Τετάρτη 14 Ιουλίου 2021

ΟΠΟΥ ΚΑΠΝΟΣ…

 

Όλον αυτόν τον καιρό της πανδημίας αποδείχτηκε ότι οι αρχές του κράτους  στο πλαίσιο της κατάστασης έκτακτης ανάγκης διαθέτουν εξαιρετικά εργαλεία καταστολής με όλους τους περιορισμούς στις δημόσιες ελευθερίας να συνοδεύονται από αυξημένη παρακολούθηση του πληθυσμού. Εν ονόματι της προστασίας της υγείας εκμαιεύεται η συναίνεση των πολιτών για τον περιορισμό της άσκησης δικαιωμάτων και ελευθεριών, όπως η ελευθερία κινήσεων, η ελευθερία του συνέρχεσθαι, το δικαίωμα σεβασμού της ιδιωτικής και οικογενειακής ζωής, που υποτίθεται πως υποστηρίζονται από την αστική δημοκρατία. Και ενάμιση χρόνο μετά την πρώτη καραντίνα τα μέτρα έκτακτης ανάγκης μάλλον μεταλλάσσονται παρά καταργούνται, με βάσιμες υποψίες πως τελικά κάποια απ’ αυτά θα υιοθετηθούν, ανεξάρτητα από την υγειονομική κρίση.
        Αφού για μήνες οι αρχές σε διάφορες χώρες της ΕΕ μιλούσαν για προαιρετικό εμβολιασμό, προϊόντος του χρόνου καταλήγουν με τους περιορισμούς και τα πρόστιμα να επιβάλλουν το εμβόλιο σχεδόν στο σύνολο του πληθυσμού, επεκτείνοντάς το μάλιστα και στους  ανήλικους. Δεν είναι λοιπόν καθόλου τυχαία ή απλώς χρονική σύμπτωση οι σχεδόν ταυτόσημες ανακοινώσεις από τον δικό μας πρωθυπουργό και από τον πρόεδρο της Γαλλίας πριν από λίγες μέρες. Γιατί, ο σχεδιασμός της πολιτικής αντιμετώπισης της πανδημίας από όλα τα καπιταλιστικά κράτη χαράσσεται στη ίδια λογική του κέρδους,  της διάσωσης της καπιταλιστικής οικονομίας και της χειραγώγησης και ελέγχου των αντιδράσεων σ’ αυτήν.
               Ο πρωθυπουργός Κ. Μητσοτάκης  στο μήνυμα της 12ης Ιουλίου διαχωρίζει τη χώρα από τους κατοίκους της «Γιατί δεν κινδυνεύει η Ελλάδα, αλλά οι ανεμβολίαστοι Έλληνες», ωραιοποιεί καταστάσεις για την Πολιτεία που  «Θωράκισε το Σύστημα Υγείας», στοχοποιεί αυτούς που δεν εμβολιάζονται ότι «δεν θα οδηγήσουν τον τόπο σε καθολικές απαγορεύσεις»,  επιβραβεύει τους εμβολιασμένους με μια σειρά ρυθμίσεων που θα τους «αποδώσουν τα δικαιώματά τους», ενώ  συγχρόνως τους κολακεύει πως «δρουν με κοινωνική ευθύνη και ευαισθησία». Ανακηρύσσει τον εαυτό του, με τις αποφάσεις του που  «αποδίδουν ελευθερίες σε εκείνους που τις δικαιούνται», κριτή στην απονομή αυτονόητων δικαιωμάτων και προτρέπει ο καθένας να βάλει την υπογραφή του στο «τελευταίο κεφάλαιο της υγειονομικής κρίσης», με την προϋπόθεση « στο ένα μπράτσο να έχει το εμβόλιο της Ελευθερίας», σε μια ατυχή διατύπωση, στην πολλοστή προσπάθεια για λογοτεχνίζουσες εκφράσεις.

             Η χώρα μας, και όχι μόνο,  αυτή τη στιγμή χαρακτηρίζεται στο εμβολιαστικό θέμα από διχασμό, μεροληψία και διαβρωτική εμπιστοσύνη του κοινού σε κυβερνητικούς θεσμούς, συμπεριλαμβανομένων των οργανισμών δημόσιας υγείας που είναι επιφορτισμένοι με την εποπτεία της αδειοδότησης και της διανομής εμβολίων. Η  σημασία της επίδρασης  της πειθούς σε βασικά ακροατήρια για να γίνουν κατανοητές οι  ανησυχίες, αξίες, στάσεις, και αντιλήψεις σχετικά με τον εμβολιασμό,  ακυρώνεται από  το τρέχον κλίμα πολιτικής και οικονομικής διαίρεσης, με την παραβίαση της ιδιωτικής ζωής, την αύξηση περιορισμών και εισαγωγής νέων διακρίσεων που δημιουργούν ένα φορτισμένο περιβάλλον το οποίο μάλλον αυξάνει παρά μειώνει τις ανησυχίες.

Η πολιτική  θα έπρεπε να ενημερώνεται από μια ηθική δημόσιας υγείας που να εστιάζεται στο κοινό καλό. Θα έπρεπε να στοχεύει στην ενίσχυση της υγείας της κοινότητας προστατεύοντας εκείνους που είναι πιο ευάλωτοι στην COVID-19, όχι να παγιώνει τις υπάρχουσες ανισότητες που επιδεινώνουν αυτές τις ευπάθειες ή να απαξιώνει τις όποιες ανησυχίες ως συνολικά ανορθολογικές, χωρίζοντας κάθετα την κοινωνία σε εμβολιασμένους και ανεμβολίαστους. 

  Δεν φαίνεται να υπάρχει συμφωνία για τον πρωταρχικό σκοπό του προγράμματος των εμβολιασμών. Οι κυβερνήσεις συνήθως μιλάνε γι 'αυτούς ως ένα μέσο ανοίγματος των οικονομιών, τα άτομα ως μέσο για να επανέλθουν στην κανονική ζωή, οι  εμπειρογνώμονες στη δημόσια υγεία, ως μέσο μείωσης των μεταδόσεων. Κι αν φαίνονται αυτοί οι στόχοι να ευθυγραμμίζονται, η αδυναμία να ξεκαθαριστούν προτεραιότητες εξηγεί τις αντιφατικές αποφάσεις, όπως το άνοιγμα στον τουρισμό με σύγχρονη αυστηροποίηση των διακρίσεων στους ντόπιους με βάση το εμβόλιο. Ενώ μένει στον αέρα υπό ποιες προϋποθέσεις μπορεί να δικαιολογηθεί η άνιση πρόσβαση σε βασικούς τομείς της ζωής.

            Από τη δημιουργία τους, τα εμβόλια κατέστησαν δυνατή την εξάλειψη ενός μεγάλου αριθμού μεταδοτικών ασθενειών, ιδίως αυτών που προσβάλλουν τα παιδιά. Η πολιτική εμβολιασμού μιας χώρας αποτελεί επομένως ουσιαστικό στοιχείο της πολιτικής της για την υγεία.  

Από την έναρξη της κρίσης για την υγεία της  covid-19, το εμβόλιο έχει προταθεί ως η μόνη θεραπεία ενάντια σε αυτήν την ασθένεια που θα μας επέτρεπε να ανακτήσουμε τη ζωή όπως πριν. Μετά από πολλούς μήνες έρευνας, ένα πρωτότυπο εμβόλιο από διάφορες εταιρείες, σε μικρό χρονικό διάστημα  ήταν έτοιμο να διατεθεί στο εμπόριο. Η ταχύτητα της δημιουργίας αυτού του εμβολίου εκπλήσσει και συγχρόνως ανησυχεί, και σωστά, μεγάλο μέρος του πληθυσμού. Η κατάσταση έκτακτης ανάγκης υπαγόρευσε την χρήση ενός εμβολίου που παρουσιάζεται ως η μόνη θαυματουργή λύση, χωρίς να παρέχεται ασφαλή εγγύηση, γιατί το επείγον δεν είναι πάντα καλός σύμβουλος. Εξάλλου, η ύπαρξη φαρμακευτικών σκανδάλων και πολιτικών για την υγεία που οδήγησαν σε σκάνδαλα υγείας είναι λόγοι για νόμιμους φόβους. Επομένως αποφάσεις κυβερνητικές που δεν προσπαθούν να πείσουν, αλλά να φοβίσουν και  που στοχεύουν στην επιβολή χρήσης εμβολίου υπό αυτές τις συνθήκες, δεν προάγει την εμπιστοσύνη που πρέπει να έχει το κοινό σε αυτό το αντίδοτο.  Και όταν μάλιστα επεκτείνεται ο εμβολιασμός στα ανήλικα παιδιά τα οποία η εμπειρία των προηγούμενων μηνών έδειξε πως δεν κινδυνεύουν. Κι επιπλέον όταν ο εμβολιασμός χρησιμοποιείται ως πρόσχημα για αλλαγή εργασιακών όρων, όπως αποδεικνύουν οι δηλώσεις της υφυπουργού εργασίας Δ. Μιχαηλίδου σχετικά με τη σύνδεση εμβολίου και απόλυσης, ανεξάρτητα αν ακολούθησαν αργότερα διορθωτικές διευκρινήσεις, η καχυποψία δεν μειώνεται.   

               Όλες λοιπόν οι επιφυλάξεις, υποψίες, αντιρρήσεις προς τις αποφάσεις των κυρίαρχων κέντρων εξουσίας, στις οποίες και επιστημονικά κέντρα έχουν ενταχτεί, δεν μπορεί να μπαίνουν κάτω από την ομπρέλα του ανορθολογισμού για να μην υπάρχει υποχρέωση λογικής αντιμετώπισής τους. Είναι  σε  ένα μεγάλο βαθμό η έλλειψη εμπιστοσύνης σε αποφάσεις της κυρίαρχης εξουσίας, την οποία ο φασιστικός λόγος με δημαγωγικό τρόπο εκμεταλλεύεται, που αντανακλάται στις αντιδράσεις στα μέτρα για την υγεία. Γιατί  είναι η ίδια η κυρίαρχη εξουσία των καπιταλιστικών κρατών, που δεν ενδιαφέρεται για την ενίσχυση των συστημάτων υγείας, που εξαθλιώνει τους εργαζομένους για να εξασφαλίσει τα κέρδη των καπιταλιστών, που δεν σταματά την προπαγάνδα για να εξουδετερώσει οποιαδήποτε εναλλακτική λύση, η οποία αυξάνει την καχυποψία για τις προθέσεις της. 

    Όλα αυτά είναι  ο καπνός που δείχνει πως υπάρχει φωτιά και φοβίζει, έστω και ενστικτώδικα, μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Η προπαγάνδα λοιπόν  εναντίον της Κούβας με τις παραποιημένες φωτογραφίες για να αποδειχτεί το μέγεθος των αντιδράσεων εναντίον της κουβανικής κυβέρνησης, η χρησιμοποίηση του εμβολιασμού ως κριτήριο αναστολής της εργασίας με ανοιχτή την εκδοχή της απόλυσης, η απαξίωση ως ανορθολογικών και κοινωνικά ανεύθυνων όλων των αντιδράσεων βρίσκονται στην ίδια λογική,  δεν αποτυπώνουν παρά τα ιδεολογικά μέσα  χειραγώγησης που χρησιμοποιεί η κυρίαρχη εξουσία. Είναι που μ’ αυτόν τον τρόπο προσπαθεί να κατευθύνει τον καπνό προς ψεύτικες εστίες φωτιάς και όχι σ’ αυτήν που οι καπνοί της μας πνίγουν, δηλ του καπιταλισμού.
 Ώστε, μέρα με τη μέρα να αφήνεται ο εκφοβισμός να εξαπλωθεί, μέρα με τη μέρα να αφήνεται ο φόβος να εξαπλωθεί, μέρα με τη μέρα να αφήνεται το μίσος να εξαπλωθεί και  ήσυχα, να διεμβολίσουν την καθημερινότητά μας, και οι περισσότεροι να μην βρίσκουμε κανένα λάθος σ’ αυτό, υποταγμένοι στη λογική της καπιταλιστικής οργάνωσης της κοινωνίας χωρίς διέξοδο.

Δεν υπάρχουν σχόλια: