Τετάρτη 12 Ιανουαρίου 2022

ΓΙΑ ΤΟ «ΤΟΠΟΣΗΜΟ ΔΙΧΑΣΜΟΥ»

Από τον εορτασμό των Θεοφανίων με τις αντίστοιχες τελετουργίες την προηγούμενη εβδομάδα, είναι στην τελετή του αγιασμού των υδάτων  στον Άγιο Ευστράτιο που  έπεσαν τα φώτα της επικαιρότητας, εξαιτίας της παρουσίας του  πρωθυπουργού  Κ. Μητσοτάκη και της δήλωσης του  για «τοπόσημο διχασμού και δοκιμασίας το οποίο μετατρέπεται σε ένα ορόσημο ενότητας και αισιοδοξίας», αναφερόμενος στο νησί της εξορίας και των βασανιστηρίων για τους αγωνιστές. Συνοψίζοντας στη φράση του τον τρόπο που αντιμετωπίζονται τα ιστορικά γεγονότα, ως αποτέλεσμα μιας μηχανιστικής ανάλυσης, η οποία ανατέμνει τα γεγονότα  με όρους γραμμικής εξέλιξης συνδέοντάς τα με το παρόν για να το δικαιώσουν, αναδεικνύει και τον τρόπο που η κυρίαρχη εξουσία χρησιμοποιεί την ιστορία.  Η δοκιμασία και ο διχασμός καταξιώνονται, γιατί οδηγούν σε ενότητα και αισιοδοξία μ’ έναν ντετερμινιστικό τρόπο. Τα απάνθρωπα βασανιστήρια και οι εξορίες  των αγωνιστών της αντίστασης χαρακτηρίζονται δοκιμασία με μια θρασύτατη διαστρέβλωση των εννοιών και η ταξική σύγκρουση, που η άρχουσα τάξη επέβαλλε έως θανάτου, θεωρείται διχασμός, επειδή δεν συναίνεσαν οι  εκμεταλλευόμενες τάξεις να υπερασπιστούν τα δικά της συμφέροντα.  
          Κι αυτή η δήλωση εντάσσεται σ’ αυτή τη μακρά διαδικασία με την οποία η κυρίαρχη εξουσία, με τη βοήθεια διανοουμένων, χτίζει πάνω σε ιστορικά γεγονότα την ιδεολογία που δικαιολογεί τους προσανατολισμούς της, ακόμα κι αν χρειάζεται να τα παραποιήσει ή κατασκευάσει για να εξασφαλίζει αυτή τη σύνδεση με το παρελθόν και την υπόρρητη δικαίωση της κυρίαρχης εξουσίας των χρόνων εκείνων και των τωρινών. Γιατί η  δεκαετία της αντίστασης και της επανάστασης συνεχίζουν να είναι οι δύο παρελθόντες ορίζοντες από τους οποίους κατανοούνται ακόμα και γεγονότα του 21ου αιώνα.   Επειδή όμως ακόμα στη χώρα μας είναι διάχυτη η μνήμη της ματωμένης δεκαετίας του ’40 και των επόμενων χρόνων της άγριας καταστολής, η απαξίωση εκείνων των αγώνων γίνεται με μια  μεθοδευμένη  και συνεπή διαδικασία της κυρίαρχης τάξης, η οποία θέλει να ελέγχει τις προϋποθέσεις μετάδοσης της αντιφασιστικής μνήμης. Με τον κυρίαρχο λόγο να υποκρίνεται τον αντιφασιστικό, ο αντιφασισμός έπαψε να είναι μια επαναστατική έννοια στη Δύση. Πολλές  φασιστικές πρακτικές νομιμοποιούνται με τις κοινοβουλευτικές πλειοψηφίες και όσες από το παρελθόν ακόμα δεν μπορούν να δικαιολογηθούν είτε διαστρεβλώνονται είτε επιδιώκεται να ξεχαστούν. Για να μείνει υπόλογη μόνο η κομμουνιστική ιδέα για πάθη που προκάλεσε. Γιατί στην τελική όλη αυτή η διαδικασία αναθεώρησης της ιστορίας του αντιφασιστικού αγώνα δεν κάνει άλλο από το να εγκαθιστά στο εδώλιο του κατηγορουμένου τον σοβιετικό κομμουνισμό, για να κηδεύσει την ίδια την κομμουνιστική προοπτική της κοινωνίας. 
       Μόνο που ο αντιφασισμός ενσαρκωμένος από την αρχή από τη Διεθνή, και κατ’ επέκταση τη Σοβιετική Ένωση, συμμετείχε στη δημοκρατική επιρροή των κομμουνιστών, τονίζοντας κι άλλες ενσαρκώσεις του σοβιετικού κομμουνισμού, όπως την ειρήνη, την επανάσταση, την απελευθερωμένη από την αποξένωση  και την αστική ηθική κοινωνία. Και ήταν γι’ αυτό που στις μεταπολεμικές δεκαετίες η ελπίδα που επενδύθηκε στη Σοβιετική Ένωση ως απελευθερωτή της ανθρωπότητας μετά το 1917 επικαιροποίησε τον αγώνα για ελευθερία ενάντια στην τυραννία, που αντιπροσωπεύεται πλέον από φασισμούς, στους οποίους θα μπορούσε κανείς εύκολα να ενσωματώσει τις καπιταλιστικές χώρες, καταδικασμένες αργά ή γρήγορα. Και μέχρι τη διάλυσή της ΕΣΣΔ τα δυτικά καπιταλιστικά κράτη αγωνίζονταν να αποδείξουν την υπεροχή τους απέναντί της και να πείσουν για τη φιλολαϊκή τους πολιτική.   
         Στη χώρα μας, αφού η δικτατορία ολοκλήρωσε την τρομοκρατική πολιτική της αστικής τάξης για να διαλύσει κάθε επαναστατική απειλή, μετά τη μεταπολίτευση η κυρίαρχη εξουσία προσεταιρίστηκε, υπονομεύοντας και εξουδετερώνοντας, ιδεολογίες και αιτήματα κομμουνιστικά, προωθώντας τα συμφέροντά της με το μανδύα του φιλολαϊκού. Ένα μείγμα ιδεών για ελευθερίες και δικαιώματα σε συνδυασμό με ψευδαισθήσεις για δικαίωση λαϊκών αιτημάτων δεκαετιών κινητοποίησε για πολλά χρόνια της μεταπολίτευσης εργαζόμενους προς κατευθύνσεις που διευκόλυναν την εφαρμογή της κυρίαρχης πολιτικής. 
         Και καταλήξαμε μετά τη δεκαετή άγρια λιτότητα με τα μνημόνια και τη διετή πολιτική διαχείριση ενός θανατικού, παρόλες τις τραγικές τους συνέπειες που βιώνουμε να αναζητούμε τις αιτίες τους πολύ λιγότερο. Κατακερματισμένα,  ασύνδετα γεγονότα με βραχυκυκλωμένη τη μνήμη μας από τον κυρίαρχο λόγο, που συνοπτικά εκφράστηκε η διαστρέβλωσή της από τον πρωθυπουργό, δυσκολευόμαστε να δούμε το νόημα τους και την προβολή τους στο μέλλον, ανίκανοι γι’ αυτό ν’ αντιδράσουμε. Σε μια εποχή που επαίρεται για τον ορθολογισμό της, ο κυρίαρχος λόγος ύπουλα αρνείται να τον αναγνωρίσει στην κοινωνική πραγματικότητα που η ταξική πολιτική διαμορφώνει, επιμένοντας σε μια μοίρα που δικαιώνει κάθε αντιδραστική πολιτική, διακηρύττοντας σε όλους τους τόνους πως δεν είναι νοητή μια άλλη κοινωνία απ’ αυτή που βιώνουμε.
         Κι εμείς χαμένοι ανάμεσα σε απαγορεύσεις και πρόστιμα για παραβίαση υγειονομικών οδηγιών, που η κυβέρνηση επιμένει να υποστηρίζει πως δείχνουν τη μέριμνά της για την υγεία μας, σε αστυνομική καταστολή σε πανεπιστημιακούς χώρους,  που βαπτίζεται επιβολή της νομιμότητας, σε δημοσιογραφική αφωνία για πανεπιστημιακούς καθηγητές σε κρατικές θέσεις με δράσεις παράνομες, βομβαρδιζόμαστε με εικόνες και μηνύματα χωρίς περιεχόμενο που αμβλύνουν και παραποιούν την πραγματικότητα ή την αγνοούν εντελώς.
       Ποιος λοιπόν απομένει εκτός από τον κομμουνιστικό λόγο να επιμένει στην ερμηνεία της πραγματικότητας ακριβώς για να την αλλάξει η δράση της εργατικής τάξης;


Δεν υπάρχουν σχόλια: