Παρασκευή 31 Μαΐου 2024

ΚΑΤΕΒΑΙΝΟΝΤΑΣ ΣΤΟΥΣ ΔΡΟΜΟΥΣ

 

Βλέποντας κανείς στις οθόνες τις χιλιάδες κόσμου που βγήκαν στον Πειραιά να γιορτάσουν τη νίκη δεν μπορεί να μην αναρωτηθεί πώς βρέθηκε τόσος πολύς κόσμος με τέτοιο έξαλλο ενθουσιασμό να έχει πλημμυρίσει τους δρόμους. Ακούγοντας τον πρόεδρο του Ολυμπιακού Β. Μαρινάκη να αποθεώνεται από το πλήθος  μιλώντας  για την πραγματοποίηση των ονείρων, για «ατέλειωτο λαό» που μαζί με παίκτες και προπονητή δίνουν τη δύναμη «να συνεχίσουμε να ονειρευόμαστε»  ζητοκραυγάζοντας για το Θρύλο, τον Πειραιά και την Ελλάδα μένει με την απορία για την λαϊκή εμβέλεια του συγκεκριμένου επιχειρηματία με τις πολλές σκιές στη δράση του.    
 Όλοι αυτοί οι επιχειρηματίες που είναι ιδιοκτήτες ποδοσφαιρικών ομάδων είναι χαρακτηριστικά παραδείγματα της επιρροής του ποδοσφαίρου στις μεγάλες μάζες. Η ιδιοκτησία μιας ομάδας είναι ένας ιδανικός τρόπος για τους επιχειρηματίες να ενισχύσουν τους δεσμούς με μια κοινότητα, όχι για εμπορικούς λόγους, για να προωθούν προϊόντα απευθείας στους υποστηρικτές τους, αλλά για να εξασφαλίσουν πολιτικά πλεονεκτήματα που θα τους επιτρέπουν ελιγμούς και διεκδικήσεις για τις επιχειρηματικές τους ή άλλες δραστηριότητες.  Επειδή λοιπόν τίποτε δεν μοιάζει με το ποδόσφαιρο που μπορεί να προσελκύει τέτοια μαζική υποστήριξη, αφού σε πολύ λίγες περιοχές της ζωής υπάρχουν  ευκαιρίες για δεκάδες χιλιάδες ανθρώπους να ενώνονται μαζί σε μια συλλογική φωνή, χωρίς να είναι επαναστατική, το ποδόσφαιρο απολαμβάνει την υποστήριξη πλούσιων ιδιοκτητών, παγκόσμιων μέσων μαζικής ενημέρωσης και χορηγών εταιρειών. Όλοι αυτοί δηλ. που  επιθυμούν να έχουν πρόσβαση και να επηρεάζουν όχι μόνο φιλοδοξίες καταναλωτών αλλά και επιλογές  πολιτών στα εκατομμύρια των οπαδών των ποδοσφαιρικών ομάδων που παρευρίσκονται και παρακολουθούν τα παιχνίδια τους  σε όλον τον κόσμο.
 Με την εξύψωση του ανταγωνισμού και τον θρίαμβο των νικητών, το ποδόσφαιρο αποκρυσταλλώνει κοινωνικά, πολιτικά, εθνικά και διεθνή ζητήματα. Σήμερα έχει γίνει μια κερδοφόρα οικονομία, ένα θέαμα με τ’ αστέρια του, τους ναούς του, τις μεγάλες μάζες του, τα πάθη του, τις υπερβολές τους, ενώ είναι συγχρόνως και η συλλογικότητα, η αλληλεγγύη, το παιχνίδι.
 Χιλιοειπωμένο,  αλλά όχι φθαρμένο κλισέ, είναι ότι το ποδόσφαιρο,  κι ας είναι πολλές φορές συνώνυμο της διαφθοράς, έχει γίνει μια  μεγάλη επιχείρηση, που  έχει όμως τη δύναμη να κινητοποιεί τα πλήθη. Εξάλλου είναι ευρέως αναγνωρισμένος ο εμπορικός χαρακτήρας του αθλητισμού, που είναι σχετικά πρόσφατο φαινόμενο και παρατηρείται κάτι παραπάνω από μισό αιώνα για την πλειοψηφία των αθλημάτων. Μέχρι πριν 5 ή έξι δεκαετίες τα περισσότερα αθλήματα διοργανώνονταν σε ερασιτεχνικό επίπεδο,  ενώ και στον επαγγελματικό αθλητισμό τα ποσά που διακυβεύονταν ήταν αμελητέα. Ο εμπορικός αθλητισμός πια έχει γίνει μια από τις πιο ορατές εκδηλώσεις της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης, με τις αναμεταδόσεις  και τις χορηγίες να έχουν  μετατρέψει συλλόγους και παίκτες σε οχήματα για την παραγωγή χρημάτων. Ο χώρος του αθλητισμού και ιδιαίτερα του ποδοσφαίρου λειτουργεί σαν ένας μικρόκοσμος του καπιταλισμού. Σ’ αυτόν βέβαια το χώρο εκδηλώσεις μονοπωλιακής εξουσίας που να γίνονται μάλιστα αντιληπτές δεν μπορεί να λειτουργήσουν, γιατί οι ομάδες και οι αθλητές χρειάζονται ανταγωνιστές. Γιατί πρέπει το παιχνίδι να είναι συναρπαστικό, πρέπει κάποιος να παίζει καλά, για να ταυτίζονται οι φίλαθλοι που παρακολουθούν μαζί του, συμμετέχοντας στο παιχνίδι κι αυτοί, νιώθοντας τη μαγεία του ποδοσφαίρου κι έτσι να αυξάνονται τα έσοδα για  τις ομάδες-εταιρείες και τους παίκτες.
 Μπορεί λοιπόν η χαρά και ο ενθουσιασμός να είναι  αυτονόητη συνέπεια της  νίκης του Ολυμπιακού στον τελικό του Conference League ενάντια της Φιορεντίνα, όμως και ο προβληματισμός για την ένταση, το πάθος και τη μαζικότητα των πανηγυρισμών στη συγκεκριμένη συγκυρία δεν μοιάζει παράδοξος.
Για άλλη μια φορά γεννούνται τα ίδια εύλογα ερωτήματα  Γιατί κατορθώνει το ποδόσφαιρο να βγάλει τόσους ανθρώπους στο δρόμο, που καμιά κινητοποίηση, για πολιτικά και κοινωνικά προβλήματα, τα τελευταία χρόνια δεν έχει κατορθώσει; Είναι που συγκεντρώνει το ποδόσφαιρο πολλούς ανθρώπους που δεν έχουν καμιά σχέση μεταξύ τους, βάζοντας πολλά δυσάρεστα στην άκρη, ξεπερνώντας τα πάντα και ζώντας μόνο τη στιγμή της θριαμβευτικής νίκης; Είναι επειδή αυτές οι συγκεντρώσεις επιτρέπουν την πρόσβαση σε μια κοινή ταυτότητα, τη μετάβαση από μια θέση παθητικού θεατή σε θέση συμμετέχοντος, χωρίς όμως καμιά ευθύνη, καμιά διακινδύνευση; Οι πανηγυρισμοί για την ποδοσφαιρική νίκη ανταποκρίνονται σε μια θεμελιώδη ανάγκη συμμετοχής στη συλλογική οικοδόμηση ενός κοινού νοήματος, μιας στιγμής της Ιστορίας, ειδικά όταν πρόκειται για ζήτημα συλλογικής χαράς και ένταξης έστω και παροδικά σε συλλογικότητες που απορροφούν τις ταξικές;
Αυτές βέβαια οι επιδράσεις συλλογικού ζήλου έχουν λίγη διάρκεια, παρόλο που η συναισθηματική τους ένταση είναι τέτοια που καλύπτει τις παράφωνες φωνές. Όταν μάλιστα  νιώθουμε την ομάδα μας να απειλείται, η κοινή ταυτότητα μας ωθεί να ενωθούμε πίσω από τα σύμβολα της ομάδας για να την προστατέψουμε. Κι επειδή  η αγάπη για την ομάδα κάποιου μπορεί να μετατραπεί σε θυμό, να εκφυλιστεί σε επιθετικότητα, ακόμη και σε βία εναντίον εκείνων που θεωρούνται επιτιθέμενοι ή απλώς ότι μοιράζονται λιγότερο αυτήν την ομαδική ταυτότητα, γι’ αυτό και οι βιαιότητες μπορεί να μη λείπουν από τέτοιες εκδηλώσεις. 
 Όσοι λοιπόν κατέβηκαν στους δρόμους κυματίζοντας τα σύμβολα  του Ολυμπιακού μετακινήθηκαν από ένα προσωπικό επίπεδο ταύτισης σε ένα συλλογικό. Και είναι αυτές οι μαζικές εκδηλώσεις χαράς για τη νίκη σ’ ένα ποδοσφαιρικό παιχνίδι που αντικατοπτρίζουν την τάση να βλέπει ο καθένας τους άλλους αλλά και τον εαυτό του με ομαδικούς όρους.
Κατά τη διάρκεια των λεγόμενων έκτακτων γεγονότων, θετικών ή αρνητικών γεγονότων που έρχονται σε ρήξη με την καθημερινή ζωή και  στα οποία εμπλέκονται καθημερινοί άνθρωποι, οι συγκεντρώσεις επιτρέπουν την πρόσβαση σε μια κοινή ταυτότητα, τη μετάβαση από μια θέση παθητικού θεατή σε θέση συμμετέχοντος. Μια απειλή, μια αντιπαράθεση, είναι όλα καταλύτες για εμπλοκή της μεγάλης πλειοψηφίας, για κοινή ταυτότητα.
Γίνεται λοιπόν εμφανές πόσο ο καθένας έχει ανάγκη την ομάδα, πόσο σε κάθε ευκαιρία καθένας εκφράζεται από την άποψη της συλλογικής ταυτότητας εκείνης που έχει νόημα για τους εμπλεκομένους. Και το ερώτημα αιωρείται, για τις αιτίες που η  ταξικής πάλη δείχνει αδύναμη να εκφραστεί με τη δυναμική και μαζικότητα που βλέπουμε σε τέτοιες εκδηλώσεις.  
  Είναι επειδή  η απειλή σε κοινωνικό επίπεδο δεν βιώνεται άμεσα και συγκεκριμένα  που δεν μπορεί να δημιουργήσει για την πλειοψηφία συλλογικό νόημα; Είναι που οι ταξικές αντιπαραθέσεις, εξαιτίας της προπαγάνδας και χειραγώγησης,  δεν βιώνονται σαν τέτοιες; Είναι που χρειάζεται ένα έκτακτο γεγονός να βιωθεί ως απειλή για την ίδια την ύπαρξη του καθενός για να ενεργοποιήσει γύρω από ένα συναίσθημα τις μεγάλες μάζες, όπως έγινε με το έγκλημα στα Τέμπη;
Γι’ αυτό η ταξική συνειδητοποίηση είναι καίρια. Γι’ αυτό και η ενδυνάμωση του ΚΚΕ σε εκλογές είναι απαραίτητη, για καθοδήγηση και οργάνωση ταξικών αγώνων. Για να βιώνονται οι ταξικές συγκρούσεις ως τέτοιες, για να αντιλαμβάνεται η πλειοψηφία των εργαζομένων πόσο ζωτικής σημασίας είναι τα ταξικά προβλήματα. Για να νιώθουμε ότι μπορούμε να δράσουμε ως ομάδα με ταξικό πρόσημο, ότι ανήκουμε στην ίδια κοινωνική τάξη  για να αναπτύσσεται η ταξική αλληλεγγύη. Όσο περισσότερο θετικά ανταποκρινόμαστε σε όλα αυτά τόσο περισσότερο τείνουμε να κινητοποιούμαστε.

Τετάρτη 22 Μαΐου 2024

ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΚΟ ΕΛΛΕΙΜΜΑ ΤΗΣ Ε.Ε

 

Εν μέσω δυο πολέμων με ενεργό ρόλο της Ευρωπαϊκής Ένωσης σ’ αυτούς, σε λιγότερο από τρεις βδομάδες διεξάγονται οι εκλογές για την ανάδειξη μελών του κοινοβουλίου της. Και είναι τις εκλογές του ευρωπαϊκού κοινοβουλίου που επιδεικνύουν οι πολιτικές ηγεσίας της Ευρώπης ως απόδειξη για το δημοκρατικό χαρακτήρα των θεσμών της, όσον αφορά τη μορφή διακυβέρνησής της, με την εφαρμογή των τυπικών μηχανισμών της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Βέβαια, ουσιαστικά η ύπαρξη δημοκρατικού ελλείμματος στην Ένωση και τους θεσμούς της είναι κραυγαλέα, υπολειπόμενη ακόμη και από την αστική δημοκρατία, εφόσον όλη η αρχιτεκτονική της Ευρωπαϊκής Ένωσης ευνοεί την εκτελεστική εξουσία, με επικάλυψη τεχνοκρατική, έναντι της νομοθετικής εξουσίας. Είναι το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που αποτελείται από τους αρχηγούς κρατών  και κυβερνήσεων των κρατών μελών που φαίνεται ότι καθορίζει τις πολιτικές κατευθύνσεις και προτεραιότητες της Ε.Ε, σε αφανή  σύμπραξη όμως με λόμπι και πολυεθνικές, γιατί η ΕΕ παραμένει πάνω απ’ όλα ένωση καπιταλιστικών κρατών, παρά τις διακηρύξεις και υποσχέσεις για μετατροπή της σε Ένωση λαών. Την πραγματική ιεραρχία της εξουσίας στην Ε.Ε την αποτελεί η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα, μαζί με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο που έχουν ευήκοα ώτα στα πολυεθνικά συμφέροντα και τούς ιμπεριαλιστικούς σχεδιασμούς και είναι σε θέση να επιβάλλουν πολύ επιζήμιες πολιτικές στους λαούς της Ευρώπης.
Ένα πολύ μεγάλο μέρος των νόμων που υιοθετούν τα εθνικά κοινοβούλια, σχετικά με ζητήματα που επηρεάζουν την καθημερινή ζωή των πολιτών σε ολόκληρη την Ευρώπη, αποφασίζεται σε επίπεδο Ε.Ε και στη συνέχεια απλώς μεταφέρεται στο εθνικό δίκαιο από τα εθνικά κοινοβούλια. Εξάλλου, οι Συνθήκες της Ε.Ε έχουν ουσιαστικά ενσωματώσει τον πιο άγριο καπιταλισμό στο ίδιο τον ιστό της Ευρωπαϊκής Ένωσης, κωδικοποιώντας όρους και προϋποθέσεις για αύξηση κερδοφορίας του κεφαλαίου. Γιατί στην οικοδόμηση της ενότητας της ευρωπαϊκής αγοράς κυριαρχεί η ταξική στρατηγική που δημιουργεί ευκαιρίες  για τις πολυεθνικές εταιρείες.
Αυτή η δομή της  όμως διευκολύνει τα μέγιστα τις πολιτικές ηγεσίες των συμμετεχόντων εθνικών κρατών, γιατί μεταφέροντας εξουσία στην Ε.Ε μειώνεται το πολιτικό κόστος της εφαρμογής  αντιδραστικών πολιτικών με την εκτόπιση της ευθύνης σε εξωτερικούς θεσμούς και παράγοντες. Καθιστώντας λοιπόν  ισχυρότερη τη βούληση της Ευρώπης, εμφανίζονται οι εγχώριες πολιτικές ηγεσίες αδύναμες, ώστε να μειώνονται οι πιέσεις προς αυτές από κοινωνικούς φορείς. Αλλά συγχρόνως, με τον εξωραϊσμό των στόχων και της πολιτικής της Ε.Ε δημιουργούνται και ελπίδες σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού για δημοκρατικότερη άσκηση της πολιτικής, προσβλέποντας σ’ αυτή όταν τους απογοητεύει η εγχώρια πολιτική ηγεσία. Πάνω σ’ αυτήν την ιδεολογική στρέβλωση πατά και ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης με την επιστολή που περηφανεύεται ότι έστειλε στην πρόεδρο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής  Ούρσουλα φον ντερ Λάϊεν για παρέμβαση της Ε.Ε, ώστε να εξομαλυνθούν οι διαφορές τιμών των πολυεθνικών μεταξύ των αγορών των  κρατών-μελών.
Καθώς η πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τις συνέπειές της έχει καταφέρει να εδραιωθεί,  για τα αστικά κόμματα η συζήτηση έχει ξεπεράσει την αμφισβήτηση της ευρωπαϊκής οικοδόμησης και του ενιαίου νομίσματος και επιδιώκεται να αποσυνδεθεί η Ε.Ε με τα σύμφωνα σταθερότητας της  από τις σκληρές πολιτικές λιτότητας που προκαλούν πραγματικές κοινωνικές καταστροφές. Ο προβληματισμός  επικεντρώνεται στην ανάδειξη ενός πολιτικού σχεδίου γι’ αυτήν που μπορεί να τη βελτιώσει, όπως είναι για τα κεντροαριστερά κόμματα η καταπολέμηση της φτώχειας, η πράσινη ανάπτυξη, η διεύρυνση και υπεράσπιση δικαιωμάτων ή για τα ακροδεξιά η καταπολέμηση της μετανάστευσης.  
Έχοντας αλλάξει τουλάχιστον τον τρόπο έκφρασής της η ακροδεξιά -που αποφεύγεται να χαρακτηρίζεται φασιστική και  δεν διεκδικεί πια ναζιστικές και φασιστικές ιδεολογίες του 1930, δεν εξυψώνει πλέον τη φυλή αλλά την ταυτότητα, τις εθνικές αξίες, την πατρίδα και τον πολιτισμό της- αντιτάσσεται στην αύξηση της μετανάστευσης επισείοντας την πολιτιστική απειλή που αντιπροσωπεύει το Ισλάμ. Ο λόγος της μ’ αυτόν τον τρόπο έχει αποκτήσει εμβέλεια που διαπερνά όλα τα αστικά κόμματα. Το σύνθημα του υποψήφιου  ευρωβουλευτή της Νέας Δημοκρατίας  Γ. Αυτιά που ξέθαψε ατόφιο από το ιδεολογικό της οπλοστάσιο «Πατρίδα, Θρησκεία, Οικογένεια», είναι ενδεικτικό των φασιστικών στοιχείων που έχουν διαχυθεί στον κοινωνικό και πολιτικό ιστό. Γιατί η ακροδεξιά χρησιμοποιείται για άλλη μια φορά για να απορροφήσει τους κραδασμούς από τους φόβους των μικροαστών, που τρομοκρατημένοι από τον κίνδυνο να υποβαθμιστούν κοινωνικοοικονομικά στρέφονται στις ακροδεξιές ή και φασιστικές δημαγωγίες που υπόσχονται βεβαιότητες στο κοινωνικό τους  status.
Βέβαια, η αντίληψη ότι η λύση για το δημοκρατικό έλλειμμα της Ε.Ε  συνίσταται στην κοινοβουλευτικοποίησή της  παραβλέπει ότι η ύπαρξη  μιας ευρωπαϊκής υπερεθνικής δημοκρατίας ακόμα και στα πλαίσια του αστικού κοινοβουλευτισμού προϋποθέτει μια πολιτική κοινότητα με κάποια ομοιογένεια ανάμεσα στα μέλη κράτη, και όχι τις χαοτικές διαφορές όπως ανάμεσα σε Γερμανία και Βουλγαρία ή Ελλάδα.
Αυτό όμως που κυρίως θα πρέπει να ενδιαφέρει τους εργαζόμενους της Ε.Ε είναι να μπορέσει να επιτευχθεί η ταξική τους ενότητα εντός της ένωσης. Δεν υπάρχει όμως ακόμα καμιά ταξική ενότητα σε ευρωπαϊκό επίπεδο, όπως το είδαμε και στις αγροτικές κινητοποιήσεις που εξαπλώθηκαν το χειμώνα σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης και  δεν κατάφεραν να συντονιστούν σε  μια ομοιογενή ευρωπαϊκή μορφή παρά παροδικά. Γιατί από την ίδρυσή της η Ε.Ε ήταν ένωση καπιταλιστών που απέβλεπε με τη  δομή και νομοθεσία της και στην αποτροπή μιας ταξικής ένωσης των εργαζομένων.  Γι’ αυτό και  τις τελευταίες δεκαετίες η μόνιμη μέριμνά της είναι νόμοι και ψηφίσματα που βάζουν στο στόχαστρο το κομμουνιστικό κίνημα, αναθεωρεί την ευρωπαϊκή ιστορία αγώνων των κομμουνιστών, δημιουργεί νομοθετικά προσκόμματα στην οργάνωση των εργαζομένων.
Αυτό δεν σημαίνει ότι οι ευρωπαϊκές εκλογές θα πρέπει και καλά να αγνοούνται ή να μποϊκοτάρονται, ακόμα κι αν η συμμετοχή σ’ αυτές, όπως και σε κάθε εκλογή, προσθέτει μια δημοκρατική επένδυση στο σύστημα, τροφοδοτώντας ίσως και την ψευδαίσθηση ότι η Ε.Ε μπορεί να μεταρρυθμιστεί και να ενδώσει σε δημοκρατικές πιέσεις. Γιατί  οι ευρωεκλογές μπορεί να γίνουν αφετηρία για την μετατόπιση της πολιτικής ισορροπίας περισσότερο εντός των μελών κρατών και  οι ταξικές διαιρέσεις που ισχύουν στα κράτη μέλη της να μπορούν να αντικατοπτρίζονται στις  πολιτικές αντιπαραθέσεις εντός των θεσμών της ΕΕ. Γι’ αυτό και θα πρέπει να  ενισχυθεί το  ΚΚΕ και σ’ αυτές τις εκλογές.  Και βέβαια το ζήτημα είναι  να μη σταματά η συμμετοχή στα κοινά με την ψηφοφορία αλλά να είναι μια από τις εκφράσεις του λαού, με κυρίαρχες βέβαια τις κινητοποιήσεις σε διαμαρτυρίες και τις οργανώσεις σε σωματεία.

Πέμπτη 16 Μαΐου 2024

ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗ ΓΙΟΥΡΟΒΙΖΙΟΝ

 

Μέρες μετά το τέλος του διαγωνισμού τραγουδιού της Γιουροβίζιον,  κι ενώ επίκεινται οι ευρωεκλογές,  η αντανάκλαση στο διαγωνισμό  των εξελισσόμενων ιδεών σχετικά με τις αξίες που θεωρούνται μέρος του ευρωπαϊσμού είναι που προσδίδει σ’ αυτό το πανηγύρι ενδιαφέρον. Από τη δημιουργία του αυτή η  εκδήλωση ήταν μια ευκαιρία για τη διεξαγωγή ενός μουσικού διαγωνισμού για  παρουσίαση της Ευρώπης και του πολιτισμού της, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η συνοχή μιας Ευρώπης σε ειρήνη. Γιατί η μουσική μπορεί να μην είναι σε θέση να οδηγήσει σε πολιτικές αποφάσεις, αλλά η οικοδόμηση κοινότητας και το συναισθηματικό της αποτέλεσμα θα μπορούσαν κάλλιστα να δημιουργήσουν τη διάθεση για μια ευρύτερη συναίνεση στην ασκούμενη ευρωπαϊκή πολιτική. Κι ενώ  η εκδήλωση ορίζεται ως ένας μουσικός διαγωνισμός όπου η Ευρώπη επιδεικνύεται στη συμφιλίωση και την ενότητά της, ο διαγωνισμός γίνεται συχνά μια ευκαιρία για υπενθύμιση  της εδαφικής και πολιτικής πολυπλοκότητας των χωρών που την αποτελούν.  
           Η Γιουροβίζιον ήταν προϊόν του ψυχρού πολέμου, το 1956 ένα χρόνο πριν τη Συνθήκη της Ρώμης για την Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα,  που καθόρισε τον διαγωνισμό εντός των ορίων του φιλοδυτικού μπλοκ και αντανακλούσε όλες αυτές τις δεκαετίες τις τάσεις της καπιταλιστικής Δύσης. Απέκτησε νέα πολιτική σημασία στη δεκαετία του 1990, όταν ενσωματώθηκε στην πολιτιστική διπλωματία των κρατών του πρώην σοσιαλιστικού μπλοκ, για να εκφράσουν την αποδοχή τους στην καπιταλιστική Ευρώπη και τις φιλοδοξίες τους για ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Ο διαγωνισμός είναι αναμφίβολα ένα βιομηχανικό και εμπορικό γεγονός, συγχρόνως όμως θέλει να προσφέρει μια συγκεκριμένη αναπαράσταση της Ευρώπης, ως ένα απέραντο μείγμα πολιτισμών και γλωσσών, με αποδοχή της διαφορετικότητας. Η διεξαγωγή του θέλει ακόμα να   εκφράζει την επανάσταση στα ήθη, στην επιβεβαίωση της ισότητας των φύλων, στη σεξουαλική χειραφέτηση των γυναικών ή την αναγνώριση διαφορετικών σεξουαλικοτήτων. Τα τελευταία μάλιστα χρόνια έχει γίνει μια αξιοσημείωτη βιτρίνα για την προβολή των δικαιωμάτων των LGBTQIA+.  Και δεν είναι τυχαίο που με την επιμονή της κυρίαρχης ιδεολογίας στην πολιτική ταυτοτήτων μια μεταπολεμική ευρωπαϊκή μουσική εκδήλωση ειρηνικής συνύπαρξης έχει φτάσει να προσδιορίζεται σε τέτοιο βαθμό σήμερα ως queer, που θεωρείται ελκυστικό το αντιφατικό μείγμα μουσικής ψυχαγωγίας και αναιδούς κιτς.
        Η Ευρώπη βέβαια δεν ταυτίζεται με την εικόνα της Γιουροβίζιον, αλλά η Γιουροβίζιον δείχνει, μεγεθυμένες και παραμορφωμένες, αρκετές τάσεις στην ευρωπαϊκή ιδεολογία, ενώ είναι και ένα γεωπολιτικό γεγονός στο βαθμό που οι μουσικοί ερμηνευτές δεν εκπροσωπούν μόνο τους εαυτούς τους, αλλά μια δεδομένη χώρα.   
           Ο διαγωνισμός είναι ένας χώρος όπου κάθε χώρα θέλει να επιβεβαιώσει τον δυναμισμό της, δηλ. να οικοδομήσει την εικόνα για την εθνική επωνυμία της. Η  νίκη  βέβαια στον τελικό αυτής ή της άλλης χώρας δεν εξαρτάται μόνο από την εικόνα της, υπάρχουν επίσης εσωτερικές δυναμικές που αφορούν τον ανταγωνισμό, πολιτικό ή οικονομικό,  που εξηγούν τις επιτυχίες και τις απορρίψεις  των κρατών Η μικρή ιστορία της Γιουροβίζιον πηγάζει σε μεγάλο βαθμό από τη μεγάλη ιστορία της ηπείρου, πρωτίστως στη δυναμική των διευρύνσεων και της επέκτασής της χωρίς καθορισμένα σύνορα. Η Γιουροβίζιον θεωρούνταν πάντα σημαντική στην πολιτιστική διπλωματία. Αυτό μπορεί να περιλαμβάνει την προώθηση της εθνικής ταυτότητας, την ανάδειξη πολιτικών ζητημάτων ή τη διεκδίκηση μιας  ευρωπαϊκής ταυτότητας των εθνών. Επιπλέον,  η Γιουροβίζιον, επειδή προωθεί στην ευρωπαϊκή σκηνή καλλιτέχνες, βιομηχανίες και χώρες που δεν είναι αυστηρά ευρωπαϊκές, όπως Αζερμπαϊτζάν, Ισραήλ κ.λπ. και απευθύνεται σε μη ευρωπαϊκά ακροατήρια θέτει και το ζήτημα των σχέσεων με άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
           Η σχεδόν 70χρονη ιστορία του Διαγωνισμού Τραγουδιού της Eurovision μοιάζει με σεισμογράφο της κοινωνικοπολιτικής κατάστασης στην Ευρώπη και όχι μόνο. Οι παραστάσεις, η παρουσία ή η απουσία ορισμένων χωρών, οι νικητήριες πράξεις, τα σχόλια των οικοδεσποτών και η ειδησεογραφική κάλυψη όλα αντικατοπτρίζουν την ευρωπαϊκή μεταπολεμική ιστορία με τις  διαδικασίες διχασμού, επέκτασης, ολοκλήρωσης. Κι αν οι οργανωτικές επιτροπές επαναλαμβάνουν συνεχώς τον μη πολιτικό χαρακτήρα  της όλης παράστασης, όμως τα ίδια τα γεγονότα διαψεύδουν ότι μπορεί να συνοψιστεί η γεωπολιτική διάσταση αυτής την πανηγυριώτικης παράστασης ως μια απλή ιστορία ψήφων μεταξύ κρατών. Στην πραγματικότητα είναι ένας προβληματισμός για την ευρωπαϊκή ταυτότητα που διασταυρώνεται με τις πολιτικοοικονομικές στοχεύσεις της Ευρώπης τα τελευταία σχεδόν εβδομήντα χρόνια.  Τα ηχηρά παραδείγματα δεν λείπουν.
           Στην περίπτωση της Γιουγκοσλαβίας η ιστορία της στην Γιουροβίζιον προεικόνιζε την κατάρρευση και την αναδιαμόρφωσή της σε ένα σύμπλεγμα εθνοτήτων και ασταθών πολυεθνικών προτεκτοράτων. Η αρχική συμμετοχή της στη Γιουροβίζιον, το 1961, ήταν ένας τρόπος  συμβολισμού  της απόστασης του Τίτο από το σοσιαλιστικό στρατόπεδο και το άνοιγμα προς τη Δύση, ενώ στηρίχτηκε στους Κροάτες τραγουδοποιούς για τις νικητήριες συμμετοχές της, με μουσικές που θεωρούνταν πιο αποδεκτά ευρωπαϊκές από τις βαλκανικές μελωδίες με εξωτικούς ήχους.
           Και είναι  η ευρωπαϊκή πολιτική απέναντι στην Ουκρανία που αντανακλούσε στη νίκη της τελευταίας το 2016 στο διαγωνισμό, με φόντο την προσάρτηση από τη Ρωσία της Κριμαίας  που ήταν στο στόχαστρο,  με την τραγουδίστρια να τραγουδά μπαλάντα για το πολύ πολιτικό θέμα της  απέλασης των Τατάρων της Κριμαίας το 1944.
            Εξάλλου, η παρακολούθηση της θέσης της Ρωσίας στη Γιουροβίζιον αποκαλύπτει και τις μεταμορφώσεις του ρωσικού ζητήματος στην αντιμετώπιση της χώρας  από τη Δυτική Ευρώπη, εκτός ή εντός Ευρώπης, μέχρι τον εξοβελισμό της με την εισβολή της στην Ουκρανία. Από το 2014 βρισκόταν στο επίκεντρο πολλών αντιπαραθέσεων, σχετικά με τη στάση της απέναντι στα δικαιώματα σεξουαλικών μειονοτήτων, μετά σχετικά με την πολιτική της στην Ουκρανία και τέλος την εισβολή της σ’ αυτή.
           Κι ενώ οι ευρωπαϊκοί οργανισμοί ταχύτατα έδρασαν για την αποβολή της Ρωσίας, οι ίδιοι φαίνεται να μην έχουν κανένα σχέδιο απαγορεύσεων για το Ισραήλ που πάνω από επτά μήνες σκοτώνει τους Παλαιστίνιους,  από συμμετοχή σε εκδηλώσεις, διαψεύδοντας εαυτούς για την πολιτική τους ουδετερότητα.  Και όπως  η αναγκαστική έξοδος  της Ρωσίας από τον διαγωνισμό μετά την εισβολή συμβολίζει δραματικά την αποβολή της από την ευρωπαϊκή οικογένεια, έτσι και η συνεχιζόμενη σύγκρουση με τους χιλιάδες που διαμαρτύρονται  για την ένταξη του Ισραήλ φέτος συμβολίζει τη δραματική μετατόπιση της επίσημης ευρωπαϊκής στάσης απέναντι στις αξίες δικαίου που υποτίθεται υποστηρίζει και την αντιπαράθεσή της με τις λαϊκές απαιτήσεις.  
            Στη Γιουροβίζιον υπογραμμίστηκε ξεκάθαρα ότι ο ανταγωνισμός και η πολιτική της Ευρώπης έχει προσανατολιστεί ανατολικά, ενσωματώνοντας στο σκηνικό για χειραφέτηση έμφυλων ταυτοτήτων έναν κόσμο γεωπολιτικής αντιπαλότητας, αποδέσμευσης από κανόνες δικαίου και κυριαρχίας ιμπεριαλιστικών συμφερόντων που επιδιώκεται να μείνουν στο παρασκήνιο για να επιβληθούν, με την ιδεολογική  χειραγώγηση,  στα πλήθη που διαμαρτύρονται. Η μάχη λοιπόν για δικαιολόγηση της συμμετοχής του Ισραήλ είναι λιγότερο παραβίαση των δηλωμένων αξιών της ίδιας της Γιουροβίζιον και περισσότερο αποκρυστάλλωση των πραγματικών αξιών που αυτή πρεσβεύει. Γιατί  το ιδανικό της μεταπολεμικής σύγχρονης ευρωπαϊκής κοινωνίας που ήθελε να προβάλλεται, εμπλουτιζόμενο κάθε φορά, ως δημοκρατική, καπιταλιστική, ειρηνική, πολυπολιτισμική, σεξουαλικά απελευθερωμένη και τεχνολογικά προηγμένη, σ’ αυτή τη Γιουροβίζιον πνίγηκε στο αίμα των Παλαιστινίων.  
G
M
T
Y
Η λειτουργία ομιλίας περιορίζεται σε 200 χαρακτήρες