Και η επίθεση φιλίας του ΣΥΡΙΖΑ προς το ΚΚΕ συνεχίζεται
ακάθεκτη. «Επιτρέπει» βέβαια στο ΚΚΕ να πάρει το ίδιο την τελική απόφαση, αλλά
θεωρεί ο πρόεδρός του ΣΥΡΙΖΑ αδιανόητο αν χρειάζεται ανοχή ή ψήφο του ΚΚΕ για
να εφαρμόσει το πρόγραμμά του, το ΚΚΕ να
του την αρνηθεί.
Και συμπληρωματικά, οι της Ν.Δημοκρατίας,
π.χ. Κ. Μητσοτάκης, επισείουν τον
κίνδυνο της κομμουνιστικής ατζέντας, ώστε 70 χρόνια μετά την κατοχή η αριστερά
να πάρει εκδίκηση και να κυβερνήσει. Συγχρόνως χρεώνουν στο ΣΥΡΙΖΑ την
κομμουνιστική απειλή, ενώ ο πρωθυπουργός δεν ξεχνά να δηλώσει το σεβασμό του
για το ίδιο το ΚΚΕ παραβλέποντας (;) πως είναι το ΚΚΕ που δηλώνει την απαρέγκλιτη πίστη του στο μαρξισμό
–λενισμό και όχι ο ΣΥΡΙΖΑ.
Και σχεδόν σε όποιο τηλεοπτικό κανάλι
εμφανίζεται εκπρόσωπος του ΚΚΕ η σταθερά είναι η επαναλαμβανόμενη ερώτηση αν θα συμπράξει με το ΣΥΡΙΖΑ και οι καταγγελίες
για την άρνησή του, που συμπληρώνονται από παραλήρημα για την καταστροφή που θα
προκαλέσει μια αριστερή κυβέρνηση στη χώρα, εννοώντας το ΣΥΡΙΖΑ.
Σ’ αυτές τις εκλογές τίποτε πέραν της λογικής
δεν διακυβεύεται, τίποτε πέραν της ιδεολογικής απαξίωσης του ΚΚΕ και κατ’ επέκταση της διάψευσης κάθε προσδοκίας για το σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της
κοινωνίας δεν είναι ο στόχος, τίποτε πέραν των ενδοαστικών συγκρούσεων δεν
αποκαλύπτεται.
Οι λέξεις πέφτουν σαν χαλάζι. Ένα
πληθωρικός πόλεμος επιφωνημάτων, καταγγελιών,
απειλών, βαρυσήμαντων αναλύσεων εναντίον
ενός άφωνου πλήθους. Ενός πλήθους που επιδιώκεται να αφομοιώσει ότι για όλες τις
κακοδαιμονίες δρομολογούνται λύσεις δια μιας την επαύριον της υπερψήφισης του ενός
αρχηγού ή του άλλου κόμματος. Με όση όμως προσοχή και καλή διάθεση κι αν διαβάσουμε ή να ακούσουμε όσα λέγονται η
συσχέτιση όλων αυτών που γράφονται και λέγονται
με τις καθημερινές μας προσλαμβάνουσες παραστάσεις και πολύ περισσότερο με τη απλή λογική για ένα
είδος ελέγχου των λόγων και της σχέσης τους με την πράξη θα μας οδηγήσει σε αδιέξοδο που εύκολα καταλήγει στην
παραίτηση ή την αποδοχή της υπάρχουσας κατάστασης – κι είναι το επιδιωκόμενο.
Ζώντας σ’
αυτόν τον τόπο βαρυνόμαστε από την ιστορία αυτού του τόπου. Η απαίτησή μας λοιπόν να θέλουμε να κατανοήσουμε
τα φαινόμενα που ρυθμίζουν τη ζωή μας θα
έπρεπε να είναι προϋπόθεση για να προσπαθήσουμε συλλογικά να συμβάλουμε στην ανατροπή ή έστω στη βελτίωση εκείνων των πολιτικοοικονομικών παραγόντων που απαξιώνουν
τη ζωή μας. Και αυτές οι εκλογές όμως, όπως και οι προηγούμενες, οργανώνονται
έτσι ώστε να μην αποτελέσουν ούτε καν ευκαιρία για κατανόηση αυτής της πραγματικότητας.
Γίνονται απλώς άλλη μια ευκαιρία για να καταναλωθούμε και να καταναλώσουμε. Όσο
τεχνητά ανεβαίνει ο πυρετός, διευρύνεται η κατανάλωση των πάντων. Μαζί με μας καταναλώνονται
οράματα, ιδέες, σύμβολα, προσδοκίες. Και ο ΣΥΡΙΖΑ, όπως παλιότερα το ΠΑΣΟΚ,
πρωταγωνιστεί σ’ αυτό. Ο αρχηγός του ΣΥΡΙΖΑ δεν διστάζει να
επικαλεστεί αποσπάσματα από το λόγο της Λαμίας του Α. Βελουχιώτη προσπαθώντας
να πείσει για την …επαναστατικότητά του, για να εγκλωβίσει εργαζόμενους και
λαϊκά στρώματα σε δρόμο επωφελή για την αστική τάξη, προσφέροντας τις υπηρεσίες
του για την αναπαραγωγή του πολιτικοοικονομικού
στερεότυπου. Ο καπιταλισμός είναι συνυφασμένος με το θέαμα του καινούργιου, πρέπει
λοιπόν το εποικοδόμημα να παρουσιάσει
εναλλαγές. Συνεπώς, σκηνοθετείται με
παλιά υλικά μια αλλαγή που θα στερεώσει
το παλιό και θα χειραγωγήσει την αδιαμαρτύρητη υποταγή μας σ’ αυτό, δηλ. στο αδιαμφισβήτητο, στον καπιταλισμό.
Μοναδικός στόχος η επιβολή της παραπλάνησης, η επικράτηση του απόλυτου συναισθηματισμού ως
η ανώτατη κατάκτηση της πολιτικής. Είμαστε εγκλωβισμένοι από παντού, ένας κόσμος
δίχως μνήμη μα γεμάτος αναπολήσεις. Πάνω σ’ αυτές τις αναπολήσεις χτίστηκε η
πολιτική της μεταπολίτευσης, κυριάρχησε βήμα-βήμα, επιβεβαιώθηκε εικόνα την
εικόνα. Από τον Α. Παπανδρέου με την
αλλαγή μέχρι τον Α.Τσίπρα και το νέο ξεκίνημά του, πολλοί πολιτικοί της «προοδευτικής
παράταξης» (παράπλευρη δημιουργία της μετεμφυλιακής περιόδου) μετατρέπονται σε
αυτόκλητους υπερασπιστές των αγώνων και της ηθικής της αριστεράς, της προάσπισης
του κομμουνιστικού κινήματος καταγγέλλοντας το ΚΚΕ πως το έχει προδώσει. Και οι επιθέσεις φιλίας στο ΚΚΕ και οι
επαναστατικές φράσεις της «προοδευτικής παράταξης», από τη δεκαετία του ’80 με το ΠΑΣΟΚ μέχρι τώρα
με το ΣΥΡΙΖΑ, δεν δικαιολογούν παρά τη μεταμφιεσμένη ταξική τους συνεργασία με
την κυρίαρχη τάξη και την προσπάθεια διάλυσης του μοναδικού εργατικού κόμματος.
Μεταφέρεται η πραγματική σύγκρουση που είναι
ανάμεσα στο ΚΚΕ και στην κομμουνιστική ιδεολογία
με όλα τα αστικά κόμματα, συμπεριλαμβανομένης
και της Χ.Α, που, καθόλου παραδόξως, έχει ξεχαστεί σ’ αυτές τις εκλογές, σ’ εκείνη ανάμεσα στο ΣΥΡΙΖΑ με τη Ν. Δημοκρατία, αποδίδοντάς του
χαρακτηριστικά επαναστατικού κόμματος. Η προδιαγεγραμμένη πολιτική πορεία της χώρας
όταν το εργατικό κίνημα είναι ακόμα υποτονικό επιτρέπουν να στηθούν
ιδεολογήματα και πρότυπα που εξυπηρετούν τα συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Η άρνηση
του ΚΚΕ να συμπράξει με το ΣΥΡΙΖΑ
μετατοπίζει από την πλευρά του τις ευθύνες για την αποτυχία του στο ΚΚΕ.
Η προδιαγεγραμμένη αποτυχία του για άλλη πολιτική ακυρώνει όλες τις προσδοκίες
για τις δυνατότητες της αριστεράς κι αυτή η απογοήτευση επεκτείνεται και στο
ΚΚΕ το οποίο ήδη το προβάλλουν ως αδύναμο και απρόθυμο για σύγκρουση στον …πραγματικό
κόσμο.
Οι εκλογές μετατρέπονται στη μεγάλη ώρα της πειθούς και του πειθαναγκασμού.
Οι νόμοι της αγοράς συγχρονίζουν το βήμα τους με την αγορά
ψήφων. Μετά την καθημερινή κατανάλωση η
μαζική κατανάλωση της πολιτικής στις εκλογές, -η εκτόνωση, μετά
την εξουθενωτική παθητικοποίηση η
κατανάλωση συμμετοχής στα τεχνητώς κατασκευασθέντα αντίπαλα στρατόπεδα, -ή άλωσή μας. Για να μένει στη σκιά η μεγάλη
αντίθεση κεφαλαίου –εργασίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου