Πέμπτη 22 Ιουνίου 2023

ΠΡΟΣ ΤΗΝ ΚΑΛΠΗ

 

Στην πρώτη δεκαετία της μεταπολίτευσης οι εκλογές έπαιρναν τη μορφή πανηγυριού, με τα πλαστικά σημαιάκια και τα τραγούδια, με τους δρόμους πλημμυρισμένους από ανθρώπους με  πεποίθηση για τις δυνατότητες που έχουν οι μάζες να εισβάλλουν στον κλειστό κύκλο των εξουσιαστών τους. Είναι που, μετά από μια δικτατορία, πιστεύαμε σε μεγάλο βαθμό ότι οι εκλογές και η ανάληψη εξουσίας από κόμματα, ψευδεπίγραφα όπως αποδείχτηκε,  σοσιαλιστικά ή αριστερά θα έδιναν ανθρώπινο πρόσωπο στον καπιταλισμό.  Κι επειδή δεν φαινόταν πια δυνατός ο αποκλεισμός των μαζών από την πολιτική, καθώς  όλοι μιλούσαν για δημοκρατία και τον αυξανόμενο ρόλο του καθημερινού  ανθρώπου στις κρατικές υποθέσεις, η χειραγώγησή τους ήταν αναγκαία, εφόσον η αστική τάξη είχε ζωτική σημασία να ηγεμονεύει την εργατική τάξη. Γι’ αυτό και επιδιώκει τη λαϊκή υποστήριξη παραπλανώντας με μια φιλολαϊκή ρητορική.  Σαν τον Μπ. Ομπάμα που στην ομιλία του στο Ίδρυμα Στ. Νιάρχος αναφέρθηκε  στο γεγονός του πνιγμού στα ανοιχτά της Πύλου 700 ανθρώπων ως απαράδεκτο, όταν ήταν αυτός που ως πρόεδρος δημιούργησε τις συνθήκες με τις επεμβάσεις του σε Συρία, Λιβύη, κλπ. δημιουργίας των προσφυγικών ροών.
Οι περισσότερες όμως από  τις ψευδαισθήσεις των πρώτων μεταπολιτευτικών χρόνων για τη δημοκρατία και τη λειτουργία της, με την οικονομική κατάρρευση διαλύθηκαν. Οι κυρίαρχοι θεσμοί της δημοκρατίας απαξιώθηκαν, ενώ εδραιώθηκε η εξουσία σε υπερεθνικά χέρια σε μια δράκα ανθρώπων. Που νομιμοποιεί μαζικές οικονομικές ανισότητες και δεινά, ιδιωτικοποιεί τα δημόσια αγαθά, διαλύει βασικούς κρατικούς φορείς και εξατομικεύει όλα τα κοινωνικά προβλήματα. Πάντα υποστηρίζοντας το αναπότρεπτο χαρακτήρα αυτών των επιλογών και  κρύβοντας πίσω από υποσχέσεις για το μακροπρόθεσμο όφελος  την εξυπηρέτηση του μεγάλου κεφαλαίου.
Και σε εθνικό επίπεδο, η Ν.Δ του Κ. Μητσοτάκη με ταμπέλες, όπως μεταρρύθμιση ή εκσυγχρονισμό, κρύβει κάθε φορά και μια νέα  φουρνιά από πανομοιότυπα μέτρα που μεταστρέφονται  στα πια αντιδραστικά. Το πάλαι ποτέ σοσιαλιστικό ΠΑΣΟΚ με ευελιξία και εξυπνάδα έχοντας αναγνωρίσει την οργάνωση και δραστηριότητες του λαϊκού κινήματος, το διεμβόλισε για να καταφέρει να το δαμάσει. Ο ΣΥΡΙΖΑ, σφετεριζόμενος τους αγώνες της αριστεράς, στα χρόνια της κρίσης προσπάθησε να κάνει το ίδιο, αλλά πια ήταν πολύ στενά τα περιθώρια και η παραπλάνηση αποκαλύφτηκε σε πολύ λίγο χρόνο. Ακολουθώντας και τα τρία κόμματα την ίδια πολιτική βάζουν στο στόχαστρο τα λαϊκά στρώματα που δεν τηρούν παθητική στάση, οργανώνονται κυρίως γύρω από το ΚΚΕ και  δεν είναι  πρόθυμα να υπακούσουν στα κελεύσματα των προνομιούχων πολιτικών, οι οποίοι εξυπηρετούν συμφέροντα της κυρίαρχης τάξης. Και οι οποίοι προσπαθούν να αποσυνδέσουν τις υψηλές υποσχέσεις ενός οικονομικοπολιτικού συστήματος που υποκρίνεται ενδιαφέρον για τις μεγάλες μάζες με τις πραγματικές, φρικιαστικές πραγματικότητές του που βιώνουν τα λαϊκά στρώματα.
          Μετά όμως από τόσες ανεκπλήρωτες υποσχέσεις και μάταιες προσδοκίες, αρχίζει να γίνεται αποδεκτό ότι η ανισότητα στον τρόπο ζωής δεν είναι θέμα τύχης αλλά σύμφυτη με το καπιταλιστικό σύστημα. Βέβαια η υπερψήφιση από το 41%  της  Ν. Δ μοιάζει με ένδειξη ότι οι επικοινωνιακές πιρουέτες των εξουσιαστών συνεχίζουν να πείθουν, όσο με επιδόματα περιορίζεται η εμφάνιση των αληθινών εντάσεων και των πραγματικών κρίσεων που όμως καιροφυλακτούν. Από τη Ν.Δ που με τη σιγουριά του νικητή απαιτεί εν ονόματι της σταθερότητας και ασφάλειας μια ισχυρή αυτοδυναμία και το ΣΥΡΙΖΑ με  ΠΑΣΟΚ, σαν την άλλη πλευρά του νομίσματος,  μέχρι τα νέα  κομματίδια, Πλεύση Ελευθερίας και ΝΙΚΗ,  που σ’ αυτήν τη φάση έχουν αναλάβει το ρόλο να απορροφήσουν τους κραδασμούς από την δυσαρέσκεια μέρους του εκλογικού σώματος αποτρέποντας τον όποιο ριζοσπαστισμό του, οι διαφορές προγραμμάτων και λόγων εξαφανίζονται και μόνο τα ρητορικά σχήματα ποικίλλουν. Και βέβαια η κυνική εκμετάλλευση μιας ρητορικής που χαϊδεύει τ’ αυτιά, είτε  εστιασμένης  σε έννοιες όπως η σταθερότητα ή δικαιοσύνη είτε εθνικιστικής ή θρησκευτικής έχει σκοπό την εξυπηρέτηση του status quo.
      Γενικά, η  αστική μας δημοκρατία φαίνεται να μην έχει πρόβλημα στην απελευθέρωση δηλητηριωδών αξιών και ρατσιστικών κοινωνικών σχέσεων που έχουν επικυρωθεί  και παράγονται υπό το φασισμό. Η εκμετάλλευση του ακραίου εθνικισμού και του ρατσισμού από την κυρίαρχη εξουσία γίνεται επί του μεταναστευτικού πεδίου, τρομοκρατώντας και επιβάλλοντας καταστολή της ελευθερίας, προωθώντας το ψέμα, το θέαμα, τη δαιμονοποίηση του άλλου, τη βία και τελικά την κρατική βία σε διαφορετικές μορφές. Η μετανάστευση παρουσιάζεται ως απειλητική, και επειδή είναι μουσουλμανική. Και μ’ αυτόν τον τρόπο ανοίγει ο δρόμος για τη χρήση του φόβου και τρόμου για τον εκφασισμό της κοινωνίας. Η λογική και η συμπόνια δίνουν τη θέση τους σε μια ρητορική μισαλλοδοξίας που διαποτίζει  την πολιτική και προκαλεί ταπείνωση, δυστυχία και ταλαιπωρία σε διαφορετικές ομάδες που θεωρούνται εκφυλισμένες και αποκρουστικές σε όλα τα επίπεδα της κοινωνίας. Ο ρατσιστικός λόγος έχει γίνει καθοριστικό δημόσιο χαρακτηριστικό της λευκής υπεροχής και της πολιτικής της αναλωσιμότητας, από την πολιτική και πολιτειακή ηγεσία,  που πέρα από τους βερμπαλισμούς και τις συμβολικές κινήσεις τους, στοχοποιούν τους κατατρεγμένους ως επικίνδυνους εχθρούς και επαίρονται για τους φράχτες που χτίζουν.
Κι έτσι ανεπαισθήτως  επήλθε η απενοχοποίηση της ακροδεξιάς, η απαλλαγή της από την ιδεολογική και ηθική περιθωριοποίηση που της είχε επιβάλλει  η μεταπολίτευση και η στροφή ενός σημαντικού τμήματος της κοινωνίας σε ρατσιστικές κι εθνικιστικές αντιλήψεις. Κι αυτό  ήταν μια μακροχρόνια διαδικασία, με ισχυρές βέβαια  ιστορικές καταβολές και κοινωνικές ρίζες σε τμήματα και των λαϊκών στρωμάτων, που επιταχύνθηκε στα χρόνια της κρίσης. Και έδειξε ότι, παρά την καταδίκη της Χρυσής Αυγής ως εγκληματικής οργάνωσης, υπάρχει σημαντικό δυναμικό ακόμα και περαιτέρω ανάπτυξης, καθώς η Ν.Δ και η Ακροδεξιά είναι συγκοινωνούντα δοχεία, ενώ και τα υπόλοιπα αστικά κόμματα παρουσιάζονται επικινδύνως ανεκτικά.
Και μένει μόνο το ΚΚΕ, που δεν παραπλανά ούτε υπόσχεται μαγική λύση των προβλημάτων. Και είναι ανόητο το επιχείρημα για την απροθυμία του ΚΚΕ να κυβερνήσει, υπονοώντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ επειδή τόλμησε να αναλάβει την διακυβέρνηση του τόπου αναγκάστηκε δήθεν σε υποχωρήσεις. Γιατί το ΚΚΕ είναι τα μέλη του, οι συνοδοιπόροι του και οι αγώνες τους με την καθοδήγησή του. Κι αν ένα μεγάλο ποσοστό συμπορευθεί μαζί του, τότε ανοίγει ο δρόμος πραγματικά για ανατροπή ενός συστήματος που απομυζά τη ζωή από αυτούς που παράγουν στην πραγματικότητα τον πλούτο αυτού του κόσμου. Και τότε αλλάζουν οι ταξικοί συσχετισμοί και οι νέες επιλογές δεν έχουν να κάνουν με αναθέσεις σε κυβερνήσεις, αλλά με αγώνες για την οικοδόμηση ενός νέου κόσμου.
Γιατί  βέβαια οι εκλογές δεν αλλάζουν πολιτικά συστήματα, αλλάζουν όμως συσχετισμούς δυνάμεων σε συνδυασμό με ένα αυξανόμενο λαϊκό κίνημα. Γι’ αυτό και σ’ αυτές τις εκλογές η υπερψήφιση του ΚΚΕ είναι μονόδρομος. Δεν είναι μόνο η εκατοντάχρονη ιστορία του, που παρά τις ιστορικές ανατροπές, πολλές φορές αιματηρές και καταστροφικές, είναι ότι  πάντα έχει αντιδράσει στη βάση της  ιδέας της αλληλεγγύης, σύμφωνα με μια γενναιόδωρη ιδέα του ανθρώπου, χωρίς όμως ν’ απαρνείται ποτέ την υλική βάση πάνω στην οποία αυτή στηρίζεται, την ταξική.  Είναι που στάθηκε όρθιο και όλα αυτά τα χρόνια της συκοφάντησής του, είναι που  έχει δώσει  στον εργαζόμενο την περηφάνεια γι’ αυτό που είναι,  που συνεχίζει, μέσα από λάθη κάποιες φορές, να βρίσκεται πάντα κοντά σε εκείνους που υποφέρουν, τους εργάτες και τους φτωχούς με το μόνο τρόπο που ξέρει: να οργανώνει αγώνες και να βρίσκεται πάντα στην πρωτοπορία κάθε αγωνιστικής διεκδίκησης, για την αξιοπρέπεια και τη βελτίωση της ζωής μας.
 

Δεν υπάρχουν σχόλια: