Τρίτη 8 Ιουλίου 2025

ΤΕΧΝΑΣΜΑΤΑ ΔΙΑΚΥΒΕΡΝΗΣΗΣ

 

Κι εκεί που η κυβέρνηση με παλινωδίες προσπαθεί να διαχειριστεί, χωρίς να την καταπιεί, το σκάνδαλο στο ΟΠΕΚΕΠΕ με τη διασπάθιση του ευρωπαϊκού χρήματος σε «ημετέρους» του κυβερνώντος κόμματος, ξανάρθε στο προσκήνιο ο Α. Τσίπρας με το αίτημά του για δημοσιοποίηση των πρακτικών του άτυπου συμβουλίου των πολιτικών αρχηγών υπό τον τότε πρόεδρο της Δημοκρατίας Π. Παυλόπουλο. Ο νυν πρόεδρος δημοκρατίας,  που  επέλεξε ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης εν είδει απόλυτου ηγέτη, Κ. Τασούλας δεν κάνει αποδεκτό το αίτημα και συμπτωματικά λίγο μετά δημοσιοποιούνται αποσπάσματα των πρακτικών από μέσα ενημέρωσης  ιδιοκτησίας Ε. Μαρινάκη.
         Διαβάζοντάς τα δίνεται η εντύπωση ότι η επιλογή των αποσπασμάτων στοχεύει  στο ίδιο πάνω κάτω ακροατήριο μ’ αυτό του Κ. Μητσοτάκη  για μια περίεργη δικαίωση του Α. Τσίπρα. Εμφανίζεται λοιπόν ο Α. Τσίπρας σαν υπεύθυνος ηγέτης που ποτέ δεν αμφισβήτησε την ευρωπαϊκή προοπτική της χώρας και δεν ριψοκινδύνεψε την έξοδο της από την ευρωζώνη. Κι ενώ  πριν δέκα χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ πήρε την εξουσία ακριβώς γιατί  στρεφόταν ενάντια στην ευρωπαϊκή επιταγή της ασφυκτικής οικονομικής λιτότητας αμφισβητώντας την ΕΕ, στην επανεμφάνισή του Α. Τσίπρα τονίζεται μέσα από τα επιλεγμένα αποσπάσματα η εμπιστοσύνη του  στην Ε.Ε και προβάλλεται ως στόχος εκείνου του δημοψηφίσματος η πίεση προς  τους εταίρους για καλύτερη συμφωνία. Εν ολίγοις, γίνεται προσπάθεια να αποκατασταθεί το κύρος του Α. Τσίπρα στα αστικά και μικροαστικά στρώματα, τα οποία  απεγνωσμένα ψηφίζουν κόμματα εξουσίας για  πολιτική σταθερότητα και που η καταβύθιση στα σκάνδαλα της κυβέρνησης Μητσοτάκη, διαμορφώνοντας ένα ανασφαλές περιβάλλον, μπορεί ένα μέρος τους ακόμα και να ριζοσπαστικοποιήσει. Θα πρέπει λοιπόν η κυρίαρχη εξουσία να έχει προετοιμάσει τη διάδοχη κατάσταση, αν χρειαστεί. Η επανεμφάνιση βέβαια, με την αρωγή τμήματος  της κυρίαρχης τάξης, του Α. Τσίπρα σ’ αυτή τη συγκυρία δείχνει ότι το ίδιο σύστημα εξουσίας ή έχει περιορισμένα περιθώρια ελιγμών για να καταφεύγει στο παρελθόν ή ακόμα βρίσκεται στο στάδιο αναζήτησης, προωθώντας διάφορες προτάσεις λύσης της κρίσης της διακυβέρνησης που πιθανότατα να προκύψει από την χρεοκοπία της κυβέρνησης Μητσοτάκη.
          Γιατί στην πραγματικότητα η κυρίαρχη τάξης δεν έχει άλλο τρόπο παρά χρησιμοποιώντας μέσω της κυβέρνησης τη δύναμη του κράτους  για να   επιβάλλει  την ισχύ της, είτε με την καταστολή, όταν η αντίσταση είναι σθεναρή  είτε με τον κατευνασμό, όταν πετυχαίνει τη συναίνεση με τα λαϊκά στρώματα.  Όμως, τα αλλεπάλληλα σκάνδαλα, η ατελείωτη, παρά τις στομφώδεις περί του αντιθέτου διακηρύξεις, ακρίβεια που εξαθλιώνει, το νέο αξεπέραστο στάδιο της καπιταλιστικής κρίσης φοβίζει την άρχουσα τάξη μήπως οδηγήσουν σε χρεοκοπία τα αστικά κόμματα διακυβέρνησης.
       Αν οι υποτελείς τάξεις πάψουν να βασίζονται στο αστικό  κράτος και να συναινούν στην αστική διακυβέρνηση ο κίνδυνος πρόκλησης ανεξέλεγκτων καταστάσεων αμφισβήτησης του συστήματος  γίνεται υπαρκτός και κατά συνέπεια και η αδυναμία των κρατών να χειριστούν την κατάσταση, με αποτέλεσμα να αποσύρεται η εμπιστοσύνη σ’ ένα τέτοιο κράτος. Κι αυτό εξασθενίζει τη δυνατότητα των κρατών να σταματήσουν αυτόν το φαύλο κύκλο. Κράτη όμως που πάσχουν από απονομιμοποίηση βρίσκουν ότι είναι πολύ δύσκολο να εκπληρώσουν τον ρόλο τους ως εγγυητές των μονοπωλίων που έχουν ανάγκη οι καπιταλιστές και περιορίζεται  και η ικανότητά τους να εξημερώσουν  τις υποτελείς τάξεις.
         Ακόμα λοιπόν κι αν χάνεται η εμπιστοσύνη στην κυβέρνηση ή σε κάποιους θεσμούς από μεγάλο ποσοστό του πληθυσμού, αυτή η έλλειψη εμπιστοσύνης θα πρέπει, κατά τον κυρίαρχο λόγο, να περιορίζεται σε άτομα και όχι σε δομές του ίδιου του συστήματος. Γι’ αυτό κάθε φορά που αποκαλύπτεται η αναλγησία της  ταξικής πολιτικής ενός συστήματος που στρέφεται εναντίον των λαϊκών μαζών το κυρίαρχο σύστημα φροντίζει η οργή και απαξίωση να κατευθύνεται σε άτομα και όχι στο ίδιο το σύστημα που την προκαλεί. Προσπαθεί λοιπόν να συντηρεί τη λαϊκή υποστήριξη με μεταρρυθμίσεις από διάφορους κυβερνώντες που εναλλάσσονται και  προπαγανδίζουν ότι είναι προς όφελός του, χωρίς βέβαια οικονομικό κόστος. Ώστε  όλο το πρόβλημα  να επικεντρώνεται στην επιλογή του διαχειριστή της αστικής εξουσίας. Για να μην συνειδητοποιείται ότι η δύναμη των κυβερνώντων βρίσκεται στην αδυναμία των αντιπάλων τους, δηλ. των μεγάλων λαϊκών μαζών. 
          Για κάθε ατασθαλία των κυβερνώντων που αποκαλύπτεται, ακόμα και  όταν εγκληματικά  παραβιάζονται  κανόνες και νόμοι που οι ίδιοι θεσμοθετούν, όπως οι υποκλοπές, το έγκλημα των Τεμπών, το σκάνδαλο του ΟΠΕΚΕΠΕ οι κυβερνώντες ασυστόλως παραπέμπουν στη δικαιοσύνη, που οι ίδιοι ελέγχουν. Δεκαετίες προπαγάνδας πέτυχε την εξαφάνιση από τις πολιτικές αντιπαραθέσεις των ταξικών διαχωρισμών με όλα τα αστικά κόμματα να συμβάλλουν σ’ αυτό. Και μένει το ΚΚΕ που επιμένει στην ταξική σκοπιά, γιατί μόνη αυτή μπορεί να αναζητήσει  τις πραγματικές αντιθέσεις  στη πηγή τους και να τις οξύνει, διεκδικώντας με αγώνες, όχι να τις αποφύγει ή να τις συγκαλύψει, δημιουργώντας έτσι τους όρους για το ξεπέρασμά τους
         Αντίθετα,  σύμφωνα με την κυρίαρχη πολιτική οι  ταξικές αντιπαραθέσεις μεταφράζονται σε δικαστικές διενέξεις, αυξάνοντας την κυριαρχία της δικαστικής εξουσίας που εξυπηρετεί τα αστικά συμφέροντα, αλλά παρουσιάζεται ως αντικειμενική και αδέκαστη, για να εξασφαλίζει τη συναίνεση. Την εξάρτηση των δικαστικών από τις κυβερνητικές αποφάσεις επαληθεύει η  πρόσφατη επιλογή  των ανώτατων δικαστικών από την κυβέρνηση με τις επικοινωνιακές μεθοδεύσεις της. Έτσι ήταν επιλογή της κυβέρνησης για πρόεδρος Αρείου  Πάγου η 4η υποψήφια στην ψηφοφορία των δικαστών, ενώ χρησιμοποίησε επικοινωνιακά τεχνάσματα στην επιλογή  εισαγγελέα του Αρείου Πάγου για να υποκριθεί αντικειμενικότητα.   
          Η αυξανόμενη κυριαρχία της δικαστικής εξουσίας θα πρέπει ίσως  να ερμηνευτεί στο πλαίσιο της επιδιωκόμενης αποδυνάμωσης της πολιτικής δημόσιας σφαίρας ως πεδίου  που επιτρέπει την εκδήλωση αγωνιστικής αντιπαράθεσης. Με δεδομένη την  αδυναμία  αντιμετώπισης των προβλημάτων της κοινωνίας, αναδύεται εμφανώς μια τάση να ευνοείται το πεδίο της δικαιοσύνης και να εναποτίθεται στο νόμο των αστών νομοθετών να βρει τη λύση σε κάθε είδους διαμάχες. Η δικαιοσύνη της αστικής τάξης αποκρύπτοντας τον ταξικό της ρόλο παρουσιάζεται σε ρόλο ερμηνευτή του πολιτικού ήθους της κοινωνίας.
          Εν ολίγοις,  η άρχουσα τάξη θεωρεί  πιο συμφέρουσα την εξασφάλιση συναίνεσης από τις υποτελείς τάξεις, ώστε να συμπαραταχθούν μαζί της κι έτσι να απαλλαχθεί από κάθε αντίστασή τους. Αλλά όπως  αποδεικνύεται στην πράξη, οι κυβερνώντες μας, αποθρασυνόμενοι από την έπαρση τους για χειραγώγηση των λαϊκών αντιδράσεων, θέλουν να καταλάβουν τον έλεγχο  της κρατικής διοίκησης για να ασκήσουν τη δύναμή τους για δικό τους όφελος. Κι επομένως, είναι ανίκανοι να καταργήσουν ένα από τα πιο απαίσια χαρακτηριστικά του καπιταλιστικού κράτους, τον άξονα της διαφθοράς, επειδή αποτελούν κρίσιμο μέρος του ίδιου του συστήματος. Μόνο ένα μαζικό, εύρωστο κίνημα μπορεί αυτό να το καταφέρει.

Δευτέρα 30 Ιουνίου 2025

ΕΝΑ ΑΚΟΜΑ ΣΚΑΝΔΑΛΟ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ

Κι ένα ακόμα σκάνδαλο διαφθοράς, αυτή τη φορά στο ΟΠΕΚΕΠΕ, με τον πρωθυπουργό, Κ. Μητσοτάκη, για μια ακόμα φορά να εκφράζει οργή και αγανάκτηση για όσα αποκαλύπτονται και  να υπόσχεται την πάταξη της διαφθοράς, κηρύσσοντας πόλεμο με το βαθύ κράτος. Ένας επί εξαετίας πρωθυπουργός, που είναι πολιτικός με καταγωγή από τα μεγαλύτερα πολιτικά τζάκια της χώρας, αναιδέστατα και χωρίς τον παραμικρό δισταγμό ζητά από όλο τον πολιτικό κόσμο να πει όχι στον παλαιοκομματισμό και   αφού αναφωνεί ένα θεατρικότατο «αποτύχαμε», σε ρόλο στιβαρού ηγεμόνα εκφράζει την αποφασιστικότητά του για ένα καλύτερο κράτος που «η δίκαιη, ισότιμη και διαφανής αντίληψη» να διαπερνά τη λειτουργία κάθε κρατικού φορέα.
        Και άντε και πάλι ξεκινά το κυνήγι της διαφθοράς, από έναν θρασύτατο πρωθυπουργό που αγνοούσε τί έκαναν οι υπουργοί που ο ίδιος διόριζε μέχρι τον πιο φτωχό κάτοικο αυτής της χώρας που χρεώνει στη διαφθορά την οικονομική του εξαθλίωση. Γιατί  έχουμε διδαχτεί ότι  σε μια ευνομούμενη πολιτεία και όση διαφθορά να υπάρχει πατάσσεται από τα όργανα της πολιτείας, τα οποία μάλιστα δίνουν τη δυνατότητα της συμβολής των πολιτών στην αποκάλυψή της με τις καταγγελίες τους για οικονομικά εγκλήματα.  Αλλιώς μιλάμε για αποσύνθεση και καταστροφή που προκαλεί η διαφθορά στις καπιταλιστικές μας οικονομίες, και που εξηγεί, κατά τον κυρίαρχο λόγο,  την άνιση κατανομή του πλούτου και τις παγκόσμιες διαφορές στον πλούτο και την ανάπτυξη. Η εστίαση στη διαφθορά παρουσιάζει την ύπαρξη των φτωχών κρατών ως αποτέλεσμα της κατωτερότητας του πολιτισμού τους ή την ύπαρξη εξαθλιωμένων ως αποτέλεσμα της έλλειψης ηθικών προτύπων και νομικών πλαισίων που αποτρέπουν την διαφθορά. Η διαφθορά στοχοποιείται ως αιτία της φτώχειας και υποανάπτυξης και είναι αυτός ένας βολικός τρόπος η διαφθορά από εργαλείο κατανόησης της λειτουργίας της οικονομίας να γίνεται εργαλείο ιδεολογικής χειραγώγησης και πολιτικής κυριαρχίας.
          Όπως έγινε στην εποχή της κρίσης στη χώρα μας, όταν οι αναφορές των μέσων ενημέρωσης και των πολιτικών αναλύσεων ήταν γεμάτες με ιστορίες διαδεδομένων περιστατικών διαφθοράς που  μαζί με  εξαιρετικά γενναιόδωρες συντάξεις και μισθούς και άλλες ιστορίες για υπερβολικές δημόσιες δαπάνες θεωρήθηκαν οι αιτίες της οικονομικής κατάρρευσης.  Το βασικό σημείο ήταν  ότι η κρίση προκλήθηκε από την «κουλτούρα» της διαφθοράς των Ελλήνων, τον πελατειακό χαρακτήρα της δημόσιας διοίκησης και την χαλαρή διαβίωση των Ελλήνων. Κι έτσι, χρησιμοποιώντας την διαφθορά ως εργαλείο δικαιολογήθηκε και νομιμοποιήθηκε  η σκληρή παρέμβαση της Ε.Ε, αφού τελικά ήταν τα εθνικά εσωτερικά ελαττώματα που προκάλεσαν την μεγάλη κρίση. Και οι εγχώριοι αστοί, κι όσοι παρατρεχάμενοι τους φαντασιώνονταν την κοινωνική τους άνοδο, προσέτρεξαν στην Ε.Ε για την επιβολή, επιτέλους, πειθαρχίας και κανόνων, για την εξάλειψη των φορολογικών απατεώνων και τιμωρία διεφθαρμένων υπαλλήλων. 
       Το ζήτημα όμως είναι ότι κάθε φορά που ορίζεται η έννοια της διαφθοράς δύσκολα δεν εμπλέκονται ηθικά αιτήματα. Σε μια ευρεία ερμηνεία μάλιστα έχει γίνει αποδεκτό  ότι   η διαφθορά συνίσταται στην άντληση οφέλους από την εξουσία πάνω σε άλλους με ηθικά απαράδεκτους τρόπους. Κι έτσι η  αναγωγή που συνδέει τόσες πολλές πολιτικές και  οικονομικές ελλείψεις με ζητήματα ηθικής έχουν τόσο βαθιά ριζώσει που δεν συνδέονται με τον καπιταλισμό και τον παγκόσμιο σύστημα στο οποίο ενσωματώνονται. Όμως και κάτω απ’ αυτό το πρίσμα,  δεν είναι ο ίδιος ο καπιταλισμός διεφθαρμένος, όταν οι σύγχρονες καπιταλιστικές οικονομίες αναπόφευκτα και διάχυτα παράγουν διεφθαρμένα κέρδη, επειδή οι καπιταλιστές ακολουθώντας απλώς τους καπιταλιστικούς κανόνες εκμεταλλεύονται την εργασία των άλλων; Ποιος άλλος χαρακτηρισμός θα ταίριαζε ακόμα και  στο νομοσχέδιο που έφερε ο Κ. Μητσοτάκης στο υπουργικό συμβούλιο για τη μεγαλύτερη εκμετάλλευση των εργαζομένων με την  επιμήκυνση και ελαστικοποίηση του εργάσιμου χρόνου;
         Υποστηρίζεται και θεωρείται πειστικό ότι η κηλίδα της διαφθοράς μπορεί  να μειωθεί με πολιτικά μέτρα, έτσι που ο καπιταλισμός να φτάνει στο ιδεώδες που προπαγανδίζει δηλ. να εξασφαλίζει στον καθένα ευημερία. Μόνο που ο τερματισμός της διαφθοράς του καπιταλισμού είναι ένας ανέφικτος στόχος, γιατί είναι ενδημικός σ’ αυτόν και γι’ αυτό το νόημά της αλλάζει  σαν κινούμενη άμμος. Έτσι δεν θεωρείται διαφθορά ούτε το σύνολο των κανονιστικών κρίσεων και ιδεών της κυρίαρχης πολιτικής που επιχειρεί  να παρουσιάσει κάθε φορά την ατζέντα  των καπιταλιστικών συμφερόντων ως καθολικό αγαθό, σαν κάτι που δήθεν είναι προς όφελος των καταπιεσμένων και αδυνάμων, ούτε τα υψηλά ποσοστά κέρδους που εντείνουν τη φτώχεια. Όπως συμβαίνει με την ίδρυση του χρηματιστήριου ενέργειας το οποίο ευθύνεται για τις ογκώδεις αυξήσεις στις τιμές των τιμολογίων ηλεκτρικού ρεύματος, σε βαθμό που για να καταλαγιάσουν τη λαϊκή δυσαρέσκεια οι κυβερνώντες μιλούν για παρεμβάσεις για τα υπερκέρδη των εταιρειών. Η κυρίαρχη πολιτική νομιμοποιεί μέσα από θεσμούς και νόμους την κυριαρχία του καπιταλιστικού κέρδους και η εφαρμογή τους, ακόμα και εις βάρος τους,  είναι το περισσότερο που μπορεί να απαιτήσει ο εργαζόμενος που παράγει τον πλούτο. Και αυτό θεωρείται κανονικότητα.
          Η διαφάνεια λοιπόν στη λειτουργία μιας κυβέρνησης θεωρείται το υψηλότερο σημείο χρηστής διακυβέρνησης στην οποία μπορεί να φτάσει. Κι όταν, όπως συνέβη με τον ΟΠΕΚΕΠΕ, γίνονται οι συναλλαγές κάτω από το τραπέζι με κυβερνητικούς αξιωματούχους που για να διασφαλίσουν τα στενά τους συμφέροντα υπερβαίνουν τους κανόνες στη διαχείριση των χρημάτων που η πολιτική της Ε.Ε έχει επιβάλλει,  τότε ανακαλύπτουν όλοι τη  διαφθορά. Κι ανανεώνονται τα αιτήματα για πρόσθετους νόμους και κανονισμούς, ανεβαίνουν οι τόνοι επίκλησης της ηθικής και αυξάνει το κύρος της και η Ε.Ε που οι μηχανισμοί της την αποκάλυψαν. Αλλά  το Γραφείο της Ευρωπαϊκής Εισαγγελίας στην Ελλάδα επεμβαίνει μόνο όταν υπάρχει διασπάθιση ευρωπαϊκών κονδυλίων, γιατί η ΕΕ ενδιαφέρεται μόνο για τα λεφτά της, με τα οποία ασκεί την πολιτική της.  Αφήνεται πάντα άθικτη η βασική δομή κινήτρων και η εξουσία των καπιταλιστών να  χρησιμοποιούν όλους τους τρόπους για να αυξήσουν την κερδοφορία τους.
          Εξάλλου, καθώς  οι συγκρούσεις ιδιωτικών συμφερόντων είναι η ψυχή της αστικής πολιτικής, πολλές φορές η αντιπαράθεσή τους αποκαλύπτει δράσεις και ενέργειές τους που φέρνουν στο προσκήνιο το μοναδικό και συνεχές στόχο τους, την συνεχή αύξηση της κερδοφορίας, με καταπάτηση ακόμα και των κανόνων που οι ίδιοι θεσπίζουν. Κι αυτές οι αποκαλύψεις είναι πάντα θετικές όταν συνδέονται με το ίδιο το οικονομικό σύστημα που εκκολάπτει τη διαφθορά, χωρίς ηθικολογικές προσεγγίσεις που περιορίζουν την ευθύνη στα άτομα.
          Άλλωστε  και η επιμονή στη διαδικαστική και διοικητική διαφάνεια δεν έχει ως αποτέλεσμα μια κυβέρνηση που είναι πιο ανοιχτή στα συμφέροντα και τις απαιτήσεις των εργαζομένων και των πιο αδύναμων. Το να απομονώνονται οι καταγγελίες κατά της διαφθοράς αποκτώντας μια σχετική αυτονομία από το είδος της οικονομίας της παραγωγής περισσότερο αναδεικνύει τη διαφθορά σαν ένα στόχο της μεταρρύθμισης. Αν όλα, από το χρέος έως τη φτώχεια και την πείνα στις καπιταλιστικές κοινωνίες παρουσιάζονται ως συνέπειες της  διαφθοράς, αν η επικέντρωση γίνεται στα ηθικά και πολιτιστικά μειονεκτήματα των κατοίκων ή τη νομική και θεσμική δυσλειτουργία του πολιτικού του συστήματος, τότε οι αγώνες των εργαζομένων θα επικεντρώνονται  μόνο στην αλλαγή των αστικών κυβερνήσεων και του προσωπικού τους που θα μιλούν για κάθαρση και δικαιοσύνη.  Και ο φαύλος κύκλος θα συνεχίζεται. Με τους κυβερνώντες να αποθρασύνονται, όπως η κυβέρνηση Μητσοτάκη,  όλο και περισσότερο όταν γνωρίζουν ότι με μια αλλαγή προσώπων ή  με βαρύγδουπες υποσχέσεις  η οργή θα κατευναστεί και θα ελεγχθούν οι αντιδράσεις.

 

Τρίτη 24 Ιουνίου 2025

ΤΑ ΕΡΕΙΠΙΑ ΤΗΣ ΑΝΘΡΩΠΙΑΣ ΜΑΣ

 

Στη  Μέση Ανατολή οι χώρες η μια μετά την άλλη με τον ένα ή τον άλλο τρόπο μπαίνουν σ’ έναν πόλεμο που δεν φαίνεται να έχει τέλος, παρά μόνο κάποιες παύσεις.  Το Ισραήλ, με την αλαζονεία της δύναμης που στηρίζεται στην άνευ όρων υποστήριξη των ΗΠΑ και όλης της Δύσης, αφού ισοπέδωσε τη Γάζα και σκοτώνει χωρίς ενδοιασμούς τα γυναικόπαιδά της, αφού εισέβαλε στο Λίβανο και προχώρησε σε στρατιωτικές επιχειρήσεις στη Συρία, Υεμένη και τελευταία στο Ιράν,  διαμαρτύρεται για την ανταπόδοση χτυπημάτων από το Ιράν. Η Αμερική βομβάρδισε πυρηνικές εγκαταστάσεις του Ιράν και το Ιράν ανταπάντησε, αφού προειδοποίησε,  με βομβαρδισμό αμερικανικών βάσεων στο Κατάρ. Και μετά δυο μέρες ο Ντ. Τραμπ στα περιορισμένα αντίποινα του Ιράν με μια μεγαλόστομη ανάρτηση  θριαμβολογεί  για το τέλος του πολέμου, με το Ισραήλ να επιβεβαιώνει τη συμφωνία του για την πρόταση εκεχειρίας,  ενώ λίγο πιο μετά ο πρόεδρος των ΗΠΑ δηλώνει την απαρέσκειά του για τους δυο αντιμαχόμενους που παραβίασαν την εκεχειρία. 
          Και όλα αυτά είναι  παιχνίδια κυριαρχίας και επιρροής για τα ιμπεριαλιστικά συμφέροντα, αδιαφορώντας αν ρημάζονται ζωές, αν σκοτώνονται άνθρωποι,  την ίδια στιγμή που οι ρίψεις βομβών από  το Ισραήλ δεν σταματούν και η σφαγή των Παλαιστινίων στη Γάζα δεν έχει τέλος. Στη δε χώρα μας, η  κυβέρνηση του Κ. Μητσοτάκη επαναλαμβάνει, χωρίς να τα εννοεί, ευχές για αυτοσυγκράτηση, επανεκκίνηση συζητήσεων για το πυρηνικό πρόγραμμα της Τεχεράνης, ενώ η αμερικανική βάση της Σούδας στην Κρήτη δεν φαίνεται να είναι αμέτοχη στις πολεμικές επιθέσεις.
         Μετά την καταστροφή των κρατών του Ιράκ, της Λιβύης, της Συρίας φαίνεται ότι ήρθε και η σειρά του Ιράν, που η Δύση, στον κατάλληλο χρόνο, θα συμβάλλει με διάφορους τρόπους να διαλυθεί, έτσι ώστε ο δυτικός ιμπεριαλισμός να κυριαρχεί ολοκληρωτικά στη Μ. Ανατολή. Επειδή δηλ.  τα οργανωμένα κράτη εξασφαλίζουν ένα πλαίσιο για ανάπτυξη δραστηριοτήτων με την καθιέρωση κανόνων,  μπορούν να αντισταθούν πιο αποτελεσματικά σε επιθέσεις των ιμπεριαλισμών της Δύσης  που απειλούν την επιβίωσή τους, γι’ αυτό και τα ιμπεριαλιστικά κράτη συμφωνούν στη διάλυση στο όνομα της δημοκρατίας, ελευθερίας κλπ. όσων κρατών δεν μπορούν να χειραγωγήσουν, αφήνοντας πίσω τους αίμα και ερείπια.                            Με  τον απρόκλητο βομβαρδισμό του Ιράν από τις ΗΠΑ έχουμε εισέλθει σε νέα φάση παγκόσμιας βαρβαρότητας, υπό την ηγεσία της Δύσης, στην οποία όλα τα προσχήματα έχουν εγκαταλειφθεί και μόνο η λογική της ωμής, ανεξέλεγκτης βίας παραμένει. Κι αυτό είναι πέρα από μια καταστροφική απειλή για τη διεθνή ειρήνη κι ένα σαφές μήνυμα σε οποιοδήποτε μη πυρηνικό έθνος ότι μπορεί να βομβαρδιστεί και να κακοποιηθεί κατά βούληση των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων, αλλά και για τις λίγες ελευθερίες που έχουμε ακόμα μέσα στην ίδια τη Δύση. Ο πρόεδρος των ΗΠΑ περνώντας την κόκκινη γραμμή δεν μπήκε καν στον κόπο να κατασκευάσει ένα ίχνος συναίνεσης, παρά τη συντριπτική δημόσια αντίθεση, ή τουλάχιστον να επιδείξει  την παραμικρή υποκριτική υπηρεσία στο διεθνές δίκαιο. Και το ότι το έκανε με την πλήρη υποστήριξη της Ε.Ε και του Ηνωμένου Βασιλείου, σηματοδοτεί μια αποφασιστική στροφή. Αυτό σημαίνει ότι δεν θα έχουν κανέναν ενδοιασμό να παραμερίσουν οποιουσδήποτε ηθικούς, νομικούς, συνταγματικούς και δημοκρατικούς περιορισμούς εξακολουθούν να στέκονται εμπόδιο στην απελπισμένη προσπάθειά τους να διατηρήσουν την δύναμή τους.
        Και σ’ αυτόν τον πόλεμο εναντίον του Ιράν παρακολουθούμε την ίδια, προφανή εκδοχή των αφηγήσεων εκ μέρους των ΗΠΑ του πολέμου στο Ιράκ το 2003, που προωθούνται όμως από έναν πιο απογοητευτικό πρόεδρο των ΗΠΑ. Τότε ο υπουργός Εξωτερικών των ΗΠΑ Κ. Πάουελ παρουσίαζε τα στοιχεία και ανέλυε τους κινδύνους από το εργοστάσιο παραγωγής χημικών όπλων στο Ιράκ, που δήθεν δεν άφηνε άλλη επιλογή στον Τζ. Μπους, για τη σωτηρία του πλανήτη, από την εισβολή στο Ιράκ. Ο πόλεμος ισοπέδωσε το Ιράκ, αφάνισε πάνω από ένα εκατομμύριο Ιρακινούς, χημικά δεν βρέθηκαν και κανένας από τη δημοκρατική Δύση δεν λογοδότησε.
      Αυτή τη φορά όμως, καθώς έχει περάσει ενάμισης χρόνος που οι ισραηλινές επιθέσεις εξοντώνουν μεθοδευμένα και συστηματικά τον παλαιστινιακό λαό παραβιάζοντας κάθε γράμμα του Διεθνούς Δικαίου,  οι ΗΠΑ και η Δύση γενικότερα που την υποστηρίζει, με την απολεσθείσα αξιοπιστία τους, δεν είναι δυνατόν πια να εξαπατούν με τις δράσεις και τα λόγια τους.  Όσο κι αν το ελεγχόμενο σύστημα πληροφοριών γεμίζει με προπαγάνδα και ψέματα είναι τουλάχιστον ντροπιαστικό οι λαοί να συνεχίζουν να υποστηρίζουν τα πολεμοχαρή κράτη της Δύσης,  αφού έχουν ανακαλύψει ότι τους έχουν εξαπατήσει τόσες φορές. 
        Κι αν ο Ντ. Τραμπ φαίνεται να ενδιαφέρεται να κλείσει σ’ αυτή τη φάση  αυτό το μέτωπο με το Ιράν είναι γιατί μάλλον κατέληξε στο συμπέρασμα ότι η Ισραηλινή επίθεση σ’ αυτό έχει φτάσει στα όρια της, εφόσον δεν ευδοκιμεί η επίτευξη της αλλαγής του καθεστώτος της Τεχεράνης στην παρούσα φάση.  Συγχρόνως,  η άμεση συμμετοχή της Ουάσινγκτον έχει προκαλέσει διαφωνίες στο εσωτερικό και πάντα υπάρχει ο φόβος ότι  θα μπορούσε να την καθηλώσει σ’ ένα βάλτο, όπως στο Ιράκ, απ’ όπου δύσκολα θα απομπλεκόταν. Από την άλλη, το  Ιράν μπορεί να φάνηκε προετοιμασμένο για μια παρατεταμένη σύγκρουση με το Ισραήλ, αλλά σίγουρα η κατάπαυση του πυρός που πρότειναν οι Αμερικανοί θεωρήθηκε και για την Τεχεράνη ως μια ασφαλής και αποδεκτή διέξοδος. Με την προϋπόθεση βέβαια ότι δεν πρόκειται για ένα ακόμα αμερικανοισραηλινό τέχνασμα. Γιατί το Ισραήλ και οι ΗΠΑ με ουραγό την Ε.Ε δεν διστάζουν να καταπατούν συμφωνίες, να λένε ψέματα, να  καταργούν στην πράξη όλες τις προστασίες που είχαν συμφωνηθεί για τους αμάχους μετά τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο.
       Οι μεγάλες δημοκρατίες της Δύσης έχουν καταστήσει επί του πρακτέου σαφές ότι πιστεύουν πως  δεν υπάρχουν περιορισμοί στην εξαχρείωση που μπορούν να έχουν οι ιμπεριαλιστές  απέναντι σε εκείνους στους οποίους επιτίθενται. Ψελλίζουν, έτσι για άλλοθι,  κάποιες αντιρρήσεις για τις ενέργειες του Ισραήλ, ενώ  επιτρέπουν τη γενοκτονία ενός ιθαγενούς λαού, παγιδευμένου και λιμοκτονούντος, που περνάει μήνες μέσα στην κόλαση που οι Ισραηλινοί έχουν δημιουργήσει, χωρίς κανένα μέσο να υπερασπιστούν τον εαυτό τους.  Γι’ αυτό μοιάζει κοροϊδία οι χώρες της Δύσης να έχουν το ένα μνημείο μετά το άλλο για το «Ολοκαύτωμα», αλλά να μην θέλουν να αναγνωρίσουν ότι κάποιο συμβαίνει μπροστά τους. Στην ερειπωμένη Γάζα θάβεται και η ανθρωπιά μας;
       Σε ποιο σύμπαν αυτό είναι φυσιολογικό; Πώς υποτίθεται μπορούμε να  συνεχίζουμε να παρακολουθούμε έναν λαό να λιμοκτονεί και να μην τυγχάνει προστασίας μέρα με τη μέρα; Η ατιμωρησία του Ισραήλ αποτελεί κίνδυνο για ολόκληρο τον κόσμο. Είναι αδιανόητο ο κόσμος να έχει γίνει μάρτυρας αυτής της φρίκης χωρίς καμία αντίδραση. Είναι το πιο φρικτό έγκλημα που διαπράττεται χωρίς καμία παρέμβαση, χωρίς καμία βοήθεια, μ’ ένα  αντιπολεμικό κίνημα που δεν  γίνεται πιο μαζικό, πιο ενεργό.