Η καπιταλιστική
επίθεση κλιμακώνεται και η οποιαδήποτε αποσπασματική ματιά που βλέπει
αποκομμένα γεγονότα και καταστάσεις που
ζούμε, και όχι μια συνεχή διαδικασία σκληρής συστηματικής ταξικής επίθεσης στα λαϊκά στρώματα, με
άμεση ή έμμεση καταστροφή ζωών και με αφετηρία όξυνσης την οικονομική κρίση του
‘10 μέχρι και σήμερα, συνηγορεί ακόμα κι
αθέλητα υπέρ της κυρίαρχης τάξης και των συμφερόντων της.
Ένα Εθνικό Σύστημα Υγείας που
καταρρέει, με έναν αντίστοιχο υπουργό, Α. Γεωργιάδη, που περιφέρει το θράσος και την αλαζονεία
του σε τηλεοπτικά κανάλια, για να επιβάλλει με τη βοήθεια δημοσιογράφων και
υπολοίπων παρατρεχάμενων μια κατασκευασμένη πραγματικότητα που ευνοεί αυτόν και
την κυβέρνηση.
Μια δημόσια
Παιδεία που παραχωρείται σε ιδιωτικούς φορείς
με κενολόγες θριαμβολογίες του υπουργού Παιδείας, Κ. Πιερρακάκη, για την αύξηση του αριθμού των
Προτύπων Σχολείων και για την προσφορά, εν είδει χαντρών και καθρεφτών σε
ιθαγενείς, εκπαιδευτικών καινοτομιών, ενώ οι υποδομές της καταρρέουν και το
προσωπικό της απειλείται κάθε φορά που αντιστέκεται.
Μια
οικονομία την οποία όταν ο πρωθυπουργός, Κ. Μητσοτάκης, τη χαρακτηρίζει αισιόδοξη εξαίρεση στην
Ευρώπη στην πραγματικότητα εννοεί τη μαγική της εικόνα που προβάλλεται από
κυβερνητικούς και παντός είδους αυλικούς τους σαν πραγματικότητα την οποία
κανείς εργαζόμενος δεν βιώνει.
Και όλη
αυτή η κατάρρευση συμπυκνώνεται στο σιδηροδρομικό δυστύχημα των Τεμπών που έχοντας τα χαρακτηριστικά προδιαγεγραμμένου
εγκλήματος από συμφέροντα, παραλείψεις, ολιγωρίες κυβερνητικών και παντός
είδους υπευθύνων για τη λειτουργία του κινητοποιεί όλο το επικοινωνιακό σύστημα
της πολιτικής μας ηγεσίας, προεξάρχοντος του πρωθυπουργού, για να το υποβαθμίσει
και να το αποσυνδέσει από κυβερνητικές ευθύνες.
Και ο λαός,
δυο σχεδόν χρόνια μετά απ’ αυτό το έγκλημα στα Τέμπη ξεχύνεται στους δρόμους σε
όλες τις πόλεις της Ελλάδας, διαμαρτυρόμενος για την επιχειρούμενη από την κυβέρνηση
συγκάλυψη για τις αιτίες του και για την απόδοση ευθυνών. Με τα συστημικά μέσα ενημέρωσης
να υποβαθμίζουν αυτό το βουητό πόνου και απόγνωσης και την αστική πολιτική
ηγεσία στην περίπτωση που δεν το αγνοεί να
το φέρνει στα μέτρα της για μικροπολιτικά οφέλη, μιλώντας για κρίση των θεσμών
ή έλλειψη ενσυναίσθησης ή συντονισμό προοδευτικών δυνάμεων. Όμως αυτή η
διαμαρτυρία είναι τόσο μαζική που δεν μπορεί να αμφισβητηθεί και θα πρέπει ν’
ανατρέξει η μνήμη στο παρελθόν για συγκρίσεις.
Ήταν
στην αρχή ετούτου του αιώνα, το 2001, που είχε προκαλέσει τεράστιες
συγκεντρώσεις και διαμαρτυρίες το νομοσχέδιο μεταρρύθμισης του ασφαλιστικού συστήματος του Τ. Γιαννίτση επί πρωθυπουργίας Κ. Σημίτη, που δεν τόλμησαν
να τον κάνουν νόμο. Για να αισθανθούν μετά
από μια δεκαετία, οι υπηρετούντες ποικιλοτρόπως
την κυρίαρχη τάξη ότι παίρνουν την εκδίκησή
τους όταν μέμφονταν τον λαό για τις τότε αντιδράσεις του, χρεώνοντάς του
την οικονομική κρίση, επειδή δεν συνηγόρησε μια δεκαετία νωρίτερα στην
εξαθλίωσή του.
Ήταν στα πρώτα χρόνια της κρίσης,
στις πλατείες των αγανακτισμένων, στις συγκεντρώσεις στο Σύνταγμα για το πλαστό
δημοψήφισμα του Τσίπρα που κατά χιλιάδες
οι διαδηλωτές διαμαρτύρονταν, κάτω από «ξένες» σημαίες, για τις πολιτικές λιτότητας που θρυμμάτιζαν ζωές και
διαλύανε τον κοινωνικό ιστό. Για να ανασυνταχθεί σε λίγα χρόνια το αστικό πολιτικό σύστημα και με θράσος να επιβάλλει το δικό του αφήγημα, ενοχοποιώντας
αντιδράσεις και κινητοποιήσεις, τσακίζοντας αξιοπρέπεια και αντοχές.
Στην αρχή του αιώνα, παρόλο που πάνω από μια
δεκαετία είχε ξεκινήσει μεθοδευμένα, αλλά με μικρά βήματα, η συρρίκνωση των
εργατικών δικαιωμάτων, οι χιλιάδες εργαζόμενοι που είχαν ξεχυθεί στους
δρόμους ενάντια στο νομοσχέδιο Γιαννίτση ένιωθαν ακόμα την αυτοπεποίθηση για τη δύναμή τους, που
οι προηγούμενες δεκαετίες αγωνιστικών κατακτήσεων είχαν σφυρηλατήσει. Και μετά από μια
δεκαετία και παραπάνω με τα μνημόνια να
ρημάζουν πια τη ζωή τους οι εργαζόμενοι πάλι
ξεχύνονταν στους δρόμους γεμάτοι οργή, με την αισιόδοξη όμως εμπιστοσύνη στα
φληναφήματα μιας Αριστεράς του ΣΥΡΙΖΑ που
σφετερίζονταν αγώνες και διωγμούς αγωνιστών για να γίνουν πειστικά. Κι ύστερα η
πρώτη φορά αριστερά στην κυβέρνηση βουλιάζοντας στα ψέματα και ξεπουλώντας λαϊκούς
αγώνες ανέστησε, χωρίς να
διαφοροποιείται απ’ αυτή, τη δεξιά με φιλελεύθερο μανδύα. Η οποία με το ενδιαφέρον της για τα δικαιώματα, όπως παντού ανά την Ευρώπη,
ήθελε να πείσει για την ανυπαρξία των διαχωριστικών γραμμών, αριστεράς και δεξιάς,
στην πολιτική. Κι απόμεινε το ΚΚΕ ν’ αντιπαλέψει με την απαξίωση και συκοφάντηση
του κομμουνιστικού οράματος που είχε αναλάβει επισήμως η Ε.Ε και δεν χρειαζόταν
άλλο να κάνουν τα αστικά κόμματα παρά να συμμορφωθούν επικοινωνιακά με τη γραμμή της. Με βάση την ιστορία του και την
αγωνιστική του συνέπεια, για την οποία ο
κυρίαρχος λόγος το ειρωνευόταν σαν απολίθωμα, συνεχίζει τη δουλειά μυρμηγκιού, για να καταφέρει οι
εργαζόμενοι να αποκτήσουν από την αρχή
βήμα -βήμα την αγωνιστική τους αξιοπρέπεια.
Και χθες, μετά από χρόνια,
πλήθη λαού συνέρρευσαν σε δρόμους και πλατείες σε όλη την Ελλάδα για να βάλουν
την κόκκινη γραμμή σε κυβέρνηση και δικαιοσύνη. Στην οδύνη και την απόγνωση των χαροκαμένων συγγενών αυτών που σκοτώθηκαν στα Τέμπη, οι
χιλιάδες λαού που πλημμύρισαν δρόμους και πλατείες είδαν ν’ αντανακλάται ο δικός τους πόνος και καημός από τα ατέλειωτα χρόνια μίζερης ζωής που τους έχουν
επιβληθεί. Γιατί το έγκλημα στα Τέμπη με τους 57 νεκρούς αφορά όλους όσοι βγήκαν
να διαμαρτυρηθούν, γιατί ζουν στις ίδιες συνθήκες ζωής και η απελπισία των συγγενών
δεν τους είναι απόμακρη. Τα πλήθη κόσμου αναγνώρισαν στον πόνο των συγγενών την
κοινή προέλευση των δεινών τους, στην κυβέρνηση Μητσοτάκη. Κι αυτό είναι ένα πρώτο βήμα. Αλλά μέχρις εδώ. Δεν φαίνεται να προχωρούν πέρα απ’
αυτό, ν’ αναγνωρίζουν ότι η αθλιότητα που ζούμε δεν εξαρτάται από μερικά άτομα
ή ομάδες, ότι είναι όλοι αυτοί αναπόσπαστα συνδεδεμένοι με όλο το
κεφαλαιοκρατικό σύστημα αυτής της εκφυλισμένης αστικής τάξης. Ότι απάνω του
κολλάνε, σαν τσιμπούρια, όχι μόνο τα εγκλήματα του παρόντος, μα και τα
εγκλήματα του μέλλοντος.
Δεν υπήρχε στις χθεσινές
συγκεντρώσεις ούτε η αισιοδοξία των αγώνων στα χρόνια πριν από την κρίση ούτε η
οργή των μνημονιακών χρόνων. Ανάμεσα στα πλήθη υπήρχε η ζεστασιά αυτής της συναδέλφωσης,
αλλά δεν υπήρχε η ανάταση του μαζικού αγώνα. Ήταν σαν να συγκεντρώθηκαν περισσότερο για να αισθανθούν ο ένας κοντά
στον άλλο, περισσότερο για ν’ ακουμπήσει ο ένας στον άλλο. Όπως συγκεντρώνεται ο κόσμος όταν φοβάται κάτι ή μετά από μια
καταστροφή, ο καθένας να μην είναι μόνος, ν’ αντλήσει δύναμη από τον άλλο, να
δώσει δύναμη στον άλλο, στους χαροκαμένους γονείς. Χθες ένας λαός που μοιάζει να αρχίζει
να θυμάται τη δύναμή του έδωσε το παρόν του απέναντι σ’ αυτούς που κλείνονται
μέσα στην άνεση της τάξης τους, αδιαφορώντας για το κύμα του πόνου που
προκαλούν, όταν δεν τους απειλεί. Ένας τσακισμένος
λαός που ακόμα πιστεύει στους νόμους ενός συστήματος, τους οποίους το ίδιο παραβιάζει όταν βλέπει πως πρέπει να σιγουρέψει οφέλη και
νοθείες, απαίτησε δικαιοσύνη για τα θύματα των Τεμπών. Ένας απεγνωσμένος λαός που ακόμα βρίσκει καταφύγιο στις ψευδαισθήσεις για τη δημοκρατική
Ε.Ε, η οποία καμαρώνει για τον φιλελευθερισμό της όσο οι καταχρήσεις της μπορούν
να πραγματοποιούνται ελεύθερα, δεν
συνειδητοποιεί ακόμα ότι μπορεί να επιβάλει το δίκιο του.
Γιατί ακόμα και χωρίς μάχη, με τα χέρια σταυρωμένα αν ένας
λαός πει όχι καμιά εξουσία δεν μπορεί να σταθεί. Μόνο που για να γίνει αυτό ένας
λαός χρειάζεται όραμα για χτίσιμο του μέλλοντος
στα μέτρα του ανθρώπου, χρειάζεται την πίστη στις δυνάμεις του, ότι τίποτε δεν μπορεί να γίνει δίχως τις οργανωμένες
ενέργειες των εργατικών τάξεων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου