Κείμενο για ανασυγκρότηση της Κεντροαριστεράς υπογράφουν 58
προσωπικότητες, τριάντα δύο βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας καταθέτουν ερώτηση – παραίνεση
προς τον Παντελή Καψή για να βάλει τέλος στις καταλήψεις του Ραδιομεγάρου και
των εγκαταστάσεων της Δημοσίας Τηλεόρασης ώστε να επιστρέψουν ξανά στο Δημόσιο,
στα κανάλια οι δημοσιογράφοι βεβαιώνουν την έντονη δυσφορία, μιλώντας και για
θυμό, που επικρατεί στο Μέγαρο Μαξίμου για την
αδιάλλακτη στάση της τρόικας που ζητά νέα μέτρα 2 δισεκατομμυρίων ευρώ, ο
αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης Α. Τσίπρας κάνει διάκριση ανάμεσα στη
δανειακή σύμβαση, που όταν θα σχηματίσει
κυβέρνηση θα γίνει αντικείμενο επαναδιαπραγμάτευσης, και μνημονίου που από την επόμενη
μέρα θα πάψει να ισχύει, οι έρευνες της ΕΛΑΣ οδηγούν στον επιχειρηματία Α.
Πάλλη αναζητώντας και συνδέσεις με τη Χρυσή Αυγή.
Εκφάνσεις του πολιτικού συστήματος που μέσα στην οξύτητα της οικονομικής κρίσης και
με το φόβο μήπως οι κοινωνικές αντιφάσεις
πυροδοτήσουν ολοκληρωτική απορρύθμιση του αναζητά ανανέωση της στρατηγικής
του για τη διάσωσή του. Όλες αυτές και άλλες δράσεις στο κυρίαρχο πολιτικό
σκηνικό περιέχουν ρητά ή σιωπηρά στρατηγικού τύπου επιλογές και εκτιμήσεις για τη διαδικασία εδραίωσης του
κοινωνικοπολιτικού συστήματος στο νέο οικονομικό περιβάλλον. Οι αντιλήψεις που διατυπώθηκαν από τους κυβερνώντες για το
φασισμό, για την ανάγκη καταπολέμησης της βίας και εφαρμογής της νομιμότητας
ακόμα και για την ένταση της δυσφορίας στις
απαιτήσεις των «δανειστών» δεν θεμελιώνονται αποκλειστικά στα επίκαιρα
κομματικά τους συμφέροντα, αλλά συγκροτούν μια οργανωμένη προσπάθεια να τεθούν νέοι όροι
για τη λειτουργία των θεσμών.
Ενώ λοιπόν φαίνεται,
εκ πρώτης όψεως, να
υποστηρίζονται οι πολιτικοί θεσμοί και
ρόλοι όπως παγιώθηκαν μεταπολιτευτικά, στην πραγματικότητα πριονίζονται
μεθοδευμένα. Η προσπάθεια να επιτευχθεί ευρύτατη συναίνεση στη Βουλή για τη
διακοπή χρηματοδότησης της Χ.Α με τροπολογία
που προβλέπει ότι θα αφορά στις περιπτώσεις εγκληματικής οργάνωσης και τρομοκρατίας δεν έχει σχέση
με τεχνικού χαρακτήρα ζητήματα όπως παρουσιάζεται, αλλά εντάσσεται στην οργανωμένη προσπάθεια για συγκρότηση και κυρίως αποδοχή μιας νέας αντίληψης για το
ρόλο της νομοθετικής, δικαστικής και εκτελεστικής εξουσίας και τις αντίστοιχες
πρακτικές που οδηγούν στη διαρκή υποβάθμιση των
θεσμών της αστικής δημοκρατίας, για να μην είναι αδύναμη στην
εξυπηρέτηση των συμφερόντων της κυρίαρχης
τάξης.
Η έννοια της βίας ξανά κατέχει κεντρική
θέση στις πολιτικές συζητήσεις, εφόσον κάθε φορά που χρειάζεται να
επανατοποθετηθούν νέοι όροι στην πολιτική ζωή της χώρας γίνεται και καινούργια
επαναδιαπραγμάτευση για τα επιτρεπόμενα ποσοστά βίας σε κάθε πλευρά, δηλ. ανάμεσα στην κρατική εξουσία και στις
υποτελείς τάξεις. Μόνο που τα τελευταία χρόνια είναι τόσο στριμωγμένες στη
γωνία οι υποτελείς τάξεις που και με τον
πιο απλό εκβιασμό δείχνει να αποδέχονται τους καινούργιους όρους ύπαρξής τους
στο καθεστώς. ¨Ολη αυτή η όψιμη
αποκήρυξη και δίωξη της Χρυσής Αυγής χρησιμοποιείται σαν το κυριότερο
διαπραγματευτικό χαρτί της κυρίαρχης
εξουσίας που μπορεί πια να επικαλείται τη δημοκρατική της ευαισθησία σε κάθε διασταλτική
εφαρμογή των αποφάσεων που θα παρθούν τώρα με την ευκαιρία δίωξης της Χρυσής
Αυγής. Η Α. Παπαρήγα το επεσήμανε στη Βουλή ότι η κυβέρνηση αποβλέπει
στο «να εξισώσει την κρατική βία και καταστολή ακόμα και τη ναζιστική αντίληψη
και πρακτική με την ταξική πάλη, την κινητοποίηση, την κατάληψη, την κοινωνική
επανάσταση».
Με
την καταδίκη κάθε κίνησης που δεν χρησιμοποιεί ήπιο τρόπο απαντώντας στον
αυταρχισμό του κράτους και την απόσυρση του λαϊκού κινήματος από τη «διαπραγμάτευση»
στη χρήση βίας μεταξύ εξουσίας και
υποτελών τάξεων δεν επιτυγχάνεται, ιδιαίτερα σε συγκυρίες σαν αυτές που ζούμε, η επέκταση του ειρηνικού τρόπου αντίδρασης
αλλά αφήνεται ελεύθερο το πεδίο ώστε να αναλάβουν εργολαβικά την υπεράσπιση
δήθεν της κοινωνίας οι άγνωστοι ταυτότητας κουκουλοφόροι που θα
επανατροφοδοτήσουν με τη σειρά τους τον κρατικό αυταρχισμό σε ένα αέναο φαύλο
κύκλο με ένα στόχο, την καταστολή των
αγωνιστικών κινητοποιήσεων.
Η
καταστολή, εκσυγχρονισμένη, ήταν πάντα παρούσα, κι όχι περιστασιακά, όλα τα
χρόνια της ευημερίας, αναγόταν κυρίως σε πολυεπίπεδη δυναμική αποσιώπησης, που εκτεινόταν πέρα από συνθήκες διαβίωσης ή
εργασίας εκείνων που το καπιταλιστικό όνειρο δεν άγγιξε, και αλλοίωσης του περιεχομένου των κοινωνικών αγώνων, που συντέλεσε
στην παρούσα σιωπή μας και παθητικότητά μας.
Η συναίνεση που εξασφαλιζόταν πολλαπλασίαζε
τις αφομοιωτικές δυνατότητες του
συστήματος. Σε τέτοιο σημείο μάλιστα που
ακόμα και τώρα να θέλουμε να πιστεύουμε ότι αρκεί η δήλωση για λήξη ισχύος του
μνημονίου ή επιθυμίας για επαναδιαπραγμάτευση για να λειτουργήσει η μηχανή του
χρόνου που θα μας φέρει πίσω τέσσερα ή πέντε χρόνια, ενώ θα παρακολουθούμε τις εξελίξεις
από την τηλεόραση ή το πολύ πολύ να βγούμε σε κάποια πλατεία τραγουδώντας, ή να συνεχίζουν να έχουν
ακροατήριο «προσωπικότητες» που νομιμοποιούν την προώθηση αστικών αντιδραστικών
λύσεων επειδή δηλώνουν …αριστεροί.
Και βέβαια στα πλαίσια της καταστολής αγωνιστικών δράσεων με κάθε μέσο επιστρατεύεται
και η τρομοκρατία που «δεν έχει πεθάνει» γιατί «Πρέπει να γίνει
κατανοητό σε όλους μας και ιδίως στην ελληνική κοινωνία, στο σύνολό της, ότι η
μάχη ενάντια στην τρομοκρατία είναι διαρκής» όπως δήλωσε ο υπουργός Δημόσιας
Τάξης Νίκος Δένδιας. Κάτω από τον όρο τρομοκρατία ενσυνείδητα, χρόνια τώρα, συγχέονται εγκληματικές ενέργειες και
αγωνιστικές δράσεις, συκοφαντούνται καταξιωμένα μέσα πάλης κι έτσι δικαιολογείται και η νομική θωράκιση του κράτους που όσο θα
οξύνονται τα κοινωνικά προβλήματα θα αποκαλύπτεται πέραν πάσης αμφιβολίας η
πρόθεση του να τρομοκρατεί για να
επιβάλλεται. Και τόσο περισσότερο θ’ αποκαλύπτεται ότι το πολιτικό μοντέλο της αστικής
κοινοβουλευτικής δημοκρατίας δεν λειτουργεί παρά για να αναπαράγει τις ίδιες
ταξικές δομές και αντιθέσεις και τις ίδιες εξουσιαστικές πρακτικές, που δεν
κάνουν τίποτε άλλο από το να επαναλαμβάνουν
και να διαιωνίζουν τον καπιταλισμό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου