Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθελοντισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθελοντισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 22 Νοεμβρίου 2020

ΕΘΕΛΟΝΤΙΣΜΟΣ ΤΗΣ ΣΥΝΑΙΝΕΣΗΣ


Εν μέσω ραγδαίας εξάπλωσης της  πανδημίας Covid-19 η διάσωση ζωών και η μείωση της μετάδοσης της νόσου στον πληθυσμό διακηρύττεται σαν η πρώτη προτεραιότητα των κυβερνήσεων, των διεθνών οργανισμών,  ακόμα και της επιχειρηματικής κοινότητας. Αυτό σημαίνει πως η αντιμετώπιση του ιού απαιτεί  αποφασιστικές παρεμβάσεις για τη δημόσια υγεία που θα ενισχύουν τις  υποδομές της και  θα εξασφαλίζουν το απαιτούμενο προσωπικό. Εννιά μήνες όμως μετά την εμφάνιση της πανδημίας, με το αναμενόμενο δεύτερο κύμα της πανδημίας να απειλεί τις ζωές μας, η κυβέρνησή μας, και σ’ ένα μεγάλο βαθμό και οι υπόλοιπες ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, μοιάζει να αιφνιδιάζεται και να περιορίζεται και πάλι στην επικοινωνιακή διαχείριση της πανδημίας.

            Στα  επικοινωνιακά τεχνάσματά της συμπεριέλαβε, με την αντίστοιχη προβολή στα ΜΜΕ, και την εθελοντική μετάταξη νοσηλευτών από διάφορα νοσοκομεία της χώρας σε νοσοκομεία της χειμαζόμενης Θεσσαλονίκης, με τον ίδιο τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη να περιγράφει την πράξη τους «Οι νοσηλεύτριες και ο νοσηλευτής που μετέβησαν στη Θεσσαλονίκη εθελοντικά άφησαν τα σπίτια τους και τις οικογένειές τους για να βοηθήσουν συνανθρώπους που τους έχουν ανάγκη» και να την αξιολογεί ως «βαθιά πατριωτική».
              Στη χώρα μας οι Ολυμπιακοί αγώνες του 2004 ήταν η ευκαιρία, εκτός των άλλων, και για την εισαγωγή και ανάπτυξη του εθελοντισμού ως ιδέας και δράσης, που έκτοτε επιδιώκεται σε κάθε είδους δραστηριότητα. Καθώς ο εθελοντισμός στα καπιταλιστικά κράτη συνδέεται με το ιδιωτικό κεφάλαιο και εκφράζει την κοινωνική συναίνεση σε επιλογές του κεφαλαίου, γίνεται μια ιδιαίτερα επιθυμητή δραστηριότητα και οι εθελοντές συμβάλλουν σημαντικά στην οικονομική ευημερία του κεφαλαίου, η οποία διαφορετικά θα απαιτούσε πληρωμένους πόρους. Γι’ αυτό και η  αναγκαιότητα του εθελοντισμού προβάλλεται ως πολιτικό καθήκον, αφού  η διάθεση κοινωνικής προσφοράς χρησιμοποιείται για εξοικονόμηση πόρων και συγχρόνως για χειραγώγησή της σε κατευθύνσεις κοινωνικής συμμετοχής και δράσης που  εξυπηρετούν τα ταξικά συμφέροντα του κεφαλαίου. Κάθε είδους οργανισμοί που προσφέρουν κοινωνικές και υγειονομικές υπηρεσίες, εκπαίδευση, πολιτισμό, αναψυχή, θρησκευτικές και πολλές άλλες υπηρεσίες ωφελούνται από τις ώρες εθελοντισμού. 
            Αυτόν τον εθελοντισμό είναι που επικαλούνται οι κυβερνώντες και στην εποχή της πανδημίας, απαιτώντας την  αλληλεγγύη των λαϊκών στρωμάτων προς το κεφάλαιο, όπως αυτό εκπροσωπείται από την πολιτική εξουσία. Γι’ αυτό θα πρέπει οι εργαζόμενοι να υπερβάλλουν εαυτούς για να καλύψουν την ανεπάρκεια των συστημάτων υγείας, να περιορίσουν τις υλικές τους ανάγκες έως εξαφανίσεως για να συνεχίσει να κερδοφορεί το κεφάλαιο, χωρίς να διεκδικούν, χωρίς να απαιτούν, μόνο να συναινούν στις επιλογές και αποφάσεις της κυρίαρχης εξουσίας.
         Διαθέτοντας στην υπηρεσία της η κυρίαρχη εξουσία το σύνολο των ΜΜΕ μπορεί να διαμορφώνει την εικόνα της πραγματικότητας που την ευνοεί και όπου συγκλίνουν οι συλλογικές προβολές του φανταστικού, αποκαθαρμένες όμως από  συγκρούσεις και αντιπαλότητες. Στόχοι και σκοποί αποσπώνται από την πραγματικότητα των συγκρούσεων, συνδέονται  με παροδικά συναισθήματα που χτίζουν μια τεχνητή συλλογική συνείδηση πάνω στην οποία πατά ο εθελοντισμός που προπαγανδίζει η κυρίαρχη εξουσία και σ΄ αυτή την προσομοίωση πραγματικότητας δεν έχει να κάνει με την ταξική αλληλεγγύη και προσφορά, αλλά με τη συναίνεση προς την κυρίαρχη εξουσία. Αυτού του είδους ο εθελοντισμός έχει διαβρώσει το σύνολο των συμπεριφορών, έχει δημιουργήσει μια πλασματική αντίληψη της πραγματικότητας και καταφέρνει να παρουσιάζεται σαν ενσάρκωση ενός ιδανικού, όπου όλοι θα προσφέρουν οικειοθελώς τις υπηρεσίες τους σε μια κοινωνία ισότητας, για να περιορίζονται οι ζημιές του κεφαλαίου -το τελευταίο επιμελώς αποκρύπτεται. 
          Οι συγκρούσεις όμως και τα ταξικά συμφέροντα  δεν καταργούνται ως δια μαγείας στον πραγματικό κόσμο. Γι’ αυτό  η κυρίαρχη εξουσία εν μέσω της πανδημίας συνεχίζει να ολιγωρεί για τη δημόσια υγεία, ενώ δείχνει ιδιαίτερη μέριμνα για την επιδείνωση της δημοκρατικής διακυβέρνησης που ολισθαίνει προς τον αυταρχισμό.
          Οι απαγορεύσεις λοιπόν, με πρόσχημα την πανδημία, για κινητοποιήσεις  στην επέτειο του Πολυτεχνείου, τις αντιδράσεις και διαμαρτυρίες των λαϊκών στρωμάτων στην  επιβολή των πολιτικών επιλογών της άρχουσας τάξης ήθελαν να καταστείλουν. Το κράτος οργανωμένα με ενίσχυση του νομικού οπλοστασίου, πάνοπλο με τις δυνάμεις καταστολής του σε δράση, συνεπικουρούμενο στην προπαγάνδα του από τα ΜΜΕ καταπατεί δικαιώματα, παραβιάζει διακηρύξεις, αθετεί υποσχέσεις.
         Απέναντι όμως στην κρατική δύναμη, που ανεπιφύλακτα πια αποκαλύπτει την συμπόρευση της με τα συμφέροντα του κεφαλαίου, μόνο η οργανωμένη πειθαρχία του λαϊκού κινήματος μπορεί να αντιπαρατεθεί. Γι’ αυτό ήταν τόσο σημαντικές οι κινητοποιήσεις του ΚΚΕ στην επέτειο του Πολυτεχνείου, πέρα από το συμβολικό τους χαρακτήρα που έσπαγε με αφοβία και σιγουριά της απαγορεύσεις ενός αυταρχικού κράτους. Γιατί ήταν η δική του επίδειξη δύναμης του λαϊκού παράγοντα,  που τολμά, οργανώνει, ακόμα και κοροϊδεύει την κρατική εξουσία. Η  οποία  εξουσία δια των εκπροσώπων της ψελλίζει δικαιολογίες κυρίως για να κρύψει την ανεπάρκειά της στη σύγκρουσή της με το λαϊκό παράγοντα, για να μη φανούν οι αδυναμίες της και πάψει να εμπνέει φόβο.
          Ο υπουργός Προστασίας του Πολίτη Μ. Χρυσοχοΐδης σε μια καθόλου πειστική επίκληση ανεκτικότητας και σεβασμού της δημοκρατίας, με διαφοροποιήσεις ανάμεσα σε πολιτικές εκδηλώσεις και πορείες προσπάθησε να δικαιολογήσει την αδυναμία της αστυνομίας να αποτρέψει τη συγκέντρωση του ΚΚΕ στην αμερικάνικη πρεσβεία από τη μια και το όργιο βίας και καταστολής στο οποίο αυτή επιδόθηκε στη δεύτερη συγκέντρωσή του στην Ομόνοια από την άλλη. Γιατί η ήττα της πολιτικής ηγεσίας την ημέρα της επετείου θα πρέπει να καλυφθεί παντοιοτρόπως, να μην αναθαρρήσει ένας λαός εξουθενωμένος και απογοητευμένος. 
            Μόνο που οι εικόνες των συγκεντρώσεων του ΚΚΕ δεν μπορούν να σβηστούν και δείχνουν την κατεύθυνση που οι εργαζόμενοι πρέπει ν’ ακολουθήσουν. Κι αυτή οδηγεί στην απεργία της 26ης Νοεμβρίου. 
         Απέναντι σ’ ένα πάνοπλο κράτος μόνο η οργάνωση με το κόμμα της εργατικής τάξης μπορεί να κάμψει τη δύναμη των κυβερνήσεων, οι οποίες με το πρόσχημα της πανδημίας περιορίζουν θεμελιώδη δικαιώματα και αναστέλλουν ελευθερίες.

Πέμπτη 20 Νοεμβρίου 2014

ΟΙΚΕΙΟΘΕΛΩΣ



Ο υπουργός Παιδείας Α. Λοβέρδος σε εκπομπή του Ν. Χατζηνικολάου αναφέρθηκε στο θέμα  της εθελοντικής προσφοράς των εκπαιδευτικών για κάλυψη των διδακτικών κενών. Πριν από μέρες είχε προτείνει να αμείβονται με μόρια αντί μισθού, προτείνοντας  τώρα να επιδοτούνται με 300 ευρώ εκπαιδευτικοί που βρίσκονται σε άδεια ανατροφής τέκνων  για να προσφέρουν εθελοντική εργασία.
               Αν και χρόνια τώρα η κυρίαρχη εξουσία προπαγανδίζει υπέρ του εθελοντισμού, πρώτη φορά υπουργός εκφράζει την πρόθεση να αντικαταστήσει με  εθελοντική προσφορά  αμειβόμενες θέσεις εργασίας, ανεξάρτητα αν στην ολοκληρωμένη του πρόταση πρόσθεσε το επίδομα των 300 ευρώ. Κι αν θεωρείται τόσο σημαντική αυτή η απόφαση του υπουργού είναι γιατί αποδεικνύει ότι οι θεωρίες, τα ιδεολογήματα ή πρότυπα ζωής και συμπεριφοράς που για χρόνια προβάλλονται μ’  ένα συναισθηματικό ή ηθικό περίβλημα δεν αποβλέπουν παρά σε οικονομικά οφέλη της κυρίαρχης τάξης με τη δική μας συναίνεση.
               Από τη μια υμνείται ο εθελοντισμός σαν ατομική προσφορά που δεν σχετίζεται με κέρδος, αμοιβή ή καριέρα και από την άλλη δικαιολογείται η φτώχεια και εξαθλίωση με την απαίτηση  για εξασφάλιση κέρδους, η επιδίωξη του οποίου δεν αμφισβητείται. Το κυρίαρχο σύστημα και πάλι μεταθέτει την αντίθεση σε ηθικό επίπεδο, ενώ συγχρόνως εμφανίζεται να δίνει τη λύση στα προβλήματα που προκύπτουν χωρίς όμως, κι αυτό είναι το επιδιωκόμενο, να αλλάζει ο καπιταλιστικός τρόπος οργάνωσης της παραγωγής που είναι η αιτία. Γι’  αυτό και η κρίση βαφτίζεται ανθρωπιστική, η εξαθλίωση αποτέλεσμα του εγωκεντρισμού των σύγχρονων κοινωνιών και η θεραπεία αναζητείται στην ηθική σφαίρα και  περιλαμβάνει την  εθελοντική δράση, που αφορά όλους ανεξαρτήτως κοινωνικοοικονομικής τάξης και επαγγελματικής ιδιότητας, που προωθεί θετική στάση και αντίληψη για τη ζωή και τα κοινωνικά προβλήματα.
Κι είναι ακριβώς που στο θέμα του εθελοντισμού καταδεικνύεται η σκοπιμότητα της κυρίαρχης τάξης, καθώς δια μέσου συγκεκριμένων και συντονισμένων ενεργειών, πρακτικών, θεωριών επιβάλλει στις υποτελείς τάξεις  τη ιδεολογία της που τη δικαιώνει, ως δική τους ιδεολογία, χωρίς όμως αυτή να είναι κάτι ουσιαστικό ξένο προς αυτές, τις ιδέες, συνήθειες και αντιλήψεις τους. Οι υποτελείς τάξεις ζώντας  μέσα στο καπιταλιστικό σύστημα  είναι προσαρμοσμένες στις κυρίαρχες κοινωνικές σχέσεις και εν πολλοίς συμβιβασμένες μ’  αυτές κι επομένως και με τις κυρίαρχες ιδέες που «δεν είναι τίποτε άλλο από την ιδεατή έκφραση των κυρίαρχων υλικών σχέσεων». Η συστηματική όμως επιβολή της ιδεολογίας των κυρίαρχων τάξεων  γίνεται μέσα από το κράτος, την εκπαίδευση, τα ΜΜΕ των οποίων ο ρόλος συνίσταται στην επεξεργασία και ενισχυτική αναπαραγωγή  των κυρίαρχων ιδεών, για να επιτευχθεί η άκριτη αποδοχή τους. Στα πλαίσια αυτά οι κυρίαρχες καπιταλιστικές  σχέσεις, (η ιδιωτική ιδιοκτησία, το κέρδος, ο κοινωνικός ανταγωνισμός κλπ.) φαντάζουν φυσικές, αιώνιες και αναλλοίωτες. Επιβάλλεται όμως αυτό που ισχύει σαν αληθινό να φαίνεται και  πραγματικό στην καθημερινή μας ζωή για να μπορούμε να ζούμε την καθημερινότητα  με όσο το δυνατό λιγότερες προστριβές. Σε μια κοινωνία λοιπόν που με βάναυσο τρόπο εξορίζονται μεγάλα τμήματα των υποτελών τάξεων από τον κοινωνικό πλούτο και εξαθλιώνονται, η κυρίαρχη ιδεολογία θα πρέπει να διαμορφώσει σ’ αυτά  την αντίστοιχη ιδεολογική στάση που τη δικαιώνει. Ο εθελοντισμός εντάσσεται σ’  αυτά τα πλαίσια που  από τη μια, στον ιδιωτικό χώρο, προωθεί την αλληλεγγύη, την κοινωνική δικαιοσύνη, τη δράση στήριξης των ανθρώπων που εξαθλιώνονται και από την άλλη δικαιώνει τη λογική του κέρδους και του ανταγωνισμού στο δημόσιο επίπεδο. Η οικονομική βάση του κυρίαρχου συστήματος μένει αλώβητη.
 Ο εθελοντισμός που προπαγανδίζεται δεν είναι η ταξική αλληλεγγύη που διαμορφώνει συνειδήσεις  και αντιστάσεις που γίνεται εργαλείο ταξικής αντίστασης, αντίθετα αποτελεί μια λανθασμένη και αντιδραστική πολιτική στάση που δεν αντιμετωπίζει τα ταξικά προβλήματα. Γίνεται μια επικίνδυνη ιδεολογική στάση καθώς διαστρεβλώνει την πολιτική αντιπαράθεση μεταφέροντάς τη από το δημόσιο στο ιδιωτικό, από το οικονομικό στο ηθικό πεδίο. Και στις μέρες μας ακόμα και η επιβίωση των  ανθρώπων εναποτίθεται στις εθελοντικές πρωτοβουλίες ευαίσθητων ατόμων ή ομάδων δηλ. τη φιλανθρωπία τους.
Και αφού ο εθελοντισμός έγινε αποδεκτός σε περιόδους ευμάρειας της χώρας, μονοπωλώντας τον αρχικά  οι ολυμπιακοί αγώνες της Αθήνας με  τα νεαρά παιδιά που ξεναγούσαν τους φίλαθλους επισκέπτες, με την ελπίδα κάποιας «μοριοδοτημένης» αμοιβής,  διέβρωσε βαθμιαία το σύνολο των συμπεριφορών μας.  Όσο κι αν προβάλλεται  ο εθελοντισμός σαν κίνητρο  ηθικής διάστασης που ικανοποιεί  μια ανάγκη για προσφορά και αυτοεπιβεβαίωση το αποτέλεσμα, η εθελοντική εργασία λειτουργεί πια συμπληρωματικά ή υποκαθιστά την κρατική πολιτική καλύπτοντας κενά και ελλείψεις. Για να διαμορφωθεί  μια κοινωνία χωρίς δούλους, εφόσον αυτοί πια θα προσφέρονται οικειοθελώς.
Κι είναι αυτό που αποκάλυψε πέραν πάσης αμφιβολίας η πρόταση Λοβέρδου. Η εθελοντική εργασία διασφαλίζει την αναπαραγωγή της εργατικής δύναμης στο βασικό της συντελεστή, που θεωρείται μάλιστα δημόσιο αγαθό, την  εκπαίδευση. Αυτοί που χρησιμοποιούν την εργατική δύναμη, οι καπιταλιστές,  αρνούνται  να αναλάβουν το κόστος αναπαραγωγής της και αποκατάστασής της θεωρώντας την ιδιωτική υπόθεσή των ίδιων. Γι’ αυτό και  η υγεία, παιδεία, φροντίδα παιδιών και ηλικιωμένων κλπ εκχωρούνται βαθμιαία στην εθελοντική προσφορά. Κι έτσι η εγκατάλειψή τους στον εθελοντισμό υποβαθμίζει τη λειτουργία τους, γιατί τελικά θα εξαρτώνται από τη διάθεση των εθελοντών, γεγονός που αναδεικνύει το συμπτωματικό, το τυχαίο, το ατομικό   μόνο ρυθμιστή της κοινωνικής ζωής.       
 Και να σκεφτεί κανείς ότι όλες αυτές οι επιλογές της κυρίαρχης τάξης συνοδεύονται όχι μόνο από τον εκθειασμό της αξίας της προσωπικής επιλογής και εθελοντικής προσφοράς, αλλά από  μια ψευδοκριτική του συστήματος που είναι γραφειοκρατικό, αναποτελεσματικό κλπ. Χωρίς όμως ποτέ να γίνονται αντικείμενο κριτικής ούτε οι σχέσεις ιδιοκτησίας ούτε και οι κοινωνικές σχέσεις παραγωγής. ¨Όλη η κριτική εξαντλείται στην  απώλεια της αίσθησης της κοινότητας και της αυθεντικότητας, στην εξατομίκευση κλπ. Δηλ. αντικείμενο κριτικής γίνονται οι συνέπειες της καπιταλιστικής εξέλιξης χωρίς αναφορά όμως στις αιτίες που τις προκάλεσαν, δηλαδή στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της εργασίας και της κοινωνίας.