το λογικό και αναπόφευκτο αποτέλεσμα του απελευθερωτικού αγώνα που ανέλαβαν οι μάζες, οι οποίες συνειδητά συσπειρώθηκαν στον μπολσεβικισμό, τότε η μεγάλη Οκτωβριανή επανάσταση δεν κουβαλά κανένα μήνυμα χειραφέτησης που απευθύνεται στους ανθρώπους όλου του κόσμου και τότε το πολιτικό σύστημα, οι θεσμοί και το κράτος που προήλθαν από αυτήν, παρόλα τα λάθη, δεν δικαιώνονται. 
      Μια τέτοια απαξίωση της ρωσικής επανάστασης δεν ήταν ξένη για πολλούς αριστερούς,  σοσιαλδημοκράτες, αναθεωρητές κλπ., της Δύσης, οι οποίοι περισσότερο ήλπιζαν σε βελτίωση των συνθηκών του καπιταλιστικού τρόπου οργάνωσης της παραγωγής παρά σε ανατροπή του. Η στιγμή για την τέλεια επανάσταση δεν έχει έρθει ακόμα γι’ αυτούς, θα συμβεί αυτόματα και μέσα σε γιορτή, χωρίς στρατό, όπλα και βία σε μια ουτοπική στιγμή στο μέλλον. Γι’ αυτούς όλες οι επιτυχημένες επαναστάσεις έχουν αποτύχει στη δοκιμασία τους, γιατί αναπόφευκτα προκάλεσαν θλίψη, προδόθηκαν, έχασαν την αίγλη τους, απομακρύνθηκαν από τα ρομαντικά επαναστατικά ιδανικά. Εν ολίγοις απέτυχαν. Και η κωδική λέξη για μια τέτοια αποτυχία είναι η λέξη Στάλιν. Μόλις μια επανάσταση γίνει σταλινική τότε παύει να θεωρείται αληθινή επανάσταση. Οι σπόροι αυτής της αποτυχίας έχουν ήδη ενσωματωθεί στη στιγμή της ίδιας της επανάστασης, όταν θέλει να ξεριζώσει το προηγούμενο καθεστώς με τα όπλα και τη βία.  
        Η αγαπημένη έκφραση ότι η επανάσταση τρώει τα παιδιά της φαίνεται να συμπυκνώνει για τους αριστερούς του καπιταλισμού με το ανθρώπινο πρόσωπο την τραγωδία που θεωρούσαν ότι υπήρξε ο Στάλιν για την επανάσταση, ότι την πρόδωσε. Ο Στάλιν γίνεται  το σημείο εκκίνησης του διαχωρισμού της ηρωικής αφήγησης για τη  νικηφόρα σοσιαλιστική επανάσταση της εργατικής τάξης από τους  μπολσεβίκους. Οι κατηγορίες για μετατροπή της δικτατορίας του προλεταριάτου σε δικτατορία της γραφειοκρατίας και για κατάρρευση των δημοκρατικών Σοβιέτ απέναντι σε ένα δικτατορικό κόμμα μειώνουν το τιτάνιο έργο που συντελείται. Για να βγαίνει το συμπέρασμα ότι ακόμα κι αν αποθεώνεται η έκρηξη της επανάστασης, πάντα η εξέλιξή της θα απογοητεύει.  
         Ο θρήνος λοιπόν για τις χαμένες ευκαιρίες για μια ιδεατή σοσιαλιστική επανάσταση, όπου όλοι  θα συναινούν και θα είναι ευτυχισμένοι, απαξιώνει την πραγματική επανάσταση που είναι μια ιστορία εκπληκτικής επιβίωσης και επιτυχίας ενάντια στη συντριβή που επεδίωκαν με τους  160.000 άντρες τα  στρατεύματα από Η.Π.Α., το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ελλάδα, την Ιταλία, την Ιαπωνία, τη Γερμανία, την Αυστρία, τη Γαλλία και την Τουρκία, μαζί με ατέλειωτο εξοπλισμό, υποστήριξη χρημάτων και υλικοτεχνικής στήριξης των Λευκών Ομάδων.  
         Η θεωρία για την παρακμή της επανάστασης ήδη από την αρχή της μοιάζει να μπαίνει στο σχήμα της θεολογικής αφήγησης για την πτώση από τον παράδεισο, χωρίς να λαμβάνει υπόψιν την πραγματικότητα.  Το πρόβλημα μ’ αυτήν την αφήγηση είναι ότι όλοι οι θιασώτες της αρνούνται να ασχοληθούν με το περίπλοκο χάος της ιστορίας. Υποθέτουν, και απαιτούν, οι κομμουνιστές να είναι τέλειοι άνθρωποι που δεν πρέπει να πέφτουν σε σφάλματα και αγνοούν ότι σε σχέση με την δημιουργία μιας κομμουνιστικής κοινωνίας και την αντιμετώπιση της αντεπανάστασης η επανάσταση ήταν μια εύκολη υπόθεση. 
        Τριάντα δύο χρόνια από τη διάλυση της ΕΣΣΔ είναι πια πασιφανείς τόσο  η μεγάλη θετική αντικειμενική σημασία της δημιουργίας της όσο και οι εξαιρετικές αρνητικές τάσεις που εξαπέλυσε η διάλυσή της με την γιγαντιαία οικονομική κατάρρευσή της που προκάλεσε η παλινόρθωση του καπιταλισμού. Τα κοινωνικά δεινά που επιβλήθηκαν στους λαούς της πρώην Σοβιετικής Ένωσης και η έκρηξη εθνοτικών συγκρούσεων και πολέμων, όπως της Ουκρανίας, είναι συνέπειες αυτής της διάλυσης. Η ΕΣΣΔ ήταν το πρώτο εργατικό κράτος στην ιστορία του οποίου το όνομα δεν περιλάμβανε καμία εθνική ή γεωγραφική αναφορά και θα ενσαρκώνει στα μάτια της παγκόσμιας εργατικής τάξης την ελπίδα μιας εναλλακτικής λύσης στο καπιταλιστικό σύστημα.

Πέμπτη 21 Δεκεμβρίου 2023

ΕΚΜΕΤΑΛΛΕΥΣΗ ΜΕΤΑΝΑΣΤΩΝ

 

Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης αφού εργαλειοποίησε το μεταναστευτικό, θριαμβολογώντας για την απόκρουση της …εισβολής το 2020 των ρακένδυτων απόκληρων,  προπαγανδίζοντας τα οφέλη από το χτίσιμο του  φράχτη στον Έβρο, δικαιολογώντας επαναπροωθήσεις  και   θανάτους στα θαλάσσια σύνορα της χώρας, έφερε τροπολογία στη βουλή που παρέχει τη δυνατότητα νομιμοποίησης μεταναστών που διέμεναν στην Ελλάδα έως και την 30η Νοεμβρίου 2023 με τη  χορήγηση άδειας παραμονής, ισχύος τριών ετών,  αν έχουν δουλειά. Οι αντιδράσεις από το χώρο της Ν.Δ, με προεξάρχοντα τον Α. Σαμαρά, ο οποίος πριν τριάντα και πάνω χρόνια ως υπουργός εξωτερικών συμμετείχε στις εθνικιστικές πολιτικές αυξομείωσης, αναλόγως συμφερόντων,  των εισροών μεταναστών από την Αλβανία και πριν από μια δεκαετία υποσχόταν ανακατάληψη των πόλεων από τους μετανάστες, επικεντρώνονται στις κλασικές κινδυνολογίες της ακροδεξιάς ιδεολογίας για αλλοίωση της εθνικής ταυτότητας.  
         Δεκαετίες τώρα όλοι ετούτοι, ακροδεξιοί και φασίστες, έκαναν καριέρες καλλιεργώντας το φόβο και το μίσος για τους μετανάστες, για να κατευθύνεται σ’ αυτούς η δυσαρέσκεια από την επιδείνωση των όρων ζωής μας χάριν της κερδοφορίας της άρχουσας τάξης, συγκαλύπτοντας με τη φυλετική διάκριση την ταξική.  Και είναι τώρα πάλι η κερδοφορία της κυρίαρχης τάξης που πιέζει για φτηνά  εργατικά χέρια στον πρωτογενή και τριτογενή τομέα, χωρίς διεκδίκηση εργασιακών δικαιωμάτων, που αναγκάζει την κυβέρνηση Μητσοτάκη να νομοθετήσει νομιμοποίηση μεταναστών, συνδέοντας άδεια παραμονής με την εργασία. Βέβαια αν και ο νόμος «αντιμετωπίζει περιστασιακά και αποσπασματικά το θέμα των μεταναστών εργαζομένων και στόχος της κυβέρνησης είναι να εξυπηρετήσει επιχειρηματικά συμφέροντα» είναι όμως ένα βήμα για να γίνουν ορατοί αυτοί οι άνθρωποι και να διεκδικήσουν δικαιώματα.  
           Το κύριο επιχείρημα της κυρίαρχης ιδεολογίας εναντίον των μεταναστών, που θέλει να παρασύρει και τους εργαζόμενους εναντίον τους, είναι ότι είναι εχθροί τους και εκτός  από την πολιτισμική αλλοίωση και  γιατί συμπιέζουν τους μισθούς προς τα κάτω παίρνοντάς τους τις δουλειές. Μόνο που είναι η άρχουσα τάξη που κάθε φορά χρησιμοποιεί την ανανεωμένη απειλή της ανεργίας για να μειώσει τους μισθούς και είναι ένα αποδυναμωμένο εργατικό κίνημα, ένα χαμηλό επίπεδο αντίστασης των εργαζομένων που επιτρέπει στους εργοδότες να επιβάλλουν μισθούς φτώχειας. Άλλωστε και οι ίδιοι οι μετανάστες οφείλουν, στη μεγαλύτερη πλειοψηφία τους, τον εκτοπισμό τους από τον τόπο τους και την αναζήτηση εργασίας, ακόμα και με κίνδυνο της ζωής τους, στα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, στα προβλήματα που προκαλούνται από την ατελείωτη λογική της παγκόσμιας αγοράς. Αυτόν τον εκτοπισμό εκμεταλλεύεται ο καπιταλισμός για να τους χωρέσει όλους στην «αγορά», ακόμα και με έκπτωση της ανθρώπινης αξιοπρέπειας.
         Οι μετανάστες στις καπιταλιστικές χώρες,  και στην Ελλάδα, ως εφεδρικός στρατός εργατών μπορεί να αποτελούν σημαντικό σταθεροποιητικό παράγοντα, σημαντική προϋπόθεση για τη συσσώρευση κεφαλαίου. Όπως απέδειξε ο Μαρξ είναι το εργατικό δυναμικό που εκμεταλλεύεται η άρχουσα τάξη που έχει κεντρική θέση στην κατασκευή της αξίας στο καπιταλιστικό σύστημα. Ωστόσο, «ο στόχος του καπιταλισμού δεν είναι η δημιουργία αξίας χρήσης, αλλά η άπειρη συσσώρευση», δηλαδή ο καπιταλισμός δεν επιδιώκει απλώς να τιμολογήσει τα αγαθά, αλλά να κερδίσει όσο το δυνατόν περισσότερο από αυτό που παράγεται. Το κλειδί για την αχαλίνωτη συσσώρευση κεφαλαίου και την αύξηση των κερδών είναι λοιπόν η  άμεση εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης από τους καπιταλιστές.
          Επομένως, οι διάφορες μεταναστευτικές πολιτικές δεν εξυπηρετούν παρά αυτόν τον στόχο. Παράδειγμα, η μεταπολεμική Γερμανία που μέχρι τα μέσα της δεκαετίας του 1970 προσλάμβανε μετανάστες εργάτες σε μεγάλη κλίμακα για να τονώσει την εκβιομηχάνισή της και να δημιουργήσει μια αυξανόμενη συσσώρευση κεφαλαίου από την εκμετάλλευση της φθηνής μεταναστευτικής εργασίας. Ωστόσο, μόλις η χώρα αντιμετώπισε μια σοβαρή οικονομική κρίση που περιόρισε την επέκταση του κεφαλαίου στη δεκαετία του 1970, η κυβέρνηση προώθησε την συχνά αναγκαστική επιστροφή αυτών των μεταναστών στις χώρες καταγωγής τους. Αυτό δείχνει πόσο διαθέσιμοι είναι οι μετανάστες εργάτες μιας χρήσης για εκείνους που ελέγχουν την εξουσία και τον πλούτο. Οι χώρες στο επίκεντρο του παγκόσμιου καπιταλισμού χρειάζονται μετανάστες εργάτες έτσι ώστε τα επίπεδα κέρδους να είναι υψηλότερα, επειδή οι μετανάστες κερδίζουν λιγότερο από τους ντόπιους εργαζόμενους και μπορούν να απολυθούν μαζικά χωρίς μεγάλες πολιτικές συνέπειες. Το καπιταλιστικό σύστημα χρειάζεται έναν τεράστιο αριθμό «εργατών μιας χρήσης» για να διατηρήσει μια αυξανόμενη συσσώρευση κεφαλαίου.
         Ολόκληρο το διεθνές σύστημα μετανάστευσης έχει σχεδιαστεί για να μειώσει το κόστος με τους εργαζόμενους και να αυξήσει τα κέρδη. Η χρήση του μεταναστευτικού εργατικού δυναμικού είναι ένας μεγάλος σύμμαχος για την επίτευξη αυτού του στόχου. Είναι αρκετά προβληματικό το γεγονός ότι υπάρχουν πολύ λίγες ευκαιρίες για τους αλλοδαπούς να αποκτήσουν υπηκοότητα ή μόνιμη άδεια εργασίας, ειδικά όσοι ανήκουν στα πιο ευάλωτα στρώματα. Αυτή η νομική αβεβαιότητα τους αφήνει στο έλεος της εθνικής άρχουσας τάξης. Ο τερματισμός της παράτυπης μετανάστευσης δεν αποτελεί προτεραιότητα για τις πλούσιες χώρες, καθώς θα τερματίσει τον μεγάλο εφεδρικό στρατό που διατίθεται στις εθνικές κυρίαρχες τάξεις. Γι’ αυτό όταν καταβάλλονται προσπάθειες για τη νομιμοποίηση του καθεστώτος των μεταναστών εργαζομένων, συνήθως επικεντρώνονται σε θεωρήσεις προσωρινής εργασίας, όπως τώρα κάνει η κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη,  πράγμα που σημαίνει ότι οι μετανάστες, παγιδευμένοι σε επισφαλείς θέσεις εργασίας, μπορούν να επαναπατριστούν ανά πάσα στιγμή, ακόμη και παρά τη θέλησή τους. 
         Κι αν η μετανάστευση αποτελεί μέρος μιας διεθνούς δομής  εκμετάλλευσης της εργατικής τάξης, αυτό δεν σημαίνει για το εργατικό κίνημα υποστήριξη του ελέγχου των συνόρων από το κράτος, το οποίο μάλιστα ελέγχεται από την αστική τάξη, επαναπροωθήσεις και καταδιώξεις των μεταναστών. Για  το εργατικό κίνημα η υπεράσπιση  των ίσων δικαιωμάτων και συνθηκών  εργασίας μεταξύ ντόπιων και μεταναστών εργαζομένων και η εναντίωση στους ιδιοκτήτες των μέσων παραγωγής για να μη χρησιμοποιούν τη μεταναστευτική εργασία ως έργο χαμηλότερης αξίας,  βρίσκονται στο επίκεντρο των αγώνων του. Οι εργατικοί αγώνες πάντα θα πρέπει να εμφορούνται από τις αρχές του διεθνισμού και της εργατικής αλληλεγγύης. Γι’ αυτό και είναι απαραίτητη η οργάνωση της εργατικής τάξης μέσα από τα εργατικά -κομμουνιστικά κόμματα που συνδέονται και συνεργάζονται πέρα από σύνορα. Αφού  το κεφάλαιο είναι διεθνές, αυτό σημαίνει ότι και η εργατική τάξη πρέπει να οργανωθεί διεθνώς.