Τετάρτη 24 Αυγούστου 2011

ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΑΚΟΙ ΨΙΘΥΡΟΙ

      Ο νόμος 1268/82  για τα πανεπιστήμια ψηφίστηκε λίγο μετά την άνοδο στην εξουσία του ΠΑΣΟΚ, που, βλέποντας με την οπτική του σήμερα,  προσπαθούσε τότε να εκσυγχρονίσει  τον εγχώριο καπιταλισμό. Τριάντα χρόνια μετά  το ίδιο κόμμα, εξυπηρετώντας το ίδιο πολιτικοκοινωνικό σύστημα, που φαίνεται να παραπαίει, ψηφίζει νέο νόμο για τα πανεπιστήμια, αποδεικνύοντας τη σημασία των πολιτικών επιλογών  που γίνονται μεν σε επίπεδο πανεπιστημιακών δομών  αλλά τοποθετούνται σε μια στρατηγική υποστήριξης των δομών του καπιταλιστικού  συστήματος.
       Στη συζήτηση  για το νομοσχέδιο για την Ανώτατη Εκπαίδευση η  υπουργός Α. Διαμαντοπούλου, αναφέρθηκε απαξιωτικά  στο προηγούμενο μοντέλο οργάνωσης και διοίκησης  των ΑΕΙ λέγοντας  ότι τώρα «χάνεται το μοντέλο συνδιοίκησης που είχε εξαιρετικά δραματικά αποτελέσματα και έκανε κυρίαρχες ακραίες μειοψηφίες που λειτουργούσαν με απειλητικό τρόπο και οδηγούσε σε φαινόμενα αναξιοκρατίας και ανομίας στα πανεπιστήμια» ενώ συγχρονως  στράφηκε εναντίον  όσων αντιδρούν στις προωθούμενες αλλαγές λέγοντας ότι «Κατανοώ τη σύγκρουση γιατί το νομοσχέδιο είναι ανατρεπτικό. Ομως δεν μπορούμε να πάμε άλλο με μικρά βήματα. Οφείλουμε να απελευθερώσουμε τις μεγάλες υγιείς δυνάμεις του ελληνικού πανεπιστημίου. Και οφείλουμε να πάρουμε το κόστος. Πρέπει να συγκρουσθούμε με τις γενεσιουργές αιτίες του προβλήματος»
        Παρουσιάζει ενδιαφέρον η εμμονή των κυβερνητικών   από τη μια στη χρήση ιατρικών μεταφορών, που συνειρμικά μας συνδέει με μετεμφυλιοπολεμικές πολιτικές - οι υγιείς δυνάμεις του έθνους τότε, του πανεπιστημίου  τώρα- οι οποίες  επιστρατεύονται, για να δικαιολογήσουν  πολιτικές επιλογές και από την άλλη στην επίκληση της έννοιας  αξιοκρατία  για να δοθεί κύρος στις πολιτικές επιλογές τους.
      Συγχρόνως, είναι άξιο απορίας οι ουσιαστικά αναιμικές αντιδράσεις των πανεπιστημιακών, που αποφεύγουν να  δώσουν πολιτικό χαρακτήρα στις αντιδράσεις τους  και να αναδείξουν τον πυρήνα της φιλοσοφίας του νομοσχεδίου, συνδέοντάς το  μάλιστα  με τη οικονομικοκοινωνική  πραγματικότητα που φέρνουν  οι μεγάλες αλλαγές  των πολλαπλών μνημονίων. Δεν συνδέουν με ένταση την αμφισβήτηση για την ορθότητα του νομοσχεδίου  με την αμφισβήτηση της συνολικής πολιτικής της κυβέρνησης. Να παίζει ρόλο σ’  αυτό το γεγονός ότι το πανεπιστήμιο έχει γίνει εκτροφείο πολιτικών  που τροφοδοτεί χρόνια τώρα με νέο αίμα το πολιτικό σύστημα, προσδίδοντάς του κύρος;
      Η κυβέρνηση   δείχνοντας να μη  φοβάται ιδιαίτερα τις αντιδράσεις  από τους φοιτητές η γενικά από την πανεπιστημιακή κοινότητα, που ζώντας μέχρι τώρα σε συνθήκες ευμάρειας και με πολιτική δράση φορτωμένη περισσότερο με ρητορική και φορμαλισμό δεν αισθάνθηκε ποτέ  την ανάγκη να υπερασπιστεί έμπρακτα κάποιες ουσιαστικές αξίες, αλλάζει τον νόμο επιβάλλοντας νέους  κανόνες  λειτουργίας του πανεπιστημίου.  Ο νόμος Διαμαντοπούλου έρχεται να το  βάλει  σε μια νέα τάξη, να προσαρμοστεί στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται, για να το κάνει ένα απολύτως ελεγχόμενο πιόνι στην σκακιέρα του συστήματος. Οι αντιδράσεις των πανεπιστημιακών εστιάζονται περισσότερο στον τρόπο εκλογής των πρυτάνεων, δίνοντας την εντύπωση ότι ενδιαφέρονται  μυωπικά για τα άμεσα συμφέροντά τους και ότι αρνούνται να συνταχτούν με τη μεγάλη πλειοψηφία ενός λαού που ψάχνει, σχεδόν τυφλός,  οδό διαφυγής από τη φυλακή των μνημονίων.
       Η υπουργός πάλι, εκμεταλλεύεται  τη βασική αιχμή της κριτικής,  που  αφορά την επιλογή  των λιγότερο ικανών, το επαπειλούμενο  ρουσφετολογικό όργιο από το θανάσιμο εναγκαλισμό του πανεπιστημίου  από τα κόμματα, για να υπερασπιστεί το νομοσχέδιό της.
     Η αξιοκρατία, που είναι   ένα από τα στηρίγματα της αστικής ιδεολογίας, επιτρέπει την ρητορική για εξορία της πολιτικής ακόμα κι από πεδία αμιγώς πολιτικά και προμηθεύει τα πιο πειστικά επιχειρήματα,  για να καλύπτεται η αυθαιρεσία σε καθαρά πολιτικές επιλογές. Στην περίπτωση μάλιστα του συγκεκριμένου νομοσχεδίου η αξιοκρατία σχεδόν ταυτίζεται με την άκριτη αποδοχή της έξωθεν καλής μαρτυρίας. Αφού προηγήθηκε η  διόγκωση της όποιας παθογένειας των πανεπιστήμιων, ακολούθησε η απαξίωση τους, με λογικό επακόλουθο την αναμονή  και πάλι από την Εσπερία της σωτηρία μας, και μάλιστα με νόμο.
      Και  στον καιρό της δικτατορίας και  στα χρόνια του μνημονίου οι πανεπιστημιακοί δάσκαλοι, στην πλειοψηφία τους, αποκαλύπτεται ότι δεν αποδέχονται μόνο  να είναι  οι υπερασπιστές  του συστήματος, αλλά κάποιες φορές και υπηρέτες του, υποτάσσοντας άμεσα  κι απροκάλυπτα κι αυτόν τον τομέα της κοινωνικής ζωής, που καμαρώνουν για  την δήθεν αυτονομία του,  στις ανάγκες του συστήματος. Συνεχώς γίνεται αναφορά στην ακαδημαϊκή ελευθερία, αλλά  στις δύσκολες περιστάσεις το πανεπιστήμιο αποκαλύπτει το ρόλο του, σαν ένας μηχανισμός ιδεολογικής και πολιτικής χειραγώγησης, που θέλει να εμπνέει την εξάρτηση και την υποταγή στην εξουσία, τις ανταγωνιστικές σχέσεις, το σπάσιμο κάθε συλλογικότητας.
       Είναι επιλογή  της πανεπιστημιακής κοινότητας, σε συλλογικό επίπεδο πάντα,  να μην ορθώσει έναν αυτόνομο λόγο, να μη συγκρουστεί  με την άρχουσα τάξη, να μη προτείνει τις δικές της λύσεις στο οικονομικό, κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, να μη πρωτοστατήσει στη δημιουργία ενός υποκειμένου ικανού να συγκρουστεί πολιτικά με τις δυνάμεις του καπιταλισμού, να μη συμπορευτεί με τις λαϊκές δυνάμεις , γιατί πιστεύει   ότι αποτελεί… την άρχουσα τάξη
      Θα πρέπει  βέβαια να αναγνωριστεί ότι   η θέση εκείνων  των πανεπιστημιακών και όχι μόνο,  που θα δείξουν μια ικανότητα πραγματικής αντίστασης θα είναι δύσκολη και θα μπουν σε αποφασιστική δοκιμασία στο αμέσως επόμενο διάστημα.

Δεν υπάρχουν σχόλια: