Δευτέρα 12 Αυγούστου 2013

ΥΠΟΓΕΙΩΣ ΚΑΙ ΑΝΕΠΑΙΣΘΗΤΩΣ

            Η πολιτική που ασκείται τρία και βάλε χρόνια  διαμορφώνει μια κατάσταση που ενώ τον πρώτο καιρό τροφοδοτούσε με οργή, θυμό κι αγανάκτηση τη διάθεσή μας, φαίνεται πως τελικά  ελάχιστα μετέβαλε, τουλάχιστον εμφανώς,  τις απόψεις μας, έτσι που να απελευθερωθούμε από τις στρατηγικές  καταπίεσης και ελέγχου  από την κυρίαρχη τάξη. Ισως γιατί συνεχίζουμε, ανεπαισθήτως, να ενστερνιζόμαστε τις ιδεολογικές  αρχές που επικαλείται για να στηρίζει την εξουσία της και να δικαιολογεί τις πολιτικές της επιλογές.  
           Η κριτική μας στις πολιτικές επιλογές που μας εξαθλιώνουν επαναλαμβάνουν επιχειρήματα του κυρίαρχου λόγου, περί αξιοκρατίας, ελευθερίας, διαφάνειας, αντικειμενικότητας κλπ. που επιστρατεύονται για να  οριοθετήσουν  δήθεν νέες κατευθύνσεις στις πολιτικοκοινωνικές  εξελίξεις για επανακαθορισμό και ρύθμιση των όρων λειτουργίας  του πολιτεύματος, για τα όρια των δημοκρατικών μεταρρυθμίσεων και του εκσυγχρονισμού του κράτους. Σ’  αυτή τη λογική αναπτύσσεται και η επιχειρηματολογία για τη  μονιμότητα των δημοσίων υπαλλήλων που ακυρώνει την ανταγωνιστικότητα, για τις  κοινωνικές παροχές που υπονομεύουν την παραγωγικότητα, για τις διαδηλώσεις που εμποδίζουν την ομαλή λειτουργία της αγοράς κλπ. Κλειδί για τέτοιες μεταρρυθμίσεις είναι η εγκατάλειψη κάθε αντιπαλότητας με το σύστημα και η αποφασιστική συμμετοχή στη στήριξη της ομαλής λειτουργίας του.  
            Κι ενώ όλες αυτές οι αλλαγές δρομολογούνται από την κυρίαρχη πολιτική, στην πραγματικότητα για να αποδυναμωθεί η όποια πολιτική δύναμη των λαϊκών ρισζοσπαστικών κοιωνικά στρωμάτων που δημιουργούν προβλήματα στις επιλογές  της,  μια μεγάλη πλειοψηφία μοιάζει να συντάσσεται μ’ αυτές.    Σιγά σιγά μάλιστα αποδέχεται ακόμα και την αφαίρεση εκείνων  των  ελευθεριών έκφρασης και οργάνωσης των καταπιεσμένων στρωμάτων που επέτρεπαν  τη χειραγώγηση της συναίνεσης δίχως την ανάγκη καταφυγής πάντοτε στην ανοιχτή βία. Σαν να είμαστε μια κοινωνία εξαθλιωμένη κι αλλοτριωμένη πέρα από κάθε ιστορικό όριο, σαν να ξαναγυρνάμε στις δεκατίες εκείνες του αγώνα για την ελευθερία ν’ αγωνιζόμαστε.
               Η κρίση της ελληνικής κοινωνίας είναι αναμφισβήτητη. Όμως δεν είναι μια κρίση που παρουσιάστηκε έτσι ξαφνικά. Είναι ενδημική και αποτέλεσμα του συστήματος που ζούμε, χρωματισμένη με τις ιδιομορφίες της ελληνικής κοινωνίας.  Βέβαια η κρίση και στη χώρα μας υπήρχε πάντα, ίσως γιατί  η κρίση είναι χαρακτηριστικό των συστημάτων  κοινωνικής οργάνωσης που βασίζονται στις ιεραρχημένς κοινωνικές δομές.  Δεν είναι κρίση που μπορεί να χρεώνεται μόνο στον α ή β πολιτικό. Αν θέλουμε να την κατανοήσουμε, με στόχο να προχωρήσουμε σε αποφάσεις  και δράση για να την αντιμετωπίσουμε, πρέπει να την τοποθετήσουμε στην εποχή μας, να βρούμε τα κύρια χαρακτηριστικά της και τις κυρίαρχες τάσεις της. Θα πρέπει να μην παρασυρθούμε από τις προσπάθειες εκείνων που χρησιμοποιούν ποικίλα ιδεολογήματα για να ανοίξουν δήθεν  νέους δρόμους «υπέρβασης» του αδιεξόδου, που δεν είναι παρά  φαύλος κύκλος, επιτείνοντας την σύγχυση που υπάρχει στην αγορά των ιδεών μεταμφιέζοντας  τους θεούς σε δαίμονες και το αντίστροφο
             Βρισκόμαστε μπροστά στο φαινόμενο της ανάπτυξης  υπερεθνικών κέντρων αποφάσεων στον καπιταλιστικό κόσμο που αντιμετωπίζει θέματα  που αφορούν στο σύνολο του συστήματος, επιδρώντας καταλυτικά στους εργαζόμενους, όχι μόνο στη θέση τους στην παραγωγή και στη διαμόρφωση της συνείδησης αλλά και στους όρους διεξαγωγής της ταξικής πάλης.  Φαίνεται πως τώρα η καπιταλιστική κρίση είναι πια πολύ βαθιά για να ξεπεραστεί  με ανανεώσεις του καπιταλισμού μέσα από δημοκρατικές διαδικασίες που ακουμπώντας  σε ιδιότυπες σοσιαλιστικές μεταρρυθμίσεις θα καταφέρουν να απαλύνουν  τις κοινωνικές αντιθέσεις και να διοχετεύσουν  την  κοινωνική σύγκρουση σε ακίνδυνες για το σύστημα κατευθύνσεις.
        Η αγριότητα της καπιταλιστικής επίθεσης καταφέρνει βέβαια ακόμα και καμουφλάρεται  εκτροχιάζοντας την κοινωνική σύγκρουση σε διεκδικητικούς αγώνες, οι οποίοι παίρνουν ηθικά χαρακτηριστικά  Ετσι η αποφασιστική μάχη μετατίθεται στα οχυρά της εντιμότητας των δημόσιων λειτουργών, του ύφους των πολιτικών, του ήθους της εξουσίας,  περιορίζεται στην καταγγελία φιλοδοξιών, προσωπικών στάσεων κλπ.  Ο ίδιος ο καπιταλιστικός τρόπος παραγωγής όμως μένει στο απυρόβλητο.
        Για να δικαιολογηθούν λοιπόν οι απολύσεις στο δημόσιο, η επικείμενη άρση της μονιμότητας των δημοσίων υπάλληλων ο κυρίαρχος λόγος δεν κουράζεται να επαναλαμβάνει για το πόσο άρρωστη και διεφθαρμένη είναι η κρατική μηχανή.  Μόνο που ξεχνά  ότι ιστορικά έχει φτιαχτεί με τέτοιο τρόπο ο δημόσιος  τομέας ώστε  να εξυπηρετεί το μεγάλο κεφάλαιο και όχι το κοινωνικό συμφέρον,  ότι έχει φτιαχτεί  για τη δημιουργία των μεσαίων  τάξεων μέσα στην ελληνική κοινωνία, που θα συμμαχούν για τη διατήρησή του και για να διευκολύνει την αναπαραγωγή των τάξεων. Και τελικά  ότι λειτουργεί  με στόχο  να εξυπηρετήσει το πελατειακό  σύστημα των αστικών  κομμάτων, τη ρουσφετολογική τακτική τους, που ήταν ένα τρόπος για να αποσπάται  η συναίνεση  στον τρόπο διακυβέρνησης από μεγάλα στρώματα του πληθυσμού.
           Γι’  αυτό και  πάλι   οι δημόσιοι υπάλληλοι είναι πολύ εύκολο να χρησιμοποιηθούν  από κυβερνώντες και παρατρεχάμενους σαν στόχος  για να εισπράξουν την οργή μεγάλων τμημάτων του πληθυσμού που η καπιταλιστική επίθεση εξαθλιώνει. Ζώντας  το σύνολο των εργαζομένων αυτά τα τελευταία χρόνια σε καθεστώς πλήρους ανασφάλειας, οι δημόσιοι υπάλληλοι με τις παθογένειές τους αλλά και το ασφαλές καθεστώς εργασίας τους μπορούν να υποδειχτούν ως μια από τις βασικές αιτίες της κρίσης, παραβλέποντας την πραγματική.
Κι έτσι διαμορφώνεται μια κατάσταση αντιφατική, αν όχι κι επικίνδυνη, που έχει ως αποτέλεσμα  ανούσιες κορόνες  και σχηματικές επαναλήψεις,  κοινοτοπιών του στυλ: τα μέτρα εξαγγέλλονται  χωρίς κανένα  διάλογο,  οι εργαζόμενοι να αγωνιστούν για τη διαφάνεια και αξιοκρατία  στη διοίκηση,  να διεκδικήσουν μια οικονομική πολιτική  που θα οδηγεί στην ανάπτυξη και  θα διευρύνει τις δημοκρατικές τους κατακτήσεις και τα λοιπά συναφή, αφήνοντας στο απυρόβλητο το ίδιο το καπιταλιστικό σύστημα.
           Κι όλα αυτά υπογείως κι ανεπαισθήτως συντελούν για να επιβραδυνθεί η δημιουργία ενός   κινήματος  που να αντιπαλεύει την καπιταλιστική αναδιάρθρωση, την επίθεση στους εργαζόμενους,  για να μην ενδυναμώσουν οι εστίες αντίστασης και αγώνα κι ούτε να ενισχυθούν τα ρεύματα αντίστασης που υπάρχουν στην κοινωνία.

1 σχόλιο:

dryplacer είπε...

Απλό και για αυτό ΕΞΑΙΡΕΤΙΚΟ!