Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2013

ΑΡΘΡΑ ΚΑΙ ΔΙΚΑΣΤΙΚΕΣ ΑΠΟΦΑΣΕΙΣ



               Με το που τελειώνει ένα κύμα παραμόρφωσης των πραγματικών συνθηκών, παραπληροφόρησης για το τι πραγματικά συμβαίνει, παραπλάνησης για το πώς ακριβώς έχουν τα πράγματα αρχίζει άλλο. Κατά τακτά χρονικά διαστήματα λίγων ημερών,  τέτοια κύματα, μικρότερης  ή μεγαλύτερης διάρκειας, εγκαθίστανται στην πολιτική ζωή  και παίζουν έναν πρωτεύοντα και συχνά κυρίαρχο ρόλο ακόμα και στα καθημερινά γεγονότα. Τις τελευταίες μέρες   η παραμόρφωση και παραπλάνηση  που αφορούσε την εκτελεστική εξουσία επικεντρωνόταν στον αγώνα  που δίνει η κυβέρνηση στη διαπραγμάτευση με την τρόικα.  Από κοντά η μπλογκόσφαιρα, διαφόρων χρωμάτων, διογκώνει και εστιάζει το ενδιαφέρον της στα του Ν. Μπογιόπουλου, ουσιαστικά αναπαράγοντας πολλαπλώς και ποικίλως  τα συναφή με το θέμα  άρθρα στο  ΒΗΜΑ των  Γ. Μαλούχου και Λ. Σταυρόπουλου.   
             Αυτή η διόγκωση, παραπλάνηση κλπ. κατά περίπτωση μπορεί να αφορά  ορισμένες κατηγορίες ανθρώπων  και κοινωνικών ομάδων και οι  εκάστοτε μηχανισμοί είναι επίτηδες σχεδιασμένοι γι’ αυτές ενώ κι άλλες κατηγορίες που άμεσα δεν τις αφορά η ενδιαφέρει παρασύρονται κι αυτές. Κι έτσι τελικά διαμορφώνεται μια κατάσταση που λιγότερο ή περισσότερο την παρακολουθούν και επηρεάζονται  όλοι. Κύματα εικόνων, ανακοινώσεων, εξαγγελιών πολιτικού ύφους με επικοινωνιακά τεχνάσματα διαφόρων αποχρώσεων και κατηγοριών παρουσιάζονται με διαφορετική ένταση για κάποιες μέρες, ενώ  η πραγματικότητα βρίσκεται πίσω από αυτήν την επικαιρότητα. Κι αυτές τις μέρες είναι το φορολογικό και το  ασφαλιστικό  νομοσχέδιο που ολοκληρώνει την εξαθλίωσή μας πίσω από τα επικοινωνιακά παιχνίδια περί bras de fer  κυβέρνησης και τρόικας,  είναι η απεργία της επόμενης βδομάδας πίσω από τους αυτόκλητους υπερασπιστές  του Ν. Μπογιόπουλου ενάντια στο ΚΚΕ.          
             Η τελευταία επίθεση στο ΚΚΕ μέσα από το θέμα του Μπογιόπουλου, αποβλέπει και πάλι στην απαξίωση κι ευτελισμό του κόμματος. Απόψεις που δημοσιεύονται και με συστηματικό τρόπο αναπτύσσονται, απόψεις που κατηγορούν το ΚΚΕ για «στυγνό καπιταλιστή επιχειρηματία» στοιχειοθετούνται πάνω σε διαφωνίες που  μπορεί να υπάρχουν στο εσωτερικό του κόμματος  και οι οποίες κάποτε, όταν πέρα από κάποια όρια  η διαφωνία γίνεται αντίθεση, καταλήγουν σε σύγκρουση. Στην περίπτωση του Ν. Μπογιόπουλου αυτό που θα μπορούσε να εκπλήξει  είναι η προθυμία τόσων πολλών να τον υπερασπιστούν σε μια διαφωνία που ούτε το κόμμα ούτε ο  δημοσιογράφος δεν κοινοποιούν ξεκάθαρα, αν δεν λοιδορούσαν, με αφορμή το Ν. Μπογιόπουλο,  τόσο  το κόμμα ή δεν ήταν τόσο φανερή η χαρά τους για το πλήγμα που καταφέρουν εναντίον του. Οι επιθέσεις αυτές από μόνες τους περιέχουν και υποδεικνύουν τον ορισμένο τρόπο ανάγνωσης της πραγματικότητας, εφόσον ο τρόπος  που τίθενται κάποια ζητήματα εμπεριέχει και το λογικά ισοδύναμό του συμπέρασμα –αποτέλεσμα. Και το συμπέρασμα που εξάγεται από το θέμα Μπογιόπουλου  είναι ότι το ΚΚΕ  δεν υπηρετεί τις υποτελείς τάξεις  αλλά πολιτικές σκοπιμότητες που προδίδουν ή βάζουν τροχοπέδη στους λαϊκούς αγώνες. Σημαία έγινε η άρνηση, σύμφωνα με τα δημοσιεύματα,  του Ν. Μπογιόπουλου να υπογράψει  ατομική σύμβαση εργασίας, χωρίς να λαμβάνεται υπόψη το διαφορετικό καθεστώς εργασίας εφόσον «Η ενασχόληση στον «Ριζοσπάστη» δεν είναι επαγγελματική σχέση, αλλά κομματική δουλειά γι' αυτό δεν μπορεί να μοιράζεται με ενασχόληση σε άλλα έντυπα ή ηλεκτρονικά Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, όπως συμβαίνει σε άλλες εφημερίδες και Μέσα».
            Κι έτσι να πληθαίνουν αυτοί που ρίχνουν ανάθεμα στο ΚΚΕ, να χάνει το ηθικό πλεονέκτημα και να καθίσταται το κόμμα αναξιόπιστο για καθοδηγητικό ρόλο, αδύναμο να υπερασπίσει τα μέλη και οπαδούς του.  Κι έτσι να χάνεται η είδηση για την  απόφαση του Πλημμελειοδικείου Πειραιά, να καταδικάσει με 5 μήνες φυλακή τον Πέτρο Πουντίδη και Παύλο Πουντίδη, συνδικαλιστές των ταξικών σωματείων Μετάλλου Πειραιά και Ηλεκτρολόγων Πλοίων. Και η   απόφαση του δικαστηρίου να  αναφέρει για  τα συνδικάτα της ναυπηγοεπισκευαστικής ζώνης ότι «αποτελούν ένα «μόρφωμα συνδικαλιστικής δράσης" και τα τελευταία χρόνια, όπως είναι γνωστό, αναπτύσσουν, τη "συνδικαλιστική τους δράση" κατευθυνόμενα απροκάλυπτα από συγκεκριμένη πολιτική παράταξη με αποτέλεσμα να μετέρχονται πολλές φορές μεθόδους και πρακτικές που αναμφισβήτητα νοθεύουν την έννοια της νόμιμης συνδικαλιστικής δράσης και την μετατρέπουν σε μακρύ και ευέλικτο βραχίονα πολιτικών επιδιώξεων, εναρμονισμένων με τη φιλοσοφία και την ιδεολογία μιας άλλης πολιτικής και ιδεολογικής κοσμοθεωρίας».
             Το συγκεκριμένο δικαστήριο εφαρμόζει το ισχύον δίκαιο περισσότερο για να καταδικάσει την «ιδεολογία μιας άλλης πολιτικής και ιδεολογικής κοσμοθεωρίας», που  ακόμη δεν έφτασε να την ονομάζει. Είναι που κάθε δικαστήριο  έχει τα δικά του περιθώρια τα οποία καθορίζονται από το νομικό πλαίσιο και από τους πολιτικούς και κοινωνικούς συσχετισμούς. Κι αυτοί οι συσχετισμοί μ’ αυτήν την απόφαση  φαίνεται να είναι μεν  εις βάρος των αγωνιστών εργατών, αλλά όχι σε τέτοιο βαθμό που να επιτρέπουν άφοβα την καταδίκη μιας ιδεολογίας ονομάζοντάς την.
           ¨Οσο όμως η καπιταλιστική επίθεση θα γίνεται πιο βίαιη τόσο περισσότερο οι  νόμοι θα αποκτούν από τους δικαστές τέτοια ερμηνευτική ευλυγισία που θα μπορούν να καταδικάζουν τον καθένα που θα αντισταθεί, διεκδικώντας τα πιο αυτονόητα  εργασιακά και πολιτικά δικαιώματα.  Κι   όσο θα σκληραίνει η εξουσία τόσο πιο ευδιάκριτα θα γίνεται εκ των πραγμάτων ο διαχωρισμός  ανάμεσα σ’ αυτούς που υπηρετούν ένα σύστημα εκμετάλλευσης και σ’ αυτούς που αγωνίζονται για την ανατροπή του. Και βεβαίως θα πληθαίνουν όλες εκείνες οι … αντικειμενικές φωνές, (δημοσιογράφοι, δικαστικοί κλπ) που αίροντας τα δεσμά του παρελθόντος, που οι αγώνες των εργαζομένων μετά τη μεταπολίτευση επέβαλλαν για σεβασμό εργασίας, συνδικαλιστικής δράσης κλπ.   θα στοχεύουν στις συγκλίσεις του μέλλοντος –αποδοχή από όλους αναντιρρήτως του καπιταλιστικού συστήματος και της ελεημοσύνης του.  

Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΛΟΓΟΙ



       Στο μήνυμα του για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου  ὁ υπουργός  Ενόπλων Δυνάμεων Δ. Αβραμόπουλος ανάμεσα στα άλλα επιμένει κι αυτός, όπως διαχρονικά και όλοι οι επίσημοι φορείς τέτοιες μέρες,  να τονίζει την  ηθική ανωτερότητα του ελληνικού λαού και την  εθνική ομοψυχία.
   «(…)Στη μακραίωνη και ένδοξη ιστορία μας, ξεχωριστή θέση κατέχει η 28η Οκτωβρίου 1940 και γι’ αυτό την εορτάζουμε με υπερηφάνεια και εθνική ομοψυχία.Το "ΟΧΙ" του 1940 ενσαρκώνει τη διαχρονική πίστη του λαού μας στο ιδανικό της ελευθερίας και στην ανώτερη αξία της αξιοπρέπειας.Η μικρή σε αριθμούς Ελλάδα, αλλά μεγάλη σε αξίες, για άλλη μια φορά, ύψωσε το ανάστημά της, στάθηκε όρθια ενάντια στον φασισμό, στη βαρβαρότητα και στην αλαζονεία.(…).Η Ελλάδα και πάλι με συνέπεια, πείσμα και επιμονή σταδιακά αλλά σταθερά τα καταφέρνει, επιστρατεύοντας όλες τις εθνικές δημιουργικές της δυνάμεις και με σύνεση, τόλμη, αυτογνωσία και αποφασιστικότητα, θα ανοίξει και πάλι το δρόμο της ανάπτυξης, της προόδου και της προοπτικής ...»
        Σαράντα πέντε χρόνια πριν, σε ένα άλλο μήνυμα για την ίδια επέτειο προσπαθεί να βρει κανείς και άλλες διαφορές εκτός από τις γλωσσικές.
«…Η ανάμνησις της ιστορικής εκείνης  ημέρας πληροί όλους με δικαίαν υπερηφάνειαν. Διότι απηντήσαμεν τότε εις το προσκλητήριον της Ιστορίας κατά τρόπον σύμμορφον προς τα ενδοξοτέρας παραδόσεις  του Εθνους μας και διότι δια της ηρωικής αντιστάσεως  μας προσεφέραμεν ανεκτίμητον υπηρεσίαν εις την υπόθεσιν της ελευθερίας. Η ηθική  αυτή νίκη  της Ελλάδος, η κοσμοϊστορικής σημασίας, υπήρξεν καρπός  της ενότητος  του λαού της, η οποία πάντοτε απεδείχθη πηγή αστειρεύτου δυνάμεως. Η επανάστασις της 21ης Απριλίου εδημιούργησε, όπως απέδειξεν το πρόσφατον Δημοψήφισμα-τας προϋποθέσεις παρομοίας ενότητος, εξ ίσου απαραιτήτου και δια τα έργα της ειρήνης. Δυνάμεθα, λοιπόν τώρα οι Πανέλληνες να ατενίζωμεν το μέλλον με αυτοπεποίθησιν και αισιοδοξίαν: Η Ελλάς οργανούται εις ένα κράτος σύγχρονον και δημοκρατικόν, το οποίον θα εξασφαλίση προκοπήν εις το Εθνος  και ευημερίαν εις τους πολίτας του.»
           Δυο μηνύματα για την ίδια επέτειο που τα χωρίζει χρονικά σχεδόν μισός αιώνας και υποτίθεται πολιτικά μια άβυσσος. Ο λόγος ενός δικτάτορα  και ο λόγος ενός δημοκρατικά  εκλεγμένου εκπροσώπου των πολιτών βρίσκουν ότι αν οι επέτειοι έχουν κάτι να μας διδάξουν και να μας παραδειγματίσουν με το συγκινησιακό φορτίο που κουβαλούν είναι η δικαίωση των επιλογών της εξουσίας (τώρα η εφαρμογή «μνημονίων» τότε η επιβολή της δικτατορίας) που και στις δυο περιπτώσεις εξασφαλίζουν την πρόοδο ή προκοπή.  
          Το παρελθόν ερμηνεύεται (ή παρερμηνεύεται;) κάτω από το πρίσμα  του παρόντος. Ξανά και ξανά μια επέτειος καλείται να αποδείξει επίκαιρο το θεώρημα της εθνικής ενότητας,  να δικαιολογήσει πολιτικές ενέργειες νομιμοποιώντας θέσεις, αποφάσεις και ιδεολογίες. Οι θέσεις που εκφράζονται σ’ αυτά τα μηνύματα  είναι στενά συνδεδεμένες  με την ιδέα της εθνικής ενότητας και πολιτισμικής ταυτότητας των οποίων οποιαδήποτε ρήξη δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί σαν κάτι αρνητικό και παθολογικό, εκτροχιασμός από τα υψηλά πεπρωμένα  και απόδειξη βαθύτατης κρίσης και παρακμής.
           Στο μήνυμα του Αβραμόπουλου «η ελλάδα … θα ανοίξει το δρόμο της ανάπτυξης» με την πολιτική που ασκείται, των αλλεπάλληλων μνημονίων που εξαθλιώνουν το σύνολο των εργαζομένων, ενώ στο μήνυμα του Παπαδόπουλου «Η ελλάδα… θα εξασφαλίσει προκοπήν…» με τη δικτατορία που φυλάκιζε, εξόριζε, βασάνιζε.
          Κι αν στο μήνυμα του Παπαδόπουλου η επίκληση της εθνικής ενότητας μοιάζει να είναι απότοκος του ιδεολογήματος «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» στο μήνυμα του Αβραμόπουλου μάλλον  δείχνει την ιδεολογική στειρότητα  ενός κατεστημένου που δεν πρόλαβε να ανανεώσει τα ιδεολογήματά του, αλλά συνεχίζει να έχει τον ίδιο στόχο όπως τότε και τώρα. Αποφυγή της ρήξης  και της σύγκρουσης  στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο που θα μπορούσε να συσπειρώσει κοινωνικές δυνάμεις εναντίον ενός συστήματος που ισοπεδώνει τις υποτελείς τάξεις.
           Γιατί και στα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης  η εθνική ενότητα δεν στάθηκε ικανή να περιορίσει την έκρηξη των αντιθέσεων που είχαν συσσωρευθεί στην ελληνική κοινωνία ήδη από τον μεσοπόλεμο. Αντιθέσεις ταξικές,  κοινωνικές και πολιτικές, αλλά  και ιδεολογικές προσδοκίες, ξέσπασαν ανοιχτά  όταν ο καιροσκοπισμός της αστικής ηγεσίας διάλεξε τη λύση της αναμονής και αποχής από τον αγώνα και η άρχουσα τάξη δεν αρνήθηκε τη γερμανική σύμπραξη, διαπιστώνοντας ότι ο κυριότερος κίνδυνος ήταν οι κομμουνιστές.
           Το ερμηνευτικό βέβαια σχήμα που υιοθετήθηκε από τη μεταπολιτευτική περίοδο προσέδωσε στην αντίσταση χαρακτήρα μόνο εθνικό και  αφαίρεσε τις πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις της, ό,τι δηλ. θα μπορούσε να υπονομεύσει την μεταπολιτευτική συμφιλίωση, προϋπόθεση  για τη συναίνεση, σε μεγάλο βαθμό,   των υποτελών τάξεων όλων των χρόνων μέχρι το μνημόνιο.
         Τελικά καταλήξαμε όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης να διαμορφωθούμε  μέσα από τη φανταστική μας ιστορία που στο όνομα της συμφιλίωσης ισοπέδωσε ιδεολογίες και εκμηδένισε αντιστάσεις.
         Και κάπως έτσι χάσαμε πάλι  την ιστορία μας. Κάπως έτσι καταλήγουμε να ακούμε από τους κυβερνώντες  τους ίδιους χοντροκομμένους μύθους και, το χειρότερο, να υψώνονται πάλι σημαίες εθνικοφροσύνης όταν πια πιστεύαμε πως αυτή η ιδεολογία με  τις αποτρόπαιες πρακτικές  της, με αποκορύφωμα στη δικτατορία, είχε χρεωκοπήσει.

Τετάρτη 23 Οκτωβρίου 2013

ΠΟΙΟΣ ΑΛΛΟΣ ΕΧΕΙ ΣΕΙΡΑ;



         Το θρίλερ με το ξανθό κοριτσάκι που βρέθηκε στον καταυλισμό των τσιγγάνων έδωσε μια ακόμα αφορμή για ένα νέο κυνήγι, αυτή τη φορά εναντίον των  ρομά – όπως η ορθώς πολιτική γλώσσα απαιτεί να ονομάζονται.
               Είναι απορίας άξιον το μέγεθος της έκπληξης και της δυσαρέσκειάς που εκδηλώθηκε με αφορμή αυτή την υπόθεση,   στην αποκάλυψη ύποπτων οικονομικών δοσοληψιών με εμπόρευμα τα  παιδιά. Σαν να μη ζούμε σε μια κοινωνία όπου η οικονομία έχει καταλάβει το σύνολο της ζωής μας, σαν να μην έχουμε συναινέσει στην ανάπτυξη μιας  οικονομίας που αναζητά το κέρδος παντού και κατέληξε να έχει αυτονομηθεί από τον άνθρωπο, έτσι ώστε αντί να έχει τη φροντίδα  να του λύνει  τις βασικές του ανάγκες να του κατασκευάζει συνέχεια άλλες. Στο όνομα της οικονομικής ανάπτυξης τα πάντα έχουν εμπορευματοποιηθεί με στόχο το ασταμάτητο κυνήγι του κέρδους, τη διαρκή συσσώρευση του κεφαλαίου. Ο άνθρωπος έχει γίνει αντικείμενο κερδοσκοπίας, άρα αντικείμενο προς εμπορευματοποίηση. Κάθε ανθρώπινη δραστηριότητα έγινε  εμπόρευμα προς πώληση, επόμενο είναι και η ίδια η ανθρώπινη ύπαρξη να θυσιάζεται στο βωμό της οικονομίας, της παραγωγικότητας και της κερδοφορίας των λίγων. Όσο η εμπορευματοποίηση της ανθρώπινης ύπαρξης δεν έχει εικόνα και  δεν μας απειλεί ελάχιστα μας απασχολεί. Η εγγύτητα αυτού του περιστατικού φόβισε και πυροδότησε  μίσος κι έχθρα  για τη συγκεκριμένη μειονότητα. Ενδεικτικά είναι τα διάφορα σχόλια στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης .
               Αυτό το περιστατικό αποκομμένο, αυτονομημένο από τον κοινωνικοπολιτικό περίγυρο εύκολα μπορεί να τροφοδοτήσει την αγανάκτηση για την περιφρόνηση των ανθρώπινων δικαιωμάτων και την απέχθεια προς μια ορισμένη μειονότητα. Μια μειονότητα που πεισματικά, αιώνες τώρα, ακολουθεί τους δικούς της κώδικες συμπεριφοράς στο περιθώρια της καπιταλιστικής κοινωνίας και γι’ αυτό μας είναι πολύ εύκολο να της χρεώσουμε τέτοιες αποκλίνουσες από τη κυρίαρχη ηθική δραστηριότητες,  αθωώνοντας σχεδόν τους ενσωματωμένους στο σύστημα που ενορχήστρωσαν αυτές τις δραστηριότητες. Η μέχρι θανάτου εκμετάλλευση των ανηλίκων, που συμβαίνει στην Ασία ή Αφρική,  στην πολιτισμένη Δύση γίνεται απλώς  ευκαιρία για  επίδειξη  φιλάνθρωπων αισθημάτων και μένει στη σκιά ο ρόλος της. Σε περιπτώσεις όπως αυτή με το ξανθό κοριτσάκι, και άλλες παρόμοιες,  μένει στο ημίφως ο ρόλος αξιοτίμων μελών του κοινωνικοπολιτικού κατεστημένου. Κι όταν αυτός  ο ρόλος αποκαλύπτεται καταγράφεται ως μεμονωμένο γεγονός σε μια κοινωνία που διαλαλεί το σεβασμό της  για τα δικαιώματα των παιδιών. Όλα τα αναγάγουμε σε θέματα  ηθικής κι έτσι καλύπτεται το σκληρό καπιταλιστικό πνεύμα, το όνειρο οικονομικής επιτυχίας, η αξία που αποδίδεται στο χρήμα.  Ποια πιστοποιητικά θα μπορούσαν να εκδοθούν, ποιες αγοραπωλησίες  να γίνουν αν μέλη του κυρίαρχου συστήματος δεν ήλεγχαν τα κυκλώματα αυτά;
           Και βέβαια υποδόρια και πάλι διαχέονται και εγκαθίστανται, πριν το καταλάβουμε, αντιλήψεις φασίζουσες που η κυρίαρχη ιδεολογία με ευφυΐα χειρίζεται. Έχοντας συνδέσει το φασισμό με ωμές εικόνες, με οργανωμένα μέλη με μαύρα μπλουζάκια ή πουκάμισα  που χτυπούν  αλύπητα τα θύματά τους, έχοντας μάθει να τον ξεχωρίζουμε  από τα εξωτερικά του στοιχεία, το διάκοσμο που χρησιμοποιεί, όπως σβάστικες και ναζιστικούς χαιρετισμούς,  πιστεύοντας πως ο φασισμός υποδηλώνεται από τα ενδύματά του, σε όλο αυτό το θρίλερ, που αξιοποιούν δεόντως τα ΜΜΕ, περισσότερο αναγνωρίζουμε μια αστυνομική ιστορία παρά μια φασίζουσα προπαγάνδα. Μια προπαγάνδα που προσπαθεί να παρασύρει ένα πλήθος μέσω συναισθημάτων  για να ταυτιστεί με το κυρίαρχο σύστημα, που εμφανίζεται να συγκρούεται  για χάρη του και προς υπεράσπισή του  με ό,τι μπορεί να το απειλήσει. Πριν μερικές μέρες ήταν η Χρυσή Αυγή που απειλούσε το δημοκρατικό κόσμο και οι κυβερνώντες προχώρησαν στη διάλυση  της δύναμής της  αποδεικνύοντας έμπρακτα ότι προστατεύουν τους πολίτες.  Το κοινοβούλιο ψηφίζει αναστολή χρηματοδότησης της Χ.Α, άρση ασυλίας των βουλευτών που κατηγορούνται από τη Δικαιοσύνη, κατόπιν όμως προτροπής του υπουργού Δικαιοσύνης, για να αποδείξει εμπράκτως την αντίθεσή του με το φασιστικό μόρφωμα. Στην περίπτωση με το ξανθό κοριτσάκι η  αστυνομία δείχνει την ίδια αποφασιστικότητα στο κυνήγι της παρανομίας μειονοτήτων. Οι πυλώνες του συστήματος αναβαπτίζονται για να κερδίσουν και πάλι την εμπιστοσύνη των μαζών.
        Ο ίδιος ο καπιταλισμός όμως που τροφοδοτεί αυτές τις δραστηριότητες, που τις αποδέχεται μάλιστα και πάλι μένει στο απυρόβλητο. Έτσι έχει όλη την άνεση να απειλήσει δια των υπηρετών του ( ο ακαδημαϊκός Αρβανιτόπουλος νομιμοποιείται να θέσει σε αυτόματη αργία όσους δεν απογραφούν, ώστε να δρομολογηθεί η απόλυση, κατόπιν αυθαίρετων αποφάσεων,   των διοικητικών υπαλλήλων των πανεπιστημιακών ιδρυμάτων) να καταδικάσει στην ανέχεια και εξαθλίωση το μεγαλύτερο μέρος μιας κοινωνίας που, μπερδεμένη ανάμεσα στις υποσχέσεις για μελλοντική ευμάρεια και τις παρελθοντικές εργατικές  κατακτήσεις που εξασφάλιζαν μια ποιότητα ζωής στο καπιταλιστικό σύστημα,  επιμένει  να πιστεύει ότι ο καπιταλισμός έχει ανθρώπινο πρόσωπο κι αυτό που τώρα ζούμε είναι μια κρίση που έχει ημερομηνία λήξης.
           Παρά τα φαινόμενα και τα λεγόμενα η κυρίαρχη άποψη καταχωνιάζει, αλλοιώνει  ενοχλητικά περιστατικά η δραστηριότητες που απογυμνώνουν το σύστημα από τις ιδεολογικές   επικαλύψεις του   ή τα εξουδετερώνει, ενσωματώνοντάς τα ή αποκηρύττοντας τα,  όταν κάποια απ’ αυτά επιμένουν να ξεφεύγουν από το στιγμιαίο κι επικαιρικό και υπάρχει κίνδυνος να σημαδεύσουν κοινωνικές πρακτικές και να προκαλέσουν τη σκέψη μας και τον εφησυχασμό μας.
         Δυστυχώς, σ΄  αυτό το κλίμα, όπου η αγωνιστική διαδοχή και παράδοση έχει κάπου διακοπεί μοιάζει να πρέπει να αρχίσουμε ανακαλύπτοντας το δικό μας  αγωνιστικό αλφάβητο. Γι’ αυτό η ύπαρξη του κομμουνιστικού κόμματος ακριβώς σε τέτοιες περιστάσεις είναι αναγκαία. Για να μη γεννήσει η απελπισία  εκείνο το αίσθημα ασφυξίας που οδηγεί στην ακραία επιλογή του θανάτου του άλλου- και το σύστημα ετοιμάζει μεθοδευμένα αυτόν τον «άλλο».  Μετανάστες, τσιγγάνοι… ποιος άλλος έχει σειρά;

Σάββατο 19 Οκτωβρίου 2013

ΠΑΡΑΛΛΑΓΕΣ ΚΑΤΑΣΤΟΛΗΣ

          Κείμενο για ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς υπογράφουν 58 προσωπικότητες, τριάντα δύο βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας καταθέτουν ερώτηση – παραίνεση προς τον Παντελή Καψή για να βάλει τέλος στις καταλήψεις του Ραδιομεγάρου και των εγκαταστάσεων της Δημοσίας Τηλεόρασης ώστε να επιστρέψουν ξανά στο Δημόσιο, στα κανάλια οι δημοσιογράφοι βεβαιώνουν την έντονη δυσφορία, μιλώντας και για θυμό,  που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου για την αδιάλλακτη στάση της τρόικας που ζητά νέα μέτρα 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, ο αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Α. Τσίπρας κάνει διάκριση ανάμεσα στη δανειακή σύμβαση,  που όταν θα σχηματίσει κυβέρνηση θα γίνει αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης, και μνημονίου που από την επόμενη μέρα θα πάψει να ισχύει, οι έρευνες της ΕΛΑΣ οδηγούν στον επιχειρηματία Α. Πάλλη αναζητώντας και συνδέσεις με τη Χρυσή Αυγή.
               Εκφάνσεις του πολιτικού συστήματος  που μέσα στην οξύτητα της οικονομικής κρίσης και με το φόβο μήπως οι κοινωνικές αντιφάσεις  πυροδοτήσουν ολοκληρωτική απορρύθμιση του αναζητά ανανέωση της στρατηγικής  του για τη διάσωσή του. Όλες  αυτές και άλλες δράσεις στο κυρίαρχο πολιτικό σκηνικό περιέχουν ρητά ή σιωπηρά στρατηγικού τύπου επιλογές και εκτιμήσεις  για τη διαδικασία εδραίωσης του κοινωνικοπολιτικού συστήματος στο νέο οικονομικό περιβάλλον. Οι αντιλήψεις  που διατυπώθηκαν από τους κυβερνώντες για το φασισμό, για την ανάγκη καταπολέμησης της βίας και εφαρμογής της νομιμότητας ακόμα και  για την ένταση της δυσφορίας στις απαιτήσεις  των «δανειστών»  δεν θεμελιώνονται αποκλειστικά στα επίκαιρα κομματικά τους συμφέροντα, αλλά συγκροτούν  μια οργανωμένη προσπάθεια να τεθούν νέοι όροι για τη λειτουργία των θεσμών.
              Ενώ λοιπόν  φαίνεται,   εκ πρώτης όψεως, να υποστηρίζονται  οι πολιτικοί θεσμοί και ρόλοι όπως παγιώθηκαν μεταπολιτευτικά, στην πραγματικότητα πριονίζονται μεθοδευμένα. Η προσπάθεια να επιτευχθεί ευρύτατη συναίνεση στη Βουλή για τη διακοπή χρηματοδότησης της Χ.Α με  τροπολογία που  προβλέπει ότι θα αφορά στις περιπτώσεις εγκληματικής οργάνωσης και τρομοκρατίας δεν έχει σχέση με τεχνικού χαρακτήρα ζητήματα όπως παρουσιάζεται, αλλά εντάσσεται  στην οργανωμένη προσπάθεια για συγκρότηση  και κυρίως αποδοχή μιας νέας αντίληψης για το ρόλο της νομοθετικής, δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας και τις αντίστοιχες πρακτικές που οδηγούν στη διαρκή υποβάθμιση των  θεσμών της αστικής δημοκρατίας, για να μην είναι αδύναμη στην εξυπηρέτηση των συμφερόντων  της κυρίαρχης τάξης.
               Η έννοια της βίας ξανά κατέχει κεντρική θέση στις πολιτικές συζητήσεις, εφόσον κάθε φορά που χρειάζεται να επανατοποθετηθούν νέοι όροι στην πολιτική ζωή της χώρας γίνεται και καινούργια επαναδιαπραγμάτευση για τα επιτρεπόμενα ποσοστά βίας σε κάθε πλευρά, δηλ.  ανάμεσα στην κρατική εξουσία και στις υποτελείς τάξεις. Μόνο που τα τελευταία χρόνια είναι τόσο στριμωγμένες στη γωνία  οι υποτελείς τάξεις που και με τον πιο απλό εκβιασμό δείχνει να αποδέχονται τους καινούργιους όρους ύπαρξής τους στο καθεστώς.  ¨Ολη αυτή η όψιμη αποκήρυξη και δίωξη της Χρυσής Αυγής χρησιμοποιείται σαν το κυριότερο διαπραγματευτικό χαρτί  της κυρίαρχης εξουσίας που μπορεί πια να επικαλείται τη δημοκρατική της ευαισθησία σε κάθε διασταλτική εφαρμογή των αποφάσεων που θα παρθούν τώρα με την ευκαιρία δίωξης της Χρυσής Αυγής. Η Α. Παπαρήγα το επεσήμανε στη Βουλή ότι η κυβέρνηση αποβλέπει στο «να εξισώσει την κρατική βία και καταστολή ακόμα και τη ναζιστική αντίληψη και πρακτική με την ταξική πάλη, την κινητοποίηση, την κατάληψη, την κοινωνική επανάσταση».
                 Με την καταδίκη κάθε κίνησης που δεν χρησιμοποιεί ήπιο τρόπο απαντώντας στον αυταρχισμό του κράτους και την απόσυρση του λαϊκού κινήματος από τη «διαπραγμάτευση» στη χρήση βίας  μεταξύ εξουσίας και υποτελών τάξεων δεν επιτυγχάνεται, ιδιαίτερα σε συγκυρίες σαν αυτές που ζούμε,  η επέκταση του ειρηνικού τρόπου αντίδρασης αλλά αφήνεται ελεύθερο το πεδίο ώστε να αναλάβουν εργολαβικά την υπεράσπιση δήθεν της κοινωνίας οι άγνωστοι ταυτότητας κουκουλοφόροι που θα επανατροφοδοτήσουν με τη σειρά τους τον κρατικό αυταρχισμό σε ένα αέναο φαύλο κύκλο  με ένα στόχο, την καταστολή των αγωνιστικών κινητοποιήσεων.
                Η καταστολή, εκσυγχρονισμένη, ήταν   πάντα παρούσα, κι όχι περιστασιακά, όλα τα χρόνια της ευημερίας, αναγόταν κυρίως σε πολυεπίπεδη δυναμική  αποσιώπησης,  που εκτεινόταν πέρα από συνθήκες διαβίωσης ή εργασίας εκείνων που το καπιταλιστικό όνειρο δεν άγγιξε, και αλλοίωσης  του περιεχομένου των κοινωνικών αγώνων, που συντέλεσε στην παρούσα σιωπή μας  και παθητικότητά μας.  Η συναίνεση που εξασφαλιζόταν πολλαπλασίαζε  τις αφομοιωτικές δυνατότητες του συστήματος. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα  που ακόμα και τώρα να θέλουμε να πιστεύουμε ότι αρκεί η δήλωση για λήξη ισχύος του μνημονίου ή επιθυμίας για επαναδιαπραγμάτευση για να λειτουργήσει η μηχανή του χρόνου που θα μας φέρει πίσω τέσσερα ή πέντε χρόνια, ενώ θα παρακολουθούμε τις εξελίξεις από την τηλεόραση ή το πολύ πολύ να βγούμε σε κάποια πλατεία  τραγουδώντας, ή να συνεχίζουν να έχουν ακροατήριο «προσωπικότητες» που νομιμοποιούν την προώθηση αστικών αντιδραστικών λύσεων επειδή δηλώνουν …αριστεροί.
                Και βέβαια στα πλαίσια της καταστολής  αγωνιστικών δράσεων με κάθε μέσο επιστρατεύεται και η τρομοκρατία που «δεν έχει πεθάνει» γιατί «Πρέπει να γίνει κατανοητό σε όλους μας και ιδίως στην ελληνική κοινωνία, στο σύνολό της, ότι η μάχη ενάντια στην τρομοκρατία είναι διαρκής» όπως δήλωσε ο υπουργός Δημόσιας Τάξης Νίκος Δένδιας. Κάτω από τον όρο τρομοκρατία ενσυνείδητα, χρόνια τώρα,  συγχέονται εγκληματικές ενέργειες και αγωνιστικές δράσεις, συκοφαντούνται καταξιωμένα μέσα πάλης κι έτσι    δικαιολογείται  και η νομική θωράκιση του κράτους που όσο θα οξύνονται τα κοινωνικά προβλήματα θα αποκαλύπτεται πέραν πάσης αμφιβολίας η πρόθεση του να τρομοκρατεί  για να επιβάλλεται. Και τόσο περισσότερο θ’ αποκαλύπτεται ότι το πολιτικό μοντέλο της αστικής κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν λειτουργεί παρά για να αναπαράγει τις ίδιες ταξικές δομές και αντιθέσεις και τις ίδιες εξουσιαστικές πρακτικές, που δεν κάνουν  τίποτε άλλο από το να επαναλαμβάνουν και να διαιωνίζουν τον καπιταλισμό.