Κυριακή 27 Οκτωβρίου 2013

ΠΑΡΑΛΛΗΛΟΙ ΛΟΓΟΙ



       Στο μήνυμα του για την επέτειο της 28ης Οκτωβρίου  ὁ υπουργός  Ενόπλων Δυνάμεων Δ. Αβραμόπουλος ανάμεσα στα άλλα επιμένει κι αυτός, όπως διαχρονικά και όλοι οι επίσημοι φορείς τέτοιες μέρες,  να τονίζει την  ηθική ανωτερότητα του ελληνικού λαού και την  εθνική ομοψυχία.
   «(…)Στη μακραίωνη και ένδοξη ιστορία μας, ξεχωριστή θέση κατέχει η 28η Οκτωβρίου 1940 και γι’ αυτό την εορτάζουμε με υπερηφάνεια και εθνική ομοψυχία.Το "ΟΧΙ" του 1940 ενσαρκώνει τη διαχρονική πίστη του λαού μας στο ιδανικό της ελευθερίας και στην ανώτερη αξία της αξιοπρέπειας.Η μικρή σε αριθμούς Ελλάδα, αλλά μεγάλη σε αξίες, για άλλη μια φορά, ύψωσε το ανάστημά της, στάθηκε όρθια ενάντια στον φασισμό, στη βαρβαρότητα και στην αλαζονεία.(…).Η Ελλάδα και πάλι με συνέπεια, πείσμα και επιμονή σταδιακά αλλά σταθερά τα καταφέρνει, επιστρατεύοντας όλες τις εθνικές δημιουργικές της δυνάμεις και με σύνεση, τόλμη, αυτογνωσία και αποφασιστικότητα, θα ανοίξει και πάλι το δρόμο της ανάπτυξης, της προόδου και της προοπτικής ...»
        Σαράντα πέντε χρόνια πριν, σε ένα άλλο μήνυμα για την ίδια επέτειο προσπαθεί να βρει κανείς και άλλες διαφορές εκτός από τις γλωσσικές.
«…Η ανάμνησις της ιστορικής εκείνης  ημέρας πληροί όλους με δικαίαν υπερηφάνειαν. Διότι απηντήσαμεν τότε εις το προσκλητήριον της Ιστορίας κατά τρόπον σύμμορφον προς τα ενδοξοτέρας παραδόσεις  του Εθνους μας και διότι δια της ηρωικής αντιστάσεως  μας προσεφέραμεν ανεκτίμητον υπηρεσίαν εις την υπόθεσιν της ελευθερίας. Η ηθική  αυτή νίκη  της Ελλάδος, η κοσμοϊστορικής σημασίας, υπήρξεν καρπός  της ενότητος  του λαού της, η οποία πάντοτε απεδείχθη πηγή αστειρεύτου δυνάμεως. Η επανάστασις της 21ης Απριλίου εδημιούργησε, όπως απέδειξεν το πρόσφατον Δημοψήφισμα-τας προϋποθέσεις παρομοίας ενότητος, εξ ίσου απαραιτήτου και δια τα έργα της ειρήνης. Δυνάμεθα, λοιπόν τώρα οι Πανέλληνες να ατενίζωμεν το μέλλον με αυτοπεποίθησιν και αισιοδοξίαν: Η Ελλάς οργανούται εις ένα κράτος σύγχρονον και δημοκρατικόν, το οποίον θα εξασφαλίση προκοπήν εις το Εθνος  και ευημερίαν εις τους πολίτας του.»
           Δυο μηνύματα για την ίδια επέτειο που τα χωρίζει χρονικά σχεδόν μισός αιώνας και υποτίθεται πολιτικά μια άβυσσος. Ο λόγος ενός δικτάτορα  και ο λόγος ενός δημοκρατικά  εκλεγμένου εκπροσώπου των πολιτών βρίσκουν ότι αν οι επέτειοι έχουν κάτι να μας διδάξουν και να μας παραδειγματίσουν με το συγκινησιακό φορτίο που κουβαλούν είναι η δικαίωση των επιλογών της εξουσίας (τώρα η εφαρμογή «μνημονίων» τότε η επιβολή της δικτατορίας) που και στις δυο περιπτώσεις εξασφαλίζουν την πρόοδο ή προκοπή.  
          Το παρελθόν ερμηνεύεται (ή παρερμηνεύεται;) κάτω από το πρίσμα  του παρόντος. Ξανά και ξανά μια επέτειος καλείται να αποδείξει επίκαιρο το θεώρημα της εθνικής ενότητας,  να δικαιολογήσει πολιτικές ενέργειες νομιμοποιώντας θέσεις, αποφάσεις και ιδεολογίες. Οι θέσεις που εκφράζονται σ’ αυτά τα μηνύματα  είναι στενά συνδεδεμένες  με την ιδέα της εθνικής ενότητας και πολιτισμικής ταυτότητας των οποίων οποιαδήποτε ρήξη δεν μπορεί παρά να θεωρηθεί σαν κάτι αρνητικό και παθολογικό, εκτροχιασμός από τα υψηλά πεπρωμένα  και απόδειξη βαθύτατης κρίσης και παρακμής.
           Στο μήνυμα του Αβραμόπουλου «η ελλάδα … θα ανοίξει το δρόμο της ανάπτυξης» με την πολιτική που ασκείται, των αλλεπάλληλων μνημονίων που εξαθλιώνουν το σύνολο των εργαζομένων, ενώ στο μήνυμα του Παπαδόπουλου «Η ελλάδα… θα εξασφαλίσει προκοπήν…» με τη δικτατορία που φυλάκιζε, εξόριζε, βασάνιζε.
          Κι αν στο μήνυμα του Παπαδόπουλου η επίκληση της εθνικής ενότητας μοιάζει να είναι απότοκος του ιδεολογήματος «Πατρίς, Θρησκεία, Οικογένεια» στο μήνυμα του Αβραμόπουλου μάλλον  δείχνει την ιδεολογική στειρότητα  ενός κατεστημένου που δεν πρόλαβε να ανανεώσει τα ιδεολογήματά του, αλλά συνεχίζει να έχει τον ίδιο στόχο όπως τότε και τώρα. Αποφυγή της ρήξης  και της σύγκρουσης  στο πολιτικό και κοινωνικό πεδίο που θα μπορούσε να συσπειρώσει κοινωνικές δυνάμεις εναντίον ενός συστήματος που ισοπεδώνει τις υποτελείς τάξεις.
           Γιατί και στα χρόνια της κατοχής και της αντίστασης  η εθνική ενότητα δεν στάθηκε ικανή να περιορίσει την έκρηξη των αντιθέσεων που είχαν συσσωρευθεί στην ελληνική κοινωνία ήδη από τον μεσοπόλεμο. Αντιθέσεις ταξικές,  κοινωνικές και πολιτικές, αλλά  και ιδεολογικές προσδοκίες, ξέσπασαν ανοιχτά  όταν ο καιροσκοπισμός της αστικής ηγεσίας διάλεξε τη λύση της αναμονής και αποχής από τον αγώνα και η άρχουσα τάξη δεν αρνήθηκε τη γερμανική σύμπραξη, διαπιστώνοντας ότι ο κυριότερος κίνδυνος ήταν οι κομμουνιστές.
           Το ερμηνευτικό βέβαια σχήμα που υιοθετήθηκε από τη μεταπολιτευτική περίοδο προσέδωσε στην αντίσταση χαρακτήρα μόνο εθνικό και  αφαίρεσε τις πολιτικές και κοινωνικές διαστάσεις της, ό,τι δηλ. θα μπορούσε να υπονομεύσει την μεταπολιτευτική συμφιλίωση, προϋπόθεση  για τη συναίνεση, σε μεγάλο βαθμό,   των υποτελών τάξεων όλων των χρόνων μέχρι το μνημόνιο.
         Τελικά καταλήξαμε όλα αυτά τα χρόνια της μεταπολίτευσης να διαμορφωθούμε  μέσα από τη φανταστική μας ιστορία που στο όνομα της συμφιλίωσης ισοπέδωσε ιδεολογίες και εκμηδένισε αντιστάσεις.
         Και κάπως έτσι χάσαμε πάλι  την ιστορία μας. Κάπως έτσι καταλήγουμε να ακούμε από τους κυβερνώντες  τους ίδιους χοντροκομμένους μύθους και, το χειρότερο, να υψώνονται πάλι σημαίες εθνικοφροσύνης όταν πια πιστεύαμε πως αυτή η ιδεολογία με  τις αποτρόπαιες πρακτικές  της, με αποκορύφωμα στη δικτατορία, είχε χρεωκοπήσει.

Δεν υπάρχουν σχόλια: