Το συνδικαλιστικό κίνημα των καθηγητών αναγκαστικά φέρνει τη σφραγίδα
των εξελίξεων που το γέννησαν, τουλάχιστον μεταπολιτευτικά, πράγμα που σημαίνει
ότι είναι υποχρεωμένο να σηκώσει το βάρος της ιστορικής εξέλιξης του. Την τελευταία
τριακονταετία το σημάδεψαν οι τρεις
μεγάλες απεργίες (’88, ’90,’97) που ακόμα και με αισιόδοξη ανάγνωση δεν θα μπορούσαμε να
χαρακτηρίσουμε άμεσα νικηφόρες, ιδιαίτερα τις δυο τελευταίες, αλλά που εκφράζανε τη διάθεση και θέληση για αγώνα
των εργαζομένων εκπαιδευτικών (ιδιαίτερα στην απεργία του ’88).
Δεκαέξι χρόνια μετά την τελευταία απεργία δεν
είναι το φάντασμά της που ξαναγυρνά,
αλλά μια εικονική κατασκευή της που προσφέρει την ψευδαίσθηση της δήθεν
απεικόνισης του πραγματικού, ενώ έχουμε να κάνουμε με μια κατασκευασμένη
απεικόνισή του. Έχει επιλεγεί το πλαίσιο και το σημείο λήψης της εικόνας, που μάλλον δεν έχει άλλο σκοπό από το να μας κατευθύνει προς μια συγκεκριμένη ερμηνεία της πραγματικότητας,
ώστε μπερδεμένοι και απροετοίμαστοι να
υφιστάμεθα το κατασκευασμένο μήνυμα που προετοιμάζει η κατασκευασμένη εικόνα.
Κι έτσι απαλείφεται η πραγματικότητα, μετακινούνται τα πρόσωπα από τη θέση τους,
δημιουργούνται συναισθήματα, δικαιολογούνται σιωπηλές πλειοψηφίες, οργανώνεται
η πολιτική ζωή.
Μια βδομάδα τώρα, συνδικαλιστικό όργανο καθηγητών,
συνελεύσεις τους κλπ κινούνται στην εικονική πραγματικότητα της φραστικής επαναστατικότητας, της ενωτικής ιδεολογίας, της αφελούς πίστης. Ένας πρόεδρος
σωματείου που εξαγγέλλει απεργία με τη σιγουριά ότι θα γίνει επιστράτευση, γενικές συνελεύσεις που θεωρούν το κάψιμο των
φύλλων επίταξης επαναστατικό, τα περιβραχιόνια ως ένδειξη
διαμαρτυρίας μορφές αγώνα αλλά και αναπόφευκτη τη συμμετοχή στις εξετάσεις δεν
προδιαθέτουν για πραγματικές αγωνιστικές κινητοποιήσεις, παρόλο που ακούγονται
και φωνές για οργάνωση της απεργίας.
Για
άλλη μια φορά μέσα στα τελευταία τρία χρόνια, ένας ακόμα κλάδος εργαζομένων,
μόνος, δεμένος χειροπόδαρα έχει μόνο τη δυνατότητα να κραυγάσει και μέσα από
αυτή την κραυγή αναδύεται σαρκαστικά η αιτία της καθήλωσης: η συνεχής επίκληση
αγωνιστικών κινητοποιήσεων χωρίς αντίστοιχες δράσεις αποκρύπτει την έλλειψη διάθεσης για αγώνα ακόμα
και με απώλειες. Η λογική της συμβολικής σύγκρουσης, της φραστικής
επαναστατικότητας σηματοδοτεί την αδυναμία του κινήματος να αντιταχθεί στην
καπιταλιστική επέλαση. Την ποιότητα και το χαρακτήρα όμως της σύγκρουσης
προσδιορίζουν η σωστή ερμηνεία της πραγματικότητας, οι πρακτικές που
ακολουθούνται, οι στόχοι που
επιδιώκονται.
Έχοντας
βιώσει την εντεινόμενη καταστολή και αυταρχισμό της κυβέρνησης εδώ και 12 μήνες,
με τις βίαιες αστυνομικές επιχειρήσεις και τις επιστρατεύσεις, το μεγάλο φετίχ
των καθηγητών της δευτεροβάθμιας, οι γενικές εξετάσεις, συνεχίζεται ακόμα να θεωρείται
το κυριότερο μέσο πίεσης και εναποθέτουν όλες τις προσδοκίες τους σε μια
απεργία τις ημέρες διεξαγωγής τους. Μια απεργία όμως χωρίς προετοιμασία,
οργάνωση και αποφασιστικότητα, που ήδη από το ίδιο το συνδικαλιστικό όργανο που
την εξαγγέλλει υπονομεύεται (με τις δηλώσεις του προέδρου για το θέμα της επιστράτευσης)
είναι λογικό να προκαλεί ερωτηματικά για
τη σκοπιμότητά της.
Στις γενικές συνελεύσεις υπερψηφίζεται η
πρόταση της ΟΛΜΕ για απεργίες και δεν λύνεται το πρόβλημα πώς θα προστατευθούν
από πειθαρχικές και ποινικές κυρώσεις όσοι, αν και συμμετέχουν στις εξετάσεις, θα
απεργήσουν. Εκτός αν οι αποφάσεις για απεργία έχουν συμβολικό χαρακτήρα για να
φανεί απλώς η αντίθεση του κλάδου. Αν συμβαίνει αυτό ας το πάρουμε απόφαση ότι η
λεκτική επαναστατικότητα, η συμβολική σύγκρουση με αποφάσεις για απεργία που
δεν υλοποιούνται πολύ απέχει από το να
είναι κάτι περισσότερο από εκτόνωση. Η
λογική μιας τέτοιας σύγκρουσης μένει τυφλή απέναντι στην κοινωνική
πραγματικότητα και δεν στοχεύει σε τίποτε πέραν αυτού, του συμβολικού
ξεσπάσματος.
Η
πολιτική όμως κατάσταση έχει ξεπεράσει το στάδιο των συμβιβασμών και το
ευχολόγιο για το δέον δεν αρκεί να αναχαιτίσει τον αυταρχισμό των κυβερνώντων.
Η κυβέρνηση Σαμαρά επεκτείνει τη σύγκρουση με κάθε κοινωνική ομάδα κι επομένως
καμιά μόνη της δεν μπορεί να πετύχει τίποτε. Κι όμως αυτό το μέτρο της προληπτικής
επιστράτευσης που στην πράξη καταργεί το δικαίωμα στην απεργία μόνο χλιαρές
κινητοποιήσεις προκάλεσε. Δεν γίνεται να συνεχίζουμε με αταξικές απόψεις για συνταγματικά
δικαιώματα και νομικές διεκδικήσεις ούτε η ανάλυση των πραγματικών αντιθέσεων
και αναγκών των εργαζομένων μπορεί να περιορίζεται σε ένα κλάδο, όταν η τακτική
τη κυβέρνησης είναι ή διαδοχική σύγκρουση με κομμάτια των εργαζομένων. Η
κυβέρνηση έχει ξεκαθαρίσει με τις ενέργειές της ότι αδιαφορεί για θεσμούς και
δικαιώματα εφόσον αυτά κατά τη γνώμη της νοθεύουν την ομαλή εξυπηρέτηση της οικονομίας της
αγοράς και ούτε την πτοούν οι
διαμαρτυρίες των εργαζομένων. Κι όμως ο ίδιος ο κλάδος που άμεσα σ’ αυτή τη
φάση δέχεται την κυβερνητική επίθεση δεν μπορεί να οργανώσει διαμαρτυρίες που
να έχουν παλμό, ένταση, μαζικότητα. Δαγκώνουμε και ξαναδαγκώνουμε παλιές πληγές
μήπως και λειτουργήσει πάλι το φετιχ των παλιών αγώνων, αλλά ούτε καν έντονες
συγκρούσεις δεν πυροδοτούνται.
Ο συνδικαλισμός
όπως τον ξέραμε πέθανε και τίποτε δεν μπορεί να τον αναστήσει. Τα παιχνιδάκια
ανάμεσα σε συνδικαλιστικά όργανα αποδεικνύουν περίτρανα πως δράσεις ή λεκτικές κορώνες που
υπηρετούν μικροπολιτικές και βάζουν πλάτη σε επιλογές της κεντρικής πολιτικής
σκηνής εξαντλούνται. Μόνο οι συνδικαλιστές που γαλουχήθηκαν μέσα στο
προστατευμένο από την πολιτική κεντρική σκηνή
συνδικαλιστικό περιβάλλον νομίζουν πως αν συνεχίσουν να την υπηρετούν θα μπορούν να
συμβιβάσουν τα ασυμβίβαστα και να εξασφαλίσουν και προσωπικά οφέλη. Ο οδοστρωτήρας
όμως της καπιταλιστικής επίθεσης δεν
πρόκειται να κάνει διακρίσεις σε κανέναν από τους παλιούς υπηρέτες του. Σερνόμαστε όλοι.
Η
σύγκρουση είναι ταξική. Και οι δημόσιοι υπάλληλοι δεν θέλουν να είναι από τη
μεριά της εργατικής τάξης που ψάχνει την ταξική της συνείδηση. Κρατούν,
κρατούμε, την αναπνοή μας για να ισορροπήσουμε
στην άκρη του γκρεμού προσευχόμενοι να μη γκρεμιστούμε. Αναθρεμμένοι μάλιστα με τις μεσσιανικές
αντιλήψεις μιας χριστιανικής αγωγής επιμένουμε να περιμένουμε τον Μεσσία και να
πιστεύουμε το θαύμα. Το νερό όμως μόνο
στην Αγία Γραφή έγινε κρασί. Κανείς αγώνας δεν γίνεται ex nihilo και
κανείς δεν θέλει να διακινδυνεύσει όταν έχει μάθει να μη χάνει.
Όχι,
οι εκπαιδευτικοί δεν είναι στην πρωτοπορία, δεν μπορούν να είναι. Η
σύγκρουση είναι ταξική και οι εκπαιδευτικοί θέλουν να απέχουν πια πολύ από την εργατική
και αγροτική τάξη απ’ όπου μετά τη μεταπολίτευση οι περισσότεροι απόφοιτοι των
καθηγητικών σχολών προέρχονταν. Αγωνίζονταν και διεκδικούσαν τότε τον
εκσυγχρονισμό του καπιταλισμού, πολλοί τον ταύτιζαν, τον ταυτίζαμε μ’ ένα
νεφελώδες κομμουνιστικό όραμα, για να αποκτήσουν κι αυτοί θέση στη βιτρίνα του,
να μεταπηδήσουν τάξη. Τώρα όμως όλοι μικροαστοί αναπαράγουν λεκτικά προοδευτικές ιδεολογίες αλλά ελάχιστοι
μπορούν να διανοηθούν να διακινδυνέψουν έστω και ένα μεροκάματο. Η μήπως όχι;
Η υπερψήφιση της εισήγησης
της ΟΛΜΕ από τις κατά τόπους ΕΛΜΕ θα
ανοίξει ένα νέο κύκλο αγώνων όπως όλες οι παρατάξεις εύχονται;
Προσμένουμε ίσως κάποιο θαύμα...
1 σχόλιο:
Με αφορμή τα καθέκαστα που διαρρέουν για την άκομψη κυβίστηση από τους συνδικα-ληστές διδακτικών ορών, θυμήθηκα ότι η κατηγορία αλλαντικών «πάριζα» είναι γνωστή για την υψηλή περιεκτικότητά της σε ζωικά λιπαρά κοντά στο ανώτατο όριο του κώδικα (~30%). Γνωστή και πρωτοπόρος ελληνική εταιρεία αλλαντικών διαθέτει κωδικούς «πάριζας» και με προσθήκη ελαιόλαδου για να ικανοποιήσει τις γευστικές και διατροφικές απαιτήσεις μεγαλύτερου εύρους καταναλωτών και να δώσει τη βέλτιστη δυνατή γεύση σε ένα προϊόν παρασκευασμένο με υποδεέστερες πρώτες ύλες, προκειμένου να κερδίσει μεγαλύτερα μερίδια αγοράς και να βελτιώσει την κερδοφορία της. Ουδέν μεμπτόν!
Τα υπόλοιπα είναι παλιά και γνωστά...
Δημοσίευση σχολίου