Σάββατο 16 Ιουλίου 2011

ΚΡΑΤΟΣ ΣΕ ΚΡΙΣΗ

Όλους αυτούς του μήνες της   διακυβέρνησης της  χώρας από  το ΠΑΣΟΚ  οι ενέργειες της κυβέρνησης  φαίνεται  πως διακρίνονται για  κάποια σταθερά γνωρίσματα: θεωρητική αδυναμία υποστήριξης των αποφάσεών της,  κραυγαλέα ιδεολογική  ασυνέπεια  της δράσης της, τεράστια σπατάλη δυνάμεων – του λαού βέβαια,  κατάστρωση επιμέρους προγραμμάτων πάνω σε βάσεις των «αναγκών» που φαίνονται πως προκύπτουν  κάθε φορά, δηλ. προγραμματικό χάος, και το κυριότερο, διάλυση κάθε οράματος και αντικατάστασή του με ένα  σύνολο  επιμέρους ζητημάτων και μάλιστα, πιο συχνά, ασύνδετων.  Μοιάζει ασταθής και ριψοκίνδυνη η πολιτική της  με θεωρητική και οργανωτική αδυναμία που φαίνεται  πως την εμποδίζει να έχει καθαρή αντίληψη της πραγματικότητας. 
        Όλα  αυτά όμως είναι  μόνο τα επιφαινόμενα. Η κυβέρνηση είχε και έχει σταθερή και απαρέγκλιτη πολιτική που σιγά σιγά αποκαλύπτεται. Διαμορφώνει με την πολιτική της  ένα κράτος εύχρηστο όργανο στα χέρια μιας δράκας ανθρώπων – ντόπιων και διεθνών- στο δρόμο για έναν προοδευτικό εκφυλισμό του, σε ρόλο προστάτη των αγορών και μια κοινωνία ατροφική, προσαρμοσμένη στις επιταγές της αγοράς
            Η κυβέρνηση  δεν κάνει τίποτε άλλο παρά να εφαρμόζει, με τα μέσα που διαθέτει , αυτό που τα τελευταία χρόνια γίνεται σ’  όλη την Ευρώπη: επιβολή των επιταγών  της χρηματιστηριακής ολιγαρχίας μέσω του κράτους.
          Δυο βασικοί πόλοι διαχείρισης του καπιταλιστικού κράτους , η διαχείριση του νομίσματος και της εργατικής δύναμης,  έχει ανατεθεί η μεν πρώτη  στην υπερεθνική Ευρωπαϊκή Ένωση ενώ συνεχίζεται να χρησιμοποιείται το εθνικό κράτος για τη διαχείριση της εργασίας. Η ικανότητα κινητοποίησης των μονοπωλιακών κεφαλαίων, η χρησιμοποίηση των αποτελεσμάτων της κρίσης, για να δυναμώσει η εκμετάλλευση της εργατικής τάξης, η διάλυση της μικρής επιχείρησης δεν γίνονται με αποτελεσματικότητα παρά μόνο μέσω κρατικών κυριαρχικών επεμβάσεων.  Η οικονομική ολιγαρχία ξεκάθαρα ασκεί ένα  άμεσο πολιτικό έλεγχο  πάνω στο κρατικό σύστημα και  η διατήρηση της κυρίαρχης εξουσίας της  περνά πια άμεσα από τα πολιτικά όργανα και τους κρατικούς μηχανισμούς. Αυτό ξεκάθαρα τα βλέπουμε από τον τρόπο λειτουργίας όχι μόνο της κυβέρνησης αλλά και όλου σχεδόν του πολιτικού συστήματος. Χρησιμοποιούν τους μηχανισμούς του κράτους για να «εξασφαλίσουν στο κεφάλαιο την «κοινωνικοποίηση» του κόστους παραγωγής και τη μείωση του κόστους αναπαραγωγής της εργατικής δύναμης». Συγχρόνως,  θέλοντας  η ηγεμονική τάξη να περιορίσει, έως εξαφανίσεως, το κράτος πρόνοιας, έπρεπε να το απαξιώσει  με τη συμβολή μάλιστα των εργαζομένων. Ο γραφειοκρατισμός και ο συντεχνιασμός ήρθαν  σε βοήθεια.
           Το κράτος πρόνοιας, το παρεμβατικό κράτος, πραγματώθηκε, ιδιαίτερα στη χώρα μας,  μέσα από ένα γραφειοκρατικό τρόπο που προκάλεσε μια σειρά από αντικρατικές αντιφάσεις, μέσα από τις οποίες οι λαϊκές μάζες αισθάνονται καταπιεσμένες από αυτό το κράτος που θεωρήθηκε ότι  έχει ταχθεί να  τις  βοηθήσει. Συγχρόνως, μαζί μ’  αυτό εδραιώθηκαν και άλλες  μορφές αντιπροσώπευσης, πέρα από τις  παραδοσιακές κοινοβουλευτικές μορφές, όπως   είναι  τα συνδικάτα, των οποίων κατά κανόνα η στάση τους υπήρξε εξαιρετικά συντεχνιακή. Ο   συντεχνιασμός δημιούργησε μια κατάσταση μέσα στην οποία μια σειρά νέα αιτήματα ή νέα υποκείμενα  βρέθηκαν αποκλεισμένα από αυτό το σύστημα αντιπροσώπευσης, έφτασαν μάλιστα να καλλιεργήσουν έναν ανταγωνισμό προς την συντεχνιακή  πολιτική  των συνδικάτων.
           Ο γραφειοκρατισμός και ο συντεχνιασμός των συνδικάτων εξηγούν ως ένα σημείο την ανάπτυξη των πλατιών αντικρατικών και αντισυνδικαλιστικών αισθημάτων του λαού,  πάνω στα οποία  οι κυβερνήσεις της  τελευταίας δεκαετίας, με αποκορύφωμα την κυβέρνηση Παπανδρέου, κατά τα θατσερικά πρότυπα, έδρασαν με μεγάλη δεξιοτεχνία για να τα κατευθύνουν  προς νεοφιλελεύθερες πολιτικές, εμφανίζοντάς τες μάλιστα σαν φιλικές στον καταπιεζόμενο λαό, αναγορεύοντας σε κοινό εχθρό  το γραφειοκρατικό κράτος και τα συνδικάτα. Στρεφόμενα εναντίον του κράτους μεγάλα τμήματα της κοινωνίας στρέφονται, με τη βοήθεια βέβαια και του κυρίαρχου λόγου, κι εναντίον  των δημοσίων υπαλλήλων, και απαξιώνοντας τον συνδικαλισμό αρνούνται την οργανωμένη αντίδραση και διεκδίκηση.
          Διαφοροποιούμενη η ταξική σύνθεση της κοινωνίας με το νέο  κοινωνικό καταμερισμό εργασίας, αναπτύσσει  νέα υποκείμενα που αναζητούν νέες μορφές πολιτικές δράσης.  Η αύξηση του αριθμού των μη μόνιμα εργαζόμενων,  σε μερική απασχόληση, σε αναζήτηση εργασίας, εκ περιτροπής απασχολούμενων, εργαζόμενων που δεν είναι οργανωμένοι, προστατευμένοι κι εξασφαλισμένοι ,  των περιθωριακών, ενισχύει και τις τάσεις για άρνηση γενικά της νομιμότητας του κοινωνικού και πολιτικού συστήματος.
       Προς το παρόν το πολιτικό σύστημα  διατηρεί τον ηγεμονικό του ρόλο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: