Ο κάμπος της Θεσσαλίας συνεχίζει, κυριολεκτικά, να βουλιάζει
μέσα στις λάσπες μετά και το δεύτερο κύμα βροχοπτώσεων που ολοκλήρωσε μια
καταστροφή την οποία οι απελπισμένοι κάτοικοι του κάμπου δεν έχουν ακόμα
συνειδητοποιήσει. Όπως ούτε και οι
υπόλοιποι κάτοικοι αυτής της χώρας φαίνεται να αντιλαμβάνονται τις εκτεταμένες
επιπτώσεις που αυτή η καταστροφή μπορεί να
έχει στη γεωργική παραγωγή, οι οποίες πιθανόν να αμφισβητήσουν την
δυνατότητα πρόσβασης μας σε επαρκή τροφή, με
τη μείωση της παραγωγής των τροφίμων και περαιτέρω αύξηση των τιμών
τους. Και βέβαια η κυβέρνηση, που συστηματικά προβάλλει μια εξωραϊσμένη
εικονική πραγματικότητα, καθώς κυρίως ενδιαφέρεται να βγει από το κάδρο των υπευθύνων
για την ανεπαρκή πρόληψη και αντιμετώπιση αυτής της καταστροφής αποκρύπτει τις
επιπτώσεις αυτής της καταστροφής στο μεγαλύτερο μέρος του πληθυσμού. Που όμως
το Γραφείο Προϋπολογισμού της Βουλής στην έκθεσή του για Β τρίμηνο του
2023 φαίνεται να επισημαίνει, καθώς
εκτιμά ως συνέπειες των φυσικών καταστροφών τις αβεβαιότητες που προκαλούν σε δημοσιονομικό επίπεδο και σε όρους ρυθμού
ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας. Το πιο σημαντικό όμως είναι ότι η πενιχρή
βοήθεια στους παθόντες είναι αδύνατον να τους βοηθήσει να ξανασταθούν στα πόδια
τους. Το βιαστικά κατασκευασμένο πρόγραμμα βοήθειας δεν έχει σχεδιαστεί ή χρηματοδοτηθεί με προοπτική
ουσιαστικής και πιο μακροχρόνιας αρωγής. Πολλοί, έχοντας χάσει τα πάντα, δεν
έχουν ούτε τα απαραίτητα για την επιβίωση. Βιώνοντας λοιπόν την ακραία φτώχεια
η εξίσωση με τους κατατρεγμένους
πρόσφυγες και μετανάστες παίρνει συγκεκριμένη μορφή, με την φιλοξενία των
πλημμυροπαθών στην κλειστή δομή προσφύγων στο Κουτσόχερο.
Οι φρικτές εικόνες που συνεχίζουν
να αναδύονται από τον Θεσσαλικό κάμπο φέρνουν στο προσκήνιο ζητήματα φτώχειας
και κοινωνικής πολιτικής, όσο κι αν ο κυρίαρχος λόγος στην ειδησεογραφία προσπαθεί
να μην τα κάνει εμφανή. Για τους
κατοίκους των περιοχών, έχοντας υποστεί ανείπωτη ταλαιπωρία και καταστροφή, την
επόμενη μέρα η οικονομική δυνατότητα του καθενός θα διαδραματίσει κεντρικό ρόλο
στην ικανότητα ανάκαμψης από την καταστροφή. Στον ίδιο τους τον τόπο εκτοπισμένοι,
φαίνεται ότι η κυρίαρχη εξουσία δια της κυβερνήσεως δεν είναι διατεθειμένη να
παράσχει τη μακροπρόθεσμη και ολοκληρωμένη βοήθεια και υποστήριξη που
χρειάζονται. Η ταξική διάσταση και στις καταστροφές δεν μπορεί να εξαφανιστεί.
Οι εμπειρίες αυτών των ημερών
αποκαλύπτουν τις σκοπιμότητες της κυρίαρχης πολιτικής σχετικά με τη φτώχεια και
την καταστροφή. Δεν μπορεί κανείς να μην
σκεφτεί με ποιο τρόπο το καπιταλιστικό
σύστημα μπορεί να εκμεταλλευτεί κάθε έκτακτη κατάσταση για να επισπεύσει ή να
παγιώσει διαδικασίες που το ευνοούν.
Όπως με την επιδημία μέσα σε ελάχιστο διάστημα άλλαξαν άρδην οι εργασιακές
συνθήκες με την επέκταση και παγίωση της
τηλεργασίας χωρίς ωράρια, έτσι και με την απώλεια των περιουσίων, καλλιεργειών
και ζώων, δίνεται ευκαιρία για επίσπευση των αλλαγών και στον πρωτογενή τομέα. Πολλοί
μπορεί να εγκαταλείψουν την περιοχή, κάποιοι
μικροκαλλιεργητές που δεν θα έχουν τους πόρους για να ξανασταθούν στα
πόδια τους θ’ αναγκαστούν να πουλήσουν
τη γη τους σε πλουσιότερους, προωθώντας τη διαδικασία ενοποίησης της γης στα
χέρια λίγων ακόμα και με αλλαγή της χρήσης γης.
Οι καταστροφές μπορούν να διευρύνουν τις
κοινωνικές διαφορές, αλλά και να αποκαλύψουν την ένδεια της πολιτικής ηγεσίας
σε κεντρικό και τοπικό επίπεδο. Γι’ αυτό και είναι η επικοινωνιακή διαχείριση,
που χειραγωγεί για να εφησυχάζει τους
ανθρώπους ακόμα και στις πιο τραγικές
καταστάσεις, που ενδιαφέρει τον πρωθυπουργό Κ. Μητσοτάκη. Ο οποίος μη
τολμώντας να εκφράσει την αδιαφορία του
για την τραγωδία στις πληγείσες περιοχές, απαξίωσε το ενδιαφέρον που δίνεται,
παρατηρώντας στο υπουργικό συμβούλιο ότι
η ανάλωση αρκετού χρόνου στη διαχείριση
των κρίσεων δεν μπορεί να ακυρώνει την εφαρμογή αλλαγών που θα στηρίζουν την
«ποιοτική ανάπτυξη». Ουσιαστικά δηλ. ομολογεί με έμμεσο τρόπο ότι το ενδιαφέρον
του στρέφεται στην απρόσκοπτη λειτουργία ενός συστήματος που εξασφαλίζει την
κερδοφορία στην άρχουσα τάξη, αφού η ανάπτυξη γίνεται πάντα προς όφελός της.
Αλλά και των τοπικών αρχόντων
στις πληγείσες περιοχές φαίνεται το ενδιαφέρον τους να εντοπίζεται στο
μετριασμό της οργής των κατοίκων για την εξασφάλιση ψήφων στις επερχόμενες
εκλογές. Αφού δήμαρχοι και περιφερειάρχες
φαίνεται να μην ανταποκρίθηκαν στο ελάχιστο στις ανάγκες των πολιτών,
παρά τα χρηματικά ποσά που διαχειρίστηκαν για εκτέλεση έργων, προσπαθούν τώρα, από τον περιφερειάρχη
Θεσσαλίας Αγοραστό μέχρι το δήμαρχο Βόλου Α. Μπέο να βρουν δικαιολογίες που να
διαλύσουν υποψίες και να κατασιγάσουν την οργή. Ο δήμαρχος Βόλου Α. Μπέος, με το χυδαίο λόγο
του και τη χαμερπή συμπεριφορά του που θέλει
να προβάλλεται σαν ανεπιτήδευτη και αυθόρμητη, με τα φτηνά σώου που φροντίζει να διοχετεύει στα μέσα
ενημέρωσης, πότε πληροφορεί για την καλή κατάσταση δρόμων και δικτύων, πότε εν
μέσω βροχής αλαλάζει για τον κίνδυνο όσων κυκλοφορούν, κυνηγά ψήφους,
αδιαφορώντας για τους ίδιους τους πολίτες. Και είναι αποκαλυπτικά για τον τρόπο
που τουλάχιστον κάποιοι τοπικοί άρχοντες λειτουργούν, ελέω της κυρίαρχης εξουσίας,
στα όρια μαφιόζικης συμπεριφοράς, τα δυο
βίντεο που κυκλοφόρησαν με τον συγκεκριμένο
δήμαρχο να χειροδικεί ενάντια σε νεαρό πολίτη που αγανάκτησε μαζί του το ένα
και το άλλο, που ο ίδιος ο δήμαρχος δημοσιοποίησε, με τον ίδιο το πολίτη να του ζητά συγγνώμη. Κι αν η συμπεριφορά του
δημάρχου Βόλου, που τον αποθρασύνει η αίσθηση της απόλυτης δύναμής του σ’ ένα
μάλιστα διαφημιζόμενο κράτος δικαίου, δεν χαρακτηρίζει το σύνολο των τοπικών
αρχόντων, όμως η πολιτική του δεν διαφέρει από όλους εκείνους που
εξουσιοδοτούνται από το καπιταλιστικό κράτος ν’
ασκήσουν τον έλεγχο σε τοπικό επίπεδο, για να πραγματώσουν την κρατική
εξουσία στο πεδίο αναπαραγωγής.
Εν μέσω μιας φυσικής καταστροφής
με ανυπολόγιστες μεσοπρόθεσμες και μακροπρόθεσμες συνέπειες, ενός ξεχασμένου πολέμου
στην Ουκρανία που συνεχίζεται με όλες τις
επιπτώσεις του και με τις μυστικές διπλωματίες για εξομάλυνση ελληνοτουρκικών προβλημάτων
στο Αιγαίο, οι αυτοδιοικητικές εκλογές μπορεί να μην επηρεάζουν καθοριστικά τα πολιτικά
πράγματα. Μπορεί όμως να γίνουν ένα
βήμα για σύγκρουση με τις πολιτικές επιλογές της κεντρικής πολιτικής σκηνής
ακυρώνοντας την προώθηση πολιτικών επιλογών της και επιβολής οικονομικών
συμφερόντων σε τοπικό επίπεδο. Η διάτρητη αντιπλημμυρική θωράκιση στις
πληγείσες περιοχές έδειξε ότι η εκπροσώπηση στους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς
στο τοπικό επίπεδο των οικονομικών
συμφερόντων της άρχουσας τάξης γίνεται πολύ επικίνδυνη για το λαό και τις
ανάγκες του.
Καθώς οι ταξικές ανισότητες
διευρύνονται, αποδεικνύεται καθημερινά ότι η μόνη πολιτική δύναμη που υπερασπίζεται
τα λαϊκά συμφέροντα είναι το Κομμουνιστικό Κόμμα με τα μέλη και φίλους του να αγωνίζονται
για όσους έχουν ανάγκη. Η ψήφος λοιπόν στις αυτοδιοικητικές εκλογές στους κατά τόπους
συνδυασμούς της Λαϊκής Συσπείρωσης είναι μονόδρομος για να περιοριστεί η δύναμη
της κυρίαρχης εξουσίας, για να σταματήσει η αντιλαϊκή πορεία της, για να μην μας
πνίξει τελικά αυτή η λάσπη που βουλιάζουμε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου