Εχουμε βιώσει πολύ καλά ότι ο
καπιταλισμός έχει τη δυνατότητα να ενσωματώνει, στην πράξη, τη διαφοροποιημένη
διάθεση στη σκέψη. Κάτω από το πρόσχημα
του ρεαλισμού για κάποιους ή τη σκοπιμότητα του διαχωρισμού
στρατηγικής-τακτικής για άλλους, το όραμα
για μετασχηματισμό της κοινωνίας απομακρύνεται τόσο από τη συνείδηση, ώστε να
καταγράφεται σιγά σιγά ως κάτι το αδύνατο, το απρόσφορο. ¨Όμως η τέτοια
διαχείριση του παρόντος όχι μόνο δεν διαμορφώνει ριζοσπαστικές συνειδήσεις,
αλλά είναι πια αυτή η ίδια που υπονομεύει το μέλλον, απειλώντας την ίδια την
ύπαρξή μας. Αναγκαστικά λοιπόν καταλήγουμε
να μην πιστεύουμε, δεν μας αφήνουν να πιστέψουμε, σ’ ένα καλύτερο μέλλον,
γιατί το μέλλον αυτό θεωρούμε ότι μπορεί και να μην υπάρξει
ποτέ. Και τελικά παραιτούμαστε ακόμα και
από την προσπάθεια να δημιουργούμε τους
καιρούς που ζούμε και να επενδύομε στο σήμερα έστω και κάποια από τα υπολείμματα
της ελπίδας μας. Για δεκαετίες είχαμε αποδεχτεί πολλά από τα νέα πρόσωπα του
καπιταλισμού κι αμφισβητούσαμε ως αναχρονιστικές όλες τις μορφές άρνησής
του. Προβλήματα περιβάλοντος γενικώς ή
και ειρήνης, ακόμα γενικότερα, πέρασαν
στην πρώτη γραμμή ενδιαφέροντος καθιστώντας δευτερεύουσα την άλλοτε
κυρίαρχη αντίθεση κεφαλαίου –εργασίας. Η
μεγαλύτερη προσπάθεια ξοδεύονταν στο να αναδειχθούν οι νέες δήθεν όψεις
των συγκρούσεων στα πεδία της οικονομικής ανάπτυξης, της διαίρεσης της
εργασίας και κατανάλωσης, της διαχείρισης ελεύθερου χρόνου και εμπορευματοποίησής του κλπ. και σε μεγάλο
βαθμό αντιτεθήκαμε στη μαρξιστική σκέψη αναζητώντας νέα πεδία της ανθρώπινης
απελευθέρωσης μακριά από δογματισμούς.
Εμπιστευτήκαμε τους καπιταλιστικούς μηχανισμούς και καταλήξαμε όχι μόνο να
διαστρεβλωθεί η συνείδησή μας αλλά ν’ απειλείται η όποια ελευθερία μας και η ίδια η ζωή μας
Και όμως το όραμα υπάρχει και ο Μαρξ δεν
ξεπεράστηκε. Οι συνθήκες των τελευταίων χρόνων κάνουν επιτακτική την ανάγκη
προσφυγής σ΄αυτόν σε αναζήτηση γνώσης και μεθόδου εξερεύνησης της
πραγματικότητας για να την αλλάξουμε… Κι ίσως τότε ο κομμουνισμός αποδειχτεί
ότι δεν είναι καθόλου ουτοπία.
«Και τελικά ο
καταμερισμός της εργασίας μας προσφέρει το πρώτο παράδειγμα για το ότι, όσο
παραμένει ο άνθρωπος σε φυσική κοινωνία,
δηλαδή όσο υπάρχει σχίσμα ανάμεσα στο ιδιωτικό και το κοινό συμφέρον, όσο
λοιπόν η δραστηριότητα δεν καταμερίζεται
εθελοντικά αλλά φυσικά, η πράξη του ανθρώπου γίνεται μια ξένη δύναμη που του
αντιπαρατίθεται, που τον υποδουλώνει, αντί να ελέγχεται απ’ αυτόν. Γιατί από τη
στιγμή που εμφανίζεται ο καταμερισμός της εργασίας, κάθε άνθρωπος έχει μιαν
ιδιαίτερη, αποκλειστική σφαίρα
δραστηριότητας, που του επιβάλλεται αναγκαστικά και που δε μπορεί
να της ξεφύγει. Είναι κυνηγός, ψαράς,
βοσκός, ή κριτικός και πρέπει να παραμείνει τέτιος, αν δε θέλει να χάσει τα
μέσα της ύπαρξής του, ενώ στην κομμουνιστική
κοινωνία, όπου κανένας δεν έχει αποκλειστική σφαίρα δραστηριότητας, αλλά
καθένας μπορεί να τελειοποιηθεί σε οποιοδήποτε κλάδο θέλει,
η κοινωνία ρυθμίζει τη γενικη παραγωγή κι έτσι κάνει δυνατό για
μένα να κάνω ένα πράγμα σήμερα κι άλλο
αύριο, να κυνηγώ το πρωί, να ψαρεύω το απόγευμα, να φροντίζω τα ζώα το βράδυ, να
κάνω κριτική μετά το δείπνο, όπως ακριβώς
μου αρέσει, χωρίς ποτέ να γίνομαι κυνηγός, ψαράς, βοσκός ή κριτικός. Αυτό ο καθορισμός της κοινωνικής
δραστηριότητας, αυτή η σταθεροποίηση
αυτού που εμείς οι ίδιοι το κάνουμε μιαν αντικειμενική δύναμη πάνω από μας, που
αναπτύσσεται και ξεφεύγει από τον έλεγχό μας, ματαιώνοντας τις προσδοκίες μας,
και εκμηδενίζοντας τους υπολογισμούς μας, είναι μια από τις κύριες στιγμές στην
ιστορική εξέλιξη μέχρι τώρα.
Η κοινωνική δύναμη,
δηλαδή η πολλαπλασιασμένη παραγωγική
δύναμη, που γεννιέται από τη συνεργασία διαφόρων ατόμων, όπως αυτή
καθορίζεται από τον καταμερισμό της
εργασίας, παρουσιάζεται σ’ αυτά τα άτομα, μια που η συνεργασία τους δεν
είναι εθελοντική αλλά έχει προκύψει φυσικά,
όχι σαν η δική τους ενωμένη δύναμη, αλλά σα μια ξένη δύναμη που υπάρχει
έξω απ’ αυτά, που αγνοούν την προέλευσή
της και το σκοπό της, που επομένως δε μπορούν να την ελέγχουν, που αντίθετα
περνάει από μιαν ιδιόμορφη σειρά φάσεων και σταδίων τόσο ανεξάρτητη από τη
θέληση και την πορεία των ανθρώπων, ώστε
να διευθύνει στην πραγματικότητα αυτή τη
θέληση και την πορεία των ανθρώπων.
Αυτή η «αλλοτρίωση»(για να
χρησιμοποιήσουμε έναν όρο που θα είναι κατανοητός στους φιλοσόφους), μπορεί
βέβαια να καταργηθεί μονάχα αν είναι
δεδομένες δυο πρακτικές προϋποθέσεις. Για να γίνει αυτή μια «αφόρητη» δύναμη,
δηλαδή μια δύναμη που να επαναστατήσουν εναντίον της οι άνθρωποι, πρέπει
αναγκαστικά να έχει κάνει τη μεγάλη μάζα
της ανθρωπότητας «χωρίς ιδιοκτησία», και να βρίσκεται η μεγάλη αυτή μάζα σε αντίφαση με έναν κόσμο πλούτου
και πολιτισμού, που υπάρχει πραγματικά. Και οι δυο αυτοί όροι προϋποθέτουν μια
μεγάλη αύξηση της παραγωγικής δύναμης, έναν υψηλό βαθμό ανάπτυξής της. Και, από
την άλλη μεριά, αυτή η ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων (που η ίδια
συνεπάγεται την πραγματική εμπειρική ύπαρξη των ανθρώπων στο επίπεδο της
παγκόσμιας ιστορίας, και όχι σε τοπικό επίπεδο), είναι μια απόλυτα
αναγκαία πραγματική προϋπόθεση, γιατί
χωρίς αύτήν η στέρηση θα
γινόταν απλώς γενική, και με τη φτώχεια θα ξανάρχιζε ο αγώνας για τα
αναγκαία και θα αναπαράγονταν
αναγκαστικά όλες οι παλιές βρωμιές. Και είναι επιπλέον
αναγκαία προϋπόθεση, επειδή μονάχα μ’ αυτή την καθολική ανάπτυξη
των παραγωγικών δυνάμεων εγκαθιδρύεται μια παγκόσμια επικοινωνία ανάμεσα στους ανθρώπους, που
παράγει σ’ όλα τα έθνη ταυτόχρονα το φαινόμενο της μάζας «χωρίς ιδιοκτησία»
(παγκόσμιος συναγωνισμός), κάνει κάθε
έθνος να εξαρτιέται από τις επαναστάσεις
των άλλων, και τελικά έχει βάλει τα παγκόσμια-ιστορικά, με εμπειρικό τρόπο
παγκόσμια, άτομα στη θέση των
τοπικών ατόμων. Δίχως αυτό,1) ο
κομμουνισμός δε θα μπορούσε να υπάρξει παρά μόνο σαν ένα τοπικό γεγονός, 2) οι
ίδιες οι δυνάμεις επικοινωνίας δε θα μπορούσαν
να αναπτυχτούν σαν παγκόσμιες, επομένως
σαν αφόρητες δυνάμεις: θα παραμένανε τοπικές «περιστάσεις»
περιτρυγυρισμένες από δεισιδαιμονία, και 3)κάθε επέκταση της επικοινωνίας θα
καταργούσε τον τοπικό κομμουνισμό. Εμπειρικά, ο κομμουνισμός είναι δυνατός
μονάχα σαν πράξη των κυρίαρχων λαών
μονομιάς και ταυτόχρονα, πράγμα
που προϋποθέτει την παγκόσμια ανάπτυξη των παραγωγικών δυνάμεων και την παγκόσμια επικονωνία που συνδέεται με τον
κομμουνισμό.
Ο κομμουνισμός δεν
είναι για μας μια κατάσταση πραγμάτων που πρέπει να εγκαθιδρυθεί, ένα
ιδεώδες που σ’ αυτό θα πρέπει να
προσαρμοστεί η πραγματικότητα. Ονομάζουμε κομμουνισμό την πραγματική κίνηση που
καταργεί τη σημερινή κατάσταση πραγμάτων. Οι όροι αυτής της κίνησης προκύπτουν
από τις προϋποθέσεις που τώρα υπάρχουν. Επιπλέον, η μάζα των εργατών που είναι
μόνον εργάτες—μαζική εργατική δύναμη αποκομμένη από κεφάλαιο ή από κάθε είδος ικανοποίησης έστω και περιορισμένης— προϋποθέτει την παγκόσμια αγορά, όπως
επίσης την προϋποθέτει και η απώλεια, η όχι πρόσκαιρη, αυτής της εργασίας, σα
σίγουρη πηγής ζωής, απώλεια που
προκύπτει από το συναγωνισμό. Το προλεταριάτο μπορεί έτσι να υπάρξει μονάχα
παγκόσμια—ιστορικά, όπως κι ο
κομμουνισμός, η δραστηριότητα του προλεταριάτου, μπορεί να έχει μονάχα μια
«παγκόσμια – ιστορική» ύπαρξη. Πρόκειται για παγκόσμια – ιστορική ύπαρξη
ατόμων, δηλαδή ύπαρξη ατόμων που συνδέεται άμεσα με την παγκόσμια ιστορία.»
(Κ. Μαρξ,
Φ. Ενγκελς: Η Γερμανική ιδεολογία, σελ. 80-82, εκδ. Gutenberg)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου