Κι είναι λέει οι εκλογές η πεμπτουσία του δημοκρατικού
πολιτεύματος και δυο μήνες τώρα, σ’ αυτές τις δυο εκλογικές αναμετρήσεις, για
πολλοστή φορά αυτή η δημοκρατία προδίδεται από μόνη της. Ξεσκίζει μονάχη της τα
ψέματα ενός πολιτεύματος που καμαρώνει για ελευθερία και ισότητα όσο οι
καταχρήσεις του μπορούν να πραγματοποιούνται ελεύθερα και ο …θεός των πλουσίων
μπορεί να ρίχνει στο λαό με το σφιγμένο ζωνάρι το μάνα της ειρήνης και της
πατρίδας, της ευημερίας και του ιδεαλισμού. Και τα κόμματα της αστικής μας
δημοκρατίας επιφορτίζονται με το καθήκον να πείσουν τον κόσμο για τις κορυφαίες
αλήθειες, που γι’ αυτές οφείλει ακόμα και να υποφέρει.
Γίνεται
λοιπόν κεντρικό προεκλογικό θέμα η μουσουλμανική μειονότητα για να επιδείξει η
Ν.Δ το ενδιαφέρον της για το έθνος προς άγραν μερικών ψήφων, με κατηγορίες
εναντίον του ΣΥΡΙΖΑ που επέτρεψε την εμπλοκή του τουρκικού προξενείου στην
εκλογή των βουλευτών του από τη μειονότητα, παρόλο που, κατά τον Κ. Μητσοτάκη,
ο ίδιος ο Α. Τσίπρας είχε ενημερωθεί για την εργαλειοποίηση της μειονότητας από
την Τουρκία. Από την άλλη, δίνεται και η ευκαιρία στο ΣΥΡΙΖΑ να αντεπιτεθεί στη
Ν.Δ για εκβιαστικές πρακτικές που εφαρμόζει, με το βίντεο που κυκλοφορεί, στο
οποίο η Ντ. Μπακογιάννη στην επίσκεψή της στη Θράκη, μαζί με τον Ε. Στυλιανίδη
φαίνεται να επιδίδεται σ’ ένα ανομολόγητο παζάρι με τους κατοίκους των
μειονοτικών κοινοτήτων εκβιάζοντας με αλαζονεία την υπερψήφιση της Ν. Δ για να προωθηθούν ζητήματα
της περιοχής.
Και τα δυο κόμματα κάνουν παιχνίδια μικροπολιτικής με τη μειονότητα στη Θράκη, ενώ «
κυοφορούνται σοβαρές αρνητικές διευθετήσεις στις ελληνοτουρκικές
σχέσεις, με την άμεση παρέμβαση του αμερικανοΝΑΤΟϊκού παράγοντα, που έχει
εδραιώσει την παρουσία του στη Θράκη με ευθύνη και των δύο κυβερνήσεων».
Κι αν όλα τα
εξουσιάζει η οικονομία, είναι όμως η κυρίαρχη πολιτική που κρατά τη ζυγαριά.
Διστάζει, ταλαντεύεται, δείχνει να
ποντάρει και από τις δυο πλευρές, της κυρίαρχης τάξης και του λαού, παραμονεύει μήπως γίνει αυτός
πιο δυνατός, για να τον χειραγωγήσει και να τον εγκλωβίσει στους δικούς της
στόχους. Όταν λοιπόν ο υποψήφιος βουλευτής με τη Ν.Δ καθηγητής ιατρικής Σπ.
Πνευματικός, για να μειωθεί το κόστος στα νοσοκομεία και το ΕΣΥ πρότεινε την
διαλογή των ασθενών, συγκεκριμενοποιώντας στους καρκινοπαθείς στο τελευταίο
στάδιο, στη λογική της αναλογίας κόστους-οφέλους, οι αντιδράσεις και από το
κόμμα του ήταν έντονες, σε μια προσπάθεια καθησυχασμού της μεγάλης πλειοψηφίας
από την οποία ζητείται να υπερψηφίσει τη Ν.Δ. Μ’ αυτή τη δήλωση, της
κοστολόγησης της ανθρώπινης ζωής που στρέφεται εναντίον των λαϊκών τάξεων, ο Σ.
Πνευματικός αφαιρεί μια από τις φιλολαϊκές μάσκες ενός από τα αστικά κόμματα, αλλά
συγχρόνως εξοικειώνει τις μεγάλες μάζες μ’ αυτή τη λογική. Η πολιτική υπηρετεί
τη οικονομία του μεγάλου κεφαλαίου, αλλά δεν παραλείπει με κούφια πομπώδη λόγια
να δείχνει ότι ενδιαφέρεται για τις μάζες, απλά για να τις παραπλανήσει. Το ίδιο
γίνεται με τον αντιρατσισμό, τον φεμινισμό, τα δικαιώματα
ΛΟΑΤΚΙ, η καπιταλιστική τάξη προσποιείται κυνικά ότι νοιάζεται, όμως όλα τα εργαλειοποιεί για
να προωθήσει αντιδραστικές πολιτικές. Οι πολιτικοί της κυρίαρχης εξουσίας
μακιγιάρουν τις πολιτικές επιλογές τους με αηδιαστικούς ιδεαλισμούς για να
παραπλανήσουν και να παρασύρουν τις λαϊκές τάξεις στις δικές τους κατευθύνσεις.
Ξαφνικά όλα τα αστικά κόμματα
αποκηρύσσουν την εφαρμογή κόστους οφέλους,
όταν κάθε πολιτική τους απόφαση σε όλα τα ζητήματα, εργασία, υγεία, στέγαση,
περιβάλλον κλπ. λαμβάνει υπόψη την ανάλυση κόστους -οφέλους, αν δηλ. αξίζουν τα
παρεχόμενά οφέλη το κόστος με το οποίο πραγματοποιήθηκαν. Από τη στιγμή που
αναγνωρίζουν όλα τα αστικά κόμματα ότι οι πόροι που διατίθενται για τις ανάγκες
των εργαζομένων είναι περιορισμένοι, αλλά βέβαια απεριόριστοι για το κεφάλαιο,
επόμενο είναι η ανάλυση κόστους -οφέλους να εφαρμόζεται πάντα σε όλα τα ζητήματα
που τους αφορούν, ανεξάρτητα αν αυτό ομολογείται. Η επικέντρωση μάλιστα στο κόστος και τα όφελος είναι μια
πολύτιμη προσπάθεια για την κυρίαρχη τάξη για να ξεπεράσει τη βασική ερώτηση,
ποιον ωφελεί η ασκούμενη πολιτική της, υποκρινόμενη αντικειμενικότητα στη λήψη
των αποφάσεών της. Μ’ αυτή τη λογική επιβάλλει την ποσοτικοποίηση της ζωής του
ατόμου, της κατάστασης της υγείας του προκειμένου να συγκριθεί το κόστος μιας
θεραπείας με το όφελος όσον αφορά τη υγεία, τη θεραπεία ή την αποφυγή θανάτου. Και
αποκρύπτεται ότι οι αναφορές σε κόστη
και οφέλη γίνονται πάνω στον πλούτο που οι ίδιοι οι εργαζόμενοι παράγουν, αλλά
δεν μπορούν να χρησιμοποιήσουν ακόμα κι αν είναι για την ίδια τους τη ζωή.
Η έννοια της κοινωνικής πρόνοιας
που αναπτύχθηκε τις προηγούμενες δεκαετίες ως απάντησης στις αυξανόμενες
ανισότητες, κάτω από την πίεση των λαϊκών κινημάτων, έχει πια αντικατασταθεί
από την ατομική ευθύνη και τον παραμερισμό της αλληλεγγύης. Οι υποσχέσεις της Ν.Δ για το σύστημα υγείας που η ίδια ως κυβέρνηση
το άφησε να καταρρεύσει, είναι προεκλογικά τεχνάσματα να ελκύσει νέους ψηφοφόρους,
αποκρύπτοντας ότι οι κανόνες της ελεύθερης αγοράς που με θράσος θεωρεί απαραβίαστους
και στα θέματα υγείας ή εκπαίδευσης στην πραγματικότητα είναι ασυμβίβαστοι με
την ποιότητα και την καθολική
προσβασιμότητα σ’ αυτά τα συστήματα.
Ο προεκλογικός αγώνας των αστικών
κομμάτων δεν κάνει άλλο με τις αντιφάσεις τους, τις αλληλοκατηγορίες, την καφενόβια
επιχειρηματολογία να αποκαλύπτει την
γύμνια τους. Η Ν.Δ εκφοβίζει με ακυβερνησία αν δεν πετύχει αυτοδυναμία, ο
ΣΥΡΙΖΑ, αδυνατώντας να προβάλλει κάποια φιλολαϊκή πολιτική του από τα χρόνια
διακυβέρνησής του, εκφοβίζει κι αυτός επαναφέροντας το δίλημμα περί της χρήσιμης
ψήφου. Το δε ΠΑΣΟΚ, αναθαρρημένο από την αύξηση των ποσοστών του, προσπαθεί να στριμωχτεί
ανάμεσα στη Ν.Δ και το ΣΥΡΙΖΑ διευρύνοντας
τη χαραμάδα που τους χωρίζει. Το αποτέλεσμα είναι μάλλον να ομογενοποιούνται
και τα τρία, συμπληρώνοντας το ένα το άλλο. Γι’ αυτό και κόμματα όπως η Πλεύση Ελευθερίας
με τις φραστικές μπουμπουλήθρες περί αγάπης ή το κόμμα της ΝΙΚΗΣ που στην
πραγματικότητα υποστηρίζει τις ακρότατες συνέπειες στις οποίες τείνει η
κυρίαρχη πολιτική, μοιάζουν διαφορετικά και αλιεύουν ψήφους από δυσαρεστημένους,
ανίκανους να ερμηνεύσουν την πραγματικότητα που βιώνουν.
Η υπερψήφιση λοιπόν του ΚΚΕ μοιάζει
μονόδρομος. Γιατί η διέξοδος για τους εργαζόμενους δεν θα δοθεί με τις εκλογές και το σχηματισμό κυβέρνησης,
αλλά με την οργάνωση τους και τους αγώνες τους, με πρωτοπόρους τους κομμουνιστές.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου