Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμβολιασμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εμβολιασμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Κυριακή 29 Αυγούστου 2021

ΕΡΓΑΛΕΙΟΠΟΙΗΣΗ ΕΜΒΟΛΙΩΝ

Δηλώσεις κυβερνώντων, είτε σε ρόλο πρωθυπουργού είτε υπουργού, επιβεβαιώνουν τους στόχους της κυρίαρχης τάξης, που η εκάστοτε κυβέρνηση του αστικού κράτους θα πρέπει να εκπληρώσει, ελέγχοντας πάντα έως εξαφανίσεων τις αντιδράσεις των εκμεταλλευομένων τάξεων. Ανακοινώσεις από τον υπουργό υγείας Β. Κικίλια για κατάργηση των δωρεάν τέστ στους ανεμβολίαστους, δηλώσεις από τον αναπληρωτή υπουργό  Στ. Πέτσα πως το να χάσει κανείς το εισόδημά του είναι ένα ισχυρό κίνητρο να κάνει το εμβόλιο, συστάσεις από τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη πως πρέπει να μας απασχολήσει η ασφάλιση συνολικά της ακίνητης περιουσίας έναντι των φυσικών καταστροφών ή ειρωνείες πως σε κάθε χωριό οι κάτοικοι θέλουν ένα ελικόπτερο πάνω από το σπίτι τους, στοχοποίηση των ανεμβολίαστων από τον υπουργό ανάπτυξης Α. Γεωργιάδη σαν μια μικρή αλλά όχι ασήμαντη μειοψηφία των πολιτών που  έχει αποφασίσει να τινάξει το σύστημα υγείας της χώρας μας στον αέρα, είναι ενδεικτικές για τις επιδιώξεις της  εξουσίας και αποκαλυπτικές για την ιδεολογική τους επικάλυψη. Στο αποδιοργανωμένο σύστημα υγείας, στα αποκαΐδια  δασών και σπιτιών, στις κατεστραμμένες δουλειές η κυβέρνηση βλέπει μόνο ευκαιρίες για ιδιωτικοποίηση,  για περισσότερο κέρδος της άρχουσας τάξης.   
        Άλλωστε, ενάμιση χρόνο τώρα οι κυβερνήσεις των αστικών δημοκρατιών μας φαίνεται να αντιμετωπίζουν την πανδημία σαν μια εξαιρετική ευκαιρία για θωράκιση του αστικού κράτους, μετατρέποντας το,  λιγότερο η περισσότερο  σε κάθε χώρα, σε αστυνομικό, και για περιστολή των πενιχρών εργασιακών δικαιωμάτων που έχουν απομείνει. Η επίκληση στην επιστήμη για να δικαιολογηθεί η δρομολόγηση τους αποπροσανατολίζει και διαιρεί. Έτσι π.χ για τον περιορισμό της εξάπλωσης της πανδημίας επιβάλλεται αναστολή εργασίας σε ανεμβολίαστους,  που ο κυβερνητικός εκπρόσωπος Γ. Οικονόμου όμως προειδοποιεί πως «αν οι αναστολές κρατήσουν σε μεγαλύτερο χρονικό εύρος, κάποια πράγματα θα επανεξεταστούν», αφήνοντας όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά και εμμέσως συνδέοντας την εργασία με προϋποθέσεις που καθορίζονται κι επιβάλλονται από την κυρίαρχη εξουσία. Μοιάζει τα εμβόλια να  εργαλειοποιούνται για τις σκοπιμότητες της κυβέρνησης.
         Τα εμβόλια ήταν ένα φως ελπίδας εν μέσω μιας πανδημίας κοροναϊού που σκότωσε παγκοσμίως εκατομμύρια ανθρώπους και σταμάτησε τις παγκόσμιες οικονομίες. Παρουσιάστηκαν ως ένα φάρμακο που θα έθετε τέλος στα τεράστια βάσανα, σωματικά, συναισθηματικά και οικονομικά που προκλήθηκαν από το ξέσπασμα της COVID-19. Όμως, οι νέες μεταλλάξεις ιών που συνεχίζουν να εμφανίζονται, έθεσαν υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα των υπαρχόντων εμβολίων, σε συνδυασμό με αδύναμα συστήματα υγείας, ενώ κάποιοι έχουν ρίξει το φταίξιμο για την αμφισβήτηση του εμβολίου στην δυσκίνητη γραφειοκρατία των κυβερνήσεων και στις αντιεμβολιαστικές θεωρίες συνωμοσίας. Αλλά η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται αλλού. Στο ίδιο το  παγκόσμιο οικονομικό σύστημα, το καπιταλιστικό,  που υποστηρίζεται από διάφορους ιδεολογικούς μύθους, με τον πιο θεμελιώδη ότι η ιδιωτική επιχειρηματικότητα είναι η μόνη αποτελεσματική πηγή καινοτομίας και προόδου και φυσικά ότι οι αγορές είναι καλύτερες στη διαχείριση της προσφοράς και της ζήτησης, ότι το αποτέλεσμα του παγκοσμιοποιημένου καπιταλισμού είναι δίκαιο για όλους, ότι ο καθένας προσωπικά είναι υπεύθυνος για επιλογές κοινωνικές. Πάνω σ’ αυτούς τους μύθους κατά βάση στηρίζεται και η εκστρατεία εμβολιασμού που με τις αντιφάσεις της, κάποιες φορές φαίνεται να μην πείθει (π.χ. αντικρουόμενες πληροφορίες για το εμβόλιο AstraZeneca τον προηγούμενο Μάιο). 
       Για δεκαετίες βέβαια, τα εμβόλια είχαν ν αποτιμηθεί από τη φαρμακευτική βιομηχανία ως ανεπαρκώς κερδοφόρα. Για παράδειγμα, παρά την επιμονή των θανατηφόρων εστιών του ιού Έμπολα στη Δυτική Αφρική, δεν υπήρξαν σοβαρές προσπάθειες για την ανάπτυξη εμβολίου εναντίον του μέχρι την επιδημία του 2014. Και μέχρι την πανδημία του κορωνοϊού, εταιρείες όπως η BionNTech - η οποία συνεργάστηκε με την Pfizer για την ανάπτυξη εμβολίου COVID-19-επικεντρώνονταν κυρίως στην εφαρμογή της τεχνολογίας mRNA σε φάρμακα και όχι σε εμβόλια. Η ταχεία ανάπτυξη των εμβολίων COVID-19 ήρθε μόνο μετά από σημαντική οικονομική υποστήριξη από τις κυβερνήσεις, σε συνδυασμό με μαζικές συμβάσεις εξαγοράς των εμβολίων με χρήματα των φορολογουμένων. Για παράδειγμα, οι αμερικανικές κυβερνητικές υπηρεσίες έδωσαν μόνο στη Moderna περίπου 2,5 δισεκατομμύρια δολάρια για να βοηθήσουν στην ανάπτυξη του εμβολίου και στην αγορά δόσεων. Δηλαδή, ο δημόσιος τομέας ήταν βασικός μοχλός ανάπτυξης εμβολίων COVID-19 και τα δημόσια κονδύλια χρησιμοποιούνται για τη χρηματοδότηση της διαδικασίας. Στην πραγματικότητα, οι φαρμακευτικές εταιρείες εξασφάλισαν μια μείωση του κόστους ανάπτυξης τους και ένα νέο προϊόν χωρίς ρίσκο κερδοφορίας.
          Όλα αυτά δεν θέτουν υπό αμφισβήτηση την αποτελεσματικότητα των διαθέσιμων εμβολίων ή την αφοσιωμένη εργασία των ερευνητών που τα ανέπτυξαν. Αντίθετα, πρέπει να επισημάνουμε το γεγονός ότι η ιδιωτικοποίηση  είναι πολύ δαπανηρή αλλά και  αναποτελεσματική, καθώς εμποδίζει τους επιστήμονες να συνεργαστούν και να μοιραστούν την έρευνα για να καταλήξουν στο καλύτερο δυνατό αποτέλεσμα.
        Εξάλλου με την πανδημία και ένας άλλος καπιταλιστικός μύθος κατέπεσε, ότι δηλ.  οι ανταγωνιστικές αγορές είναι οι καλύτεροι ρυθμιστές της προσφοράς και της ζήτησης και οι καλύτεροι στην επίτευξη της βέλτιστης διανομής αγαθών. Στις αρχές του 2020, γίναμε μάρτυρες της σκοτεινής πλευράς αυτού του μύθου, καθώς οι χώρες άρχισαν να ανταγωνίζονται η μία την άλλη για την εξασφάλιση ζωτικού ιατρικού εξοπλισμού, όπως μάσκες και αναπνευστήρες. Η ζήτηση ήταν μεγάλη σε όλους τους τομείς, αλλά η προσφορά πήγε μόνο στους λίγους πλούσιους. 
          Και στα εμβόλια κάτι αντίστοιχο συμβαίνει. Το Ισραήλ π.χ. πέτυχε το εντυπωσιακό ποσοστό εμβολιασμού πληρώνοντας υψηλότερες τιμές για τα εμβόλια. Οι ΗΠΑ προσπαθούν να ακολουθήσουν το παράδειγμά τους. Ακόμη και εντός της Ευρωπαϊκής Ένωσης, η οποία διαπραγματεύτηκε συντονισμένα και υποστηρίζει μια  δίκαιη κατανομή των εμβολίων σε αναλογία με τον πληθυσμό των κρατών μελών, οι τιμές αγοράς των εμβολίων ήταν αρκετά υψηλές. Και φυσικά ούτε ο υποτιθέμενος ανταγωνισμός ή οι συμπράξεις δημόσιου και ιδιωτικού τομέα στην νοσοκομειακή περίθαλψη συνεισέφεραν στην καλύτερη διαχείριση της πανδημίας, αφού μόνο το συρρικνωμένο δημόσιο σύστημα υγείας με την αυταπάρνηση του υγειονομικού προσωπικού στέκεται δίπλα στις ανάγκες των λαϊκών στρωμάτων.
       Καθώς λοιπόν αυξάνονται οι ασθενείς με covid-19 στις ΜΕΘ και το δημόσιο σύστημα υγείας, που μόνο του σηκώνει όλο το βάρος της πανδημίας, ενάμιση χρόνο τώρα κρατιέται μόνο χάρη στις προσπάθειες των γιατρών, η κυβέρνηση δια του υπουργού Υγείας Β. Κικίλια μιλώντας για πανδημία ανεμβολίαστων χρεώνει σ’ αυτούς κάθε μέτρο δημόσιας υγείας, που επεκτείνεται και σε τομείς της οικονομίας, που στο εξής θα λαμβάνεται. Ακολουθώντας τη γνωστή επικοινωνιακή τακτική δημιουργεί δίπολα που διαιρούν και μεταθέτουν τα προβλήματα σε πεδία που διευκολύνουν την εφαρμογή της πολιτικής της, όπως επισημαίνει και το ΚΚΕ στην ανακοίνωσή του: «Η κυβέρνηση επιμένει να μετακυλίει τις τεράστιες ευθύνες της στο λαό, παίζοντας ένα βρώμικο παιχνίδι εις βάρος του, μετατρέποντας το εμβόλιο από ανάγκη, δικαίωμα και όπλο της επιστήμης, σε μέσο διαίρεσης των εργαζομένων, εκβιασμών, επίθεσης στα εργασιακά δικαιώματα, αλλά και ευκαιρία για τους ιδιωτικούς ομίλους να αυξήσουν την πελατεία τους».

 

Δευτέρα 26 Ιουλίου 2021

ΔΙΑΙΡΕΣΕΙΣ ΚΑΙ ΑΝΤΙΘΕΣΕΙΣ ΣΤΗ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ ΜΑΣ

 

Ο περιορισμός του εορτασμού της επετείου της πτώσης της χούντας στη δεξίωση στο προεδρικό μέγαρο, ήδη από την πρώτη επέτειο της μεταπολίτευσης που έγινε πριν 47 χρόνια στη χώρα μας, είναι ενδεικτικός στον συμβολισμό του. Η μεταπολίτευση λοιπόν δεν σημαίνει παρά τον πολιτικοκοινωνικό εκδημοκρατισμό και εκσυγχρονισμό του αστικού συστήματος, διαχωρίζοντας κι αποκηρύσσοντας τη δικτατορία των συνταγματαρχών ως συνέπεια  ενεργειών επίορκων αξιωματικών, μια εκτροπή από τη νομιμότητα με επικέντρωση στις αυθαιρεσίες και την αντισυνταγματικότητα του χουντικού καθεστώτος. Παρόλο που μέχρι τη χούντα μια σειρά από διώξεις, νοθείες, εξευτελισμοί είχαν νομιμοποιηθεί σ’ ένα καθεστώς που ονομάζονταν δημοκρατικό. 
         Με τη μεταπολίτευση υιοθετήθηκαν οι όροι του δημοκρατικού παιχνιδιού όπως πτώση βασιλείας, διαφοροποίηση του ρόλου του στρατού κι αστυνομίας,  ελεύθερες εκλογές, νομιμοποίηση του ΚΚΕ κλπ. Με ένα λαϊκό κίνημα ακμαίο, που απαιτούσε εκδημοκρατισμό, και μπρος την απειλή των λαϊκών δυνάμεων, η κυρίαρχη τάξη, τόσο με τη Ν.Δ του Κ. Καραμανλή με τον περιορισμένο  και κρατικά ελεγχόμενο φιλελευθερισμό της όσο και με το ΠΑΣΟΚ του Α. Παπανδρέου με την μικροαστική κοινωνικοποίηση του κράτους, έδειχνε να προχωρά σε  διαπραγμάτευση για την εκπλήρωση των δημοκρατικών αιτημάτων. Μόνο που  αυτά τα δημοκρατικά αιτήματα, τα οποία ήταν διαφορετικά σε κατεύθυνση και προθέσεις για τις λαϊκές μάζες και την κυρίαρχη εξουσία, εντάσσονταν στο γενικό σχέδιο δομικής σταθεροποίησης του συστήματος μέσα από τον δημοκρατικό εκσυγχρονισμό του, που έφτασε στις επόμενες δεκαετίες στα  όρια του, λόγω των παραγωγικών αναγκαιοτήτων του καπιταλισμού, όπως απαιτούσε η  παγκοσμιοποίηση και οι  ανάγκες για πειθάρχηση της εργατικής δύναμης. Η οικονομική κρίση που ακολούθησε έδειξε και το τέλος, σαν δυνατότητα από τη μεριά του συστήματος, διεύρυνσης και εμβάθυνσης, κατά την προσφιλή ορολογία,  της αστικής δημοκρατίας της μεταπολίτευσης.
               Στα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης η πολιτικοκοινωνική κίνηση στην Ελλάδα ήταν ακόμα υποταγμένη στους όρους που υπαγόρευε η επί δικτατορίας πολιτική αντίθεση, τα μέτωπα της οποίας διακλαδίζονταν, ήδη μετά  τον εμφύλιο,  σε ολόκληρο το κοινωνικό σώμα, διαχωρίζοντας παντού αδρά τις αντίπαλες δυνάμεις. Από τη μια ήταν το στρατόπεδο της δεξιάς με το κράτος και παρακράτος και από την άλλη η δημοκρατική παράταξη με τις διαμάχες, διαφωνίες, ύπουλες πολιτικές και διφορούμενες αποφάσεις, λαϊκές αντιστάσεις, σφήνα στην αριστερή αμφισβήτηση για προσαρμογή στις αγωνιστικές παραδόσεις του κομμουνιστικού κόμματος, με κύριο αίτημα τη δημοκρατική ομαλότητα. Με τη στερέωση της αστικής δημοκρατίας το καθεστώς περνά σε μια συναινετική φάση της ταξικής του ηγεμονίας, με προεξάρχουσα την αντίληψη του εκσυγχρονισμού, που απαξιώνει κάθε οπτική ταξικής διαπάλης, και σταθεροποιεί στο κοινοβουλευτικό σύστημα δυο πόλους, αυτούς της δεξιάς και της αριστεράς, δηλ. στην ουσία Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ. Με την οικονομική κρίση όμως η αστική μας τάξης περνά σε μια πολιτική ανοιχτής καταστολής και αυταρχισμού, με τις συμμαχίες κοινωνικών στρωμάτων να περιορίζονται σημαντικά και ο δικομματισμός ν΄ αντικαθίσταται από έναν ρευστό πολυκομματισμό, που αποκαλύπτει ανύπαρκτες τις  πολιτικές διαφοροποιήσεις των αστικών κομμάτων.
              Τα μνημόνια αποτελούν το έναυσμα για δημιουργία μιας νέας διαιρετικής τομής που θεωρείται πως τέμνει κάθετα  την ελληνική κοινωνία, μνημονιακοί και αντιμνημονιακοί. Με την διακυβέρνηση του  ΣΥΡΙΖΑ που σ’ αυτήν τη διαίρεση ενσωματώνει και την παλιότερη, δεξιά -αριστερά με τον δημαγωγικό τρόπο του ΠΑΣΟΚ, φαίνεται πως αυτές οι διαιρέσεις εξεμέτρησαν το ζην.
            Με τη νέα υγειονομική κρίση, νέα προσπάθεια της κυρίαρχης εξουσίας να ορίσει τις κοινωνικές διαιρέσεις με όρους υγειονομικούς,  για να αποκρύβεται η ταξική διαίρεση της κοινωνίας πίσω από διαφορές που δεν παραπέμπουν στον καπιταλιστικό τρόπο οργάνωσης της παραγωγής. Η νέα διαίρεση, ανάμεσα σ’ αυτούς που έχουν εμβολιαστεί και αυτούς που δεν έχουν εμβολιαστεί, η οποία με τα διάφορα πιστοποιητικά παίρνει και μορφή επίσημη, διακηρύττεται πως γίνεται εν ονόματι της υγείας και με επίκληση του ορθολογισμού. Κι έτσι αποφεύγεται να οδηγήσουν οι ταξικές διαιρέσεις σε ταξικά αιτήματα και λαϊκές διεκδικήσεις, όπως αυτές που σχετίζονται με την πρωτοβάθμια υγεία, τις κοινωνικές δομές που αφορούν τη δημόσια υγεία, οι οποίες θα εναντιώνονται στα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης και την κυρίαρχη ιδεολογία. Μάλιστα ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης στο μήνυμά του για την επέτειο της πτώσης της χούντας, ταυτίζει τον συνεπή πολίτη με τον εμβολιασμένο πολίτη, ενώ κατηγορηματικά δηλώνει πως «Στον 21ο αιώνα δεν επιτρέπεται η αμφισβήτηση της επιστήμης», και ισχυρίζεται πως άρνηση στο εμβόλιο σημαίνει «άρνηση στην υγεία και στην πρόοδο των πολιτών». Και είναι  ο λόγος του κομμουνιστικού κόμματος που απομένει ο μοναδικός που αποδομεί τον κυρίαρχο λόγο, ο οποίος με τις «αντιφατικές τοποθετήσεις και μέτρα που αφήνουν εκτεθειμένο το λαό, τόσο απέναντι στην πανδημία όσο και στην αντιμετώπιση όλων των άλλων αναγκών του στην ιατροφαρμακευτική περίθαλψη» επικεντρώνεται στην επικίνδυνη πολιτική της ατομικής ευθύνης.
           Και κάπως έτσι εμμέσως, αλλά με αρκετή σαφήνεια, ορίζεται  από την κυρίαρχη εξουσία ότι ο εχθρός είναι ο διπλανός μας, ο σκοταδιστής και  ο αμόρφωτος. Η κοινωνία διαιρείται και πάλι, δίνοντας νέο περιεχόμενο σε παλιές έννοιες,  σε προοδευτικούς και μορφωμένους  που δεν αμφισβητούν γενικότερα τον τρόπο αντιμετώπισης της πανδημίας και κυρίως την πολιτική των εμβολιασμών, και στους σκοταδιστές, αντιδραστικούς, θρησκόληπτους ακροδεξιούς, ένα συνονθύλευμα  ετερόκλητων ανθρώπων που προβάλλονται και προωθούνται οι απόψεις τους περισσότερο σε αντιδιαστολή και για επικρότηση εκείνων που αποδέχονται την τρέχουσα πολιτική εμβολιασμών.  Και υποδόρια η διαίρεση τείνει να γίνει ανάμεσα σε μια ελίτ και σε μέρος των λαϊκών στρωμάτων, που χωρίς την ύπαρξη του κομμουνιστικού λόγου η επιρροή των φασιστών θα ήταν μονόδρομος.
            Και κάπως έτσι επιχειρείται να  αποπολιτικοποιείται κάθε κοινωνική σύγκρουση,  να χάνει το ταξικό της υπόβαθρο και  να επικεντρώνεται είτε σε ζητήματα ηθικής και διαχειριστικής ικανότητας είτε, όπως τώρα στην πανδημία, σε ζητήματα επιστήμης, που τοποθετείται σ' ένα ουδέτερο έδαφος, υπεράνω κάθε πολιτικής ή κοινωνικής αντίθεσης.
 Κι αυτή η διαίρεση οδηγεί στο διαχωρισμό σε ελίτ και λαϊκές τάξεις, που διατρέχει, κατά την κυρίαρχη ιδεολογία, σε κάθε επίπεδο την κοινωνία. Είναι οι προοδευτικοί και άριστοι που πρέπει να κυβερνούν, να σπουδάζουν, να εργάζονται κλπ. και οι αντιδραστικοί με συμπεριφορές και θεωρίες παράλογες που τους οδηγούν σε δυσμενείς επιλογές. Η ύπαρξη αυτής της αντίθεσης τροφοδοτεί με επιχειρήματα την κυβερνητική πολιτική που κάτω από την επιφάνεια του ορατού απεργάζεται την αναδιοργάνωση των εκμεταλλευτικών σχέσεων είτε με την εκπαιδευτική μεταρρύθμιση που αποκλείει χιλιάδες υποψήφιους από την εισαγωγή τους σε πανεπιστημιακές σχολές, ενισχύοντας τα κάθε είδους κολλέγια, είτε με την σχεδόν αόρατη  αύξηση του κατώτατου μισθού είτε με την ασφαλιστική μεταρρύθμιση της νέας γενιάς, που εισάγει το κεφαλαιοποιητικό σύστημα στις επικουρικές συντάξεις.
Πέντε σχεδόν δεκαετίες από την κατάρρευση της χούντας καταλήξαμε  να βιώνουμε την επιβολή μιας παρακμιακής κοινοβουλευτικής απολυταρχίας και την επικράτηση των μηχανισμών της αγοράς στο δημόσιο βίο, που δεν αποτελούν όμως παρά χαρακτηριστικά της αστικής μας δημοκρατίας, η οποία προσαρμόζεται στις ανάγκες της κυρίαρχης τάξης.

Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

ΟΠΟΥ ΚΑΠΝΟΣ…

 

Όλον αυτόν τον καιρό της πανδημίας αποδείχτηκε ότι οι αρχές του κράτους  στο πλαίσιο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης διαθέτουν εξαιρετικά εργαλεία καταστολής με όλους τους περιορισμούς στις δημόσιες ελευθερίας να συνοδεύονται από αυξημένη παρακολούθηση του πληθυσμού. Εν ονόματι της προστασίας της υγείας εκμαιεύεται η συναίνεση των πολιτών για τον περιορισμό της άσκησης δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως η ελευθερία κινήσεων, η ελευθερία του συνέρχεσθαι, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, που υποτίθεται πως υποστηρίζονται από την αστική δημοκρατία. Και ενάμιση χρόνο μετά την πρώτη καραντίνα τα μέτρα έκτακτης ανάγκης μάλλον μεταλλάσσονται παρά καταργούνται, με βάσιμες υποψίες πως τελικά κάποια απ’ αυτά θα υιοθετηθούν, ανεξάρτητα από την υγειονομική κρίση.
        Αφού για μήνες οι αρχές σε διάφορες χώρες της ΕΕ μιλούσαν για προαιρετικό εμβολιασμό, προϊόντος του χρόνου καταλήγουν με τους περιορισμούς και τα πρόστιμα να επιβάλλουν το εμβόλιο σχεδόν στο σύνολο του πληθυσμού, επεκτείνοντάς το μάλιστα και στους  ανήλικους. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαία ή απλώς χρονική σύμπτωση οι σχεδόν ταυτόσημες ανακοινώσεις από τον δικό μας πρωθυπουργό και από τον πρόεδρο της Γαλλίας πριν από λίγες μέρες. Γιατί, ο σχεδιασμός της πολιτικής αντιμετώπισης της πανδημίας από όλα τα καπιταλιστικά κράτη χαράσσεται στη ίδια λογική του κέρδους,  της διάσωσης της καπιταλιστικής οικονομίας και της χειραγώγησης και ελέγχου των αντιδράσεων σ’ αυτήν.
               Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης  στο μήνυμα της 12ης Ιουλίου διαχωρίζει τη χώρα από τους κατοίκους της «Γιατί δεν κινδυνεύει η Ελλάδα, αλλά οι ανεμβολίαστοι Έλληνες», ωραιοποιεί καταστάσεις για την Πολιτεία που  «Θωράκισε το Σύστημα Υγείας», στοχοποιεί αυτούς που δεν εμβολιάζονται ότι «δεν θα οδηγήσουν τον τόπο σε καθολικές απαγορεύσεις»,  επιβραβεύει τους εμβολιασμένους με μια σειρά ρυθμίσεων που θα τους «αποδώσουν τα δικαιώματά τους», ενώ  συγχρόνως τους κολακεύει πως «δρουν με κοινωνική ευθύνη και ευαισθησία». Ανακηρύσσει τον εαυτό του, με τις αποφάσεις του που  «αποδίδουν ελευθερίες σε εκείνους που τις δικαιούνται», κριτή στην απονομή αυτονόητων δικαιωμάτων και προτρέπει ο καθένας να βάλει την υπογραφή του στο «τελευταίο κεφάλαιο της υγειονομικής κρίσης», με την προϋπόθεση « στο ένα μπράτσο να έχει το εμβόλιο της Ελευθερίας», σε μια ατυχή διατύπωση, στην πολλοστή προσπάθεια για λογοτεχνίζουσες εκφράσεις.

             Η χώρα μας, και όχι μόνο,  αυτή τη στιγμή χαρακτηρίζεται στο εμβολιαστικό θέμα από διχασμό, μεροληψία και διαβρωτική εμπιστοσύνη του κοινού σε κυβερνητικούς θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών δημόσιας υγείας που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της αδειοδότησης και της διανομής εμβολίων. Η  σημασία της επίδρασης  της πειθούς σε βασικά ακροατήρια για να γίνουν κατανοητές οι  ανησυχίες, αξίες, στάσεις, και αντιλήψεις σχετικά με τον εμβολιασμό,  ακυρώνεται από  το τρέχον κλίμα πολιτικής και οικονομικής διαίρεσης, με την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, την αύξηση περιορισμών και εισαγωγής νέων διακρίσεων που δημιουργούν ένα φορτισμένο περιβάλλον το οποίο μάλλον αυξάνει παρά μειώνει τις ανησυχίες.

Η πολιτική  θα έπρεπε να ενημερώνεται από μια ηθική δημόσιας υγείας που να εστιάζεται στο κοινό καλό. Θα έπρεπε να στοχεύει στην ενίσχυση της υγείας της κοινότητας προστατεύοντας εκείνους που είναι πιο ευάλωτοι στην COVID-19, όχι να παγιώνει τις υπάρχουσες ανισότητες που επιδεινώνουν αυτές τις ευπάθειες ή να απαξιώνει τις όποιες ανησυχίες ως συνολικά ανορθολογικές, χωρίζοντας κάθετα την κοινωνία σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. 

  Δεν φαίνεται να υπάρχει συμφωνία για τον πρωταρχικό σκοπό του προγράμματος των εμβολιασμών. Οι κυβερνήσεις συνήθως μιλάνε γι 'αυτούς ως ένα μέσο ανοίγματος των οικονομιών, τα άτομα ως μέσο για να επανέλθουν στην κανονική ζωή, οι  εμπειρογνώμονες στη δημόσια υγεία, ως μέσο μείωσης των μεταδόσεων. Κι αν φαίνονται αυτοί οι στόχοι να ευθυγραμμίζονται, η αδυναμία να ξεκαθαριστούν προτεραιότητες εξηγεί τις αντιφατικές αποφάσεις, όπως το άνοιγμα στον τουρισμό με σύγχρονη αυστηροποίηση των διακρίσεων στους ντόπιους με βάση το εμβόλιο. Ενώ μένει στον αέρα υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να δικαιολογηθεί η άνιση πρόσβαση σε βασικούς τομείς της ζωής.

            Από τη δημιουργία τους, τα εμβόλια κατέστησαν δυνατή την εξάλειψη ενός μεγάλου αριθμού μεταδοτικών ασθενειών, ιδίως αυτών που προσβάλλουν τα παιδιά. Η πολιτική εμβολιασμού μιας χώρας αποτελεί επομένως ουσιαστικό στοιχείο της πολιτικής της για την υγεία.  

Από την έναρξη της κρίσης για την υγεία της  covid-19, το εμβόλιο έχει προταθεί ως η μόνη θεραπεία ενάντια σε αυτήν την ασθένεια που θα μας επέτρεπε να ανακτήσουμε τη ζωή όπως πριν. Μετά από πολλούς μήνες έρευνας, ένα πρωτότυπο εμβόλιο από διάφορες εταιρείες, σε μικρό χρονικό διάστημα  ήταν έτοιμο να διατεθεί στο εμπόριο. Η ταχύτητα της δημιουργίας αυτού του εμβολίου εκπλήσσει και συγχρόνως ανησυχεί, και σωστά, μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης υπαγόρευσε την χρήση ενός εμβολίου που παρουσιάζεται ως η μόνη θαυματουργή λύση, χωρίς να παρέχεται ασφαλή εγγύηση, γιατί το επείγον δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος. Εξάλλου, η ύπαρξη φαρμακευτικών σκανδάλων και πολιτικών για την υγεία που οδήγησαν σε σκάνδαλα υγείας είναι λόγοι για νόμιμους φόβους. Επομένως αποφάσεις κυβερνητικές που δεν προσπαθούν να πείσουν, αλλά να φοβίσουν και  που στοχεύουν στην επιβολή χρήσης εμβολίου υπό αυτές τις συνθήκες, δεν προάγει την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει το κοινό σε αυτό το αντίδοτο.  Και όταν μάλιστα επεκτείνεται ο εμβολιασμός στα ανήλικα παιδιά τα οποία η εμπειρία των προηγούμενων μηνών έδειξε πως δεν κινδυνεύουν. Κι επιπλέον όταν ο εμβολιασμός χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για αλλαγή εργασιακών όρων, όπως αποδεικνύουν οι δηλώσεις της υφυπουργού εργασίας Δ. Μιχαηλίδου σχετικά με τη σύνδεση εμβολίου και απόλυσης, ανεξάρτητα αν ακολούθησαν αργότερα διορθωτικές διευκρινήσεις, η καχυποψία δεν μειώνεται.   

               Όλες λοιπόν οι επιφυλάξεις, υποψίες, αντιρρήσεις προς τις αποφάσεις των κυρίαρχων κέντρων εξουσίας, στις οποίες και επιστημονικά κέντρα έχουν ενταχτεί, δεν μπορεί να μπαίνουν κάτω από την ομπρέλα του ανορθολογισμού για να μην υπάρχει υποχρέωση λογικής αντιμετώπισής τους. Είναι  σε  ένα μεγάλο βαθμό η έλλειψη εμπιστοσύνης σε αποφάσεις της κυρίαρχης εξουσίας, την οποία ο φασιστικός λόγος με δημαγωγικό τρόπο εκμεταλλεύεται, που αντανακλάται στις αντιδράσεις στα μέτρα για την υγεία. Γιατί  είναι η ίδια η κυρίαρχη εξουσία των καπιταλιστικών κρατών, που δεν ενδιαφέρεται για την ενίσχυση των συστημάτων υγείας, που εξαθλιώνει τους εργαζομένους για να εξασφαλίσει τα κέρδη των καπιταλιστών, που δεν σταματά την προπαγάνδα για να εξουδετερώσει οποιαδήποτε εναλλακτική λύση, η οποία αυξάνει την καχυποψία για τις προθέσεις της. 

    Όλα αυτά είναι  ο καπνός που δείχνει πως υπάρχει φωτιά και φοβίζει, έστω και ενστικτώδικα, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Η προπαγάνδα λοιπόν  εναντίον της Κούβας με τις παραποιημένες φωτογραφίες για να αποδειχτεί το μέγεθος των αντιδράσεων εναντίον της κουβανικής κυβέρνησης, η χρησιμοποίηση του εμβολιασμού ως κριτήριο αναστολής της εργασίας με ανοιχτή την εκδοχή της απόλυσης, η απαξίωση ως ανορθολογικών και κοινωνικά ανεύθυνων όλων των αντιδράσεων βρίσκονται στην ίδια λογική,  δεν αποτυπώνουν παρά τα ιδεολογικά μέσα  χειραγώγησης που χρησιμοποιεί η κυρίαρχη εξουσία. Είναι που μ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να κατευθύνει τον καπνό προς ψεύτικες εστίες φωτιάς και όχι σ’ αυτήν που οι καπνοί της μας πνίγουν, δηλ του καπιταλισμού.
 Ώστε, μέρα με τη μέρα να αφήνεται ο εκφοβισμός να εξαπλωθεί, μέρα με τη μέρα να αφήνεται ο φόβος να εξαπλωθεί, μέρα με τη μέρα να αφήνεται το μίσος να εξαπλωθεί και  ήσυχα, να διεμβολίσουν την καθημερινότητά μας, και οι περισσότεροι να μην βρίσκουμε κανένα λάθος σ’ αυτό, υποταγμένοι στη λογική της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας χωρίς διέξοδο.