Μετά την ανάπτυξη που όλοι
αναζητούν και οι κυβερνώντες ισχυρίζονται ότι την συνάντησαν ήδη, το ΣτΕ συμμετέχει κι αυτό με τις δικές
του δυνάμεις για να ενισχύσει την αισιοδοξία μας με την απόφασή του για τις μειώσεις
μισθών των ένστολων. Λαμπρό δικαστικό
πεδίο διεκδικήσεων ανοίγεται και για άλλους κλάδους ειδικών μισθολογίων που
αδυνατούν να παραδεχτούν ότι η καπιταλιστική αναδιάρθρωση πιθανόν δεν τους έχει
και ιδιαίτερη ανάγκη κι απλώς τους επιτρέπει να ελπίζουν, αυτούς και άλλους τόσους.
Κι έτσι στην Ελλάδα των μνημονίων η αντίδραση και η
διαμαρτυρία δίνεται η εντύπωση ότι γίνεται όλο και περισσότερο μια υπόθεση μετρημένων
ανθρώπων, στην καλύτερη περίπτωση κάθε φορά κάποιου κλάδου εργαζομένων που τα
τελευταία κυβερνητικά μέτρα πλήττει περισσότερο, με τους ίδιους μηχανισμούς που χρησιμοποιούνται
για την καπιταλιστική επίθεση.
Και μοιάζει
όλο και περισσότερο οι διαδηλώσεις και οι απεργίες να γίνονται σε μια ατμόσφαιρα σχεδόν παγερή, θα
νόμιζε κανείς και αδιάφορη, αλλά βέβαια πάντα στο βάθος αντιμνημονιακή που βγαίνει όμως από
ανάλυση σχεδόν ψυχαναλυτική. Σαν η αντίσταση να βρίσκεται στο υποσυνείδητό μας
και όλος ο αγώνας είναι να ανέβει στο συνειδητό. Και γίνεται λόγος για
αντίσταση που να μη μπαίνει στα γνωστά μοντέλα της αγωνιστικής κινητοποίησης, της
διαδήλωσης, απεργίας κλπ. Σαν να αρκεί μια στάση και ήθος, άσχετα από τις πολιτικές
τοποθετήσεις μας, που να αντιστέκονται στη χυδαιότητα της πολιτικής
ζωής ή προσφυγή στη συνδρομή διαφόρων θεσμών. Αγνοώντας την αιτία της κατάστασης
που βιώνουμε η διαμαρτυρία μας δεν είναι
στο ύψος του δράματος που συμμετέχουμε,
με τα ΜΜΕ να προσφέρουν τεράστιες δόσεις
αναισθητικού.
Συγχρόνως το
κυρίαρχο σύστημα νοθεύει, πλαστογραφεί, καπηλεύεται και διαστρέφει ιδέες που την ίδια ώρα πολύ κραυγαλέα τις διαφημίζει.
Διακηρύττουν λοιπόν οι κυβερνώντες ότι το
δίκιο του καθένας μπορεί να το διεκδικήσει και επειδή αυτοί σέβονται τους νόμους και γι’ αυτό θα γίνει
σεβαστή η απόφαση του ΣτΕ για τους ένστολους. Άλλο θέμα είναι βέβαια ότι αναζητούνται
τα ισοδύναμα.
Ποτέ δεν
παραδέχεται το κυρίαρχο σύστημα ότι στρέφεται
εναντίον της δημοκρατίας, ποτέ ότι καταργεί εργασιακά δικαιώματα, ποτέ ότι αρνείται κοινωνική δικαιοσύνη, ποτέ ότι περιορίζει πολιτικά δικαιώματα, απλώς προχωρά
σε διαρθρωτικές αλλαγές για την εξυγίανση της οικονομίας. Γιατί βέβαια δεν χρειάζεται
να χτυπιέται κατευθείαν ούτε η ιδέα της ελευθερίας ούτε της δικαιοσύνης ούτε της
δημοκρατίας ούτε οποιασδήποτε άλλης που το κυρίαρχο σύστημα υποστηρίζει ότι
υπερασπίζεται κι έτσι μ’ αυτόν τον τρόπο ο αντίπαλος να μην αναγνωρίζεται. Ίσως θα μπορούσε κανείς να αντισταθεί κάπως, να
αμυνθεί, εφόσον θα είχε απέναντί του τον αντίπαλο. Πώς θα μπορούσε όμως όταν
αυτός ο αντίπαλος μιλά την ίδια γλώσσα μ’ αυτόν, μιμούμενος θαυμάσια τη δική
του άρθρωση; Γίνεται λοιπόν αναφορά στην εξυγίανση της οικονομίας και οι
εργαζόμενοι νομίζουν ότι αφορά το δικό τους βιοτικό επίπεδο και όχι την αύξηση της κερδοφορίας της κυρίαρχης τάξης.
Η κυρίαρχη
ιδεολογία εισβάλλει από παντού στη
συνείδησή μας.
Όλοι
επικαλούνται τη δημοκρατία και το Σύνταγμα και όμως εφαρμόζοντας νόμους της
δημοκρατίας και αυτό το Σύνταγμα η εκάστοτε κυβέρνηση θα μπορούσε όποτε το
θεωρήσει αναγκαίο να επιβάλει τα
αντιδραστικότερα μέτρα, να επικυρώσει τα φοβερότερα διατάγματα, όπως εν μέρει
το έχει κάνει μέχρι τώρα. Θα μπορούσε να
μαντρώσει ολόκληρο το λαό και να τον κακοποιήσει.
Όταν
τα πράγματα παρουσιάζονται μονοσήμαντα ποια θέση κανείς θα πάρει είναι πιο
εύκολο. Η όποια αντίσταση γίνεται πιο
περίπλοκη όταν παραμεριστεί η αυτονόητη
διαχωριστική γραμμή του άσπρου και του μαύρου, καπιταλιστές εργατική
τάξη, και αρχίσουν οι διακρίσεις, οι αποχρώσεις και οι αντιφάσεις. Τότε οι
προθέσεις περιβάλλονται με ερωτηματικά, διάφορες
σκοπιμότητες παίρνουν το προβάδισμα,
άλλοι συμβιβασμοί γίνονται παραδεκτοί συνήθως μετά υστεροβουλίας. Κι ενώ η εποχή της απροκάλυπτης δίωξης, του αποκλεισμού ή της σιωπής έχουν παρέλθει, οι επιφάσεις της δημοκρατίας και της ελευθερίας καταλήγουν
να είναι χειρότερες από τις ομολογίες
μιας δικτατορίας. Η σημερινή
κατάσταση, επικυρώνοντας την επιβίωση σαν παραχώρηση μιας εξουσίας ευαίσθητης
σε παρακλήσεις όλο και περισσότερο μοιάζει μιας δικτατορίας, τουλάχιστον στον
αυταρχισμό, στις σκοπιμότητες ακόμα και στο λαϊκισμό της.
Κι ενώ βιώνουμε τις κρίσεις και αντινομίες του
καπιταλισμού που καταστρέφουν τη ζωή μας αρνούμαστε σ’ ένα μεγάλο ποσοστό ν’
αναγνωρίσουμε τους μηχανισμούς του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής και των
συνεπειών τους, αρνούμαστε να δεχτούμε την ταξική πάλη. Κι έτσι κάθε φορά το
πολύ πολύ να επιλέγουμε συμμετοχή μας σε αυτές τις διαμαρτυρίες που θεωρούμε σημαντικότερες ανάλογα με τις ανάγκες μας και κυρίως το επίπεδο της ταξικής
μας συνείδησης.
Κι ενώ καθένας, κάθε κλάδος εργαζομένων βιώνει τις συνέπειες της καπιταλιστικής επίθεσης
μοιάζει να είναι αδύνατη η συνειδητοποίηση του συνόλου των αντιθέσεων, η σύνδεση του ειδικού με το
γενικό, η συνειδητοποίηση των ταξικών διαφορών. Κι είναι εδώ που το κομμουνιστικό κόμμα με την
παρουσία του, με τη δική του γενική άποψη και θεωρητικό εξοπλισμό μέσα σ’ όλες τις
επιμέρους διαμαρτυρίες και δραστηριότητες μπορεί να συνενώσει και να οργανώσει την εργατική τάξη εξασφαλίζοντας την ενότητα στόχων και δράσης.
Και είναι αυτό που φοβάται η κυρίαρχη εξουσία που χρησιμοποιώντας όλα τα μέσα, προς το
παρόν στα όρια ακόμα της αστικής δημοκρατίας, προσπαθεί να αποτρέψει.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου