Η εξάωρη επίσκεψη της Α. Μέρκελ στην Ελλάδα και η ομολογούμενη προσδοκία των κυβερνώντων για έστω φραστική στήριξη εκ μέρους της των
προσπαθειών τους, που σημαίνει την επιβράβευσή τους για τη λήψη των αντιλαϊκών μέτρων, δείχνει
όχι μόνο πόσο απρόθυμο είναι το
ελληνικό πολιτικό και οικονομικό
κατεστημένο να αντιπαρατεθεί, έστω και υποτυπωδώς, με τις κυρίαρχες ευρωπαϊκές δυνάμεις, αλλά και πόσο το ίδιο έχει άμεση εξάρτηση από τα κυρίαρχα
κέντρα αποφάσεων, που τώρα φαίνονται να
είναι πανίσχυρα. Πριν από την επίσκεψή ήταν έκδηλος ο φόβος τους για την
έκταση και τη μορφή των αντιδράσεων, με βασικό επιχείρημα την εικόνα που θα
έπρεπε να προβάλλουμε στη διεθνή σκηνή, και θα έδειχνε και την ικανότητα των κυβερνώντων
να ελέγχουν την κατάσταση, άρα να είναι επαρκείς για το ρόλο που έχουν
αναλάβει. Με την επίσκεψη αυτή αποτυπώθηκε και σ’ ένα συμβολικό επίπεδο η
εικόνα που έχουν για τον εαυτό τους και τους ευρωπαίους κυρίαρχους οι ντόπιοι
κυβερνώντες – αντιμετωπίστηκε σαν μια επίσκεψη επικυρίαρχου σε υποτελείς.
Και βέβαια, ο τρόπος που οι κυβερνώντες και οι συν αυτώ χειρίστηκαν την επίσκεψη, σε όλα τα πεδία, για μια ακόμη
φορά ανέδειξε την επικοινωνία σε αυτόνομη αξία και τη χρήση της ως ερμηνευτικής
κατηγορίας. Η διαμεσολάβηση μάλιστα της πραγματικότητας μέσα από τα μέσα
ενημέρωσης θέλησε να επιβάλλει αυτή την οπτική
σε όλη την κοινωνία. Η εξουσία σαν θέαμα
και η πολιτική σαν διαφήμιση βρήκαν εδώ
την εφαρμογή τους. Ήθελαν για άλλη μια
φορά να μας πείσουν ότι δεν υπάρχει διάκριση ανάμεσα στην πολιτική και
την επικοινωνία, την πραγματικότητα και τα σημεία, την εξουσία και τη γλώσσα,
τη σκηνοθεσία και τα παρασκήνια, δεν υπάρχουν σύνορα να χωρίζουν το τεχνητό
από το αυθεντικό Ο Σαμαράς και η Μέρκελ
στο ίδιο αυτοκίνητο, ο περίπατος στους κήπους
του προεδρικού μεγάρου κλπ είναι σημεία που αντικαθιστούν την πολιτική, τα σημεία μετρούν περισσότερο από τις ιδέες τις οποίες
εκφράζουν.
Και
μεις από τη μεριά μας, ένα μεγάλο κομμάτι μας, ταυτίσαμε την Μέρκελ με την πολιτική
εξαθλίωσης που εφαρμόζεται. Η πεποίθησή μας
όμως ότι η Μέρκελ είναι η αιτία για τα δεινά μας,
και κατ’ επέκταση η γερμανική πολιτική,
περιορίζει το πλαίσιο των αντιθέσεων κυρίως μεταξύ εθνικών κρατών παραβλέποντας τις
ταξικές. Κι ενώ φαίνεται ότι οι εθνικοί κοινωνικοοικονομικοί σχηματισμοί είναι
σε διαδικασία διάλυσης υπό την επίδραση της παγκοσμιοποίησης των καπιταλιστικών
σχέσεων παραγωγής, εντούτοις χρησιμοποιούνται για απορρόφηση των κραδασμών από τις
αντιδράσεις των υποτελών τάξεων. Ο υποτελής της Μέρκελ Σαρκοζί αντικαταστάθηκε
από τον Ολάντ και να νέος άνεμος φυσά στην Ευρώπη, θα πειστεί και η Μέρκελ ν’ αλλάξει πολιτική …. Είναι προβληματισμοί που
κυκλοφορούν σαν λύση στο οικονομικό μας αδιέξοδο, που όμως σίγουρα δεν είναι
θέμα προσώπων.
Με την
ευρωπαϊκή ενοποίηση, φαίνεται να επικρατεί στην Ευρώπη
ενιαία παραγωγική δομή, που
παράγει συγκεκριμένους οικονομικούς προσδιορισμούς, με αποτέλεσμα η διαμόρφωση των κοινωνικών τάξεων πανευρωπαϊκά να τείνει να έχει κοινά χαρακτηριστικά. Επειδή
όμως οι οικονομικοί προσδιορισμοί, σε συνάρτηση με τις πολιτικοϊδεολογικές
επιδράσεις δεν είναι πλήρως
ομογενοποιημένοι σε όλα τα κράτη, έχουν αποτέλεσμα τη διατήρηση κοινωνικών τάξεων ακόμα αρκετά διαφοροποιημένων μέσα στους διάφορους εθνικούς κοινωνικούς σχηματισμούς. Η προσπάθεια όμως ταξικής ανάλυσης από τους απολογητές του καπιταλιστικού συστήματος αποφεύγεται, και τονίζεται περισσότερο ότι οι δρώντες κοινωνικοπολιτικοί
οργανισμοί στο διεθνές επίπεδο είναι
εθνικά κράτη, ακόμα κι αν δρουν μέσα από ευρύτερες ενώσεις όπως η ευρωπαϊκή. Οι
υποτελείς τάξεις, που το επίπεδο συνειδητοποίησης και οικονομικής ανάπτυξης
μέχρι και πριν λίγα χρόνια διέφερε στα διάφορα κράτη, ενστερνίζονται πιο εύκολα
την εκδοχή ότι δεν είναι οι κοινωνικές τάξεις που συγκρούονται αλλά ενιαίοι
κρατικοί οργανισμοί, παραβλέποντας όμως ότι
κι αυτοί αντιπροσωπεύουν
διαφορετικές αρθρώσεις ταξικών σχέσεων υπό την ηγεμονία μιας
συγκεκριμένης τάξης.
Κάθε
ηγεμονική τάξη επιδιώκει την αναπαραγωγή
της κυριαρχίας της διεθνώς, και για να πετύχει κάτι τέτοιο πρέπει πρώτα να
διατηρήσει την ενότητα του κοινωνικού σχηματισμού στον οποίο κυριαρχεί. Η Ε.Ε
είναι ένα μέσο για τη διατήρηση αυτής της ενότητας. Ακόμη όμως χρησιμοποιείται
η ιδεολογία του εθνικισμού ενισχύοντας τη διαταξική ενότητα της κοινωνίας,
δίνοντας τη δυνατότητα στο εθνικό κράτος
να συνθέτει τις λειτουργίες των
διαφορετικών κοινωνικών τάξεων παράγοντας έτσι μια συμπαγή πολιτική
δραστηριότητα. Συνεπώς, παρά τη διαφορετικότητα των οικονομικών συμφερόντων μεταξύ κοινωνικών τάξεων, η πολιτική
παρέμβαση των εθνικών κρατών μετασχηματίζει τις σχέσεις τους κατά ένα πολύ σαφή
τρόπο υπέρ της ηγεμονικής τάξης που τα
συμφέροντά της κάνει αντικείμενο άσκησης
κρατικής πολιτικής. Και η Μέρκελ δεν κάνει τίποτε άλλο παρά αυτά τα συμφέροντα
να προωθεί. Μπορεί βεβαίως όσο βαθαίνει η κρίση να αποκαλύπτεται βαθμηδόν η ενοποιημένη αντίδραση του
καπιταλισμού, αυτό δεν εμποδίζει όμως αυτή η αντίδραση να φιλτράρεται και μέσα από στρατηγικές επιλογές εθνικών κρατών,
που μπορεί και να οξύνουν τις αντιθέσεις τους. Δεν είναι λοιπόν καθόλου
περίεργο που οι γερμανοί προωθούν τα συμφέροντά τους στην Ελλάδα, γι’ αυτό και έγινε η συνάντηση της Μέρκελ με
έλληνες και γερμανούς επιχειρηματίες που οργάνωσε το Ελληνογερμανικό Εμπορικό
Επιμελητήριο. Κι ενώ το αποτέλεσμα όμως αυτών των αντιθέσεων θα έπρεπε
να είναι το βάθεμα των ταξικών σχέσεων μεταξύ εργατικής τάξης και οικονομικής
ολιγαρχίας βλέπουμε την κλιμάκωση των
διαφορών, σε επίπεδο λαϊκών μαζών μάλιστα, μεταξύ εθνικών κρατών, που πηγάζουν από τις σχέσεις
ανάπτυξης των διαφόρων χωρών.
Κι έτσι ενώ οι
οικονομικές συνέπειες της κρίσης είναι πολύ δυσμενείς για τις καπιταλιστικές
χώρες και προκαλούν όξυνση των κοινωνικών αντιθέσεων σε σημείο που η
εκτίμηση για ύπαρξη συνθηκών εξέγερσης
να φαίνεται λογική, δεν φαίνεται ότι οι λαϊκές μάζες είναι έτοιμες να
εκμεταλλευτούν τις δυνατότητες που προσφέρουν οι συνθήκες και αποδεικνύονται ακόμα
ανίκανες να κλονίσουν τα θεμέλια των
αστικών καθεστώτων, αναζητώντας κάθε
φορά αλλού την αιτία των δεινών τους.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου