Με τον καινούργιο χρόνο άλλη μια φορά η ψευδής
εντύπωση ότι κάτι καινούργιο όχι μόνο χρονολογικά αλλά και ουσιαστικά,
βρίσκεται επί θύραις σφράγισε ανησυχητικά τις ευχές, τα διαγγέλματα των
πολιτικών και την εορταστική καθημερινότητα που σχεδόν ψυχαναγκαστικά έγινε
προσπάθεια να διαμορφωθεί.
Κι επειδή το 2014 ανακαλεί και την προ
εκατονταετίας έναρξη του Α παγκόσμιου πολέμου η ιστορική αναφορά σ’ αυτόν
γίνεται περισσότερο σαν ένας αντικατοπτρισμός του τι είμαστε σήμερα και του τι μέλλει γενέσθαι. Σε πολλές ιστορικές αναφορές η
λειτουργία του κατόπτρου είναι καθοριστική για την ερμηνεία της σημερινής
πραγματικότητας, τον προσδιορισμό της και την ανάλυση της. Κι αυτό γίνεται
φανερό στο άρθρο του Κ. Πρετεντέρη στο Κυριακάτικο ΒΗΜΑ για το «αίσιο και
ευτυχές το 1914» για τον οποίον η Ευρώπη
«βρέθηκε ξαφνικά και σχεδόν αναίτια στα χαρακώματα», αναζητώντας δηλ. τις αιτίες του
στο ίδιο ερμηνευτικό σχήμα με το
οποίο αναζητούνται οι αιτίες για την εξαθλίωση που τα τελευταία χρόνια
βιώνουμε στη δική μας ολιγωρία, άντε και
σε κάποιες παραλείψεις διεφθαρμένων πολιτικών. Ιμπεριαλισμός, ταξική σύγκρουση
έχουν απαλειφθεί από το λεξιλόγιο του κυρίαρχου λόγου και για την ερμηνεία παλαιότερων γεγονότων,
όχι μόνο σύγχρονων. Κι ούτε βέβαια αναφορά στο λόγο του Λένιν που πάνω από είκοσι χρόνια
τώρα επιδιώκεται να ταφεί τελεσίδικα αλλά όσο βαθαίνει η καπιταλιστική κρίση
τόσο αναδεικνύεται η αναγκαιότητά του για την ανάλυση της πραγματικότητας.
«Γιατί η απόδειξη του αληθινού κοινωνικού ή
πιο σωστά: του αληθινού ταξικού χαρακτήρα του πολέμου, δεν περιέχεται φυσικά στη διπλωματική ιστορία του πολέμου, αλλά
στην ανάλυση της αντικειμενικής κατάστασης των κυρίαρχων τάξεων σ' όλες τις
εμπόλεμες δυνάμεις. Για να περιγράψει κανείς αυτή την αντικειμενική κατάσταση,
δεν πρέπει να πάρει παραδείγματα και ξεχωριστά στοιχεία (μια και τα φαινόμενα
της κοινωνικής ζωής είναι εξαιρετικά περίπλοκα, μπορεί πάντα να βρεθεί
οποιοσδήποτε αριθμός παραδειγμάτων ή ξεχωριστών στοιχείων, για να υποστηριχτεί
οποιαδήποτε θέση), αλλά οπωσδήποτε το σύνολο των στοιχείων για τις βάσεις της
οικονομικής ζωής όλων των εμπόλεμων δυνάμεων και όλου του κόσμου.(…) Οι
σιδηρόδρομοι είναι το αποτέλεσμα των κυριότερων κλάδων της καπιταλιστικής
βιομηχανίας, της βιομηχανίας κάρβουνου και της σιδηρουργίας, το αποτέλεσμα και
ο πιο παραστατικός δείκτης ανάπτυξης του παγκόσμιου εμπορίου και του
αστικοδημοκρατικού πολιτισμού.(…) Η κατανομή του σιδηροδρομικού δικτύου, η
ανισομετρία της, η ανισομετρία της ανάπτυξης του σιδηροδρομικού δικτύου είναι
αποτελέσματα του σύγχρονου μονοπωλιακού καπιταλισμού σε παγκόσμια κλίμακα. Κι
αυτά τα αποτελέσματα δείχνουν ότι πάνω σε μια τέτοια οικονομική βάση, όσο
υπάρχει ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής, είναι εντελώς αναπόφευκτοι οι
ιμπεριαλιστικοί πόλεμοι.
Η κατασκευή σιδηροδρόμων φαίνεται μια
επιχείρηση απλή, φυσική, δημοκρατική, εκπολιτιστική και πολιτισμένη: τέτοια
φαίνεται στα μάτια των αστών καθηγητών, που τους πληρώνουν για να εξωραΐζουν
την καπιταλιστική δουλεία, και στα μάτια των μικροαστών φιλισταίων. Στην
πραγματικότητα, τα καπιταλιστικά νήματα, που συνδέουν με χιλιάδες δίκτυα αυτές
τις επιχειρήσεις με την ατομική ιδιοκτησία στα μέσα παραγωγής γενικά,
μετάτρεψαν αυτή την κατασκευή σε όργανο καταπίεσης ενός δισεκατομμυρίου
ανθρώπων (αποικίες συν μισοαποικίες), δηλαδή του μισού και πάνω πληθυσμού της
γης στις εξαρτημένες χώρες και των μισθωτών δούλων του κεφαλαίου στις
«πολιτισμένες» χώρες.
Η ατομική ιδιοκτησία
που στηρίζεται στην εργασία του μικρονοικοκύρη, ο ελεύθερος συναγωνισμός, η
δημοκρατία - όλα τούτα τα συνθήματα, που μ' αυτά οι καπιταλιστές και ο Τύπος
τους εξαπατούν τους εργάτες και τους αγρότες, ξεπεράστηκαν πια πολύ. Ο
καπιταλισμός αναπτύχθηκε σε παγκόσμιο σύστημα αποικιακής καταπίεσης και
χρηματιστικής κατάπνιξης της τεράστιας πλειοψηφίας του πληθυσμού της γης από
μια χούφτα «προηγμένες» χώρες. Και το μοίρασμα αυτής της «λείας» γίνεται
ανάμεσα σε 2-3 ληστές με παγκόσμια δύναμη, οπλισμένους ως τα δόντια (Αμερική,
Αγγλία, Ιαπωνία), που τραβούν όλη τη γη στον πόλεμό τους για το μοίρασμα της
λείας τους.
(…)Είναι ακριβώς ο παρασιτισμός και το σάπισμα
του καπιταλισμού, που χαρακτηρίζουν το ανώτατο ιστορικό του στάδιο, δηλαδή τον
ιμπεριαλισμό. (…) ο καπιταλισμός έχει
ξεχωρίσει τώρα μια χούφτα (λιγότερο από το ένα δέκατο του πληθυσμού της γης, με τον πιο «απλόχερο» και εξογκωμένο υπολογισμό
λιγότερο από το ένα πέμπτο) πολύ πλούσια και ισχυρά κράτη που ληστεύουν όλο τον
κόσμο - «κόβοντας» απλώς «κουπόνια». Η εξαγωγή κεφαλαίων δίνει 8-10
δισεκατομμύρια φράγκα εισόδημα το χρόνο σε προπολεμικές τιμές και σύμφωνα με
την προπολεμική αστική στατιστική. Σήμερα δίνει ασφαλώς πολύ περισσότερα. Είναι
αυτονόητο ότι με ένα τόσο γιγάντιο υπερκέρδος (γιατί είναι πάνω από το κέρδος
που απομυζούν οι καπιταλιστές από τους εργάτες της χώρας «τους») μπορεί να
εξαγοράζονται οι εργατικοί ηγέτες και το ανώτερο στρώμα της εργατικής αριστοκρατίας.
Και αυτό το στρώμα το εξαγοράζουν οι καπιταλιστές των «προηγμένων» χωρών με
χίλιους τρόπους,, άμεσους και έμμεσους, ανοιχτούς και κρυφούς.
Αυτό το στρώμα των
αστοποιημένων εργατών ή της «εργατικής αριστοκρατίας», που είναι πέρα για πέρα
μικροαστικό ως προς τον τρόπο της ζωής του, το μέγεθος των απολαβών του και την
όλη κοσμοθεωρία του, είναι το κύριο στήριγμα της II Διεθνούς και
στις μέρες μας το κύριο κοινωνικό (όχι στρατιωτικό) στήριγμα της αστικής τάξης.
Γιατί πρόκειται για αληθινούς πράκτορες της αστικής τάξης μέσα στο εργατικό
κίνημα, για εργατικούς εντολοδόχους της τάξης των καπιταλιστών (labor lieutenants of the capitalist class), για αληθινούς
αγωγούς του ρεφορμισμού και του σοβινισμού. Στον εμφύλιο πόλεμο του προλεταριάτου
ενάντια στην αστική τάξη τάσσονται αναπόφευκτα, και όχι σε μικρό αριθμό, με το
μέρος της αστικής τάξης, με το μέρος των «βερσαλλιέρων» ενάντια στους
«κομμουνάρους».
Αν δεν κατανοηθούν οι
οικονομικές ρίζες αυτού του φαινομένου, αν δεν εκτιμηθεί η πολιτική και
κοινωνική του σημασία, δεν μπορεί να γίνει ούτε βήμα στον τομέα της λύσης των
πρακτικών καθηκόντων του κομμουνιστικού κινήματος και της επερχόμενης
κοινωνικής επανάστασης.»
Από τον πρόλογο
Β.Ι Λένιν, «Ἱμπεριαλισμός, ανώτατο
στάδιο του καπιταλισμού», εκδ. Σύγχρονη Εποχή, Αθήνα 2001
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου