Σάββατο 31 Αυγούστου 2013

ΙΜΠΕΡΙΑΛΙΣΤΙΚΕΣ ΕΞΟΡΜΗΣΕΙΣ

           Ο  αντιπρόεδρος της κυβέρνησης Ε. Βενιζέλος καταδίκασε το «ειδεχθές έγκλημα» της χρήσης χημικών στη Συρία, υποστήριξε ότι  η χώρα καλείται να παίξει ρόλο σταθερότητας και τάχθηκε υπέρ μιας αναλογικής απάντησης με αποτέλεσμα. Ο  υπουργός άμυνας Δ. Αβραμόπουλος μίλησε για τον ξεκάθαρο ρόλο της Ελλάδας και για την ετοιμότητά μας να ανταποκριθούμε στις διεθνείς συμβατικές μας υποχρεώσεις, το οποίο μεταφραζόμενο σημαίνει να χρησιμοποιηθούν οι Βάσεις για την επέμβαση στη Συρία.
           Κι έτσι μέσα σε όλα που μας ταλανίζουν ξαναθυμηθήκαμε τις  Βάσεις του θανάτου, που όλο έφευγαν και όλο έμεναν τη δεκαετία του ’80.  Ήταν τότε,  το 1983,  που το  ΠΑΣΟΚ  με φρέσκα ακόμα τα οράματα  και τα συνθήματα της «αλλαγής» υπέγραφε τη συμφωνία παραμονής, την οποία όμως  προπαγάνδιζε σαν συμφωνία απομάκρυνσης των βάσεων. Ζητούμενο ήταν τότε να νομιμοποιηθούν οι στρατηγικές επιλογές του ελληνικού αστισμού, η προσήλωση στη Δύση, η συμμαχία με ΗΠΑ, μέσα από τον αριστερό λόγο του ΠΑΣΟΚ. Το ζήτημα των Βάσεων το διαχειρίστηκε χωρίς κόστος, καθιστώντας ακίνδυνη την κριτική της αριστεράς για τις βάσεις που υποστήριζε ότι η παρουσία των βάσεων στη χώρα μας θεμελιώνει την ολόπλευρη εξάρτηση της από τις ΗΠΑ και αποδυναμώνοντας και  το επιχείρημα ότι η απομάκρυνση των βάσεων είναι ένα βήμα στην κατεύθυνση του αφοπλισμού με τις πρωτοβουλίες του Α. Παπανδρέου για την ειρήνη. Το ΠΑΣΟΚ κατάφερε ακόμα και τη θεωρία της εξάρτησης της χώρας  να την αντιστρέψει. Απέναντι στα θεωρητικά σχήματα που ήθελαν την Ελλάδα μια μικρή υπανάπτυκτη και εξαρτημένη χώρα το ΠΑΣΟΚ μαζί με την εκσυγχρονισμένη κυρίαρχη τάξη αντιπρότεινε το όραμα της ενσωμάτωσης της χώρας στα διεθνή καπιταλιστικά κέντρα. Η μαγική εικόνα της  χώρας μας,  που πιστέψαμε για αληθινή,  ως ισότιμο μέλος της ΕΕ που διαπραγματεύεται, συναποφασίζει, προεδρεύει τελικά σε τίποτα δεν  επαληθεύει την εικόνα της αποικίας ή της ημιαποικίας -γίναμε η ισχυρή  Ελλάδα του Σημίτη. Ποιος νοιαζόταν πια για τις βάσεις; Μόνο η κομμουνιστική αριστερά που δεν αποσύνδεε το ζήτημα της εξάρτησης από αυτό της αστικής εξουσίας και του ιμπεριαλισμού.
           Κι όλοι οι υπόλοιποι διεκδικούσαμε ολοένα και μεγαλύτερη ενσωμάτωση στη διεθνή οικονομία, έτοιμοι να  πολεμήσουμε κάθε ανταγωνιστή μας που μπαίνει εμπόδιο σ’  αυτή τη διαδικασία. Ο θεσμοθετημένος νέος ιμπεριαλισμός της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας επιτάχυνε την μέγιστη δυνατή διείσδυση, κινητικότητα και αποδοτικότητα του διεθνούς κεφαλαίου και τον έλεγχο των αγορών.  Η δική μας οικονομική διείσδυση στα Βαλκάνια  μας έκανε όλους, με τη συνδρομή του  κυρίαρχου λόγου,  να νιώθουμε σαν ένα από τα …κεφαλοχώρια του ιμπεριαλισμού.
          Κάτι η ΕΟΚ, κάτι η ΕΕ, κάτι η Ευρωζώνη ο ρόλος του εθνικού κεφαλαίου  όλο και περιορίζεται. Τα εθνικά κεφάλαια  και ολόκληρη η οικονομία κάθε χώρας τείνει να μετασχηματιστεί σε πολυεθνική επιχείρηση, που  την υπερασπιζόμαστε σχεδόν όλοι,  πολύ περισσότερο μάλιστα όσο  σε μια πλειοψηφία εξασφαλιζόταν η οικονομική ευμάρεια, στην οποία προσβλέπαμε όλοι. Ο ιμπεριαλισμός  λοιπόν πια  δεν εκπορεύεται μόνο από ένα κράτος, των  ΗΠΑ, αλλά από το καθένα χωριστά και από όλα μαζί τα κράτη της ΕΕ. Κι όταν ήρθε η οικονομική κρίση, αυτή δεν  έσπασε  την αλληλεξάρτηση και τη διεθνοποίηση της οικονομίας, δεν οδήγησε στην απομόνωση,  αλλά τη σύσφιξε ακόμα περισσότερο, μέχρις ασφυξίας… των λαών.
          Σε μια τέτοια περίοδο, που όλοι εξαρτώνται από όλους οι διεθνείς ανταγωνισμοί βρίσκονται στον παροξυσμό τους. Το αόρατο χέρι της αγοράς όπως πάντα χρειάζεται τη συνδρομή της σιδερένιας γροθιάς –οι νατοϊκές δυνάμεις αιματοκυλούν τον κόσμο για τα συμφέροντα του κεφαλαίου. Η στρατιωτικοποίηση και οι τοπικοί πόλεμοι είναι το προνομιακό πεδίο των  ιμπεριαλισμών, με στόχο την αυξημένη επιρροή και στρατηγική υπεροχή, αλλά και  επιλογή και τρόπος λύσης προβλημάτων κάθε κράτους που βρίσκεται μέσα σ’ αυτή την αλυσίδα, αρκεί να βρεθούν οι κατάλληλες θεωρίες που θα τους υπερασπιστούν και θα τους εξωραΐσουν.  Στην προκειμένη περίπτωση  οι καταγγελίες για χρήση χημικών από το καθεστώς Ασσαντ, που συνοδεύονται από τις απαραίτητες εικόνες παιδιών που αργοπεθαίνουν, χρησιμοποιούνται για να πείσουν –ηθικά και συναισθηματικά- την πλειοψηφία των λαών να συναινέσει στην στρατιωτική επέμβαση.
          Μετά τον πόλεμο στον Κόλπο, που λειτούργησε πιλοτικά σαν γενική πρόβα, και με την οδυνηρή εμπειρία του Αφγανιστάν και του Ιρακ οι ΗΠΑ και οι συν αυτώ, επικαλούμενοι, τροποποιώντας ή χειραγωγώντας,  πότε το διεθνές δίκαιο, πότε αποφάσεις του ΟΗΕ, όταν συμφωνούν με τις δικές τους, εφαρμόζουν την πολιτική του στυγνού ιμπεριαλισμού, και με στρατιωτικές επεμβάσεις,  για να διατηρήσουν σχεδόν το σύνολο του παγκόσμιου πλούτου στα χέρια τους.
         Και η δική μας κυρίαρχη τάξη δια της πολιτικής ηγεσίας, αναγνωρίζοντας σαν πρωταρχικό εγγυητή της εξουσίας της τον ιμπεριαλισμό, από τον οποίο εξαρτάται και στον οποίο  υποτάσσεται και ενδίδει κι επειδή  σ’ αυτόν στηρίζει τις ελπίδες της για τη διαιώνιση της κυριαρχίας της, δεν είναι δυνατό να μη προσφέρει ανταλλάγματα και υπηρεσίες που θα της ζητηθούν.
           Μόνο που δεν πρέπει να λησμονείται το  ιστορικό παρελθόν, ιδιαίτερα από τις υποτελείς τάξεις που συνεχίζουν να αντιμετωπίζουν μοιρολατρικά την κατάσταση, πιστεύοντας πως δεν υπάρχει δρόμος διαφυγής  απ’ αυτό που συμβαίνει σήμερα. ¨Όμως μη ξεχνάμε πως κι όταν η άρχουσα τάξη μας  διεκδίκησε, μέσα από το κανάλι του μεγαλοϊδεατισμού το ρόλο του περιφερειακού αστυνόμου των Μεγάλων Δυνάμεων, που οδήγησε τον ελληνικό λαό σε αλλεπάλληλες τραγωδίες, η εγκατάλειψή του δεν οφειλόταν μόνο στην εξάρτησή της από τα ιμπεριαλιστικά κέντρα αποφάσεων όσο στο φόβο της για την εργατική τάξη και τον κομμουνιστικό κίνδυνο. Μάλιστα μετά τη μικρασιατική καταστροφή και την βίαιη εκπρολεταριοποίηση των προσφυγικών πληθυσμών, η άρχουσα τάξη  φοβήθηκε ότι κάθε μαζική εθνική  αντιιμπεριαλιστική κινητοποίηση μπορεί να ενδυναμώσει και να φέρει  στο προσκήνιο τον βασικό της εχθρό,  την εργατική τάξη(Ιδιώνυμο Βενιζέλου). Και ο τρόμος της αυτός επιβεβαιώθηκε  είκοσι χρόνια μετά με το έπος της αντίστασης ενάντια στους φασίστες κατακτητές, ξένους και ντόπιους, τη δεκαετία του ’40.

Δεν υπάρχουν σχόλια: