Κι ενώ τα κρούσματα της παραλλαγής Όμικρον
τραβούν την ανηφόρα, η κυβέρνηση του Κ.
Μητσοτάκη προσπαθεί να φαίνεται πως μπορεί να ελέγξει την κατάσταση, χωρίς
οικονομικές επιπτώσεις. Είναι που ψήφισε κι έναν προϋπολογισμό ο οποίος για την
εφαρμογή του προϋπόθετε τη λήξη της επιδημίας.
Δυο χρόνια
τώρα ο πρωθυπουργός όλο και αναγγέλλει το τέλος της πανδημίας για να το
προβάλλει ως δική του επιτυχία και σε κάθε διάψευσή του επιστρατεύει την
ατομική ευθύνη επιρρίπτοντας στον κόσμο την ευθύνη για τις αποτυχίες διαχείρισής
της. Είναι που κοντά δυο χρόνια υγειονομικής κρίσης συνεχίζει η κυβέρνηση να
ρίχνει όλο το βάρος στην επικοινωνιακή διαχείριση της, αδιαφορώντας για τις
πραγματικές επιπτώσεις στη ζωή των ανθρώπων. Βέβαια, στο φετινό πρωτοχρονιάτικο
μήνυμα ο πρωθυπουργός με την έπαρση και αυταρέσκεια
που εκπέμπει κάθε φορά που με μηνύματα επικοινωνεί δια μέσου των ΜΜΕ με τον πληθυσμό της
χώρας, καταδέχτηκε να παραδεχτεί πως υπήρξαν αστοχίες «στις αλλεπάλληλες μάχες
με τον ιό», βεβαιώνοντας όμως για πολλοστή φορά με σιγουριά πως τα επόμενα
βήματα «θα μας βγάλουν στο ξέφωτο», αφού εξάλλου η κυβέρνηση ανταποκρίνεται με
επιτυχία στις εθνικές προκλήσεις και στις
ανάγκες του πολίτη. Και σ’ αυτό το μήνυμα ο Κ. Μητσοτάκης δεν παρέλειψε να
κάνει κατάχρηση του πρώτου ενικού
προσώπου προβάροντας για πολλοστή φορά το ρόλο του μονάρχη, σ’ ένα λόγο
βερμπαλιστικό και λογοτεχνίζοντα, γεμάτο
ως συνήθως με ευφυολογήματα και λεκτικούς
εξωραϊσμούς
Επί της ουσίας
βέβαια μοιάζει ελάχιστες κυβερνητικές δηλώσεις να ανταποκρίνονται στην
περιγραφή της τρέχουσας κατάστασης, την οποία όμως το μεγαλύτερο μέρος του
πληθυσμού βιώνει. Βέβαια, η κυβερνητική πολιτική που ακολουθείται δεν
διαφέρει ιδιαίτερα από την πολιτική των κυβερνήσεων άλλων ευρωπαϊκών χωρών. Και
ίσως η όποια διαφορά μας στα
αποτελέσματά της να έχει την αιτία της στο μέγεθος του ΑΕΠ, που αυτό όμως ελάχιστα
επηρεάζει την ποιότητα ζωής των φτωχών και εξαθλιωμένων. Τα συστήματα υγείας
δεν ενισχύονται και φαίνεται πως αφήνονται να καταρρεύσουν σ’ όλο τον
καπιταλιστικό κόσμο, ενώ η οικονομική εξαθλίωση χρεώνεται σε μια ενεργειακή
κρίση που αντιμετωπίζεται σαν φυσικό φαινόμενο.
Η
πανδημία Covid-19, από τη μια έχει θέσει
σε δοκιμασία τα συστήματα υγείας και τις οικονομίες όλων των χωρών του κόσμου,
από την άλλη ο προβληματισμός και για την περίοδο μετά την
κρίση δεν περιλαμβάνει αλλαγές ευνοϊκές, έστω και ελάχιστα, στους οικονομικά
ασθενέστερους, αλλά μόνο στην καταστολή και τον κρατικό αυταρχισμό.
Αριστεροί
παντός είδους που ακόμα προσπαθούν να
ανακαλύψουν το ανθρώπινο πρόσωπο του καπιταλισμού ζητούν μια γενική κι αόριστη αλληλεγγύη
ατόμων, εκσυγχρονιστές, φιλελεύθεροι και λοιποί δημοκράτες μιλούν για ενότητα και για
δραστικά οικονομικά μέτρα και άλλοι για ανασύσταση της πολιτικής ζωής.
Η
αλληλεγγύη αφορά το άμεσο. Έχει εκδηλωθεί μόνο μεταξύ των φτωχότερων ανθρώπων, αλλά
είναι ουτοπικό να περιμένει κανείς πως θα προέλθει από την πλευρά των πλουσιότερων, όταν
έχει φτάσει η περιουσία τους σε ιλιγγιώδες ύψος
τα τελευταία δέκα χρόνια, ενώ ταυτόχρονα ιλιγγιώδης ήταν η επιδείνωση των ανισοτήτων. Ο δυτικός
καπιταλιστικός κόσμος αγοράζει χρόνο, συσσωρεύοντας χρέη, δημόσια και ιδιωτικά,
προσπαθώντας με έλεγχο και καταστολή να περιορίσει τις αντιδράσεις. Η οικονομική κρίση του 2008, με τη δική μας εγχώρια δεκάχρονη άγρια λιτότητα, είχε σαν
αποτέλεσμα τη «κολεκτιβοποίηση» γιγαντιαίων ιδιωτικών χρεών, με τις τράπεζες που
θεωρούνται «πολύ μεγάλες για να πτωχεύουν» να έχουν διασωθεί, ενώ τα ανώτερα
στελέχη τους, τα οποία θεωρούνται πολύ σημαντικά για φυλακή, συνεχίζουν τις πρακτικές τους χωρίς
να χρειάζεται να λογοδοτήσουν για καμιά από τις καταγγελίες στις αποφάσεις που έχουν πάρει. Εν τω μεταξύ, οι απλοί θνητοί
έχασαν τα σπίτια και τις δουλειές τους. Η λιτότητα που επιβλήθηκε, με το
πρόσχημα να σταθούν τα δημόσια οικονομικά στα πόδια τους, απλώς τους
ώθησε περαιτέρω στη φτώχεια.
Η κρίση που σχετίζεται με την τρέχουσα πανδημία είναι σίγουρα
διαφορετική. Όχι μόνο γιατί είναι κυριολεκτικά
θανατηφόρα, αλλά και επειδή
αποκαλύπτει τις αδυναμίες, στρεβλώσεις και ανισορροπίες του παραγωγικού
μηχανισμού που έχει διαμορφώσει ο καπιταλισμός. Στον δυτικό καπιταλισμό, το
παραγωγικό σύστημα έχει εκταθεί στα άκρα και ασκεί αδυσώπητη πίεση στους
εργαζόμενους και τους μικρούς προμηθευτές, αναγκάζοντάς τους να παρέχουν
εργασία και προϊόντα σε χαμηλές τιμές και χαμηλούς μισθούς, ενώ αδυνατεί να
περιθάλψει τους φτωχούς.
Όλα αυτά τα χρόνια των καπιταλιστικών κρίσεων οι δυτικές κυβερνήσεις
και κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να διατηρήσουν το καπιταλιστικό σύστημα με
κάθε κόστος, αδιαφορώντας για την οικονομική μας εξαθλίωση, χωρίς να τσιγκουνεύονται
τις θεαματικές ανακοινώσεις, προσπαθώντας να αποκοιμίσουν τον πληθυσμό βγάζοντας
από το καπέλο τους διάφορες νομισματικές πολιτικές, αρκεί να μη χαθούν τα κέρδη
των λίγων καπιταλιστών. Μόνο που επειδή τελικά ολοένα και περισσότερο μοιάζει
να διαβρώνεται η εμπιστοσύνη στα καπιταλιστικά κράτη και στην ευρύτερη πολιτική
τους, είναι δύσκολο πια να βασιστούμε σ’ αυτά για να έχουμε μια συνεκτική
απάντηση στην τρέχουσα κρίση. Είτε για τον έλεγχο και τον τερματισμό της
πανδημίας βραχυπρόθεσμα, είτε για να διασφαλίσουμε τον απαραίτητο μακροπρόθεσμο
οικονομικό αναπροσανατολισμό. Η κυρίαρχη τάξη φαίνεται να χάνει
κάθε αξιοπιστία και τα πολιτικά
συστήματα είναι πλέον τόσο αποδιοργανωμένα που έχουν επιτρέψει, μη διατηρώντας
ούτε τα προσχήματα, σε πραγματικούς τσαρλατάνους να ανέβουν στα υψηλότερα
πολιτικά αξιώματα. Πώς θα μπορούσαν τα εξαντλημένα συστήματα σε αυτό το σημείο
να μπορέσουν να πείσουν και να εμπνεύσουν τους εκμεταλλευόμενους για ν’ αναπτύξουν την ικανότητα να
αντιμετωπίσουν την τρέχουσα κρίση;
Αντίθετα, αυτό το σύστημα, που
σκηνοθετείται ως η ενσάρκωση της λογικής, με την ατελείωτη συσσώρευση
κεφαλαίου, το έντονα στρατιωτικοποιημένο κράτος, το μύθο της ανάπτυξης που οδηγεί σε οικολογική καταστροφή δείχνει πια μόνο την
καταστροφική του δύναμη. Και επειδή προνοεί για την σωτηρία του εξοπλίζεται και
αποδυναμώνει κάθε δυνατότητα των εργαζομένων να οργανωθούν και να αντισταθούν
στην καταστροφική του πορεία. Γι’ αυτό το μοναδικό ενδιαφέρον
για την κυρίαρχη εξουσία είναι η ενίσχυση της αστυνομικής δύναμης, ενώ τα
νοσοκομεία αφήνονται στη μοίρα τους. Τελευταίο παράδειγμα για το αστυνομικό
κράτος που οικοδομείται είναι η
αστυνομική επιχείρηση, με υπόδειξη της ιδιοκτήτριας εταιρεία Energean oil, στα πετρέλαια
Καβάλας τις παραμονές Χριστουγέννων. Περίπου 130 εργαζόμενοι των Πετρελαίων που
αντιτίθενται στην προσπάθεια εργολαβοποίησης των εργασιακών σχέσεων,
πολιορκήθηκαν για ώρες από τα ΜΑΤ, 17 απ’
αυτούς μάλιστα οδηγήθηκαν στον εισαγγελέα. Τέτοιες επιχειρήσεις αρχίζουν να αποκτούν χαρακτηριστικά κανονικότητας, αφού οι
επεμβάσεις των ΜΑΤ σε κάθε κινητοποίηση τα τελευταία χρόνια πληθαίνουν.
Εν ολίγοις, βρισκόμαστε αντιμέτωποι με αστυνομικές, οικονομικές,
ιδεολογικές επιθέσεις της κυρίαρχης τάξης και μόνη μας δύναμη είναι η ταξική
αλληλεγγύη και οργάνωση.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου