Σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, στο 23,6% εκτοξεύθηκε η ανεργία στη χώρα μας το β΄ τρίμηνο εφέτος, κατά 7 και πλέον μονάδες υψηλότερα από το αντίστοιχο τρίμηνο του 2011 (ποσοστό 16,3%) και από 22,6% το α΄ τρίμηνο εφέτος.
Βιώνουμε και στη χώρα μας, σε όλη της την έκταση, την τάση του καπιταλιστικού συστήματος να σπρώχνει όλο και μεγαλύτερα κομμάτια της κοινωνίας εκτός εργασίας. Δημιουργείται λοιπόν μια μη-τάξη, που, ενώ είναι μια συνέπεια των καπιταλιστικών σχέσεων παραγωγής, δεν έχει πια το σημάδι της σφραγίδας τους. Και αυτή η μη τάξη ενώνει στους κόλπους της το σύνολο των ατόμων που τους πέταξαν έξω από την παραγωγή ή που υποαπασχολούνται οι ικανότητές τους με τη μηχανοποίηση της διανοητικής εργασίας και τείνει να γίνει η πλειοψηφία του πληθυσμού των ανθρώπων χωρίς δικαιώματα.
Το πέρασμα στην ανεργία σηματοδοτεί για τον άνεργο το πέρασμα στην απελπισμένη θέση του αποτυχημένου, ακόμα και σε κοινωνίες που δεν υπάρχει μεγάλη παράδοση ταξικού διαχωρισμού, ακόμα και μέσα στους εργάτες, και είναι αναπτυγμένη η αίσθηση αξιοπρέπειας της εργασίας. Μεγάλα τμήματα του πληθυσμού, ιδίως νέων, οδηγείται σ’ αυτό το μεταβιομηχανικό προλεταριάτο, των ανθρώπων χωρίς κοινωνική υπόσταση και χωρίς τάξη. Ταυτόχρονα, με την ανεργία καταρρέει και η μοναδική συλλογικότητα που ο καπιταλισμός έχει αφήσει ζωντανή για τους εργάτες και μέσω της οποίας μπορούν να αντιδράσουν. Η συλλογικότητα στην εργασία, η ζωντανή σχέση με τους συναδέλφους δύσκολα μπορεί να βρει υποκατάστατο στη νεκρή και αποξενωμένη συνοικία.
Μετατίθεται μάλιστα η ευθύνη για την ανεργία στους ίδιους τους άνεργους και τους εργαζόμενους, υποψήφιους κι αυτούς άνεργους, κατηγορώντας τους ότι η άμυνα επί των επάλξεων των δεδομένων δομών εργασίας και η δαιμονοποίηση των δομικών αλλαγών στην εργασία δεν αντιστοιχούν στις νέες συνθήκες που διαμορφώνονται και είναι ανίκανοι οι εργαζόμενοι να προσαρμοστούν, άρα η ανεργία είναι συνέπεια της δικής τους ανικανότητας ν’ ανταποκριθούν στα νέα δεδομένα. Βέβαια, δεν τίθεται το πραγματικό ερώτημα, που δεν είναι αλλαγές ή όχι στη δομή της εργασίας, αλλά ποιες αλλαγές, με ποιους στόχους, από ποιους και χάριν ποιων συμφερόντων. Δεν τίθεται μάλιστα καθόλου, παρά μόνο επιδερμικά και προσχηματικά, το κατεξοχήν ζήτημα, ότι το θεμελιώδες δικαίωμα στη ζωή και την εργασία, που αφορά όλους τους ανθρώπους, δεν μπορεί να οριοθετείται από τους όρους εμπορευματοποίησης της εργασίας.
Η ασκούμενη πολιτική των κυβερνώντων κυριαρχείται από το δόγμα, ότι η αύξηση της απασχόλησης θα προκύψει ως αποτέλεσμα τα μείωσης του κόστους εργασίας, της αύξησης της ανταγωνιστικότητας και της ανόδου της κερδοφορίας και των επενδύσεων. Οι μηχανισμοί που οι επιχειρήσεις έχουν θέσει σε εφαρμογή για τη δημιουργία του νέου περιβάλλοντος εργασιακής ζωής, έχουν ένα βασικό στόχο, την εξοικονόμηση πόρων προς όφελος της κερδοφορίας μέσα από την εντατικοποίηση και τον περιορισμό του εργατικού κόστους. Ενώ με τις περίφημες διαρθρωτικές αλλαγές θέλουν να μας πείσουν ότι θα ξεπεραστεί η κρίση, δεν συμπληρώνεται ότι αυτή η αναδιάρθρωση είναι η προσπάθεια να βγεί το σύστημα από την κρίση με τις λιγότερες δυνατές απώλειες, φορτώνοντας τα βάρη της εξόδου στους εργαζόμενους. Επιχειρείται η αναζωογόνηση του καπιταλισμού μέσω γενικευμένων απορρυθμίσεων, με ένα κράτος προστάτη της ελευθερίας των αγορών, με νέες ευέλικτες μορφές οργάνωσης της παραγωγής και των υπηρεσιών, μέσω εκτεταμένων ιδιωτικοποιήσεων.
Ακόμα όμως και οι πιο αισιόδοξες αστικές προβλέψεις οικονομικής ανάκαμψης θεωρούν ανέφικτο τον περιορισμό του ποσοστού της ανεργίας, πράγμα που προδίδει τον χαρακτήρα και τον στόχο της καπιταλιστικής παγκοσμιοποίησης και της ευρωπαϊκής ενοποίησης. Ο άνεργος είναι αυτός που αν η εξαθλίωση και η πολιτική του κεφαλαίου δεν τον ρίξει μόνιμα σε κάποιο κοινωνικό γκέτο και περιθώριο, θα πρέπει να βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμης ανασφάλειας, να μην έχει ούτε τις στοιχειώδεις απαιτήσεις, να βρίσκεται μέσα στην αγορά εργασίας για να πιέζει μόνιμα τους εργαζόμενους συναδέλφους του, να τροφοδοτεί τον εφεδρικό στρατό εργασίας, να είναι διαθέσιμος ανά πάσα στιγμή και υπό οποιεσδήποτε συνθήκες για το κεφάλαιο, να βρίσκεται σε κατάσταση μόνιμου ανταγωνισμού με όλους τους εργαζόμενους και τους άλλους άνεργους, να στηρίζεται μόνο στην προσαρμοστικότητά του, που είναι το μεγαλύτερο προσόν στη σημερινή αγορά εργασίας, στις ανάγκες των επιχειρήσεων.
Η κρίση βαθαίνει ολοένα και περισσότερο, αποδεικνύοντας με τον τραγικότερο τρόπο τη χρεωκοπία ενός συστήματος που δεν μπορεί να επιβιώσει παρά μόνο καταστρέφοντας τεράστιες μάζες ανθρώπων. Το αίτημα της πλήρους απασχόλησης σε γενικές γραμμές ξεπερνά την οικονομική βάση του καπιταλισμού. Η απαίτηση να μη γίνονται απολύσεις και να βρεθεί δουλειά δεν σχετίζεται μόνο με την υπεράσπιση του βιοτικού επιπέδου των εργαζομένων αλλά και με την αποκάλυψη του καπιταλιστικού συστήματος ως ανίκανου να δώσει λύση στα βασικά προβλήματα.
Άνεργοι αλλα κι εργαζόμενοι ακόμα κάνουμε βήματα σημειωτόν, σαν τους τυφλούς που χτυπούν τους τοίχους με το μπαστούνι τους. Πειστήκαμε από σοσιαλδημοκράτες, ρεφορμιστές, κλπ. ότι πια είναι ξεπερασμένες ακόμα και οι αντιλήψεις του μεταπολεμικού κοινωνικού κράτους και πρέπει να τις εγκαταλείψουμε. Αφού λοιπόν το τραπέζι έχει πια ξεστρωθεί, το μόνο που απομένει για όλους τους εργαζόμενους είναι αυτά που βρίσκονται κάτω από το τραπέζι. Να γίνουμε δηλ. οι σκύλοι που τρώνε τα αποφάγια.
Θα γίνουμε;
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου