Στο μέτωπο της κυβέρνησης και πάλι ένα κρίσιμο
πολυνομοσχέδιο έρχεται στη Βουλή με τα
προαπαιτούμενα της τρόικας για τη δόση,
και πάλι κάποιοι βουλευτές αντιδρούν
απειλώντας πως δεν θα το ψηφίσουν, και πάλι καταλήγουν σε συμβιβαστική λύση,
αυτή την φορά επίκεντρο διαφωνιών είναι το γάλα, με τον πρωθυπουργό να αναδεικνύει το διακύβευμα της ψηφοφορίας
που έχει να κάνει με την έξοδο της Ελλάδας από το μνημόνιο, διαβεβαιώνοντας
άπαντας ότι οι στόχοι έχουν επιτευχθεί, αποτράπηκαν νέα μέτρα λιτότητας και δρομολογείται
η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές. Το success story συνεχίζεται
Στο μέτωπο του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζεται η προσπάθειά του να
αποδείξει ότι αποτελεί για το σύστημα αξιόπιστη πολιτική δύναμη, βεβαιώνοντας δια στόματος υπευθύνου
προγράμματος Γ. Δραγασάκη ότι θα επιδιώξουν λύσεις εντός της ευρωζώνης κι
αναγνωρίζοντας ότι ««για το πρόβλημα της Ελλάδας δεν μας φταίνε οι ξένοι».
Ο λόγος του Α. Σαμαρά προσπαθεί
να χτίσει ένα success story, ο λόγος του Δ. Δραγασάκη αποδέχεται
το ίδιο success story με κάποιες αλλαγές στηδιατύπωσή του. Ο λόγος των πολιτικών στη διατύπωσή του αποβλέπει τόσο στη διαμόρφωση μιας
συγκεκριμένης πολιτικής δράσης και απόφασης όσο και στην αποδοχή της από τους
αποδέκτες του, τους πολίτες. Γι’ αυτό
και πρέπει να πείσει. Στην πειστικότητα του λόγου συντελεί το πρόσφορο λεκτικό,
η διάταξή του, και βέβαια η ικανότητα
τεκμηρίωσής του με την κατάλληλη
επίκληση των δεδομένων, πραγματικών η
υποθετικών, ακόμα και η υποκριτική του ομιλούντος. Έτσι στο λόγο του Α. Σαμαρά εικασίες ή
αυθαίρετα συμπεράσματα καταλήγουν
αυταπόδεικτες αλήθειες με τη μέθοδο της αστήρικτης επανάληψης. Η συνεχής
επανάληψη περί εξόδου από την κρίση παρόλο που η πραγματικότητα δεν συνηγορεί
σ’ αυτό πείθει πολλούς ευνοϊκούς
ακροατές.Κι είναι μέσα από τον πολιτικό λόγο, ακόμα κι όταν δεν μοιάζει για τέτοιος, όπως του Άδωνη Γεωργιάδη, που αγγίζουμε το σύνολο σχεδόν των πολιτικών φαινομένων και κατανοούμε πώς ασκείται και πώς λειτουργεί η πολιτική υπό τις εκάστοτε δεδομένες σε χρόνο και τόπο συνθήκες, εφόσον είναι ο λόγος που αποδίδει και εν πολλοίς αποκαλύπτει τον επιδιωκόμενο τελικό στόχο. Ο κυρίαρχος πολιτικός λόγος καταλήγει ένα μείγμα αληθειών, μισοαληθειών και αποσιωπήσεων, συγκαλυπτικών νεολογισμών όπως αναδιάρθρωση του δημοσίου, εξυγίανση κλπ. Με κύριο όργανο τη γλώσσα πολιτικοί προωθούν διακηρυσσόμενες ιδέες, προτείνουν νέες καταστάσεις ή απλές μεταβολές της υφισταμένης, ελέγχουν επικριτικά ή υπερασπίζονται τις ασκούμενες πολιτικές. Σ’ αυτή τη λειτουργία το νόημα των λέξεων και προτάσεων πρέπει να αναζητείται όχι μόνο με όρους του γλωσσικού συστήματος στο οποίο ανήκουν αλλά και σε συσχετισμό με τις ιδεολογικές αφετηρίες, τις διακηρυσσόμενες θέσεις και ιδίως τις επιδιώξεις του πολιτικού φορέα που τις χρησιμοποιεί. Γι’ αυτό αξίζει προσοχής η ευρεία και επίμονη χρήση λέξεων που μπορούν να ντύσουν διαφορετικές επιδιώξεις. Το παιχνίδι με τις λέξεις όπως Ευρώπη των λαών, διαγραφή χρέους, διαπραγμάτευση, διάκριση μνημονίου από δανειακή σύμβαση του ΣΥΡΙΖΑ εντάσσεται στην προσπάθεια συγκάλυψης της πρόθεσής του για αποδοχή της υφιστάμενης πολιτικής, που αποκαλύπτεται όμως όταν συσχετιστεί με τις διακηρυσσόμενες θέσεις του για την Ευρώπη και την επιδίωξή του να κυβερνήσει με την αποδοχή και στήριξη των κυρίαρχων κέντρων εξουσίας.
'Εξάλλου ένα τέτοιο παιχνίδι με λέξεις, που
διαφοροποιούνταν η σημασία τους, τη δεκαετία του ’90 συνέβαλλε κι αυτό αποτελεσματικά στην χειραγώγησή μας. Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση επίκλησης του εκσυγχρονισμού, που
μπορεί να σημαίνει ένταξη στην παραγωγή νέων τεχνολογιών ή απλούστευση
γραφειοκρατικών διαδικασιών κλπ. και που τελικά γενική και αόριστη όπως
είναι η σημασία του αποδείχτηκε ότι η
χρήση της συγκεκριμένης λέξης αποβλέπει στην αποδοχή των προσπαθειών
αναδιάρθρωσης του καπιταλισμού με το
περιεχόμενο που της προσδίδει ο σημερινός συσχετισμός δυνάμεων, δηλ. επίθεσης
του κεφαλαίου στις υποτελείς τάξεις.
Άλλωστε στις αστικές δημοκρατίες, όπου αναγνωρίζεται συνταγματικά η ελευθερία έκφρασης και επικοινωνίας, οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν επιτρέπουν να εξασφαλίζεται η συναίνεση ή η παθητική ανοχή για την εφαρμοζόμενη πολιτική με μεθόδους που απροκάλυπτα προσιδιάζουν σε δικτατορικά καθεστώτα. Επομένως ένα μέρος της δραστηριότητας των πολιτικών εξουσίας ασκείται με τη γλώσσα και επιδιώκεται η επιβολή της κυβερνητικής πολιτικής με την κατάλληλη χρήση της. Χρησιμοποιείται λοιπόν ο λόγος για να εξασφαλίσει τη συναίνεση ή την ανοχή μη διακηρυγμένων καταστάσεων. Αυτών των καταστάσεων που προωθούνται με μια πρακτική διολίσθησης, δηλ. σταδιακής αποδοχής. Η είσοδος σε καθεστώς επιτήρησης με τα μνημόνια δεν εξαγγέλθηκε σαν απόφαση για άσκηση μιας κοινής πολιτικής για την ανόρθωση της οικονομίας και σωτηρίας της χώρας; Η εξαγγελία, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μνημονίου, σχεδόν ήταν ευπρόσδεκτη, πέρασε σχετικά εύκολα, ενώ η εξουσία κράτησε την ευχέρεια να υπαγάγει την οικονομική εξυγίανση σε μια πολιτική λιτότητας, κατάργησης εργασιακών δικαιωμάτων κλπ. Εξαγγέλλεται λοιπόν η οικονομική εξυγίανση κι αυτό που έχει αποφασιστεί είναι η πολιτική της οικονομικής εξαθλίωσης των υποτελών τάξεων και ο λόγος χρησιμοποιείται για να το συγκαλύψει.
Ακούοντας τον κυβερνητικό λόγο, μιας κυβέρνησης από τους πάλαι ποτέ αντιπάλους, κι εκείνον της αντιπολίτευσης, που προβάλλεται και για επαναστατικός, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι συγκαλύπτουν την αρκετά ευρεία σύμπτωση των ασκούμενων πολιτικών τους, επικαλούμενοι αμφότεροι διαφωνίες ίσως πραγματικές που πολλές ανασύρονται από το παρελθόν, θέμα εκκλησίας, γάμοι ομοφυλοφίλων κλπ. κι άλλοτε χρησιμοποιώντας λεκτικές κατασκευές. Γίνεται χρήση της γλώσσας για να παρουσιαστούν τα πράγματα όχι όπως είναι αλλά όπως δεν είναι.
Μόνο που δεν μπορεί συνέχεια να αποσιωπώνται οι αντιθέσεις συμφερόντων ούτε να αγνοηθούν ολότελα οι ταξικές αντιπαραθέσεις, εφόσον ακόμα το σύστημα λειτουργεί με δημοκρατικούς θεσμούς. Γι’ αυτό γίνεται προσπάθεια αυτή η αντιπαράθεση όταν εμφανίζεται να ελέγχεται είτε απαξιώνοντας εκ των προτέρων αυτόν το άλλο λόγο, την άλλη πρόταση είτε φροντίζοντας η δημόσια έκθεσή του να είναι μικρής εμβέλειας. Κι έτσι αυτός ο άλλος λόγος, ο κομμουνιστικός, που οι κυρίαρχοι μηχανισμοί καθιστούν άνισους τους όρους αντιπαράθεσής του, που σέβεται το νόημα των λέξεων και τη νοημοσύνη των πολιτών απαξιώνεται χαρακτηριζόμενος σαν ξύλινος, δογματικός, απαρχαιωμένος κλπ. Για να μη διαμορφώσει πολιτικές συνειδήσεις η κομμουνιστική ιδεολογία και θεωρία που εκφράζει την δυναμική της ανατροπής του καπιταλισμού για την εγκαθίδρυση μιας κοινωνίας χωρίς τάξεις και χωρίς ατομική ιδιοκτησία. Γιατί αξίες και ιδανικά και με το λόγο έγιναν κτήμα συνειδήσεων και όταν χρειάστηκε και σε αντιπαλότητα με τις εξουσίες.
Άλλωστε στις αστικές δημοκρατίες, όπου αναγνωρίζεται συνταγματικά η ελευθερία έκφρασης και επικοινωνίας, οι δημοκρατικοί θεσμοί δεν επιτρέπουν να εξασφαλίζεται η συναίνεση ή η παθητική ανοχή για την εφαρμοζόμενη πολιτική με μεθόδους που απροκάλυπτα προσιδιάζουν σε δικτατορικά καθεστώτα. Επομένως ένα μέρος της δραστηριότητας των πολιτικών εξουσίας ασκείται με τη γλώσσα και επιδιώκεται η επιβολή της κυβερνητικής πολιτικής με την κατάλληλη χρήση της. Χρησιμοποιείται λοιπόν ο λόγος για να εξασφαλίσει τη συναίνεση ή την ανοχή μη διακηρυγμένων καταστάσεων. Αυτών των καταστάσεων που προωθούνται με μια πρακτική διολίσθησης, δηλ. σταδιακής αποδοχής. Η είσοδος σε καθεστώς επιτήρησης με τα μνημόνια δεν εξαγγέλθηκε σαν απόφαση για άσκηση μιας κοινής πολιτικής για την ανόρθωση της οικονομίας και σωτηρίας της χώρας; Η εξαγγελία, ιδιαίτερα τον πρώτο χρόνο εφαρμογής του μνημονίου, σχεδόν ήταν ευπρόσδεκτη, πέρασε σχετικά εύκολα, ενώ η εξουσία κράτησε την ευχέρεια να υπαγάγει την οικονομική εξυγίανση σε μια πολιτική λιτότητας, κατάργησης εργασιακών δικαιωμάτων κλπ. Εξαγγέλλεται λοιπόν η οικονομική εξυγίανση κι αυτό που έχει αποφασιστεί είναι η πολιτική της οικονομικής εξαθλίωσης των υποτελών τάξεων και ο λόγος χρησιμοποιείται για να το συγκαλύψει.
Ακούοντας τον κυβερνητικό λόγο, μιας κυβέρνησης από τους πάλαι ποτέ αντιπάλους, κι εκείνον της αντιπολίτευσης, που προβάλλεται και για επαναστατικός, εύκολα αντιλαμβανόμαστε ότι συγκαλύπτουν την αρκετά ευρεία σύμπτωση των ασκούμενων πολιτικών τους, επικαλούμενοι αμφότεροι διαφωνίες ίσως πραγματικές που πολλές ανασύρονται από το παρελθόν, θέμα εκκλησίας, γάμοι ομοφυλοφίλων κλπ. κι άλλοτε χρησιμοποιώντας λεκτικές κατασκευές. Γίνεται χρήση της γλώσσας για να παρουσιαστούν τα πράγματα όχι όπως είναι αλλά όπως δεν είναι.
Μόνο που δεν μπορεί συνέχεια να αποσιωπώνται οι αντιθέσεις συμφερόντων ούτε να αγνοηθούν ολότελα οι ταξικές αντιπαραθέσεις, εφόσον ακόμα το σύστημα λειτουργεί με δημοκρατικούς θεσμούς. Γι’ αυτό γίνεται προσπάθεια αυτή η αντιπαράθεση όταν εμφανίζεται να ελέγχεται είτε απαξιώνοντας εκ των προτέρων αυτόν το άλλο λόγο, την άλλη πρόταση είτε φροντίζοντας η δημόσια έκθεσή του να είναι μικρής εμβέλειας. Κι έτσι αυτός ο άλλος λόγος, ο κομμουνιστικός, που οι κυρίαρχοι μηχανισμοί καθιστούν άνισους τους όρους αντιπαράθεσής του, που σέβεται το νόημα των λέξεων και τη νοημοσύνη των πολιτών απαξιώνεται χαρακτηριζόμενος σαν ξύλινος, δογματικός, απαρχαιωμένος κλπ. Για να μη διαμορφώσει πολιτικές συνειδήσεις η κομμουνιστική ιδεολογία και θεωρία που εκφράζει την δυναμική της ανατροπής του καπιταλισμού για την εγκαθίδρυση μιας κοινωνίας χωρίς τάξεις και χωρίς ατομική ιδιοκτησία. Γιατί αξίες και ιδανικά και με το λόγο έγιναν κτήμα συνειδήσεων και όταν χρειάστηκε και σε αντιπαλότητα με τις εξουσίες.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου