Σάββατο 5 Απριλίου 2014

ΣΥΝΟΜΙΛΙΕΣ



     Μέσα σ’ ένα κλίμα όπου πνευματική  στάση, ατομικό ήθος, συλλογική  δράση  θεωρούνται ότι δεν μπλέκονται αξεδιάλυτα και ότι η επιλογή του δρόμου της αδιαφορίας για τα κοινά μπορεί και να είναι ένδειξη ανεξάρτητου πνεύματος φυσικό είναι να μην αντιλαμβανόμαστε την ασφυκτική ατμόσφαιρα, τον περιορισμένο χώρο όπου όλα κινούνται, την μούχλα που αναδύεται και καλύπτει την πολιτική ζωή της χώρας. Εντυπώσεις, συναισθήματα, ψυχικές καταστάσεις, ιδέες, απόψεις, κοσμοθεωρίες συνάπτονται με το πολιτικό  περιβάλλον, το οικονομικό σύστημα, τον τρόπο ζωής μας. Η βασική κοσμοθεωρητική στάση και η προοπτική έχει καθοριστική σημασία, γιατί αυτή λειτουργεί ως γενική αρχή επιλογής και καθορίζει τι είδους τάξη θα βάλουμε στο χάος των κοινωνικοπολιτικών γεγονότων, εκείνη είναι που επιτρέπει ή εμποδίζει να ξεχωρίσουμε  το κύριο και ουσιαστικό, να  αναγνωρίζουμε τις κοινωνικές ιδιότητες, τους προσδιορισμούς και τις κοινωνικές σχέσεις των ανθρώπων.
               Κι είναι ακριβώς  αυτή η κοσμοθεωρητική στάση της κυρίαρχης τάξης που διαμόρφωσε χρόνια τώρα τις συνειδήσεις των υποτελών τάξεων και γι’  αυτό αυτές  αδυνατούν, σε ένα μεγάλο ποσοστό, να διαχωρίσουν τα συμφέροντά τους από αυτά της κυρίαρχης τάξης. Η οποία δια στόματος πρωθυπουργού μας διαβεβαιώνει  ότι «Η χώρα κάνει τεράστιο βήμα μπροστά, βγαίνει από την κρίση»  και η πλειοψηφία των μικροαστών είναι έτοιμη  να το πιστέψει. Κι όταν βγαίνει στην επιφάνεια το  επεισόδιο με τη βιντεοσκοπημένη συνομιλία Π. Μπαλτάκου και Η. Κασιδιάρη που απειλεί να βάλει τρικλοποδιά σ’ αυτό το τεράστιο βήμα, ο πρωθυπουργός εμφανίζεται αποστασιοποιημένος και αποφασιστικός  να δηλώνει ότι δεν θα το επιτρέψει, αυτοανακηρυσσόμενος ο σφοδρότερος πολέμιος της Χρυσής Αυγής. Πολιτικάντικοι  τακτικοί ελιγμοί με αφελείς ισχυρισμούς περί άγνοιας για ευεπίφορους σε παγιδεύσεις καταναλωτές του κυρίαρχου λόγου. Η πολιτική συνεχίζει να αναπαράγεται με εκείνους τους ίδιους ιδεολογικούς όρους που περιβάλλουν με αδιαμφισβήτητο κύρος θεσμούς  που θεωρούνται υπερταξικοί,  πρόσωπα που προβάλλονται σαν υπηρέτες ενός νεφελώδους δημόσιου συμφέροντος. Κι ενώ οι συνθήκες των χρόνων αυτών των μνημονίων δημιούργησαν προϋποθέσεις ασφυξίας σχεδόν σε όλα τα κοινωνικά στρώματα, εκτός αυτών που ανήκουν στην κυρίαρχη τάξη, μοιάζει να μην βοήθησαν στη διαμόρφωση πολιτικής συνείδησης σ’ αυτά στρώματα.
¨Ηδη την τελευταία εικοσιπενταετία αφού κατάφερε η Νέα Δημοκρατία να προβεί  σε πολιτική κάθαρση και ιδεολογική επανοριοθέτηση του όρου Δεξιά με τη χρήση επιθέτων φιλελεύθερη, λαϊκή, κεντρώα κλπ. ξανάγινε πόλος έλξης ευρέων λαϊκών στρωμάτων την τελευταία δεκαετία και συνεχίζει να είναι.   Γιατί στην τελική, η Δεξιά δεν θα  ήταν και ποτέ απεχθής για την ιδεολογία που ισχυριζόταν ότι πρέσβευε σε μεγάλα τμήματα του πληθυσμού αν δεν είχε ταυτιστεί  με τις πρακτικές της επταετούς  δικτατορίας. Οι κύριοι άξονες της ιδεολογίας που διακήρυττε ήταν η εθνικιστική διάσταση, στηριγμένη σε μια επινοημένη παράδοση, και από την άλλη η κοινωνική, στηριγμένη στον φιλελευθερισμό που αποδέχεται έναν ανταγωνισμό όπου ισχύουν οι νόμοι του Δαρβίνου. Στο παιχνίδι του δικομματισμού με το ΠΑΣΟΚ  εξυπηρετούσε, συμπληρωματικά προς αυτό, τις απαιτήσεις του κεφαλαίου, με ιδεολογική επικάλυψη τις παραδοσιακές αξίες έθνους, θρησκείας, οικογένειας κλπ. Μόνο που στις μέρες μας  η παγκοσμιοποίηση του κεφαλαίου δεν έχει ανάγκη από το έθνος για την εξυπηρέτηση των συμφερόντων του και τα ΜΜΕ χειραγωγούν ίσως και αποτελεσματικότερα από την εκκλησία  τις μάζες. Έτσι οι συντηρητικές παρατάξεις  με την έμφαση στην εθνικιστική ή θρησκευτική διάσταση έρχονταν αρωγοί στον  εγκλωβισμό των υποτελών τάξεων μόνο όταν οι σοσιαλδημοκρατικές  παρατάξεις  εξαιτίας της κρίσης δεν μπορούν πια να εκσυγχρονίσουν η να επεκτείνουν δικαιώματα έτι περαιτέρω εξασφαλίζοντας τη συναίνεση των υποτελών τάξεων, χωρίς να συγκρουστούν με το κεφάλαιο.
Απαιτείται λοιπόν προσαρμογή της πολιτικής πρακτικής που υποβαθμίζει τη ποιότητα ζωής των εργαζομένων και γι’ αυτό απαιτείται μια πειστική ιδεολογική αιτιολογία. Με εξαντλημένη την ιδεολογική φαρέτρα της σοσιαλδημοκρατίας η παλιά επίκληση στη σωτηρία της χώρας μοιάζει για την πιο πειστική, μαζί με όλα τα  συναφή ιδεολογήματα, που ισχυρίζεται πως υπερασπίζεται η Νέα Δημοκρατία. Μόνο που  η ένδεια  του δημοκρατικού κράτους μοιάζει να ωθεί την χώρα και τους πολίτες της  στην παρακμή και την ταπείνωση. Κι έτσι ριζώνει ο φασισμός. Ξεχωρίζοντας όμως  το φασισμό μόνο από τα εξωτερικά του στοιχεία, όπως κατά κόρον γίνεται από τα ΜΜΕ,  δεν αναγνωρίζουμε το ρόλο του και ρίζωμά του  στο πολιτικό σύστημα και ναρκωνόμαστε με διαβεβαιώσεις για αντιμετώπισή του απ’  αυτούς που τον εκτρέφουν και χρησιμοποιούν.  Στον τρόπο μάλιστα  υποβάθμισης  του συγκεκριμένου επεισοδίου με τον Π. Μπαλτάκο από το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα και στην  υπόσχεση για  επιτυχία της χώρας στην έξοδο στις αγορές θ’ αναζητήσουμε κάποιες από τις  μεθοδεύσεις  που χρησιμοποιούνται  κι αποκαλύπτουν τη  συγγένεια με φασιστικές πρακτικές. Κι επειδή εμείς έχουμε στο μυαλό μας συνδεδεμένο το φασισμό με ωμές εικόνες, που η Χρυσή Αυγή επιβεβαίωσε, μοιάζει να μην είναι αναποτελεσματική η προσπάθεια που γίνεται να αποστασιοποιηθεί ο Α. Σαμαράς από τις πρωτοβουλίες του συνεργάτη του, που σημαίνει το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα. 
Οι κρυφές συνομιλίες με τη Χρυσή Αυγή του   Π. Μπαλτάκο  έχουν  τη σημασία τους, γιατί  δείχνουν πως ο δρόμος για την κυριαρχία του φασισμού περνά μέσα από την κυρίαρχη τάξη και απλώνεται σε τομείς της κοινωνικής, οικονομικής  και πολιτικής ηγεσίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: