Εμπειρικές διαπιστώσεις των τελευταίων χρόνων για τον τρόπο
που αντιδρούμε και προσεγγίζουμε τα πολιτικοκοινωνικά γεγονότα, μια μεγάλη
πλειοψηφία που γνώρισαν την πολιτική ζωή της μεταπολίτευσης και
πίστεψαν για υπέρτερες κατακτήσεις τις διαδικασίες της αστικής δημοκρατίας,
ορίζουν στάσεις ζωής που διαμορφώθηκαν σε έκταση δεκαετιών.
Χρόνια
τώρα, η πρώτη ύλη για να προσεγγίσουμε την κοινωνική πραγματικότητα περιορίζεται
στον κόσμο των συναισθημάτων μας. Επειδή
οι αιτίες για τις κοινωνικές ανισότητες
μετακόμισαν στο πεδίο της ηθικής, η λύπη, η χαρά, η αδικία, η οργή, παράμετροι της καθημερινής ζωής,
ανακατεύονται σ’ ένα αχαλίνωτο και πολλές φορές υπερφίαλο παιχνίδι, που ισχυρίζεται ότι προσπαθεί να
απελευθερώσει δυνάμεις και δράσεις από την πεζότητα της καθημερινότητας
που θα βοηθήσουν στην υπέρβαση των κοινωνικών ανισοτήτων. Γι’ αυτό και έχει κανείς την εντύπωση ότι στον τρόπο
αντίδρασης των ανθρώπων τα τελευταίαχρόνια μάλλον προκρίνονταν οι …λυρικές
εκδηλώσεις που καταλήγουν στην υπερβολή της παρουσίασης κάποιου πάθους που στοχεύει
αποκλειστικά στη συγκίνηση, για να γίνει, πιστεύεται, η πρώτη ύλη για αλλαγή κοινωνικών συνθηκών. Οι κοινωνικές καταστάσεις απογυμνώνονται από
τα πολιτικά και οικονομικά τους στοιχεία. Γίνονται περισσότερο ένα γλυκύ σκεύασμα
προορισμένο για γλυκά δάκρυα και υψηλή ρητορική, που θολώνει κάθε πολιτική
πρακτική που κρύβεται πίσω απ’ αυτόν τον τρόπο αντιμετώπισης των κοινωνικών
καταστάσεων. Κι ίσως γιατί έχουμε πειστεί και μεις να ξεχάσουμε πόσο σκληρή, αλλά κυρίως και γιατί, υπήρξε η πρώτη πεντηκονταετία του προηγούμενου αιώνα
όπου ο τραγικός ρεαλισμός του
καπιταλισμού μπήκε και στο πιο
απομακρυσμένο σπίτι, θέλουμε αυτό να το αποδώσουμε στην κακία που βασίλευε και
όχι βέβαια στις δεδομένες
πολιτικοοικονομικές συνθήκες, στον ίδιο τον καπιταλισμό.
Η γεύση του θανάτου που έφεραν οι
δυο μεγάλοι πόλεμοι, και ο δικός μας εμφύλιος, κατέληξε να ξορκίζονται με θεαματικά χάππενινγκ, περφόμανς,
εκδηλώσεις μουσικές, γυμνόστηθες ή γυμνές πορείες κλπ. με τα οποία ανά την
πολιτισμένη Δύση χιλιάδες κόσμου ζητούν μια δικαιότερη κοινωνία. Παρόλη τη
γνώση που θα έπρεπε να έχουμε τώρα, βιώνοντας την καπιταλιστική κρίση, σ’ ένα
μεγάλο ποσοστό δεν αναγνωρίζουμε πόσο ήταν αυτές προκατασκευασμένες, στάσεις
και λόγοι ρητορικοί μάλλον. Μπορεί να έμοιαζαν αρκετά αποτελεσματικές όσο η
εργατική τάξη με τις απεργίες και τους
αγώνες της διεκδικούσε, όμως στην πραγματικότητα υπονόμευαν τη φερεγγυότητα της
ανάλυσης της πραγματικότητας, ισοπέδωναν τις διαφοροποιήσεις των κινήτρων των
συμμετεχόντων, απλοποιούσαν τις σχέσεις και τις καταστάσεις, απέκρυπταν τις
αντιφάσεις, καλλιεργούσαν τη μονόπλευρη
οπτική της κυρίαρχης εξουσίας. Συναυλίες διαμαρτυρίας, θεατρικά
δρώμενα ταυτίζονταν με διαδηλώσεις διαμαρτυρίας, απεργίες καταλήψεις κλπ., και απέβλεπαν περισσότερο στο θέαμα παρά στην
ανάλυση της πραγματικότητας και οργάνωση
του αγώνα.
Το αποτέλεσμα, παγιδευτήκαμε σε μια προμελετημένη συγκινησιακή ροή, η
οποία πρώτα αποκοίμισε την κρίση μας με ενέσεις τραγικοφανούς λόγου και
θεάματος, αποβλέποντας περισσότερο στην
υπερβολή των συναισθημάτων. Η προσέγγιση της πραγματικότητας ακολουθούσε ένα
τυπικό στο χειρισμό μιας δέσμης θεμάτων.
Η αδικία, όχι η πάλη των τάξεων, ήταν η κινητήρια δύναμη
των δράσεων και η επιδίωξη ήταν η αναίρεσή της με ένα happy end, όπως στο σινεμά.Ο αδικημένος
και καταφρονεμένος έπρεπε να δικαιωθεί
μέσα από την περιπέτεια μιας ζωής εν
κενώ, πέρα από ταξικούς αγώνες, καπιταλιστικό
τρόπο οργάνωσης της παραγωγής, ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις κλπ. Όλα φωτίζονταν κάτω απ’ αυτή την οπτική. Αυτή η μονοσήμαντη οπτική ακουμπούσε και συνεχίζει να ακουμπά, πάνω σε παραδομένους ηθικούς κανόνες που
προσδίδουν ένα τελεολογικό χαρακτήρα στην κοινωνική δράση. Σαν σε μελόδραμα, το
καλό θα θριάμβευε αυτομάτως, πεπεισμένοι ότι η κυρίαρχη ηθική είναι και η
απόλυτη. Κι είναι αυτό το ηθικό
περίβλημα που αποτελούσε συγχρόνως και
το σημείο επαφής με ένα κόσμο ψευδαισθήσεων και έκανε τους πάντες να
μπορούν να δηλώνουν αριστεροί, γιατί όλοι ήθελαν μια δίκαιη κοινωνία, χωρίς να
διαταραχτεί όμως η υπάρχουσα κατάσταση πραγμάτων. Η εμμονή στο κύρος των αυτονόητων ηθικών αρχών του κυρίαρχου συστήματος συνιστούσε όμως και τον τρόπο που οι
μελοδραματικές διαμαρτυρίες μάς εξαπατούσαν για την κοινωνική πραγματικότητα. Απάλειφαν
απ’ αυτή το ταξικό χαρακτήρα, μεταμφίεζαν τις ιμπεριαλιστικές συγκρούσεις, συσκότιζαν τις αντιθέσεις στο οικονομικό πεδίο,
απολίθωναν την κοινωνική πραγματικότητα σε προκαθορισμένη κοσμοθεωρία απαράβατων κανόνων που δικαιώνουν τον
καπιταλισμό και όπου κυριαρχεί η αστική ιδεολογία που θεωρούνταν αυτονόητη και
αμετάβλητη.
Οι θεαματικές διαμαρτυρίες είχαν, και έχουν,
να κάνουν με το εποικοδόμημα, και ούτε που άγγιζαν τον καπιταλιστικό τρόπο
παραγωγής, οδηγώντας σε απαξίωση το πιο καίριο μέσο διαμαρτυρίας και αντίστασης
των εργαζομένων, την απεργία. Το παιχνίδι, γιατί ουσιαστικά παιχνίδι ήταν, της θεαματικής διαμαρτυρίας παιζόταν με
αυστηρούς κανόνες που είχαν να κάνουν με την αστική ιδεολογία και ηθική.
Ατομικά και ανθρώπινα δικαιώματα, αγώνας για δικαιοσύνη, για
μειονότητες κλπ. μαζί με την αποδοχή του καπιταλιστικού τρόπου παραγωγής. Και
γίναμε δεκτικοί στην οπτική της κυρίαρχης εξουσίας, στις ψευδαισθήσεις και
υποσχέσεις της για τον καλύτερο κόσμο, προσεγγίζοντας προσωποκεντρικά την
κοινωνία. Αυτό, σε συνδυασμό με την
ατομική επιθυμία του στερημένου παραμόρφωνε την αντίληψή μας για την
κοινωνία καθιστώντας απρόσιτη την κατανόηση της κοινωνικής πραγματικότητας. Διαμαρτυρίες με μουσικά σχήματα, με θεατρικά δρώμενα,
με διάφορα χάπενιγκ, όλα σε μια μεγάλη γιορτή ...
Κι ήταν ένας τρόπος να
ονειρευτούμε, να καρπωθούμε μέσα από την ψευδαίσθηση αυτό που μας λείπει,
ελπίζοντας σε συνεχή βελτίωση της κοινωνικής πραγματικότητας, ξεχνώντας τους
ταξικούς αγώνες προηγούμενων χρόνων, με τις ήττες
και την σκληρότητά τους αλλά και τις νίκες τους, επικαλούμενοι ηθικές
αξίες που χρησιμοποιούνται ακριβώς από την κυρίαρχη τάξη για την ενίσχυση του συστήματος. Και φυσικά πίσω από όλες αυτές τις εκφάνσεις κι
εκδηλώσεις διάφορα ρεύματα (θες ονομάζονται νέοι φιλόσοφοι, θες
μεταμοντερνισμός ή όπως αλλιώς ) πολιτικά, κοινωνικά, φιλοσοφικά κλπ. που στην
ουσία δικαίωναν και δικαιώνουν την υπάρχουσα τάξη πραγμάτων.
Δεν υπάρχουν όμως συμβολικοί
αγώνες, παρά μόνο πραγματικοί που προωθούν τις ταξικές συγκρούσεις σε κάθε
κοινωνικό χώρο και τομέαγια σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας. Γιατί
πια, το αποδεικνύει η τελευταία
πολύχρονη κρίση του καπιταλισμού, ενδιάμεσες λύσεις ανάμεσα στο κεφάλαιο
και την εργατική τάξη δεν φαίνεται να υπάρχουν.
Κι αν η μόνη πολιτική δύναμη που προβάλλει την ανάγκη ανατροπής της
υπάρχουσας τάξης πραγμάτων, το ΚΚΕ, δεν
γίνεται πειστική για μεγάλες μάζες εργαζομένων είναι γιατί ακριβώς δεν έχουν
καν συνειδητοποιήσει το πρόβλημα μιας άλλης τάξης πραγμάτωνχωρίς υποταγή της
εργατικής τάξης στο κεφάλαιο, χωρίς εκμετάλλευση της εργατικής δύναμης για την αέναη κερδοφορία της κυρίαρχης τάξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου