Η «μικρή ΔΕΗ», οι απολύσεις, το νομοσχέδιο για τον
αιγιαλό είναι κάποιες από τις πολιτικές αποφάσεις που συνεχίζουν να υλοποιούν την απροκάλυπτη, εδώ και μια τετραετία, επίθεση
του κεφαλαίου στις υποτελείς τάξεις και στη χώρα μας.
Κι όμως δίνεται η εντύπωση ότι παρ’
όλες τις καταστροφές, όλων των ειδών,
που το καπιταλιστικό σύστημα ολοφάνερα επέφερε, παρ’ όλη τη μεγάλη ανέχεια που έχει βυθίσει μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, παρά το πλήθος
των χρεωκοπημένων και παριών που δημιούργησε συνεχίζει να παρουσιάζεται έτσι
ώστε ακόμα και τώρα να θεωρείται η μόνη
εφικτή οικονομική και κοινωνική πραγματικότητα που προσφέρεται, σχεδόν σαν
φυσικό φαινόμενο. Κι έτσι η απάντηση
στην πιο απλή ερώτηση, γιατί η φτώχια να μαστίζει πληθυσμούς πλούσιων και φτωχών χωρών τη στιγμή που ο παγκόσμιος πλούτος δεν έχει ιστορικό
προηγούμενο δίνεται στα πλαίσια του αξιακού
συστήματος που διαμόρφωσε ο
καπιταλισμός. Σ’ αυτό το αξιακό σύστημα ο ανταγωνισμός για το κέρδος αποτελεί κύρια αξία. Με την
θεοποίηση λοιπόν του κόσμου των αγορών, των οποίων η σοφία τους θεωρείται
αδιαμφισβήτητη, ο ανταγωνισμός συνιστά πάντα αρετή και δεν μπορεί να
προκαλέσει αρνητικά αποτελέσματα. Αποτελεί
κεντρική αξία, γιατί έτσι γίνεται δυνατό
να διαχωριστούν οι άξιοι από τους ανάξιους, να κατανεμηθούν φυσικοί,
υλικοί ανθρώπινοι πόροι για τη μέγιστη
απόδοση που εξασφαλίζει την κερδοφορία. Άνθρωποι
επομένως με ταλέντα και ικανότητες που
ανταποκρίνονται στις ανάγκες του καπιταλισμού για κερδοφορία θα
αναδειχθούν στην ανταγωνιστική
καπιταλιστική κοινωνία, ενώ η
ευθύνη για όσους θα απομείνουν πίσω στη μάχη του ανταγωνισμού θα βαρύνει αποκλειστικά τους ίδιους, ποτέ το
πολιτικοκοινωνικό σύστημα και τις συνθήκες που διαμορφώνει.
Κι είναι αυτή η κυρίαρχη ιδεολογία που πότισε κάθε
μορφή σκέψης και κυρίευσε το πνεύμα μας δεκαετίες τώρα. Γι’ αυτό και ήταν εύκολο στο όνομα αυτού του
ανταγωνισμού να γίνει αποδεκτό ο
δημόσιος τομέας όχι μόνο βίαια να υποβαθμίζεται αλλά πλήρως να απαξιώνεται, γιατί δεν υπακούει, και δεν
μπορεί να υπακούσει στο βασικό νόμο του ανταγωνισμού για κερδοφορία. Η
ιδιωτικοποίησή του εμφανίζεται σαν από τις σημαντικότερες οικονομικές
μεταρρυθμίσεις, δεν ομολογείται βέβαια, προς
όφελος των καπιταλιστών.
Πολλές δημόσιες υπηρεσίες κοινής
ωφέλειας για τις οποίες απαιτήθηκαν αρχικά τεράστιες επενδυτικές δαπάνες τελικά
εξαγοράζονται σε εξευτελιστικές τιμές από τους νέους ιδιοκτήτες. Επιπλέον οι
κυβερνώντες χρησιμοποιούν τα χρήματα των
φορολογουμένων, σε όφελος των οποίων
ισχυρίζονται ότι γίνονται οι ιδιωτικοποιήσεις, είτε για παραγραφή χρεών είτε
για κεφαλαιακή ενίσχυση αυτών των επιχειρήσεων που βγάζουν στην αγορά. Κι ενώ ο
κυρίαρχος λόγος επιμένει να εκθειάζει τον ανταγωνισμό δικαιολογώντας την
ιδιωτικοποίηση των πάντων, στους κόλπους των πολυεθνικών εταιρειών αυτή η αρχή
μόλις και μετά βίας βρίσκει εφαρμογή. Με την ιδιωτικοποίηση, αυτό που
φροντίζουν οι νέοι ιδιοκτήτες είναι η
επιβολή μονοπωλιακών τιμών στο
καταναλωτικό κοινό, ενώ οι ίδιοι έχουν εξασφαλίσει τα υπέρογκα κιόλας κέρδη
τους.
Στην πραγματικότητα η πολιτική
των ιδιωτικοποιήσεων δεν γίνεται βέβαια
εξαιτίας της προσδοκίας για οικονομική αποτελεσματικότητα ούτε για την ποιοτική
αναβάθμιση των υπηρεσιών προς τον
καταναλωτή, αλλά είναι ένας τρόπος μεταφοράς
πλούτου από το δημόσιο στα χέρια συγκεκριμένων
ιδιωτών και με τη δική μας συναίνεση. Πρόκειται
δηλ. για αρπαγή και παράδοση του μόχθου δεκαετιών χιλιάδων εργαζομένων σε μια μικρή
μειοψηφία μεγαλοεπενδυτών, γιατί ακριβώς όλες οι κοινωνικές παροχές ήταν
το απειροελάχιστο που επιστρεφόταν στους εργαζόμενους. Ξεκίνησαν μεταπολεμικά,
όταν η καπιταλιστική δύση με ένα λαϊκό
κίνημα που είχε βγει ισχυρό μέσα από την
ένοπλη αντίσταση και με τη Σοβιετική Ενωση να το επηρεάζει στο αίτημα για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας,
χρησιμοποίησε το ταξικό αστικό κράτος για κοινωνικές παροχές
θεωρώντας ότι έτσι δίνει έγκυρη απάντηση
για τα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα αμβλύνοντάς τα και παραπλανώντας μας για τη
δυνατότητα μετασχηματισμού του.
Κι ενώ τα τελευταία χρόνια βιώνουμε
όλη την σκληρότητα του καπιταλισμού μ’ αυτούς που δεν έχουν απολύτως τίποτε να
πληθαίνουν, με τη συνεχή απειλή ότι ο κάθε εργαζόμενος μπορεί να αποβληθεί από το σύστημα λόγω
ασθένειας, ηλικίας κλπ. συνεχίζεται σε
μεγάλη πλειοψηφία η αποδοχή της θεωρητικής και ιδεολογικής νομιμοποίησης τέτοιων πολιτικών. Η όποια όμως αντίδρασή μας
προϋποθέτει την αναγνώριση και απεμπλοκή μας από την κυρίαρχη ιδεολογία που η παραπλανητική
της λειτουργία αποσυντονίζει αγωνιστικές
κινητοποιήσεις και τις κατευθύνει σε
λάθος στόχο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου