Η προεκλογική περίοδος άρχισε και μαζί της για μια άλλη φορά
οι ίδιοι εκβιασμοί και απειλές για το μέλλον μας σε περίπτωση που δεν τηρηθούν
οι υποχρεώσεις της χώρας με την ΕΕ, που συμφωνήθηκαν από τις κυβερνήσεις μας.
Κανείς ανοιχτά δεν αμφισβητεί το
δικαίωμα της εκλογικής διαδικασίας, αρκεί να μην αλλάξει τίποτε. Δηλ.
ανεξαρτήτως αποτελέσματος, να τηρηθούν οι συμφωνίες που εξαθλιώνουν την
πλειοψηφία των εκλογέων, πάει να πει αρκεί να συνεχίσει να υπάρχει η συναίνεση
ή τουλάχιστον ανοχή του πληθυσμού, από
το φόβο του χειρότερου, στην καπιταλιστική επίθεση. Αν δούμε λοιπόν τις συγκεκριμένες εκλογές κάτω από αυτό το
πρίσμα, τότε μοιάζει να είναι λάθος, αν
όχι ακόμα ουσιαστικότερο, να προσπαθήσουμε να ερμηνεύσουμε με τους όρους συντήρηση
–προοδευτικότητα ή αριστερά –δεξιά τις
προεκλογικές αντιπαλότητες των κομμάτων. Οι λέξεις και οι κατατάξεις των
τελευταίων δεκαετιών χάνουν το συγκεκριμένο πολιτικό τους νόημα και η ίδια η
πραγματικότητα αναδεικνύει την πραγματική αντίθεση που υπάρχει, κεφάλαιο
–εργασία. Όλες οι άλλες διαχωριστικές
γραμμές που επιβιώνουν από τη
μεταπολίτευση ή ανακαλύπτονται
τώρα χρησιμοποιούνται περισσότερο για να αφήσουν στη σκιά αυτή την αντίθεση και
να μη μετατεθεί αυτή στο πραγματικό πεδίο της.
Και σ’
αυτές τις εκλογές η μεγάλη μάζα των ψηφοφόρων δείχνει πως δεν μπορεί παρά να
στηρίξει κόμματα που μπορούν να κυβερνήσουν, χωρίς ιδιαίτερους κλυδωνισμούς στο
status
quo. Η προσήλωση
τους μάλιστα στα κόμματα που βρίσκονται
στην εξουσία 40 χρόνια (ακόμα και αν ο ΣΥΡΙΖΑ σαν κομματικός οργανισμός δεν
έχει κυβερνήσει συμπεριφέρεται και αντιμετωπίζεται από τους εκλογείς σαν το διάδοχο σχήμα του ΠΑΣΟΚ της εξουσίας)
που πέρασαν από την περίοδο των
απλόχερων παροχών στην πιο σκληρή λιτότητα, που άλλαξαν θέσεις για τα πιο κρίσιμα
ζητήματα όπως δανεισμό, ΕΕ, ευρώ
κλπ. και που φθάνουν στις εκλογές με αμφισημίες στο λόγο τους,
είναι θαυμαστή. Η επιβίωσή τους θα μπορούσε απλώς να ερμηνευτεί σαν αποτέλεσμα
της γενικευμένης αποπολιτικοποίησης μιας κοινωνίας. Ίσως θα μπορούσε να εξηγηθεί εξίσου καλά και με την αμυντική στάση
σημαντικών κομματιών της κοινωνίας που τρομάζουν στην εικόνα μιας επερχόμενης διάλυσης, όπως απειλείται,
του πολιτικοοικονομικού συστήματος και που κρατούν ακόμα την ελπίδα για
επιβίωσή τους παρόλη την καπιταλιστική επίθεση. Ίσως να συμβαίνουν και τα δυο,
αν λάβουμε υπόψη τη στάση που τα διάφορα
κοινωνικά στρώματα και τάξεις κράτησαν μετά τις προηγούμενες εκλογές
απέναντι στην κυβέρνηση που προέκυψε
–ανοχή μεγάλων τμημάτων της κοινωνίας στις αποφάσεις της κυβέρνησης Σαμαρά.
Σ’ αυτές τις εκλογές η
αντιπαράθεση ανάμεσα στα δυο κόμματα που διεκδικούν την πρωτιά γίνεται στα
σημεία, έντεκα, έξι ή αμέτρητων δεν έχει
σημασία, έχοντας υπερκεραστεί σιωπηλά η βασική διαχωριστική γραμμή μνημόνιο –αντιμνημόνιο
της προηγούμενης αναμέτρησης. Παραμένει όμως σταθερή επιδίωξη, η μορφή της
αντιπαράθεσής τους με τα εκβιαστικά
διλήμματα, εν είδει απειλής, και
τις φρούδες υποσχέσεις να ακινητοποιεί
το ταξικό ένστιχτο και την ιστορική μνήμη των εργαζομένων. Η οποία παραδιδόμενη
σε …τρομοκράτες, που κρατάνε χειρόγραφες σημειώσεις για να υπενθυμίζουν εις
εαυτούς τις ημερομηνίες δράσης τους, θα ενεργοποιείται στο εξής από τις κωδικές
ονομασίες της -Γοργοπόταμος η
σχεδιαζόμενη από Χ. Ξηρό και Σια επίθεση στις φυλακές Κορυδαλλού.
Οι αλλεπάλληλες, παντός είδους,
εκλογές που έχουν γίνει στα σχεδόν πέντε χρόνια της κρίσης επιβεβαιώνουν την
επιβίωση του πολιτικού συστήματος, παρόλο που σε κάθε εκλογική αναμέτρηση
υπάρχει πάντα ελπίδα ότι θα φανεί η λαϊκή βούληση για ανακοπή της
καπιταλιστικής επίθεσης. Μέχρι τώρα όμως δεν διαφαίνεται μέσα απ’ αυτές, ούτε σαν ένδειξη, ότι η καπιταλιστική κρίση
δρομολογεί μια πορεία σύγκρουσης της εργατικής τάξης και των συμμάχων της με το
καπιταλιστικό κράτος. Ίσως η πιο
αισιόδοξη σκέψη να είναι ότι ακολουθώντας μια τεθλασμένη γραμμή αυτή
η πορεία περνά σε μεγάλο
βαθμό μέσα από την συρρίκνωση των πρώην
μεγάλων κομμάτων εξουσίας και την απαξίωση κάποιων στελεχών τους. Θα ήταν
βέβαια πολύ παρακινδυνευμένο να πούμε ότι πίσω από την πολιτική μορφή βρίσκεται
το κοινωνικό ταξικό περιεχόμενο, δηλ. η
αναμέτρηση με το ίδιο το αστικό κράτος
και όχι με τις συγκεκριμένες πολιτικές παρατάξεις. Γι’ αυτό και το
κυρίαρχο σύστημα τις κλωνοποιεί δίνοντας σε κάθε εκλογική αναμέτρηση σε παλιά πολιτικά σχήματα την επίφαση του νέου
που επιβιώνει μέχρι τις επόμενες εκλογές.
Κι έτσι, οι ΑΝΕΛ οδεύουν προς
εξαφάνιση, η ΔΗΜΑΡ εξαφανίζεται, εμφανίζεται όμως το κόμμα του Γ. Παπανδρέου
που μαζί με το ΠΟΤΑΜΙ προσπαθούν να ψαρέψουν ψηφοφόρους στα θολά νερά του
απροσδιόριστου κεντρώου χώρου δεξιάς ή αριστερής αποκλίσεως. Η Ν.Δ, ένα
παραδοσιακό αντιδραστικό κοινοβουλευτικό κόμμα του μεγάλου κεφαλαίου, μοιάζει
να συνεχίζει να έχει την εμπιστοσύνη μεγάλου τμήματος των μικρομεσαίων. Βέβαια,
οι προσχηματικές για το καλό του συνόλου συνθηκολογήσεις του και υποχωρήσεις
έως τελικής παράδοσης στο μεγάλο κεφάλαιο που ισοπέδωσαν τους μικρομεσαίους
άφησαν έκθετη τη δεξιά της πλευρά στη Χ.Α, τους ψηφοφόρους της οποίας προσπαθεί
να δελεάσει με δηλώσεις του αρχηγού της,
όπως αυτές για το θετικό ρόλο που έπαιξε ο φράχτης του Έβρου στην
αναχαίτιση των λαθρομεταναστών που τους παρέχουμε νοσοκομειακή και ασφαλιστική
κάλυψη.
Ο ΣΥΡΙΖΑ πάλι υπόσχεται να
συντηρήσει τη λαϊκή υποστήριξη με εξαγγελίες (π.χ. διεξαγωγή δημοψηφίσματος,
συντριβή ολιγαρχών) και δράσεις (π.χ. απελευθέρωση περιστεριών στη γιορτή των
Θεωφανείων από τον Τσίπρα) αντικρουόμενες και να διαχειριστεί την ανεξέλεγκτη
κρίση του καπιταλισμού και μια καπιταλιστική οικονομία υπερχρεωμένη, μη
θέλοντας να θίξει τις αντιφάσεις του καπιταλισμού. Υπερκαταναλώνει έτσι τη λαϊκή εμπιστοσύνη πριν ακόμα αναλάβει
εξουσία, προσπαθώντας να ισορροπήσει ανάμεσα στο κεφάλαιο και την εργασία
σπέρνοντας αμφιβολίες και φόβους δεξιά και αριστερά και εξελίσσεται στο καλύτερο μέσο εξαπάτησης των
εργαζομένων και το μεγαλύτερο εμπόδιο για το εργατικό κίνημα. «Δεν είναι τόσο
τρομερός και επιζήμιος ο απροκάλυπτος οπορτουνισμός, ο οποίος
απορρίπτεται αμέσως από την εργατική
μάζα, όσο αυτή η θεωρία της
χρυσής μεσοβέζικης θέσης που προσπαθεί να δικαιολογήσει με μαρξιστικές
λέξεις την οπορτουνιστική πράξη(..)»
Και βέβαια η εδραίωση του κυβερνητικού ρόλου της αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ αφήνει πιθανότητες
σημαντικών αποδεσμεύσεων από το εσωτερικό του. Η κατάδειξη των ορίων του να παίξει
και στο κοινοβουλευτικό επίπεδο και του ρόλου του στην ανανέωση του πολιτικού
σκηνικού ίσως αναγκάσει κάποια τμήματα εργαζομένων που εναπόθεσαν ελπίδες σ’
αυτόν να επιλέξουν με έναν πιο ξεκάθαρο τρόπο στρατόπεδο. Και βέβαια είναι αυτό
το στρατόπεδο το ΚΚΕ, που αποδεσμεύει
από τη λογική της εναπόθεσης των ελπίδων
μόνο στα εκλογικά αποτελέσματα και κινείται προς την κατεύθυνση των μαζικών
αγώνων σαν το μοναδικό μέσο επίτευξης
των στόχων της εργατικής τάξης.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου