Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Β. Ήπειρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Β. Ήπειρος. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Σάββατο 10 Νοεμβρίου 2018

ΓΙΑ ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ


Η βουλή  τήρησε ενός λεπτού σιγή στη μνήμη του Κ. Κατσίφα, μετά από πρόταση του αντιπροέδρου της Ν. Κακλαμάνη, βουλευτή της ΝΔ, για τον οποίο επισημάνθηκε πως δεν τήρησε τη συνηθισμένη διαδικασία που προβλέπεται. 
Η τήρηση ενός λεπτού σιγής δεν είναι απλώς μια απλή τελετουργία σεβασμού και μνήμης, αλλά και μια τελετουργία που προτίθεται να δημιουργήσει και μια στιγμή αλληλεγγύης ανάμεσα στους συμμετέχοντες σ’ αυτήν. Γιατί  ακόμα κι αν μια στιγμή σιωπής έχει γίνει υποκατάστατο, και όχι μόνο για το κοινοβούλιο, και δικαιολογία για δράση ή αδράνεια, όμως κάθε τελετουργία, ακόμα και αν μοιάζει παρωχημένη ή κενή περιεχομένου, όσο συνεχίζει να διατηρεί  το συμβολισμό της συνεχίζει να τιμά το γεγονός ή το πρόσωπο για το οποίο γίνεται. Γιατί η σιωπή  περιέχει δηλώσεις (του Ν. Κακλαμάνη που την πρότεινε για «τη χωρίς κανένα άλλοθι καταδίκη της δολοφονίας») και παραδοχές (για τις ενέργειες του Κ. Κατσίφα) και συνενώνει σ’ αυτό το τελετουργικό διαφορετικούς ως προς τις πεποιθήσεις ανθρώπους δίνοντας την εντύπωση της δέσμευσής τους.
Ο θάνατος του ομογενούς στην Αλβανία, που οι συγκεκριμένες  συνθήκες του δεν έχουν διευκρινιστεί, συνδέθηκε εξαρχής με αλυτρωτικές δράσεις, πατριωτικές ή φασιστικές,  στη Β. Ήπειρο ή Ν. Αλβανία, αναλόγως οπτικής.
 Κι ενώ ο θάνατος αυτός δεν δείχνει τίποτε άλλο παρά την ευκολία με την οποία μπορεί να πυροδοτηθούν επεισόδια σε μειονότητες στα Βαλκάνια ή και τον απροσχημάτιστο τρόπο με τον οποίο μπορεί να γίνει εκμετάλλευσή τους, η επιμονή στην προσωπικότητα του θανόντα περισσότερο μεταθέτει το πρόβλημα. Το πρόβλημα δεν είναι άλλο παρά η εκτροπή της λαϊκής οργής και απελπισίας προς εθνικιστικό μίσος, που δημιουργεί δυνατότητες για πρωτοβουλίες στους φασίστες προς εξυπηρέτηση πολιτικών των κυρίαρχων κέντρων εξουσίας. Κι αν ο αποθανών ήταν φασίστας, το γεγονός πως προκάλεσε, όπως φαίνεται, το θάνατό του δείχνει πόσο επικίνδυνος γίνεται ο φασισμός, όταν, για να διευρύνει το  ακροατήριό του,  μεταμφιέζεται σε πατριωτισμό.
Σ’ αυτά τα μικρά, φτωχά, βαλκανικά κράτη η ενίσχυση  της πολιτικής και οικονομικής κυριαρχίας των παγκόσμιων καπιταλιστικών κέντρων ευνοεί την ανάπτυξη  του τοπικισμού και του εθνικισμού, που οφείλεται στην ανάγκη για ασφάλεια και σταθερότητα. Κι αυτό το καταφύγιο, ιδιαίτερα των λαϊκών τάξεων, είναι επιδεικτικό χειραγώγησης από κυβερνήσεις και …επιχειρήσεις, ώστε να προωθήσουν τα δικά τους συμφέροντα, ακόμα κι όταν δεν εμπλέκονται άμεσα σε καταστάσεις έκρυθμες ή συγκρουσιακές. Σε ένα τέτοιο λοιπόν περιβάλλον, όταν πρωτίστως έχουν εξασφαλιστεί τα συμφέροντα των κυρίαρχων καπιταλιστικών κρατών, μοιάζει βολικό να μιλά κανείς για παγκοσμιοποίηση, κι αν λάχει επί το προοδευτικότερον για διεθνισμό, παραβιάζοντας ανοιχτές θύρες.
Και  όπως η ασήμαντη φράση μιας νοικοκυράς μπορεί να αποτελεί δείγμα μιας πλατιάς αγανάκτησης που μπορεί να γίνει δύναμη ανατροπής μιας υπάρχουσας πολιτικής, έτσι και ο θάνατος του Κ. Κατσίφα μπορεί να είναι μια ένδειξη για την κατεύθυνση που ίσως παίρνουν οι σχέσεις των βαλκανικών χωρών και με την οποία μοιάζει να μην αποκλίνει το ελληνικό κοινοβούλιο, έστω και μέσω παλινωδιών.
Γι’ αυτό και η συμμετοχή βουλευτών του ΚΚΕ στην τήρηση ενός λεπτού σιγής από τη Βουλή  για το θάνατο του Κ. Κατσίφα φαίνεται να χρεώνεται ως λάθος τους. Και όχι τόσο γιατί ο συγκεκριμένος αποθανών χαρακτηρίζεται φασίστας, όσο γιατί δίνεται άλλοθι πατριωτισμού σε φασιστικές επιλογές εναντίον των οποίων το ΚΚΕ, κατά τεκμήριο, αγωνίζεται και  τις συνέπειες των οποίων το ίδιο υφίσταται.
Κι έτσι βρήκαν την ευκαιρία όψιμοι, καθαρόαιμοι, ανυπόμονοι επαναστάτες, που περιμένουν στη γωνία να στηλιτεύσουν για το παραμικρό στραβοπάτημα, ή και όχι, το ΚΚΕ, να  θριαμβολογούν πως δικαιώνεται η κριτική τους για τη σωβινιστική στροφή  του κόμματος, θεωρώντας  το χλευασμό τους  ως εξ αριστερών, με διεθνιστικά γυαλιά, κριτική.
Κανείς δεν μπορεί να έχει την απαίτηση του αλάθητου από το ΚΚΕ στις εκτιμήσεις του ή αποφάσεις του ή και αιφνιδιασμούς του σε ήσσονα μάλιστα ζητήματα,  τη στιγμή που ούτε και το κόμμα ισχυρίστηκε ποτέ κάτι τέτοιο. Κι αν κατηγορείται πως η νομιμότητα των τελευταίων 44 ετών  επηρέασε ως ένα βαθμό τη φυσιογνωμία του και τη σχέση του με το αστικό κράτος, αυτό δεν θα ήταν δυνατό να μη συμβεί, αφού οι όροι και ο τρόπος λειτουργίας του αλλάζουν.
Όμως αν η  σταθεροποίηση  της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας από το 1974 διαμόρφωσε  προοδευτικά δυο πεδία συγκρούσεων, από τη μια  τις θεσμοθετημένες  και δημόσιες πολιτικές αντιπαραθέσεις που διεξάγονται εντός ή εκτός  του κοινοβουλίου, στο πλαίσιο του  και στη λογική του κομματικού ανταγωνισμού και από την άλλη ένα πλήθος από  επιμέρους  σημαντικές ή ασήμαντες αντιφάσεις,  αντιθέσεις και συγκρούσεις που κατά κανόνα μπορεί να παρέμεναν  πολιτικά λανθάνουσες, είναι το ΚΚΕ που όλα αυτά τα χρόνια τις ανέδυε στην πολιτική σκηνή, τις κατεύθυνε συνδέοντάς τες με ταξικές διαιρέσεις και οργάνωνε κοινωνικούς αγώνες διατηρώντας την προοπτική του κοινωνικού μετασχηματισμού.
Ενώ οι  κοινωνικοταξικές αντιθέσεις οξύνονται και η διαρκής  μονόπλευρη λιτότητα προκαλεί κοινωνική δυσαρέσκεια και πολιτικές κινητικότητες, βλέπει κανείς στο ορίζοντα άλλη πολιτική δύναμη  από το ΚΚΕ που να μπορεί και να θέλει να  οργανώνει και να κινητοποιεί σε αγώνες που να επιτρέψουν νέες αισιόδοξες προβλέψεις για τους συσχετισμούς των ταξικών δυνάμεων;

Κυριακή 4 Νοεμβρίου 2018

ΠΕΡΙ ΒΑΛΚΑΝΙΩΝ, ΠΑΛΙ


Ο θάνατος του 35χρονου ομογενούς από την Αλβανία μετά από ανταλλαγή πυρών με αλβανούς αστυνομικούς έδωσε για άλλη μια φορά την ευκαιρία στον φασιστικό λόγο, που μεταμφιέζεται σε εθνικιστικό,  να κάνει επίδειξη της δύναμης και εμβέλειάς του, προσπαθώντας να νομιμοποιηθεί. Από την απαίτηση του Φ. Κρανιδιώτη να γίνουν βομβαρδισμοί στην Αλβανία μέχρι την ανακήρυξή του σε ήρωα από τον Η. Κασιδιάρη επειδή χρησιμοποίησε όπλο, οι μεγαλόστομες απειλές και καταγγελίες στο όνομα του έθνους θορυβούν για να προσελκύσουν την προσοχή, ενώ μάλλον μοιάζει να επαναφέρουν εφιάλτες από τους οποίους δεκαετίες τώρα δεν καταφέραμε να ξεφύγουμε.
               Τα Βαλκάνια, μια περιοχή με γεωστρατηγική σημασία,  αποτελούνται από μικρά κράτη που κανένα τους δεν έχει μια συνεχή ή έστω μακροχρόνια ιστορία εθνικής ανεξαρτησίας. Το εθνικό μωσαϊκό και ο τρόπος  κατανομής του στις χώρες των Βαλκανίων έχει ιδιαίτερη σημασία, γιατί το δίχτυ της αλληλεξάρτησης είναι σχετικά πυκνό και μπορεί να έχει σημαντικό αντίκτυπο στην πολιτική κατάσταση και τη σταθερότητα στην περιοχή. Καλλιεργείται σχεδόν σε όλα τα κράτη η αίσθηση πως θα πρέπει να αποτελούν μέρος ενός μεγάλου έθνους, καθώς κανένα από τα βαλκανικά κράτη δεν έχει συμπληρώσει το ιδανικό της αντιστοιχίας μεταξύ της εθνικής και κρατικής ενότητας. Και οι μειονότητες σε κάθε κράτος αναπτύσσουν ισχυρούς  εθνοτικούς δεσμούς που διασχίζουν τα σύνορα και απαιτούν το δικαίωμα της υπεράσπισής τους από τους  ομοεθνείς στο συγγενικό κράτος.  Κι έτσι συντηρείται ισχυρός ο αλυτρωτισμός, με βάση όχι μόνο την περιοχή αλλά και την εθνικότητα, απόλυτα εκμεταλλεύσιμος από την κυρίαρχη εξουσία.
               Στη χώρα μας, για δεκαετίες μετά τον πόλεμο συντηρούνταν το όνειρο για ενσωμάτωση της Βόρειας Ηπείρου, ένα όνειρο στο οποίο συρρικνώθηκε η Μεγάλη Ιδέα μεταπολεμικά και τροφοδοτούσαν εκκλησία και στρατός, χωρίς βέβαια να γίνεται αντικείμενο επίσημης κυβερνητικής πολιτικής, αλλά αναλόγως σκοπιμοτήτων εγχώριων και διεθνών τη διέτρεχε υπόγεια. Γιατί η πολιτική και η ιστορία των Βαλκανίων είναι αδύνατο να κατανοηθεί χωρίς την επισήμανση του ρόλου των διαφόρων κάθε εποχή  Μεγάλων Δυνάμεων και του  πώς έχουν χρησιμοποιήσει την περιοχή για το οικονομικό και πολιτικό τους κέρδος, χωρίς βέβαια καμία μέριμνα για το αποτέλεσμα των πολιτικών τους στους λαούς.
               Κι επειδή  οι εθνικές σχέσεις έχουν συγκεκριμένο ιστορικό χαρακτήρα και καθορίζονται από το κοινωνικοπολιτικό καθεστώς, από το συσχετισμό των ταξικών δυνάμεων στο εσωτερικό της χώρας, αλλά και στο διεθνές περιβάλλον, καθώς και από την ιμπεριαλιστική πολιτική των κυρίαρχων τάξεων. Κι επειδή παράλληλα και  οι σχέσεις των εθνών και των λαών ασκούν επίδραση στις κοινωνικές σχέσεις και την ταξική πάλη και μάλιστα στα διάφορα ιστορικά στάδια μπορούν  να προβληθούν σε πρώτο πλάνο διάφορες πλευρές του εθνικού ζητήματος. Γι’ αυτό μεμονωμένα περιστατικά, ιδιαίτεροι διπλωματικοί χειρισμοί, μεγαλόστομες εξαγγελίες αποκτούν σημαντική βαρύτητα με κίνδυνο πυροδότησης παντός είδους συγκρούσεων.
               Κι ενώ ο ρόλος του εθνικού κράτους μοιάζει να μειώνεται με τον ολοένα αυξανόμενο αντίκτυπο της παγκοσμιοποίησης, συγχρόνως ο πολιτικός του ρόλος διαβρώνεται από έναν περίπλοκο συνδυασμό φυγόκεντρων και κεντρομόλων δυνάμεων. Κι έτσι  η ύπαρξη της μεγαλύτερης οικονομικοπολιτικής ένωσης, της Ευρωπαϊκής, συμπίπτει σε συνδυασμό με περιπτώσεις πολιτικών κατακερματισμού εντός της Ευρώπης, που κυρίως και πρωταρχικά έχουν επηρεάσει τα Βαλκάνια, προκαλώντας και πόλεμο. Η παρακμή του έθνους κράτους, από την άποψη κυρίως του ελέγχου του επί της δημοσιονομικής και νομισματικής πολιτικής, αυξάνοντας τη δυσαρέσκεια για την  ανασφάλεια, την αβεβαιότητα, τις ανισότητες, με κατάλληλους χειρισμούς από την κυρίαρχη εξουσία ενθαρρύνει την προσκόλληση, από ανάγκη για ασφάλεια,  σε εθνικιστικές κι αποσχιστικές δυνάμεις. Και ελλοχεύει  ο κίνδυνος οι μειονότητες να χρησιμοποιηθούν από κέντρα εξουσίας ως πολιορκητικός κριός διαμελισμού εθνικών κρατών κι επομένως αποδυνάμωσής τους και διάλυσης, για εφαρμογή ιμπεριαλιστικών σχεδιασμών.
               Και στα Βαλκάνια με την αναδιάταξη των συμμαχιών, με τον ιδιαίτερο ρόλο που φιλοδοξεί να επωμιστεί η αστική μας τάξη ως μέλος της ΕΕ και του ΝΑΤΟ ακόμα και τυχαία περιστατικά δεν γίνονται μόνο αντικείμενο εκμετάλλευσης για δημιουργία του επιδιωκόμενου κλίματος, αλλά μπορούν και να δημιουργήσουν επικίνδυνες καταστάσεις.
               Η αδημονία από ΕΕ, ΗΠΑ και ΝΑΤΟ για λύση του Μακεδονικού σε συνδυασμό  με δηλώσεις, από τον περασμένο Ιούλιο, τόσο του Επίτροπου της ΕΕ, αρμόδιου για τη διεύρυνση, Γιοχάνες Χαν για  «αναδιάρθρωση συνόρων Ελλάδας - Αλβανίας» όσο  και του πρωθυπουργού που συμπεριέλαβε και το ζήτημα των συνόρων με την Αλβανία στα θέματα που απομένουν προς επίλυση με τη γείτονα χώρα, παρά τις διορθωτικές εκ των υστέρων διευκρινίσεις, δεν προοιωνίζονται τίποτε θετικό για τους βαλκανικούς λαούς.