Η κατανόηση, από την
πλευρά μας, της ίδιας της φύσης των συμφερόντων των πολιτικών σχημάτων που υποστήριξαν και προώθησαν την πολιτική της
οικονομικής μας εξαθλίωσης, εκπορευόμενης από ευρωπαϊκά και διεθνή κέντρα, δείχνει να περνάει
μέσα από την άνοδό τους στην εξουσία. Εκεί, στη συνάντηση με την ταξική
πραγματικότητα από τη σκοπιά της διαχείρισης
του καθεστώτος, αυτά αποκαλύπτουν ξανά τα
ταξικά χαρακτηριστικά τους και τις
αντιδραστικές καταβολές τους και εμείς βιώνουμε για πολλοστή φορά διάλυση των ψευδαισθήσεων
και της ζωής μας. Είναι μια επώδυνη επανάληψη, εκεί, στην πράξη να ανακαλύπτουν πάλι και πάλι
πως οι επενδύσεις χρειάζονται κίνητρα –και η κατάργηση των συλλογικών
συμβάσεων θεωρείται ένα από τα βασικά-, η εργατική δύναμη έλεγχο και πειθαρχία –οι
νόμοι για εξουδετέρωση των αντιδράσεων προσφέρουν τη δημοκρατική κάλυψη- και
γενικά πως ασκούν την εξουσία για να χρησιμοποιήσουν τη δύναμη του κράτους προς
όφελος του κεφαλαίου.
Και μοιάζει σαν εμείς να χρειάζεται κάθε φορά να μαθαίνουμε από την
αρχή, συνέχεια να παγιδευόμαστε από την προπαγάνδα της εξουσίας σ’ ένα συντηρητισμό που μας γεμίζει φόβο και δέος μπροστά στις συγκρούσεις
που θα προκύψουν αναπόδραστα, παρόλο που η κρίση της οικονομίας με την ανατροπή του πολιτικού σκηνικού οδήγησε
σε νέες συναινετικές διαδικασίες στα αστικά κόμματα, -και τα αυτοδιαφημιζόμενα αριστερά δεν εξαιρούνται. Και μένει το
κομμουνιστικό κόμμα, για το οποίο προέχει
μέσα σε όλη τη διαδικασία των ανακατατάξεων η σύνδεσή του με τους εργαζόμενους
και τους αγώνες τους, η απόρριψη του συναινετικού πλαισίου, δηλ. μια πολιτική
που αποσκοπεί στο να το καταστήσει αντίπαλο
στις πολιτικές και κοινωνικές δυνάμεις που έχουν ευθύνη της εξουσίας και
της εξαθλίωσής μας.
Η πολιτική
πραγματικότητα στην Ελλάδα του 2013
είναι ιδιαίτερα σκληρή. Το ΠΑΣΟΚ με το μεταπολιτευτικό
προσωπείο του σοσιαλιστικού κόμματος πέτυχε
τη συναίνεση στην έναρξη της πολιτικής της αποδόμησης κάθε κατάκτησης των
εργαζομένων τα τελευταία σαράντα χρόνια, η Νέα Δημοκρατία με τη βοήθειά του και
την έγκριση του πολιτικού μορφώματος υπό του Κ. Κουβέλη (που σφετερίζεται το
όνομα αριστερά) διαλύει κάθε ψευδαίσθηση που μπορεί ακόμα να είχαμε για έστω
και υποτυπώδη ασφάλεια και σιγουριά για
την αντιμετώπιση του αβέβαιου παρόντος
και του άγνωστου μέλλοντος. Στην αντιπολίτευση κυριαρχεί ένας συνασπισμός της αριστεράς, ο ΣΥΡΙΖΑ, που με τις ιδεολογικές και πολιτικές πιρουέτες
του φροντίζει να απαξιώνει όσα επαγγέλλονται οι αριστεροί κι έτοιμος να
συμπράξει με ένα παρακλάδι της δεξιάς, ενώ
καραδοκεί ένα φασιστικό μόρφωμα, που απειλεί, προς το παρόν, τους πιο
αδύναμους. Και όλοι, του κομμουνιστικού κόμματος εξαιρουμένου, θεωρούν τον
καπιταλισμό ανίκητο, αφού στη μακραίωνη ιστορία του όχι μόνο μπόρεσε να
αντισταθεί στις επιθέσεις σοσιαλιστών και κομμουνιστών αλλά κατάφερε πολλούς να τους ενσωματώσει, να τους μετατρέψει
σε ιδεολογικά στοιχεία της αναπαραγωγής
του. Εξάλλου σοσιαλιστικά κόμματα διαχειρίστηκαν για χρόνια και διεύρυναν τις καπιταλιστικές
σχέσεις παραγωγής στην Ευρώπη και στη
χώρα μας. Και τώρα ακόμα συνεχίζονται τα
παραπλανητικά συνθήματα για ανάπτυξη, εξυγίανση, αναδιάρθρωση κλπ. που συγκαλύπτουν προθέσεις τόσο για την καταβαράθρωση όλων των
κατακτήσεων των εργαζομένων όσο και για την οργάνωση αυταρχικού κράτους με αναγόρευση του
τεκμηρίου ενοχής σε πάγιο ρυθμιστή των
κοινωνικοοικονομικών προβλημάτων (η έναρξη, νομοθετημένα, γίνεται από τους δημοσίους υπαλλήλους)
Οι ίδιοι οι
ασκούντες βέβαια την εξουσία συνεχίζουν τα σχέδια επί χάρτου και με μια
εξοργιστική πια …αφέλεια κάνουν μια εντελώς ειδική ανάγνωση της πραγματικότητας,
η οποία δικαιώνει τις επιλογές τους. Χωρίς
να πτοούνται από τις αλλεπάλληλες διαψεύσεις τους για την επερχόμενη βελτίωση της
οικονομικής κατάστασης των …υπηκόων τους εκφράζουν την ικανοποίησή τους
για τη θετική έκθεση του ΔΝΤ αλλά δεν εφησυχάζουν γιατί έχουμε μεγάλη απόσταση να διανύσουμε, κατά Γ. Στουρνάρα,
ο οποίος συν τοις άλλοις δηλώνει ότι «ελληνικός λαός
αναγνωρίζει πως υπάρχει "φως στην άκρη του τούνελ" και για το λόγο
αυτό έχει σταματήσει να διαμαρτύρεται και να διαδηλώνει». Όμως ακόμα κι αν η όποια αντίδρασή μας δεν
ακολουθεί τις φαρδιές λεωφόρους των επιθυμιών μας, αυτό σίγουρα δεν γίνεται για τους λόγους που δικαιώνουν το
Γ. Στουρνάρα.
Αντίθετα, η ταξική πάλη συνεχίζει να διεξάγεται παντού, ακόμα κι αν αλλάζει μορφές, βαθμίδες, πρόσωπα κλπ. Αρκεί να μην ξεχάσουμε ότι για να είναι η όποια αντίστασή μας αποτελεσματική, για να διαμορφωθεί ένα επαναστατικό κίνημα χρειάζεται η επαναστατική θεωρία, για να βαθαίνουμε τις αναλύσεις μας μέσα από την καθημερινή δράση. Γι’ αυτό, όσο πιο επιθετικό γίνεται το καπιταλιστικό σύστημα το κομμουνιστικό κόμμα που θα επιμένει στη θεωρία του, θα μοχθεί για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα εκεί που ανακύπτουν με τα μέσα τα οποία τα ίδια τα προβλήματα απαιτούν μπορεί να ωθήσει με τη δράση του τις μάζες να αγωνιστούν, αλλά και να κατανοήσουν αυτό που κάνουν, αναγνωρίζοντας την αλληλεπίδραση των αντικειμενικών περιστάσεων και της ανθρώπινης δραστηριότητας. Αλλιώς, υπάρχει ο κίνδυνος να εξαφανιστούμε πάλι μέσα σ’ ένα μεσσιανισμό αναζητώντας σωτήρες εκεί ακριβώς που εδραιώνεται η καθεστηκυία τάξη του καπιταλιστικού συστήματος.
Ο συνδυασμός του «Χριστός Ανέστη» με τον εθνικό ύμνο τη βραδιά της ανάστασης στην Αθήνα και τα συγχαρητήρια του αρχηγού ΓΕΕΘΑ στα τμήματα των Στρατιωτικών Σχολών που έψαλλαν λεβέντικα (χαρακτηρισμός του ίδιου) τον Εθνικό Υμνο το βράδυ στην Ανάσταση δείχνει τις πολλές εναλλακτικές που το ίδιο το σύστημα μπορεί να προτείνει, για να παραμείνει αλώβητο.
Αντίθετα, η ταξική πάλη συνεχίζει να διεξάγεται παντού, ακόμα κι αν αλλάζει μορφές, βαθμίδες, πρόσωπα κλπ. Αρκεί να μην ξεχάσουμε ότι για να είναι η όποια αντίστασή μας αποτελεσματική, για να διαμορφωθεί ένα επαναστατικό κίνημα χρειάζεται η επαναστατική θεωρία, για να βαθαίνουμε τις αναλύσεις μας μέσα από την καθημερινή δράση. Γι’ αυτό, όσο πιο επιθετικό γίνεται το καπιταλιστικό σύστημα το κομμουνιστικό κόμμα που θα επιμένει στη θεωρία του, θα μοχθεί για να αντιμετωπίσει τα προβλήματα εκεί που ανακύπτουν με τα μέσα τα οποία τα ίδια τα προβλήματα απαιτούν μπορεί να ωθήσει με τη δράση του τις μάζες να αγωνιστούν, αλλά και να κατανοήσουν αυτό που κάνουν, αναγνωρίζοντας την αλληλεπίδραση των αντικειμενικών περιστάσεων και της ανθρώπινης δραστηριότητας. Αλλιώς, υπάρχει ο κίνδυνος να εξαφανιστούμε πάλι μέσα σ’ ένα μεσσιανισμό αναζητώντας σωτήρες εκεί ακριβώς που εδραιώνεται η καθεστηκυία τάξη του καπιταλιστικού συστήματος.
Ο συνδυασμός του «Χριστός Ανέστη» με τον εθνικό ύμνο τη βραδιά της ανάστασης στην Αθήνα και τα συγχαρητήρια του αρχηγού ΓΕΕΘΑ στα τμήματα των Στρατιωτικών Σχολών που έψαλλαν λεβέντικα (χαρακτηρισμός του ίδιου) τον Εθνικό Υμνο το βράδυ στην Ανάσταση δείχνει τις πολλές εναλλακτικές που το ίδιο το σύστημα μπορεί να προτείνει, για να παραμείνει αλώβητο.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου