Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2025

ΚΛΗΡΟΝΟΜΙΑ ΕΚΣΥΓΧΡΟΝΙΣΜΟΥ

 

Ο θάνατος του Κ. Σημίτη, του επί μια οκταετία, 1996-2004, πρωθυπουργού, έχει γίνει αφορμή τις τελευταίες ημέρες, από συστημικά ΜΜΕ και πολιτική ηγεσία,  για μια ιδεολογίζουσα πολυλογία που δικαιώνει πολιτικές επιλογές των τελευταίων δεκαετιών, και  της κυβέρνησης Μητσοτάκη. Μόνο που φαίνεται ότι έχει φτωχύνει η εφευρετικότητα τους σε πολιτικούς νεολογισμούς και πλατειάζουν με επαναλήψεις περί εκσυγχρονισμού και εξευρωπαϊσμού, που ήταν οι κεντρικές επιδιώξεις του εκλιπόντος και τις συνεχίζει επάξια ο Κ. Μητσοτάκης.
        Με την ανάδειξη του Κ. Σημίτη στην ηγεσία του ΠΑΣΟΚ και την πρωθυπουργία της χώρας το 1996 έκανε την εμφάνισή του και ο εκσυγχρονισμός ως πρόγραμμα διακυβέρνησης και συγχρόνως και κυρίαρχη ιδεολογική πρόταση, που υιοθετήθηκε και από ένα τμήμα του πληθυσμού. Με το εκσυγχρονιστικό πρόταγμα  επιχείρησε το  ΠΑΣΟΚ να παρακάμψει τις παλιές πολιτικοϊδεολογικές διαιρέσεις, τις ταξικές τις είχε ήδη υπερβεί, βάζοντας στο επίκεντρο την επιδίωξη της προόδου. Εν ολίγοις, από τη δεκαετία του ’90 η υιοθέτηση των φιλελεύθερων πολιτικών, της τεχνοκρατικής λογικής, της προσήλωσης στους οικονομικούς δείκτες απώθησε, αν δεν δαιμονοποίησε μάλιστα,  ταξικές συγκρούσεις, πολιτικούς ανταγωνισμούς, λαϊκή δυσαρέσκεια. Ο προσανατολισμός της πολιτικής προς μια συναίνεση σ’ ένα ιδεατό πολιτικό και κοινωνικό κέντρο που συνέκλινε για μια ουδέτερη, ορθολογική πρόοδο, έτεινε να αμβλύνει τις διαφορές ανάμεσα στα δυο κόμματα εξουσίας και θόλωσε τα όρια  ανάμεσα σε δυο πολιτικές προτάσεις, που τα προηγούμενα χρόνια φάνταζαν διακριτές.
         Και στις εκλογές του 2004, που μεταβιβάστηκε η πολιτική εξουσία στην κυβέρνηση της Ν. Δημοκρατίας του γόνου Κ. Καραμανλή, η σύγκρουση ανάμεσα στα δυο κόμματα ήταν περισσότερο φαινομενική, που εστιάστηκε σε ζητήματα ηθικής και διαχειριστικής ικανότητας, με την πάταξη της διαφθοράς να γίνεται το κεντρικό διακύβευμα της προεκλογικής εκστρατείας της Ν.Δ. Σκάνδαλα επί σκανδάλων αποκαλύφτηκαν, που στα διάβα των χρόνων  και μέσα από νομικές διαδικασίες οι ένοχοι που βρέθηκαν και τιμωρήθηκαν συρρικνώθηκαν σε έναν, τον  Α. Τσοχατζόπουλου για τα εξοπλιστικά προγράμματα. Δεν φαινόταν  λοιπόν να υπάρχει μεταξύ των κομμάτων της Ν.Δ και ΠΑΣΟΚ μεγάλη διαφορά στο  πολιτικό πρόγραμμα ή ιδεολογικό πλαίσιο, πράγμα που αποκαλύφτηκε ξεκάθαρα με την κρίση και την είσοδο στα μνημόνια,  και η επιδίωξη της ανάπτυξης, ως μια συνεχούς διαδικασίας, θεωρήθηκε από τα αστικά κόμματα μονόδρομος. Ο  μονοσήμαντος στόχος της κυβέρνησης Σημίτη που ήταν η ένταξη στην Ευρωζώνη καθόρισε ιδεολογία και πολιτική για όλα τα επόμενα χρόνια του 21ου αιώνα.  
         Έτσι, απροκάλυπτα πια, χωρίς σοσιαλιστικές διακηρύξεις, επικαλούνται ανάπτυξη, πρόοδο, εκσυγχρονισμό, μεταρρυθμίσεις τα κόμματα της εξουσίας, κι αυτά που προπονούνται γι’ αυτήν, κάθε φορά για να καλύψουν την νοηματική κενότητα των λόγων τους, που κρύβει τον πραγματικό στόχο, την εξυπηρέτηση των συμφερόντων της άρχουσας τάξης.  Η εικόνα του Κ. Σημίτη που κράδαινε θριαμβευτικά  τα ευρώ που έβγαλε από το ΑΤΜ συμπύκνωνε την πολιτική των επόμενων χρόνων.  Κοινό στοιχείο στη ρητορική των αστικών κομμάτων γίνεται  πια   η χρήση της Ευρωπαϊκής Ένωσης ως στόχου και κατάκτησης, αλλά και ως άλλοθι, επιταγή της Ευρωπαϊκής Ένωσης, για επιβολή νέων φόρων ή μέτρων λιτότητας.  
        Η προσπάθεια έκτοτε να επιρριφθεί η ευθύνη για την  οικονομική εξαθλίωση και την ιδεολογική κενότητα στα λαϊκά στρώματα αντλούσε επιχειρήματα, που συνοψίζονταν στη φράση «μαζί τα φάγαμε», από την εποχή της διακυβέρνησης της χώρας από τις κυβερνήσεις Σημίτη. Ακόμα και τώρα, ο θάνατος του Κ. Σημίτη θεωρήθηκε ευκαιρία για να γίνει υπενθύμιση στα λαϊκά στρώματα ότι  η  χρεοκοπία της Ελλάδας οφείλεται στις δικές τους αντιδράσεις, που δεν επέτρεψαν στον Κ. Σημίτη να εφαρμόσει τις μεταρρυθμίσεις του.  Γι’ αυτό και συστημικά μέσα ενημέρωσης και κοινωνικά δίκτυα αναφέρονται στην ματαίωση της προσπάθειας του Τ. Γιαννίτση για αναμόρφωση του ασφαλιστικού, μετά τις σχεδόν καθολικές αντιδράσεις από τους εργαζόμενους, σαν μια χαμένη ευκαιρία για την οικονομία.  Μόνο που όλη αυτή η προπαγάνδα του κυρίαρχου λόγου εσκεμμένα ξεχνά το σκάνδαλο του χρηματιστηρίου, που δεν περιορίστηκε μόνο στη μεταφορά πόρων από τους πολλούς στους λίγους και εκλεκτούς φίλους και παρατρεχάμενους της εξουσίας, αλλά και στη θεσμοθέτηση της λεηλασίας των ασφαλιστικών ταμείων. Είναι η κυβέρνηση του Κ. Σημίτη, που το 1999, με συμφωνία της Ν. Δημοκρατίας, ανεβάζει το ποσοστό των αποθεματικών των ταμείων που τοποθετούνται σε μετοχές και τραπεζικά προϊόντα υψηλού ρίσκου στο 23%, από το 20% που ήδη το 1992 είχε θεσμοθετήσει η κυβέρνηση του Κων. Μητσοτάκη. Και είναι το 2003 που πάλι η κυβέρνηση Σημίτη επέτρεψε στα Ταμεία να επενδύσουν τα αποθεματικά τους σε χρηματιστηριακά παράγωγα.
          Επειδή λοιπόν η αποκάλυψη της ιστορικής προοπτικής γεγονότων είναι προϋπόθεση για την κατανόηση της κοινωνικής πραγματικότητας, γι’ αυτό και με αφορμή το θάνατο του Κ. Σημίτη στην υπενθύμιση γεγονότων του παρελθόντος θα πρέπει να αναζητηθεί και η  σχέση τους στην ενότητα παρόντος, παρελθόντος και μέλλοντος.
         Εν ολίγοις, η  γιγαντιαία παραπλάνηση  του λαϊκού κινήματος που ανέλαβε το ΠΑΣΟΚ μετά την πτώση της χούντας για σοσιαλιστικό μετασχηματισμό της κοινωνίας οδήγησε στον εκσυγχρονιστή Σημίτη, για να καταλήξει στον Γ. Παπανδρέου και την επιβολή των μνημονίων. Όλα τα αστικά κόμματα προσανατολίζονται σε μια πολιτική διαχείρισης της κρίσης έτσι που να ρίχνεται όλο το βάρος της στους εργαζόμενους, επιδιώκοντας την αύξηση του κέρδους του μεγάλου κεφαλαίου, για να προχωρήσει και να συνεχίσει τη συσσώρευση.   Και αυτή η πολιτική, πολύ πιο επιθετικά, χωρίς πια αριστερόστροφη φρασεολογία ή σοσιαλιστικά συνθήματα συνεχίζεται μέχρι τις μέρες μας με κυβέρνηση Κ. Μητσοτάκη της Ν.Δημοκρατίας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: