Περίσσεψαν οι προτροπές για ενότητα,
πατριωτισμό και ομοψυχία από τους εκπροσώπους της εξουσίας, την ίδια στιγμή που
παρακολουθούσαν την παρέλαση για την επέτειο του ΟΧΙ κάτω από δρακόντεια μέτρα
ασφαλείας από το φόβο επεισοδίων, ανάλογων των περσινών.
Η
αντίφαση αυτή, ανάμεσα στις εκκλήσεις για ενότητα από τη μια και την απομόνωση
των επισήμων σε ζώνη ασφαλείας μακριά από κόσμο, δεν καθρεφτίζει κάποια σχιζοφρενική λογική της κυρίαρχης ιδεολογίας,
αλλά αποκαλύπτει σχηματικά τον πυρήνα της:
οι εκπρόσωποι των ηγετικών ομάδων της άρχουσας ελληνικής τάξης ολοένα
και περισσότερο αποδεσμεύονται και τυπικά από την κοινωνία, φροντίζοντας μόνο για την παράταση
αναπαραγωγής της ιδεολογίας τους, που θα διευκολύνει την εφαρμογή των αποφάσεων
τους.
Η
εικόνα της απομονωμένης ηγεσίας που παρακολουθεί την παρέλαση εικονίζει
ξεκάθαρα την ελληνική αστική ηγεσία, που με όλες τις ενέργειές της επιδίωκε και
επιδιώκει τη δημιουργία ενός ασφαλούς πλέγματος
για να κρατήσει την εξουσία. Αυτό το πλέγμα ασφαλείας το εξασφάλιζε με την άνευ όρων πρόσδεση σε κάποια ξένη
προστασία και όταν μάλιστα φοβόταν κάποιες προοπτικές, ακόμα και
πολύ μακρινές για προετοιμασία από τις υποτελείς τάξεις άλλων, δυσμενών
γι’ αυτή, κοινωνικών λύσεων, κατέφευγε στην πολιτική εμπλοκή του στρατού.
Στις
μέρες μας, με μια αστική τάξη που αρχίζει να αλληλοσπαράζεται (όλες αυτές οι
λίστες, που επιλεκτικά δημοσιοποιούνται, τα αναθέματα στον Παπακωνσταντίνου κλπ. είναι ενδείξεις
γι’ αυτό) και κρατά με νύχια και με δόντια το σύγχρονο δίχτυ
ασφαλείας της, την Ευρωπαϊκή Ενωση, η αναφορά για πολλοστή φορά στο ΕΑΜ ή σε
πιο … διαχρονική εκδοχή σε εθνική
ενότητα και πατριωτισμό είναι μια
προσπάθεια να ξαναγραφεί το παρελθόν με έναν διαφορετικό τρόπο. Βλέπουμε
λοιπόν να προβάλλεται μια συγκεκριμένη εικόνα και ερμηνεία για το
παρελθόν, ακόμα και από πολιτικούς σχηματισμούς
που θεωρούν εαυτούς αριστερούς (πβ ΣΥΡΙΖΑ) και έτσι
αναπόφευκτα αφήνεται να διαφανεί και η ιδεολογία τους στη σύγχρονη
εποχή.
Για
τα χρόνια εκείνα της αντίστασης στο ’40
σίγουρο είναι ότι η μεγάλη πλειοψηφία απέβλεπε σε ριζοσπαστική
αλλαγή του οικονομικού και κοινωνικού καθεστώτος, όχι μόνο στην Ελλάδα αλλά και γενικότερα στην Ευρώπη. Η
αύξηση μάλιστα της επιρροής των
κομμουνιστών στα κινήματα αντίστασης, και κατά συνέπεια ο φόβος για ένταση της δράσης τους εναντίον της ενδεχόμενης επανόδου στο παλιό
καθεστώς, οδήγησε υπερασπιστές των προπολεμικών κυβερνήσεων και της κυρίαρχης
τάξης να θεωρούν τους κομμουνιστές
περισσότερο επικίνδυνους από τους γερμανούς. Γι’ αυτό εξάλλου,
όπου η κομμουνιστική επιρροή ήταν
μεγαλύτερη οι άρχουσες τάξεις έδειξαν τη
μικρότερη συμπάθεια προς την αντίσταση, όπως στην Ελλάδα. Η φύση του παράνομου
αγώνα κατά των δυνάμεων κατοχής και των
συνεργατών τους δίνει έτσι κι αλλιώς στον αγώνα των λαϊκών τάξεων τον
επαναστατικό χαρακτήρα που ανησυχούσε τους αγγλοαμερικάνους και τα συντηρητικά
στοιχεία της αντίστασης. Όλοι γνώριζαν ή υποπτεύονταν τον πολιτικό
προσανατολισμό των λαϊκών μαζών που δεινοπαθούσαν και που απέβλεπαν σε κοινωνικές και πολιτικές
μεταβολές, που επιθυμούσαν πλήρη αλλαγή
του καθεστώτος, συνειδητοποιώντας τη δύναμή τους και αποκτώντας όπλα.
Η
σύγχρονη ανάγνωση της ιστορίας της αντίστασης ακριβώς σ’ αυτό στοχεύει: Να εξαφανιστεί μέσα στον στόχο
της αόριστης εθνικής ενότητας το ταξικό
περιεχόμενο των οικονομικών μέτρων, που, αρχής γενομένης από την Ελλάδα,
επεκτείνονται σε όλη την Ευρώπη, για την
ανασύνταξη του καπιταλισμού. Η επίκληση από τους κυβερνώντες στην εθνική ενότητα
δεν γίνεται πια για αντίσταση αλλά για συναίνεση στις αποφάσεις τους, η το πολύ πολύ για
σύγκρουση με τον …χρόνο, κατά τη ΔΗΜΑΡ (το "όχι" του 1940 είναι
το 'όχι' του σήμερα στην αδράνεια, στην οπισθοδρόμηση και στην καθήλωση της
Ελλάδας στο χθές). Για το
σύνολο σχεδόν της αντιπολίτευσης η
αναφορά στην αντίσταση γίνεται για να νομιμοποιήσει ιδεολογικά, ιδίως για το
ΣΥΡΙΖΑ, τον αντιπολιτευτικό της λόγο που
εντοπίζει το πρόβλημα είτε στους κακούς ξένους (Ανεξάρτητοι Έλληνες:Η Ελλάδα γιορτάζει το «ΌΧΙ» στους κατακτητές.
Ένα όχι που πρέπει να ακουστεί ξανά στους κατακτητές που έρχονται με
οικονομικά όπλα») είτε
στην αδυναμία των ντόπιων και ευρωπαίων κυβερνώντων να δώσουν στον καπιταλισμό
το ανθρώπινο πρόσωπό του, που η λάθος πολιτική των μνημονίων αντιστρατεύεται
(ΣΥΡΙΖΑ: Σήμερα η πιο ουσιαστική πράξη μνήμης και τιμής της γενιάς
της Εθνικής Αντίστασης είναι να συνεχίσουμε τους αγώνες για δημοκρατία, για
κοινωνική δικαιοσύνη. Αυτοί οι αγώνες σήμερα περνάνε μέσα από την ανατροπή των
μνημονίων και των πολιτικών δυνάμεων που τα στηρίζουν).Κι έτσι ο λόγος για ταξικές
αντιπαλότητες καταντά καθαρά διακοσμητικός. Και μένει το ΚΚΕ μόνο να υπερασπιστεί αυτόν
τον ταξικό λόγο.(Οι θυσίες του αγώνα αξίζουν για να πάψουν τα δεινά που
φέρνουν η υποταγή ή η παγίδευση στην πολιτική που διαμορφώνει η αστική τάξη και
τα κόμματά της με βάση τα συμφέροντά της
)
Την στιγμή που η
κυρίαρχη αστική ιδεολογία επιχειρεί μέσα
από συγκεκριμένη παρουσίαση της οικονομικής κατάστασης να νομιμοποιεί κάθε
φορά το πακέτο μέτρων που εξαθλιώνουν το
σύνολο σχεδόν λαού, η κυβερνώσα αριστερά
(ΔΗΜΑΡ) έχει μπει ήδη στις λεπτομέρειες και μάχεται για … το επίδομα γάμου, ενώ
η αντιπολιτευόμενη (ΣΥΡΙΖΑ) ανοίγεται με τόλμη
στο κοινωνικό αρχιπέλαγος, σεβόμενη τους περιορισμούς του καπιταλιστικού
πλαισίου με ένα λόγο ασαφή και αντιφατικό.
Εβδομήντα σχεδόν χρόνια από τον β παγκόσμιο
πόλεμο, η αίγλη της αντίστασης
χρησιμοποιείται ως δικαιωτικός μύθος για τις ενέργειες και εκείνων από τους αριστερούς που αποδέχονται ως
αναπόφευκτους τους περιορισμούς του καπιταλιστικού πλαισίου, αλλά και για τους κυβερνώντες
που ουσιαστικά στρέφονται εναντίον σχεδόν
του συνόλου των λαϊκών τάξεων.
Και κάπως έτσι ξαναφτιάχνεται η ιστορία της αντίστασης, καταπώς βολεύει στον καθένα…
Ετσι είναι αν έτσι νομίζετε…