Τετάρτη 9 Νοεμβρίου 2011

ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΡΕΤΑΛΙΑ

        Ακόμα  ούτε το λεξιλόγιό μας, ούτε οι αντιλήψεις μας ή οι σκέψεις μας, των περισσότερων από μας, είναι σε θέση να ταξινομήσουμε  τα καινοφανή δεδομένα, αλλά και να ιεραρχήσουμε τα συμφέροντά μας με βάση τις απειλές που εκτοξεύονται πανταχόθεν.  Βιώνουμε δυο χρόνια τώρα μια βαθιά οικονομική κρίση, που πια την νιώθουμε να  επεκτείνεται και σε  ό,τι δείχνει στην ουσία του να είναι και βαθύτατα κοινωνικό, αφού η επιχειρούμενη  αναδιάρθρωση των πλεγμάτων της αγοράς  επιχειρεί να διαμορφώσει  στα μέτρα της και την κοινωνία.
       Και όμως συνεχίζουμε να κλεινόμαστε στον εαυτό μας, άτομα, ομάδες, τάξεις, να περιχαρακωνόμαστε αμυντικά και εχθρευόμαστε ο ένας τον άλλο. Οι μεν θεωρούμε αντίπαλό μας τους δε, παραγνωρίζοντας το γεγονός ότι όλοι οι εργαζόμενοι στην πλειοψηφία μας περιθωριοποιούμαστε και ραγδαία υποβαθμιζόμαστε στον κοινωνικό χώρο.
        Στον πολιτικό τομέα σαν άτομα και ομάδες, γιατί λίγοι έχουμε ταξική συνείδηση,  αποστρεφόμαστε θεσμούς και λειτουργίες στο ανώτατο επίπεδο, που απαξιώθηκαν από τους φορείς τους, οι οποίοι πια περισσότερο από ποτέ λειτουργούν αμυντικά προσπαθώντας να περισώσουν  τον κόσμο τους που βυθίζεται. Επιμένοντας να διατηρήσουν τα οφέλη από τα προηγούμενα χρόνια,   χωρίς διάθεση σύγκρουσης,  το ντόπιο κυρίαρχο πολιτικό σύστημα  αποδέχεται την επιχείρηση  ολοκληρωτικού πνιγμού κάθε αντίστασης, παζαρεύοντας τα προνόμιά της.
         Οι διαδικασίες που ζούμε αυτές τις μέρες είναι πρωτόγνωρες για τα χρόνια της μεταπολίτευσης,  όπου δεν προωθείται πια μόνο μια συναινετική – παθητική διακυβέρνηση, αλλά παγιώνεται η αδιαφάνεια των αποφάσεων, που από αντικείμενο  πολιτικής κι επομένως πολιτικής πάλης, μετατρέπονται σε ζήτημα διεθνών συμβιβασμών,  εντολών και συμφερόντων δήθεν τεχνοκρατικού χαρακτήρα. Οι διαδικασίες που επιβάλλονται από διεθνή κέντρα αποκτούν καθοριστικό χαρακτήρα, χωρίς να είναι θεσμοθετημένες, δηλ.  να υπόκεινται σε πολιτικό και κοινωνικό έλεγχο. Η περίφημη δημοκρατία μπήκε στη γωνία, δεν τις φτάνει ούτε τις αγγίζει, αντίθετα υποτάσσεται σ’ αυτές. 
         Ο βομβαρδισμός μας από τα μέσα ενημέρωσης και το πολιτικό σύστημα, με τις περίφημες αγορές και τις αποφάσεις των εταίρων δανειστών μας, αποβλέπουν στο να νιώσουμε αντικείμενα ενός μηχανισμού περίπλοκου, γιγαντιαίου και δεδομένου, που δεν κατανοούμε ούτε ορίζουμε και φυσικά και δεν ελέγχουμε κι επομένως στην δύσκολη φάση χρειαζόμαστε τους τεχνοκράτες η κάθε είδους ειδικούς κι... αδιάφθορους,  οι οποίοι θα μας σώσουν με τη βοήθεια  των πολιτικών,  οι οποίοι  παζαρεύουν  ακόμα την όποια εξουσία τους. Ακόμα όμως χρειάζονται, γιατί  προωθούν τον ολοκληρωτισμό της συναίνεσης, που προσπαθούν να της δώσουν και θεσμικό χαρακτήρα,  αποβλέποντας   στην εξάλειψη κάθε στοιχείου δημοκρατικής ανοχής και παρέχοντας με τη σύμπραξη των δυο κομμάτων εξουσίας  και μια ισχυρή πολιτικοϊδεολογική κάλυψη και μια νομιμοφάνεια.
        Οι παρατεινόμενες  πολυήμερες συζητήσεις για τη δημιουργία νέας κυβέρνησης διαμορφώνει προς τα έξω κατάσταση στα όρια  της κωμωδίας και  προετοιμάζει την επόμενη τελική φάση, η οποία  δεν θα χρειάζεται την αρωγή πολιτικών η θεσμοποιημένων οργάνων. Οι πολιτικοί παζαρεύουν μέχρι τέλους.
       Το ένα μετά το άλλο τα ντόπια πολιτικά συστήματα κάθε χώρας της Ευρώπης  υπακούουν,(έγγραφες διαβεβαιώσεις που ακυρώνουν εκλογικές επιλογές), στους μηχανισμούς που εκπροσωπούνται με ό,τι καλείται Ευρωπαϊκή Ενωση, παρακάμπτοντας θεσμούς και πιστεύοντας πως παίρνουν ως αντάλλαγμα τη θαλπωρή της προστασίας της.
        Αυτή την βδομάδα η λαϊκή αντίδραση μπήκε στο περιθώριο και μεγάλο  τμήμα του πληθυσμού αναζητεί  ακόμα και  τη λύση στην τηλεόραση.
       Και η Αριστερά;  Νεφελώδεις διακηρύξεις,  εμμονές και λεκτική επαναστατικότητα σ'  ένα μεγάλο κομμάτι της. Το ΚΚΕ πάλι,  μέχρι τώρα με τις επαναστατικές ασκήσεις  επί χάρτου και την  προετοιμασία του πολιτικοϊδεολογικού εδάφους, επί λεκτικού επιπέδου, για προσχώρηση της Ελλάδας, εν καιρώ, στον κομμουνισμό δεν έβαζε άμεσα και εμπράκτως το αίτημα του κοινωνικού μετασχηματισμού και της αντίστασης στις επιλογές του καπιταλισμού. Καιρός να το κάνει, χωρίς αβεβαιότητες και αμηχανίες.  Αν θέλει την πρωτοπορία και ηγεμονία στον αριστερό χώρο το ΚΚΕ πρέπει να τολμήσει ρήξεις, πριν του της επιβάλλουν και όχι μόνο από κάτω. Περιμένοντας να γενικευτούν οι αντιστάσεις χωρίς δική του συμμετοχή υπάρχει κίνδυνος η ώρα της Αριστεράς να προσπεράσει για πάντα. Η μάχη δεν μπορεί να εξατμίζεται  σε αόριστες θεωρητικολογίες.

Σάββατο 5 Νοεμβρίου 2011

ΑΡΙΣΤΕΡΟΣ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΣ

          Το μνημόνιο  και τα συμπαρομαρτούντα δεν έχουν  βάλει  ακόμα σε ενέργεια τη διαδικασία  σταδιακής  ταξικής αφύπνισης, που να κάνει τους εργαζομένους να συνειδητοποιήσουν  την πραγματική τους ταυτότητα. Φτάσαμε έτσι  τις τελευταίες μέρες η όποια πολιτική σύγκρουση να έχει περιοριστεί στο χώρο των κυρίαρχων πολιτικών σχηματισμών και οι συζητήσεις να γίνονται στους κύκλους της ολιγαρχίας, μέσω των κομμάτων και των μέσων ενημέρωσης, ενώ ο λαός να παίζει  ρόλο κομπάρσου. 
    Κομματική ή οικουμενική  κυβέρνηση είναι εκφράσεις που δηλώνουν απλώς την κυριαρχία της μιας ή της άλλης ομάδας του κατεστημένου. Ο αγώνας για αλλαγή συσχετισμών, μέσα στο κυρίαρχο  μπλοκ εξουσίας, θέλει κοντά στ’  άλλα  να βάλει  στο περιθώριο τον λαϊκό παράγοντα και τα αριστερά κόμματα.
            Η ίδια η αριστερά με την  αποδοχή του ρόλου της,  στα μεταπολιτευτικά χρόνια,  ως εθνικής δύναμης  εγκλωβίστηκε πολλές φορές στην εθνική ιδεολογία με αιχμή την υπεράσπιση της εθνικής  ανεξαρτησίας, σε βάρος της ταξικής αντιπαλότητας και των συγκρούσεων με τις κυρίαρχες σχέσεις εξουσίας μέσα στην ελληνική κοινωνία. Τα μεταπολιτευτικά χρόνια, χρόνια ευμάρειας, το καπιταλιστικό κράτος επιβάλλεται ως εθνικό, ακόμα και στην αριστερά, που  του πρόσφερε και κριτήρια νομιμοποίησής του. Το ΠΑΣΟΚ, ψευδώνυμα αριστερό κόμμα, τόσα χρόνια στην εξουσία κατάφερε να ενοποιήσει το συνασπισμό εξουσίας και να εξασφαλίσει την ηγεμονία του, αποδιοργανώνοντας διαρκώς τις καταδυναστευόμενες τάξεις.
         Κι ενώ με την ένταξή μας στην Ευρωπαϊκή Ενωση υποχώρησαν  ορισμένες πλευρές του ζεύγματος έθνους-κράτους κι απαξιώθηκαν  κάποιες  πλευρές της εθνικής κυριαρχίας, τον τελευταίο καιρό αναζωογονήθηκε η σημασία του έθνους –κράτους και η ταύτιση με την  πατρίδα,  ενώ  το πολιτικό κατεστημένο  αναζητά  επικοινωνιακά  ερείσματα στην ιδεολογία του έθνους για να καταξιώσει  τις επιλογές του.
          Τις τελευταίες μέρες η εθνικοποίηση της πολιτικής  στο κοινοβούλιο από τα κόμματα εξουσίας δεν τα εμπόδιζε συγχρόνως να επικαλούνται διαρκώς την αναγκαιότητα συμμόρφωσής μας και στα ευρωπαϊκά κέντρα, χαράσσοντας και τα όρια χρησιμότητας του έθνους- κράτους.  Το εθνικό κράτος επιστρατεύεται για την  οργάνωση του υπερεθνικού καπιταλιστικού κράτους,  με άμεση εξάρτηση από παγκόσμια κέντρα οποιασδήποτε μορφής, που με τη σειρά του εγχαράσσεται μέσα σ’  αυτό  διευρύνοντας τα κριτήρια νομιμοποίησής του. Το υπο διαμόρφωση υπερεθνικό κράτος  ακόμα επιβάλλεται σε όλους μας ως διευρυμένο εθνικό κράτος, που αντλεί τη θεμιτότητά του από τη θεμελίωσή του σε συνθήκες, στις οποίες  προσχώρησαν, υποτίθεται, οι λαοί ως μια κοινότητα ελεύθερων υποκειμένων, τα οποία  εκφράζονται μέσα από τις λειτουργίες του  εθνικού κράτους. Ετούτο βέβαια το υπερεθνικό κράτος ακόμα πιο  αποτελεσματικά οργανώνει τις κυρίαρχες τάξεις ως κυρίαρχες.
         Έτσι,  τις μέρες αυτές,  μέσα στη βουλή  το ΚΚΕ,  ίσως και με κάποια  αμηχανία,  προσπαθούσε να αντιτάξει το δικό του  ταξικό  λόγο στον σωτηριολογικό  για το έθνος λόγο των άλλων κομμάτων, ίσως γιατί είναι πολύ δύσκολο να περιορίσει   το ακροατήριό του στο συνειδητοποιημένο πυρήνα της εργατικής τάξης και να παύσει να συμπεριφέρεται σαν εγγυήτρια δύναμη του έθνους και της ανεξαρτησίας του. Ο αγώνας όμως είναι ταξικός, όπως λεκτικά το υπογραμμίζει, και το έθνος είναι μια ιστορική συνιστώσα της ταξικής πάλης. Η ταξική πάλη δεν διεξάγεται βέβαια στο κοινοβούλιο και ούτε σε εποχές που αυτή η πάλη αγριεύει θα επιτραπεί από το κυρίαρχο σύστημα να χρησιμοποιηθούν οι θεσμοί  του για την αποδυνάμωσή του. Το κομμουνιστικό κόμμα δεν χρειάζεται  λοιπόν να εμπλέκεται σε παιχνίδια (όρα υπόσχεση για εκλογές) των κυρίαρχων κομμάτων ή να εμφανίζεται ότι τα φοβάται (όρα δημοψήφισμα). Τα θεσμικά όργανα πια της αστικής δημοκρατίας επιστρατεύονται για την υπεράσπιση  του συστήματος, ακόμα και με την αλλοίωση του ρόλου τους.
          Η Αριστερά και μάλιστα το ΚΚΕ, που διεκδικεί την ηγεμονία του χώρου,  δεν έχει πια την πολυτέλεια να παρασύρεται σε πολιτικά παιχνίδια με σημαδεμένη την τράπουλα, αλλά να τολμήσει ρήξεις.
          Αυτό το πολιτικό παιχνίδι στη βουλή τα τελευταία εικοσιτετράωρα ανέδειξε την ευελιξία του κυρίαρχου πολιτικού συστήματος και την ικανότητά του να ελέγχει ακόμα τους πολιτικούς συσχετισμούς. Συγχρόνως όμως  ξεκαθαρίστηκαν χαρακτήρας και μέσα του κατεστημένου.
        Το ΚΚΕ πια και στην πράξη και όχι μόνο στο λόγο  είναι αναγκαίο κάθε στιγμή να αναδεικνύει τη σύγκρουσή του με ολόκληρο το σύστημα διακυβέρνησης που εφαρμόζει και ενισχύει αποφασιστικά όχι μόνο η κυβέρνηση του ΠΑΣΟΚ αλλά όλο το πολιτικό σύστημα και να μην περιορίζεται να συγκρούεται μόνο με τις δυσλειτουργίες του συστήματος αλλά  και  μ’  αυτήν την ίδια τη δομή και λειτουργία του.
        Ο καπιταλισμός περνά κρίση, σίγουρα. Και μέσα σ’  αυτή την κρίση προσπαθεί να αναδιαρθρωθεί, να αναδομηθεί κι όχι να αποδομηθεί.  Μ’  αυτόν τον στόχο θα χρησιμοποιήσει όλα τα μέσα που έχει και φυσικά δεν θα λυπηθεί ούτε και την ίδια την αστική δημοκρατία. Στην προσπάθεια του για αναδιάρθρωση ο καπιταλισμός απαιτεί τη μέγιστη συναίνεση και τη μέγιστη δυνατή κοινωνική και πολιτική ειρήνευση.
        Αντίθετα, η  Αριστερά  θα πρέπει να διαμορφωθεί σε μια δίαυλο διεκδικήσεων και λαϊκών αγώνων εντείνοντας τον συγκρουσιακό της λόγο, την ταξική αντιπαλότητα, τις διεκδικήσεις αντιστάσεις, αμφισβητήσεις της, πείθοντας τις λαϊκές μάζες με ξεκάθαρο πολιτικό, ταξικό λόγο και όχι με μικροπολιτικούς ελιγμούς.
        Η σχέση βέβαια με τις λαϊκές μάζες είναι αμφίδρομη. Οσο  πιο ξεκάθαρα και όχι δειλά και αόριστα, η ίδια η Αριστερά θέτει το αίτημα για μετασχηματισμό της κοινωνίας στην ημερησία διάταξη, τόσο περισσότερο θα  ενεργοποιήσει λαϊκές μάζες υπέρ της , ακόμα κι αν είναι μειοψηφίες τώρα…

Πέμπτη 3 Νοεμβρίου 2011

ΑΝΑΠΑΝΤΗΤΑ ΕΡΩΤΗΜΑΤΑ

       Βρισκόμαστε σε πλήρη σύγχυση για τις τωρινές προθέσεις και άμεσες σκοπιμότητες του κυρίαρχου οικονομικοπολιτικού συστήματος, φανερού και άδηλου.
        Ο Παπανδρέου φαίνεται να διευθύνει   μέχρι το τέλος το πολιτικό  παιχνίδι σ’  αυτή τη φάση.  Πράγματι  βάζει τους όρους  της όποιας αλλαγής  μεγαλύτερης ή μικρότερης στο πολιτικό σκηνικό ή αποποιείται ευθύνες;  Παραφράζοντας τη λαϊκή παροιμία θα λέγαμε ότι  έριξε μια πέτρα, το δημοψήφισμα,   στο τέλμα της  πολιτικής   και όλο το πολιτικό σύστημα προσπαθεί να τη βγάλει. Γιατί;
         Μόνο που δυο χρόνια τώρα  το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα με τις ενέργειές του συναινούσε στην  κατ’  ουσία διακυβέρνηση με τα χρηματιστηριακά μεγαλοϊδρύματα  και άδηλα εξουσιαστικά κέντρα  και  αρκούνταν  να δείχνει  ότι πιστεύει πως  διεύθυνε τις τεράστιες   αυτές δυνάμεις,  που πότε χτυπιόντουσαν μεταξύ τους, πότε συμμαχούσαν, ενώ στην πραγματικότητα  το διεύθυναν  αυτές οι δυνάμεις κι ο μηχανισμός τους που έμπαινε σε κίνηση. Πιθανόν ο Παπανδρέου με τις τελευταίες του ενέργειες κινητοποίησε κάποιες απ’  αυτές τις δυνάμεις,  που επέτρεψαν τους βουλευτές του να ξεσπαθώσουν. Το επεδίωξε ή έγινε ερήμην του;     Μέχρι τέλους  μένει η αμφιβολία  για τις προθέσεις του Παπανδρέου, οι οποίες  μένοντας στο σκοτάδι αυξάνουν τους φόβους μας για ολέθριες για το λαό εξελίξεις, αν άμεσα και οργανωμένα δεν κινητοποιηθεί. 
       Το κυρίαρχο πολιτικό σύστημα, δραματικά διογκώνοντας το θέμα του δημοψηφίσματος,  κατάφερε να φανεί ότι το κέντρο βάρος των πολιτικών εξελίξεων μετατίθεται από τις αντιδράσεις και την οργή του κόσμου στις ενέργειες των πολιτικών παραγόντων. Αυτή ήταν η  επιδίωξη, η περιθωριοποίηση προς το παρόν, του λαϊκού παράγοντα;
       Και  ξαφνικά,   στη μικροκλίμακα της εγχώριας πολιτικής κυρίες  του κοινοβουλίου που δεν τόλμησαν ποτέ να αρθρώσουν αυτόνομο πολιτικό λόγο  τώρα συναγωνίζονται για τη διαθεσιμότητά τους  προς το έθνος, υπουργοί που κατηγορούσαν τους εργαζόμενους για την οικονομική κατάσταση της χώρας τώρα διακηρύττουν την αναγκαιότητα της εθνικής ενότητας,  στελέχη του κυβερνώντος κόμματος που ανέτρεπαν ακόμα και κανόνες της λογικής για να δικαιώσουν πολιτικές του κόμματος, τώρα  επαναστατούν για την προσβολή των Μέρκελ και Σαρκοζί κι ένας πρωθυπουργός που προκάλεσε την πυροδότηση όλων αυτών των αντιδράσεων, φέρεται να  τελεί υπό παραίτηση. Είναι απλώς οι επαρχιώτικες μωροφιλοδοξίες πολιτικών στελεχών, που λαχταρούν μιαν ώρα υπερδύναμης, βγαλμένης από τα όριά της;
     Το τυφλό παιχνίδι  των οικονομικών δυνάμεων φτάνει σε δύσκολη καμπή, γίνεται όλοένα και πιο αποπνικτικό και γι’  αυτό προκρίνονται λύσεις όπως η κυβέρνηση «εθνικής σωτηρίας» (τι μνήμες ανασύρει !) μήπως και αναπνεύσει  προς στιγμήν το πολιτικό σύστημα;
    Είναι τόσο μεγάλη η καταστροφή προς την οποία οδηγούνται οι τάξεις των εργαζομένων;
    Τελικά ο τελευταίος λόγος ανήκει στους εργαζόμενους. Κανείς δεν θα μας  τον προσφέρει αν δεν τον  διεκδικήσουμε.

Η ΜΗΤΕΡΑ ΟΛΩΝ ΤΩΝ ΕΚΒΙΑΣΤΙΚΩΝ ΔΙΛΗΜΜΑΤΩΝ


         Δεν βλέπουμε παρά τις ανθρώπινες κούκλες που βρίσκονται στη σκηνή. Οι ανώτεροι άρχοντες, τα κοινοβούλια, οι υπουργοί, όλα όσα ονομάζουμε ανώτατες αρχές μοιάζουν με μαριονέττες, ικανές μόνο για να μας  απασχολούν, όταν  η διεθνής του χρήματος οργανώνει τις επιχειρήσεις  ολοκληρωτικής εκμετάλλευσης των λαών.
         Παρακολουθώντας στις Κάννες τις κοινές δηλώσεις  των Μέρκελ και Σαρκοζί, που απροκάλυπτα υποκαθιστούν όλα τα θεσμικά όργανα της Ευρωπαϊκής Ενωσης, αναρωτιέται κανείς για τη δύναμή τους να ελέγχουν την τεράστια μηχανή των κρατών της Ευρωπαϊκής Ενωσης.
      Βέβαια, όλοι ψιθυρίζουμε ότι πίσω από την αυλαία έχουν άλλοι τη δύναμη, ότι ο καιρός της πολιτικής έχει περάσει και ότι τώρα βασιλεύει η οικονομία. Μόνο που αυτή δεν έχει πάντα ανθρώπινο πρόσωπο, είναι σαν ένα μεγάλο χταπόδι που τα πλοκάμια του ρουφάνε με τις τυφλές βεντούζες του κάθε ικμάδα ζωής από τους ανθρώπους. Οι πολιτικοί όμως είναι μπροστά μας, αυτούς βλέπουμε να δουλεύουν για να εξασφαλίζονται οι όροι αναπαραγωγής του συστήματος, αυτοί παραδίδουν δέσμιους τους λαούς  τροφή στις ορέξεις  του. Και οι περισσότερες ενέργειές μας σ’  αυτούς στοχεύουν.
          Οι δηλώσεις των δυο αρχηγών  δεν συνιστούν  φανερή εκτροπή από τις δημοκρατικές αρχές που η Ευρωπαϊκή Ενωση ισχυρίζεται ότι ακολουθεί, ίσα ίσα   δήλωσαν το σεβασμό τους στην υπέρτατη αρχή της λαϊκής ετυμηγορίας και στην ανεξαρτησία του ελληνικού λαού.  Πρόσθεσαν βέβαια σε αυστηρό τόνο ότι υπάρχουν και κανόνες  στην Ευρωζώνη που κανείς δεν μπορεί να παραβιάσει. Και στην τελική, με βάση αυτούς τους κανόνες  «οι Ελληνες πρέπει να αποφασίσουν αν θέλουν να συνεχίσουν την περιπέτειά τους μαζί μας ή όχι».
          Αυτοί οι κανόνες είναι τέτοιοι, που υποδουλώνουν τους λαούς  και τους κλείνουν σε μια φυλακή, πολύ πιο πλατιά από παλιότερα με τους εθνικισμούς και τις μισαλλοδοξίες. Μόνο που σ’  αυτή την φυλακή πρέπει όλοι να μπούμε, να μη ξεφύγει κανείς. Και μάλιστα χωρίς βιαιότητες. Ο μηχανισμός είναι τόσο τέλειος που δεν υπάρχει πια περιθώριο εκλογής παρά μόνο ανάμεσα στα δύο: η θα υποταγούμε  στους κανόνες τους  μόνο  για να επιβιώσουμε  ή θα πεθάνουμε  εξαθλιωμένοι . Οι δυο ηγέτες το εκφράσανε πολύ κομψά. Το ερώτημα  στο δημοψήφισμα θα είναι ναι η όχι στη Ευρωζώνη.
       Το δίχτυ σφίγγεται γύρω μας όλο και πιο σφιχτά. Η φάρσα της πολιτικής γίνεται τραγωδία.
     Η πρώτη φάση της παγίδευσής μας  ολοκληρώθηκε. Η αίσθηση της διάχυτης  απειλής, η συγκεκριμένη επίγνωση ορατών προβλημάτων και κινδύνων υπάρχει ο κίνδυνος να χαράξουν στη συνείδησή μας ως  μέγα λάθος  το δικαίωμα της επιλογής. Τόσα χρόνια την ευμάρειά μας τη συνόδευε η ιδεολογική ευτέλεια που γράφτηκε μέσα μας και  τώρα απειλεί να μας ξεστρατίσει.  
         Ο ταξικός πόλεμος έχει αρχίσει, ακόμα και αν πολλοί από μας  βαυκαλιζόμαστε με  το οραμα  της Ευρωπαϊκής Ενωσης. που πια την χρησιμοποιούν σαν  το τυράκι για να πιαστούμε στη φάκα. Αρχίζουν πια ξεκάθαρα να μπαίνουν οι διαχωριστικές γραμμές. Ευρωπαϊκή Ενωση και Παπανδρέου ύψωσαν τον φράχτη
    Και ο Γ. Παπανδρέου φαίνεται πάλι κυρίαρχος του ντόπιου παιχνιδιού ή μάλλον η πολιτική που ακολουθεί. Έχει κανείς την εντύπωση ότι έφτασε στο τέλος των εκβιαστικών του διλημμάτων. Ισως τελικά  μ’ αυτό το δημοψήφισμα βοηθά την Ευρωπαϊκή Ενωση να μεθοδεύσει την αποβολή μας από την Ευρωζώνη, ενώ και για τον ίδιο  ξεκαθαρίζει το τοπίο μια και καλή. Ισως πιστεύει ότι όσο περισσότερες οι  απειλές, τόσο  μεγαλώνουν το  φόβο μας, και τόσο μειώνεται το ρίσκο από το δημοψήφισμα  …ή μήπως όχι;

Τετάρτη 2 Νοεμβρίου 2011

ΡΑΓΔΑΙΕΣ ΠΟΛΙΤΙΚΕΣ ΕΞΕΛΙΞΕΙΣ (Β ΦΑΣΗ)

         H δυσφορία πολλαπλασιάζεται,  οι κάθε λογής πολιτικές  δεν  πείθουν,  η κάθε είδους καταστολή δεν εξαφανίζει, αλλά αντίθετα τονώνει τις αντιδράσεις, το μέλλον διαγράφεται αβέβαιο, η κρίση γενικεύεται.
         Και ο πρωθυπουργός δεκαοκτώ μήνες μετά το μνημόνιο ανακοινώνει δημοψήφισμα σε πλήρη ασυνέπεια με την δημιουργηθείσα από τον ίδιο κατάσταση και υποτίθεται ότι δρομολογούνται για δεύτερη φορά μετά τον Ιούνη «ραγδαίες πολιτικές εξελίξεις» και πάλι.
         Αφού ο Παπανδρέου ανέπτυξε μια πολιτική που δεν απέκλινε κεραία  από τη βούληση και τις προτεραιότητες των κυρίαρχων τάξεων της χώρας και της Ευρώπης, θυμήθηκε το δημοψήφισμα για την τελευταία πράξη του ελληνικού δράματος.
          Δεν είναι μόνο η πολιτική της λιτότητας και οικονομικής  εξαθλίωσης μεγάλου τμήματος του λαού, δεν είναι μόνο η πλήρης υποταγή σ’  όλες τις επιλογές των Βρυξελλών αλλά κυρίως είναι  και η πολύμορφη και ποικιλότροπη πριμοδότηση όλων εκείνων των επιλογών, πρακτικών, δραστηριοτήτων, που στο όνομα της σωτηρίας της χώρας και της οικονομικής βοήθειάς της  επέτρεψαν την απαξίωση και συκοφάντηση των εργαζομένων, συνέτειναν στη φθορά, έως και την διάλυση κάθε μορφή συλλογικότητας , και προσπάθησαν να ακυρώσουν, χωρίς επιτυχία,  κάθε λαϊκή δραστηριότητα.
       Ο πρωθυπουργός μάλλον  μέτρησε τις δυνάμεις του και τις δυνατότητές του και τις βρήκε αδύναμες. Μέχρι τώρα μεταβάπτιζε την πραγματικότητα σε οφθαλμαπάτη και βάλθηκε με όλες του τις δυνάμεις και αταλάντευτη στοχοπροσήλωση στις επιταγές τον οικονομικοπολιτικών  κέντρων που βάφτισε σωτήρες, να εκφοβίζει  με εκβιαστικά διλήμματα τους εργαζόμενους, για να μη βρεθεί  στην άβολη θέση να  αναμετρηθεί πολιτικά με την πραγματικότητα του  παρόντος.
        Η ανακοίνωση της  πρόθεσης του  για το δημοψήφισμα  φαίνεται ότι  επέκτεινε την αμηχανία και στην Ευρώπη, ενώ γενικεύτηκε η σύγχυση σ’  όλο το φάσμα του εγχώριου πολιτικού κόσμου αποδεικνύοντας ότι η υποταγή και η άνευ όρων συμπόρευση με τις αποφάσεις εκ των Βρυξελλών δεν ήταν ο μοναδικός μονόδρομος μιας στοιχειωδώς ρεαλιστικά ασκούμενης πολιτικής. Ακόμα και στα πλαίσια της πολιτικής ενός κόμματος σαν του ΠΑΣΟΚ αποδεικνύεται ότι το Μάρτη του 2010  η κυβέρνηση θα μπορούσε να δημιουργήσει νέους όρους, που θα ανέτρεπαν τα δεδομένα στις σχέσεις μας με την Ευρωπαϊκή Ενωση, ώστε να μη συρθεί η Ελλάδα στο μνημόνιο.
         Η φύση  όμως κάθε ενέργειας ενός πολιτικού εξαρτάται από τον χρόνο που πραγματοποιείται. Αν την  απόφαση για δημοψήφισμα  ο Παπανδρέου την έπαιρνε τον Απρίλη του 2010 θα σηματοδοτούσε άλλες προτεραιότητες και στόχους. Τώρα, μόνο εκμεταλλεύεται και αξιοποιεί τα πάθη και τα συμφέροντα που είναι απαραίτητα για την πολιτική του
        Παράλληλα, σχεδόν σύσσωμο το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο έδειξε με αρκετά δραματικούς τόνους την ανησυχία του από την απόφαση Παπανδρέου, με πρωτοφανείς σχολιασμούς μάλιστα για τον ίδιο τον Παπανδρέου, ενώ μέχρι πριν λίγες ώρες τον κατηγορούσε  ακριβώς για την συμφωνία «κουρέματος».
       Πιθανόν το προαναγγελθέν ψυχορράγημα του πολιτικοκοινωνικού συστήματος, όπως το ξέραμε από την μεταπολίτευση και μετά,  ξεκίνησε και ίσως ο Παπανδρέου κάτω  από το βάρος της γενικής κατακραυγής απλώς το συντομεύει, επιχειρώντας να αποκαλύψει και το ρόλο των ομοτράπεζών του, που τον άφησαν έκθετο στη λαϊκή οργή.
         Σε όλους τους τόνους ζητούνται εκλογές για την αλλαγή φρουράς, την ίδια στιγμή που δεν θέλει κανείς από το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο διαφορετικές επιλογές στα οικονομικά ζητήματα που μας ταλανίζουν. Με τις εκλογές ίσως πιστεύεται ότι θα καταλαγιάσουν οι μεγάλες ενστάσεις, δυσαρέσκειες και αντιπαλότητες, συνεχίζοντας μάλιστα την πολιτική με κατευθύνσεις και πρόγραμμα που δεν θα διαφέρει ως προς τα ουσιώδη από το αντίστοιχο πρόγραμμα που ακολουθείται τώρα.
        Ο Παπανδρέου αφού υποτίμησε, περιφρόνησε υφιστάμενους θεσμούς (με την κατάθεση στη βουλη του μνημονίου, την εξουσιοδότηση του Παπακωνσταντίνου, κλπ), τώρα εισάγει και κάνει επιλεκτική χρήση θεσμών, με στόχο την ακόμα μεγαλύτερη ισχυροποίηση της εκτελεστικής εξουσίας σε βάρος των θεσμών και του λαού.
       Το δημοψήφισμα, για τους εργαζόμενους,  επι της ουσίας, δεν έχει καμιά σημασία. Με τη συμφωνία της 26ης Οκτωβρίου η Ελλάδα μπήκε στην τελική ευθεία για την πλήρη εξαθλίωσή της, πιθανόν και με έξοδο από το Ευρώ, αφού εξασφαλίσει η Ευρώπη την απομόνωσή μας, για  να μη μεταδοθεί η «μόλυνση». Σίγουρα αυτή η φροντίδα θα παρατείνει το δράμα της χώρας, κατά Βενιζέλο,  για κάποιο χρονικό διάστημα, ίσως αρκετό μάλιστα  για να αποκαλυφτούν όλοι οι ανταγωνισμοί και στην κορυφή της κοινωνικής πυραμίδας.
       Με το δημοψήφισμα ό, τι και να ψηφίσουμε την ίδια κατάληξη θα έχουμε, αν δεν ενταθούν και επεκταθούν οι κοινωνικοί αγώνες.
      Αν το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος είναι θετικό, θα συνεχιστεί η ίδια πολιτική μέχρι την οικονομική  καταστροφή μας,   μόνο που  θα έχει τσακιστεί κάθε κοινωνικός αγώνας, αφού συναινέσαμε σ’  αυτήν την πολιτική.   
       Αν είναι αρνητικό,  η οικονομική μας εξαθλίωση θα είναι ραγδαία και το πολιτικοοικονομικό κατεστημένο θα το αποδώσει στην άρνησή μας να δεχτούμε την εκ Βρυξελλών και Ουάσιγκτον  σωτηρία μας, εκτός… εάν η δυναμική των λαϊκών αγώνων βαίνει αυξανόμενη.
       Κι ενώ η Ευρώπη και από κοντά και Ελλάδα έχουν παραδοθεί στην καταχθόνια εξουσία των τερατωδών οικονομικών δυνάμεων, που μανουβράρουνε τις τύχες των χωρών, οι πολιτικοί, διανοούμενοι κλπ. συνεχίζουν να εμπορεύονται της ιδέες που πάνω τους στηρίζεται η κακόμοιρη αστική δημοκρατία και τις μεταχειρίζονται για να ξεφεύγουν από τις ευθύνες και τους κινδύνους των επιλογών τους.  
        Η δημοκρατία μας πια, όσο  κι αν ισχυρίζονται  ότι δεν  έχει  αδιέξοδα, οι ίδιοι οι υποστηριχτές της την υπονομεύουν χρησιμοποιώντας τις αρχές της όταν τους εξυπηρετούν και παραβιάζοντας τες όταν   τους στέκονται εμπόδιο.
      Μοναδική διέξοδος πια είναι η μαζική αγωνιστική κινητοποίηση